Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
16:17 | 19/08/2018

Κρατούσε όπλο κι είπε: «Μη φωνάξεις, δε θα σε πειράξω ακούς; Μόνο μη φωνάξεις».

Ένιωθα ότι έπαιζα σε ταινία. Αποκλείεται να μου συνέβαινε στα αλήθεια. Αποκλείεται. Σε λίγο κάποιος θα φώναζε cut κι όλα θα τελειώνανε. Μήπως το όπλο είναι ψεύτικο, θυμάμαι να ρωτάω τον εαυτό μου. Γρήγορα μου απάντησα, πώς δε θα έκανα τίποτα για να το διαπιστώσω.

[custom:google-ads]

«Αν είσαι ήσυχη και κάνεις ότι σου πω, σε δέκα λεπτά θα έχω φύγει. Κατάλαβες;» μου είπε.

Κούνησα το κεφάλι μου θετικά. Θυμήθηκα πως στις περισσότερες ταινίες που έχω δει, η καλύτερη λύση είναι να κάνεις αυτό που σου λένε. Τα προβλήματα ξεκινάνε όταν κάνεις παρεμβάσεις στο σενάριο που έχουν φτιάξει αυτοί (οι ληστές) στο κεφάλι τους. Το ότι ήμουν εκεί, ήταν ήδη μια παρέμβαση. Δεν θα άντεχε άλλη, τον έβλεπα. Ήταν αγχωμένος. Πολύ αγχωμένος.

Cooperate/Συνεργάσου/ Δεν είναι ώρα για ηρωισμούς. Μην κάνεις τίποτα που θα βάλει σε λειτουργία τους μηχανισμούς της δικής τους επιβίωσης. Κι όταν σου έρχεται να τσιρίξεις απλά σκέψου ότι όσο πιο συνεργάσιμος είσαι, τόσο πιο γρήγορα θα τελειώσει όλο αυτό.

Γύρω στο 1.80, καστανός με ελαφρώς σγουρά μαλλιά, μαύρη μπλούζα και τζιν. Πρόσωπο, όμορφο σχετικά. Μάτια καστανά αμυγδαλωτά, μύτη κανονική και χείλη σαρκώδη. Κουκούλα όχι.

Γιατί να μη φοράει κουκούλα; Γιατί; Γιατί να με κάνει να ανησυχώ ακόμη περισσότερο; Γιατί να βάλει και τον εαυτό του σε επιπλέον κίνδυνο. Δε φτάνει ρε φίλε που μπαίνεις σε ξένο σπίτι με όπλο, μου είσαι κι απροετοίμαστος. Τι θες να μου πεις δηλαδή, ότι δεν το ήξερες ότι θα με ληστέψεις; Ότι έτσι αυθόρμητα σου ήρθε όταν είδες την πόρτα μου;

Έχω δει το πρόσωπό του κι αυτό δεν είναι καλό, αποκλείεται να είναι καλό. Η σκέψη αυτή μου κόλλησε στο κεφάλι. Κι όσο κολλούσε τόσο πιο πολύ με έκανε να τον παρατηρώ. Τις κινήσεις του, τη φωνή του. Ήταν πολύ αγχωμένος. Τόσο που σχεδόν τον λυπήθηκα. Εγώ, λυπήθηκα αυτόν που είχε εισβάλλει στο σπίτι μου και με απειλούσε με όπλο.

«Που έχεις τα λεφτά;» είπε.

Η επόμενη ερώτηση. Εκεί μου ήρθε να γελάσω λίγο. Δεν το έκανα. Λεφτά, ποια λεφτά; Δεν έχω λεφτά του απάντησα. Αν θες όμως, μπορώ να πεταχτώ μέχρι την τράπεζα να βγάλω. Αλήθεια, αυτό είπα. Πάνω που νόμιζα ότι ήμουν ψύχραιμη το οικοδόμημα κατέρρευσε. Ήταν δυνατόν να του προτείνω να πεταχτώ μέχρι την τράπεζα; Πήγαινα καλά;

«Μην κουνηθείς» μου είπε. «Πες μου μόνο που έχεις το πορτοφόλι σου».

Του είπα που είχα το πορτοφόλι μου, το οποίο περιείχε το πολύ δέκα ευρώ κι αφού πήγε στο σαλόνι να το βρει, έμεινα για λίγο μόνη. Αναπνοές. Τον άκουγα να ψαχουλεύει. Κι άλλες αναπνοές.

«Που είναι το κινητό σου;» Η φωνή του απογοητευμένη.

«Στο τραπέζι, είπα. Αλλά δεν είναι καν smartphone. Είναι μια μπακατέλα που δεν πιάνει τίποτα. Πότε θα το καταλάβεις ότι μπήκες σε λάθος σπίτι;» σκέφτηκα.

«Αυτό είναι το κινητό σου;».

«Ναι αυτό». Στο είπα ότι μπήκες σε λάθος σπίτι. Από μέσα μου, τουλάχιστον, στο είπα. Ξαναήρθε στο δωμάτιο. Ήταν εκνευρισμένος. Τζίφος η ληστεία, τζίφος. Και τότε είπε τη φράση που ακόμα και τώρα όταν τη θυμάμαι, ανατριχιάζω.

Η φράση-τραύμα: «Θέλω να γυρίσεις μπρούμυτα και να μείνεις έτσι μέχρι να σου πω. Ό,τι και να γίνει, ό,τι και να ακούσεις δε θα γυρίσεις. Κατάλαβες;»

Go inside yourself and build a protective wall. Ο χρόνος μπορεί να σου φανεί ατελείωτος για αυτό βυθίσου στον εαυτό σου και προσπάθησε να διατηρήσεις τη ψυχραιμία σου. Αν πιστεύεις, προσευχήσου, αν όχι, άντλησε ότι δύναμη έχεις κι επανέλαβε στον εαυτό σου ότι όλα θα τελειώσουν γρήγορα, πολύ γρήγορα. Σε λίγο όλα θα είναι μια κακή ανάμνηση. Οραματίσου τι θα κάνεις όταν όλα έχουν τελειώσει. Οραματίσου το μέλλον.

Γύρισα μπρούμυτα για όσο χρόνο αυτός χρειαζόταν να έρθει να πάρει το laptop που είχα πάνω στο κρεβάτι (ήθελα να δω και ταινία πριν με πάρει ο ύπνος). Αυτά τα δευτερόλεπτα ήταν τα πιο βασανιστικά. Όσο μπορούσα να τον δω, τα πράγματα ήταν καλύτερα. Κι ας τον έβλεπα αγχωμένο, κι ας έβλεπα το όπλο του να με σημαδεύει. Καλύτερα πριν που έβλεπα, σίγουρα. Κι ο παραμικρός θόρυβος που έκανε, όσο ήμουν γυρισμένη, ήταν εφιαλτικός. Φυσικά δεν απέφυγα τις σκέψεις περί βιασμού, στραγγαλισμού κι ότι άλλο σε –ισμού.

Ευτυχώς το όλο εγχείρημα δεν κράτησε πάνω από δυο λεπτά. Το λάπτοπ όμως ήταν χαλασμένο. Δεν δούλευε το πληκτρολόγιο. Του το είπα κι αυτό. Πρέπει να ήμουν η χειρότερη ληστεία ever. Ζήτημα να έπιανε 150 ευρώ για ότι είχε αρπάξει από το σπίτι μου.

Ο τύπος πήρε το λάπτοπ, πήρε και τη τσάντα του λάπτοπ, και με «συμβούλευσε» να μην ειδοποιήσω την αστυνομία αν δεν περάσουν δέκα λεπτά. Μου είπε ότι ξέρει όλα τα στοιχεία μου κι αν τολμήσω να ειδοποιήσω την αστυνομία πριν περάσουν δέκα λεπτά, θα στείλει φίλους του να με «περιποιηθούν». Μετά μου είπε το αξέχαστο: «Εγώ φεύγω τώρα, εσύ συνέχισε τον υπνάκο σου» κι ύστερα έφυγε σαν κύριος χωρίς να τον πάρει κανένας μυρωδιά. Κανένας. Ούτε καν η τρελή διαχειρίστρια της πολυκατοικίας που ζει στον ίδιο όροφο με μένα και ξέρει ακόμα και πότε παραγγέλνω σουβλάκια.

Όχι δεν πήρα το 100, όχι τουλάχιστον πριν περάσουν δέκα λεπτά. Πήρα πρώτα την αδελφή μου και μετά τον τότε φίλο μου, που μου είπε μάλιστα ότι όντως πρέπει να καλέσω το 100. Νόμιζα ότι δεν ίσχυε στα αλήθεια ο αριθμός. Νόμιζα, βασικά, ότι ποτέ δε θα χρειαζόταν να καλέσω έναν τέτοιον αριθμό. Η αστυνομία ήταν εκεί σε λιγότερο από δυο λεπτά. Έμαθα αργότερα ότι όταν πρόκειται για ένοπλη ληστεία, οι δυνάμεις της αστυνομίας επεμβαίνουν άμεσα, πολύ άμεσα. Δεν τον βρήκαν όμως. Μετά, πήγα στο αστυνομικό τμήμα για κατάθεση. Την επόμενη μέρα ραντεβού για αποτυπώματα. Σπίτι, μπουρδέλο. Όχι τόσο από τη ληστεία. Ο τύπος είχε αφήσει στο πίτι σε καλή κατάσταση, όσο από αυτή τη σκόνη που χρησιμοποιούν για τα αποτυπώματα που δε βγαίνει με τίποτα. Κι έτριψα πολύ. Τελευταίο βήμα, το ραντεβού για φωτογραφίες σεσημασμένων. Δεν πήγα. Ο υπεύθυνος υπηρεσίας μου είχε πει «λίγες οι πιθανότητες να τον βρούμε», κι εγώ μάλλον δεν ήθελα να ξαναδώ το πρόσωπό του. Είχε ήδη άλλωστε χαραχτεί για τα καλά στο μυαλό μου. Ακόμα και τώρα είμαι σίγουρη αν τον δω στο δρόμο, θα τον αναγνωρίσω. Και τότε; Δεν έχω ιδέα τι θα κάνω τότε.

Για κάποιο λόγο όταν διηγούμαι σε κάποιον αυτή την ιστορία, τη λέω σαν να είναι μια αστεία ιστορία. Σαν «κοίτα ρε παιδί μου να δεις τι μου έτυχε και μένα». Δε ξέρω αν είναι άμυνα ή αν είναι πραγματικά αστεία η ιστορία, το μόνο που ξέρω είναι, ότι αν τον πιάνανε τότε αυτόν το τύπο θα έτρωγε μέχρι και 14 χρόνια για 150 ευρώ (τόσα θα πιάνανε τα πράγματά μου, σίγουρα) κι ότι το πρόσωπό του είναι ένα πρόσωπο που θα θυμάμαι για πάντα. Μάλλον γιατί ακριβώς από κάτω, υπήρχε ένα όπλο.

www.vice.com

 

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis