Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
16:01 | 02/01/2017

Συντάξεις πείνας φέρνουν οι εφαρμοστικές εγκύκλιοι του υπουργείου Εργασίας για όσους υπέβαλαν αίτηση από 13/5/2016 και μετά .

Μετά την επίσημη δημοσίευση στο ΦΕΚ του Ν. 4387/2016, τόσο οι «παλαιοί» συνταξιούχοι, όσο και οι «νέοι» συνταξιούχοι (από 12/05/2016) , προβληματίζονται για το ύψος της νέας σύνταξής τους, όπως επίσης για όσους δεν έχουν αποχωρήσει από την ενεργό υπηρεσία για τον τρόπο θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος τους.
Για τις νέες προϋποθέσεις  προσδιορισμού του ποσού της σύνταξης  για όσους θα αποχωρήσουν μετά την εφαρμογή του Ν. 4387/2016 ή τον επανυπολογισμό της σύνταξης για όσους συνταξιοδοτήθηκαν πριν την εφαρμογή του νόμου, καθορίζουν εγκύκλιοι του υπουργείου Εργασίας και προκαλούν μεγάλες ανατροπές στις συντάξεις για όσους υπέβαλαν αίτηση από 13/5/2016 και μετά αλλά και στους παλαιούς συνταξιούχους με το επανυπολογισμό της σύνταξής τους.
Αναμένουμε και άλλες εγκύκλιους του υπουργείου Εργασίας προκειμένου να διευκρινίσουν πολλά κενά που υπάρχουν στον Ν. 4387/2016 όπως η μάχιμη πενταετία. 


Δείτε περιληπτικά τις ανατροπές στις νέες συντάξεις που φέρνει ο Νόμος Κατρούγκαλου.


Η κοινωνική ασφάλιση, η υγεία και η κοινωνική πρόνοια αποτελούν δικαίωμα όλων των Ελλήνων Πολιτών και όσων διαμένουν μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα. Το Κράτος έχει υποχρέωση για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του Ενιαίου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας και για την απονομή των σχετικών παροχών σε όλους όσοι πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις.
Το Εθνικό Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης λειτουργεί με ενιαίους κανόνες για όλους τους ασφαλισμένους του Ε.Φ.Κ.Α..

 Από την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 η κύρια σύνταξη υπολογίζεται ως το άθροισμα δύο τμημάτων: της εθνικής σύνταξης και της ανταποδοτικής σύνταξης .
Το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης υπολογίζεται βάσει των αποδοχών επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές και του ποσοστού αναπλήρωσης.

Η Εθνική Σύνταξη δεν χρηματοδοτείται από ασφαλιστικές εισφορές, αλλά απευθείας από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
Το κράτος έχει πλήρη εγγυητική υποχρέωση για το σύνολο των ασφαλιστικών παροχών. Ειδικές διατάξεις σχετικές με την κρατική χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης καταργούνται.

Με την Υπαγωγή στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης των υπαλλήλων λειτουργών του Δημοσίου, καθώς και των στρατιωτικών  οι προϋποθέσεις θεμελίωσης σύνταξης εξ ιδίου δικαιώματος, καθώς και για τα όρια ηλικίας καταβολής της σύνταξης των ανωτέρω προσώπων, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή οι οικείες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

Εθνική σύνταξη 

.Η Εθνική Σύνταξη καταβάλλεται από τον Ε.Φ.Κ.Α. σε όλους, όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης εξ ιδίου δικαιώματος ή ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Ν. 4387/2016.
Η εθνική σύνταξη ορίζεται σε τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384) ευρώ μηνιαίως και καταβάλλεται ακέραια εφόσον έχουν συμπληρωθεί τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης. Το ποσό της εθνικής σύνταξης βαίνει μειούμενο κατά 2% για κάθε έτος ασφάλισης που υπολείπεται των 20 ετών, εφόσον έχουν συμπληρωθεί τουλάχιστον 15 έτη ασφάλισης. Η εθνική σύνταξη αναπροσαρμόζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 14 του παρόντος.


Συνεπώς

Με 20 χρόνια ασφάλισης η Εθνική Σύνταξη  θα είναι 384€
Με 15 χρόνια ασφάλισης θα είναι 345 €

Το νέο στοιχείο είναι ότι η εθνική σύνταξη θα υπολογίζεται με έτη, μήνες και ημέρες για όσους δεν συμπληρώνουν τα 20 έτη ασφάλισης.


 Ανταποδοτική σύνταξη
Οι υπάλληλοι-λειτουργοί του Δημοσίου και οι στρατιωτικοί, οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης δικαιούνται ανταποδοτικό μέρος σύνταξης, που προκύπτει με βάση τις συντάξιμες αποδοχές της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Ν. 4387/2016, το χρόνο ασφάλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 15 του Ν. 4387/2016, και τα κατ’ έτος ποσοστά αναπλήρωσης, όπως αυτά προκύπτουν από τον παρακάτω πίνακα

ΚΛΙΜΑΚΕΣ ΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
'ΠΟΣΟΣΤΟ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ
ΑΠΟ
ΕΩΣ
0
15
0,77%
15,01
18
0,84%
18,01
21
0,90%
21,01
24
0,96%
24,01
27
1,03%
27,01
30
1,21%
30,01
33
1,42%
33,01
36
1,59%
36,01
39
1,80%
39,01
42 και περισσότερα
2,00%


Επιδόματα τέκνων για όσους συνταξιοδοτηθούν στο εξής με βάση τις διατάξεις του  Ν. 4387/2016 καταβάλλονται, σύμφωνα με το άρθρο Πρώτο παρ. ΙΑ', υποπαράγραφος ΙΑ2 του Ν. 4093/2012 (Α' 222) και το άρθρο 40 του Ν. 4141/2013 (Α' 81).

Για όσους λαμβάνουν σύνταξη μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθώς και για τα πρόσωπα της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4, περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 η οικογενειακή παροχή εξακολουθεί να συγκαταβάλλεται με τη σύνταξη, σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του  Ν. 4387/2016.


 Προσωπική διαφορά

Αν ο νέος τρόπος υπολογισμού δίνει σύνταξη μικρότερη κατά 20% και πάνω, συγκριτικά με τον παλιό τρόπο υπολογισμού, τότε η σύνταξη θα είναι μειωμένη μόνο κατά 10% για το 2017.

Πώς θα γίνει ο υπολογισμός των συντάξιμων αποδοχών

Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια του συνολικού χρόνου ασφάλισής του. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, προσαυξανόμενες κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, η οποία και υπολογίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή.

Λόγω  έλλειψης μηχανογράφησης δεν ήταν εφικτό να υπολογιστεί ο μέσος όρος όλου του εργασιακού βίου έτσι ο υπολογισμός των συντάξιμων αποδοχών θα είναι  ο μέσος όρος των συντάξιμων αποδοχών από το 2002 μέχρι το έτος που βγήκε κάποιος σε σύνταξη.

 Για την εύρεση των συντάξιμων αποδοχών των μισθωτών :

Κατ’ αρχάς υπολογίζεται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου που υπόκεινται σε εισφορές υπέρ Κλάδου Σύνταξης (επομένως, συμπεριλαμβάνονται τα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματα αδείας για τα οποία έχουν καταβληθεί εισφορές) για το χρονικό διάστημα από  1.1.2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.  

Παράδειγμα: Ασφαλισμένος μισθωτός υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης την  1.12.2018. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης λαμβάνονται υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου που υπόκεινται σε εισφορές για το χρονικό διάστημα από  1.1.2002 έως 30.11.2018.  

Ο μαθηματικός τύπος που αποτυπώνει τον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών για ασφαλισμένο με χρόνο ασφάλισης από το έτος i έως το έτος ζ, είναι ο παρακάτω:

Όπου, i > 2002,

ΣΑ : οι συντάξιμες αποδοχές,

Α^) : οι ετήσιες αποδοχές για το έτος t,

J" ο δείκτης μεταβολής μισθών από το έτος t έως το έτος z * ■ " ■ : η ετήσια μεταβολή μισθών κατά το έτος t και

Sm : το σύνολο όλων των μηνών ασφάλισης για όλη τη διάρκεια ασφάλισης λαμβάνοντας υπόψη και τμήματα μηνών αν υπάρχουν.  

Δείτε πως θα διαμορφωθεί  το άθροισμα εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης με βάση τα έτη ασφάλισης και τον μέσο όρο των αποδοχών από το 2002.
 Ασφαλισμένος με 40 έτη ασφάλισης και συντάξιμες αποδοχές  1.000 ευρώ δικαιούται ανταποδοτική σύνταξη ύψους 428 ευρώ +384( Εθνική σύνταξη)=.812 υπολογιζόμενη ως ακολούθως: ((15*0,77%)+(3*0,84%)+(3*0,90%)+(3*0,96%)+(3*1,03%)+(3*1,21%)+(3*1,42%)+ (3*1,59%)+(3*1,80%)+(1*2,00%))*1.000 = 42,8%*1.000 = 428 ευρώ +384( Εθνική σύνταξη)=.812


Υπενθυμίζεται ότι  πρέπει να υπολογιστεί και η αύξηση της παρακράτησης της εισφοράς υπέρ ΕΟΠΥΥ από το 4% στο 6% στις κύριες συντάξεις και την επιβολή  6% παρακράτησης (για τον ίδιο λόγο) στις επικουρικές συντάξεις από τον Ιούλιο του 2015.

Όσοι συνταξιοδοτηθούν εντός του 2017 με τη σύνταξή τους να υπολείπεται κατά 20% και πλέον από τον παλιό τρόπο, θα δικαιούνται το 1/3 της διαφοράς.


 Πλασματικά έτη -Μάχιμη πενταετία


Ως συντάξιμες αποδοχές, που αφορούν χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται ως πλασματικός μετά από καταβολή του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μισθό-εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης.

Η ποσοστιαία έκπτωση που παρέχεται στο συνολικό ποσό εξαγοράς σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του ποσού δεν λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών. 

Δηλαδή οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται στο αρχικό ποσό εξαγοράς, πριν την εφαρμογή της έκπτωσης. Σε κάθε περίπτωση, το υπολογιζόμενο ποσό συνταξίμων αποδοχών, που αφορούν χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται ως πλασματικός, θα συνυπολογισθεί για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης εφόσον η αίτηση αναγνώρισης έχει υποβληθεί από το έτος 2002 και εφεξής και θα προσαυξηθεί κατά την ετήσια μεταβολή μισθών από το έτος υποβολής της αίτησης εξαγοράς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. 

Πλασματικός χρόνος που αναγνωρίζεται χωρίς εξαγορά (π.χ. χρόνος επιδότησης λόγω ασθένειας, χρόνος επιδότησης λόγω τακτικής ανεργίας) δεν συνυπολογίζεται για τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης, δηλαδή δεν συνυπολογίζεται ούτε στα ποσοστά αναπλήρωσης ούτε στον υπολογισμό των συνταξίμων αποδοχών (άρθρο 28 παρ.2.δ του ν.4387/2016).


 Μετά την δημοσίευση των νέων εγγυκλίων  προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε τις σχετικές διατάξεις, επικοινωνήσαμε  με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, που είναι  ο τελικός αρμόδιος για  να επιβάλει τα ποσά που θα αξιώσει για τις εξαγορές πλασματικών η πραγματικών χρόνων  καταλήξαμε  ότι η  αύξηση του ποσού εξαγοράς πλασματικών ετών, θα ισχύσει για το Δημόσιο, από την 1/1/2017, για τον λόγο  ότι οι κρατήσεις  ενεργούνται επί των αποδοχών του χρόνου υποβολής της αίτησης για αναγνώριση
Έτσι  θα πρέπει  η συγκεκριμένη διάταξη να εφαρμοστεί σε όλες τις αιτήσεις που έχουν γίνει έως σήμερα για αναγνώριση πραγματικού η πλασματικού χρόνου .

Επίσης θα πρέπει να διευκρινιστεί σε τι κρατήσεις θα υποβάλλεται  η αναγνώριση του Στρατού σε όσους θα υποβάλουν αίτηση για την αναγνώριση του από 1/1/2017 και μετά.

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι  ο Στρατός είναι πραγματική υπηρεσία για τους υπηρετούντες στα Σ.Α και  θα πρέπει να συνεχιστεί ο ίδιος τρόπος αναγνώρισης. δηλ Συντάξιμες αποδοχές x 6,67% x μήνες και αυτό γιατί από την εισαγωγή κάποιου στην σχολή ο χρόνος υπηρεσίας στον Στρατό προσμετράτε στις βαθμολογικές-μισθολογικές προαγωγές, αλλά και στο χρονοεπίδομα χωρίς να χρειαστεί να προβεί στην αναγνώριση του χρόνου. Για αυτό τον λόγο εξάλλου είναι υποχρεωτική η αναγνώριση της Στρατιωτικής του θητείας

Θα πρέπει  άμεσα οι  ομοσπονδίες μας με την έλευση του νέου έτους να ζητήσουν από τον υπουργό εργασίας την έκδοση διευκρινιστικής εγκύκλιου που θα καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών της μάχιμης πενταετίας (πραγματική συντάξιμη υπηρεσία)  για τους καταταγέντες μετά την 1/10/1990 όπως και πως θα προσμετρηθεί για τους καταταγέντες πριν την 1/10/1990.

Αύξηση ασφαλιστικών εισφορών

Από την αρχή του χρόνου οι εισφορές των δημοσίων υπαλλήλων, θα υπολογίζονται όπως και οι εισφορές των υπόλοιπων μισθωτών, δηλ, 6,67% στο σύνολο των αποδοχών  οπότε θα υπάρξει
μείωση του τελικού ποσού που θα λαμβάνουν κάθε μήνα ειδικά για τους παλαιούς ασφαλισμένους    (πριν την 1/1/1993).

Συντάξεις χηρείας

 Όρια ηλικίας τα 52 έτη και το 55ο έτος, έχει θεσπιστεί με το νέο Ασφαλιστικό, για τις συντάξεις χηρείας.

Σύμφωνα με τον νόμο δικαιούνται σύνταξη τα παρακάτω μέλη της οικογένειας του (επιζών σύζυγος, τέκνα, ακόμα και διαζευγμένος σύζυγος) ως εξής: 

  Ο επιζών σύζυγος, εφόσον έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του κατά το χρόνο θανάτου του συνταξιούχου ή ασφαλισμένου. Εάν όμως έχει συμπληρώσει το 52ο έτος της ηλικίας του κατά τον ως άνω χρόνο, δικαιούται σύνταξη για διάστημα τριών ετών, μετά την πάροδο των οποίων η καταβολή σύνταξης αναστέλλεται μέχρι τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας του. Εφόσον δεν έχει συμπληρώσει το 52ο έτος της ηλικίας του κατά τον ως άνω χρόνο, δικαιούται σύνταξη για διάστημα τριών ετών.


Τα νόμιμα τέκνα και όσα εξομοιώνονται με αυτά, με την προϋπόθεση ότι:

 α) είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους. 

Το όριο αυτό παρατείνεται μέχρι του 24ου έτους, εφόσον φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές του εσωτερικού ή του εξωτερικού ή σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης ή Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης.

 β) κατά το χρόνο του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους επήλθε πριν από την συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους. Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη εξακολουθεί να καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας.

 Για ηλικίες (επιζώντων συζύγων) άνω των 55 ετών, η σύνταξη του θανόντος που θα λαμβάνουν είναι το 50% της σύνταξης (μέχρι τώρα έπαιρνε το 75% της σύνταξης). Εάν μετά από 3 χρόνια ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή συνταξιοδοτείται, θα παίρνει το 25% της σύνταξης.



Συμπέρασμα οι εφαρμοστικές εγκύκλιοι του υπουργείου Εργασίας φέρνουν νέες μειώσεις στους μισθούς μας λόγω αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών, συντάξεις πείνας, για όποιον αποχωρήσει από 12/05/2016 και νέες μειώσεις στους ηδει συνταξιούχους με τον επανυπολογισμό και έπειτα ενώ συνεχίζει να υπάρχει ασάφεια οσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού -προσμέτρησης της μάχιμης πενταετίας των Σ.Α και Ε.Δ.


Επιμέλεια

Δημήτρης Καραγιαννοπουλος

Αντιπρόσωπος της ΕΑΣΥΑ στην ΠΟΑΣΥ

 Δείτε τις νέες  διευκρινιστικές εγκυκλίους  που αφορούν την εφαρμογή του Ν.4387/16 και μία που αφορά τον Ν. 4316/2014

Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρ. 14 και 33 του ν.4387/2016 σε συνδυασμό με την ΥΑ οικ 26083/887 ΦΕΚ 1065/2016.

https://drive.google.com/file/d/0BwZyRGcwexdPcGpkRWxoMG1CTlk/view?usp=sharing
 

 

Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου28 του Ν.4387/2016.


https://drive.google.com/file/d/0BwZyRGcwexdPd0RRYWt3WE9jYnM/view?usp=sharing

   

Γνωστοποίηση των διατάξεων των άρθρων 2,7,27 παρ 2α&β του ν.4387/2016.


https://drive.google.com/file/d/0BwZyRGcwexdPSDZ2ZE5MODJPaUE/view?usp=sharing

 

Γνωστοποίηση ρυθμίσεων του άρθρου 26 του ν. 4445/2016

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
& ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ΓΔ4)
Δ/ΝΣΗ ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ
ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (Δ15)
ΤΜΗΜΑ ΕΦΑΠΑΞ ΠΑΡΟΧΩΝ
Fax:2103368148
Τηλέφωνα:2103368159-79-58 
Πληρ.:Ε. Σπύρου 
ΑΔΑ: 6ΜΓΨ465Θ1Ω-1ΑΖ
Αθήνα, 23-12-2016
Αρ . Πρ .: Φ80020/οικ. 56714/Δ15.1008 
Όπως Πίνακας Διανομής

ΘΕΜΑ: Γνωστοποίηση ρυθμίσεων του άρθρου 26 του ν. 4445/2016 
Σας γνωρίζουμε ότι στο ΦΕΚ 236/19.12.2016, τεύχος Α', δημοσιεύτηκε ο νόμος 4445/2016 «Εθνικός Μηχανισμός Συντονισμού, ... και άλλες διατάξεις», με το άρθρο 26 του οποίου, προστέθηκε εδάφιο στο άρθρο 35 του νόμου 4387/2016, το οποίο αφορά στον τρόπο υπολογισμό της εφάπαξ παροχής του Ταμείου Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και του Ταμείου Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ).
Με την διάταξη αυτή, για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής για το χρονικό διάστημα έως τις 31-12-2013: ως ποσοστό εισφοράς των ασφαλισμένων θεωρείται το ποσοστό 4 %, καθορίζεται ποσοστό αναπλήρωσης 60% και ορίζονται τεκμαρτές συντάξιμες αποδοχές.
Ειδικότερα, προβλέπεται ότι, «Οι τεκμαρτές συντάξιμες αποδοχές προσδιορίζονται με τη χρήση εισφορών εικοσαετίας έως και 31.12.2013, οι οποίες αναπροσαρμόζονται με το επιτόκιο επιστροφής εισφορών όπως ισχύει την 31η. 12.2013, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 9 του ν. 2335/1995 (ΑΊ85) και στην υπουργική απόφαση Φ. 80000/οικ.26625/1319/2006 (ΒΊ772).
Ο μέσος όρος των τεκμαρτών αποδοχών αποτελεί τις συντάξιμες αποδοχές για τα έτη ασφάλισης έως και τις 31.12.2013. Μετά το έτος 2013 έως και το έτος αποχώρησης από την υπηρεσία ή την εργασία λόγω οριστικής συνταξιοδότησης ο ως άνω μέσος όρος των τεκμαρτών αποδοχών προσαυξάνεται ετησίως κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, η οποία υπολογίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή.
Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από την ετήσια μεταβολή μισθών δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).»
Τέλος, παρακαλούμε για την ορθή και άμεση εφαρμογή των κοινοποιούμενων διατάξεων και είμαστε στη διάθεσή σας για κάθε περαιτέρω διευκρίνιση ή πληροφορία.
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

 

Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου 12 και 16 του ν.4387/2016. Συντάξεις λόγου θανάτου σε σύζυγο και τέκνα.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
& ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΜΙΣΘΩΤΩΝ & ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ (Δ 13)
ΤΜΗΜΑ:Β'
Πληροφορίες:Στ. Γιωτάκου
Τηλέφωνο:210 3368112
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ
ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΛΕΝΩΝ
& ΑΓΡΟΤΩΝ (Δ14)
Πληροφορίες: Ι. Παπαδόπουλος
(για θέματα ΟΑΕΕ)
210 33 68 110
Ε. Ράπτη
(για θέματα ΕΤΑΑ)
210 33 68 109
Ταχ. Δ/νση:Σταδίου 29
Ταχ. Κώδικας:10110 Αθήνα
Αθήνα 23/1 2/2016
Αρ. Πρωτ.: Φ80000/οικ.60272/2196
ΠΡΟΣ: Όλους τους φορείς κύριας ασφάλισης,
αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας,
Κοινωνικής Ασφάλισης
& Κοινωνικής Αλληλεγγύης
ΚΟΙΝ: Γενικό Λογιστήριο του Κράτους
Κάνιγγος 29,
Αθήνα 101 10


ΘΕΜΑ: «Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου 12 και 16 του ν.4387/2016»
Σας γνωρίζουμε ότι στο ΦΕΚ 85, τεύχος Α'/12.05.2016 δημοσιεύθηκε ο νόμος 4387/2016 «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας - Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού - συνταξιοδοτικού συστήματος - Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις».
Με το άρθρο 12 ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου στα δικαιοδόχα μέλη συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, εφόσον ο θάνατος επήλθε από 13.05.2016 και εφεξής, εισάγοντας ενιαίες αρχές και κανόνες, για όλους τους ασφαλισμένους, ανεξαρτήτως ασφαλιστικού φορέα προέλευσης. Καταργείται, επομένως, από την ως άνω ημερομηνία κάθε άλλη καταστατική ή γενική διάταξη που ρυθμίζει το θέμα διαφορετικά για θανάτους μετά την ισχύ του ν.4387/2016.
Επισημαίνουμε ότι προκειμένου να χορηγηθεί σύνταξη λόγω θανάτου στα δικαιοδόχα μέλη σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου, ο θανών θα πρέπει κατά τον θάνατο να έχει συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, πλήρους ή μειωμένης, όπως διαμορφώνονται ανά ασφαλιστικό οργανισμό και ανά κατηγορία ασφαλισμένων (παλαιοί - νέοι).
Παράγραφος 1, 2 - Δικαιοδόχα Μέλη/Προϋποθέσεις
Ορίζονται τα δικαιοδόχα μέλη που υπό προϋποθέσεις λαμβάνουν τη σύνταξη λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, καθώς και οι ειδικότερες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για κάθε κατηγορία. Δικαιούχοι είναι ο επιζών σύζυγος, τα νόμιμα τέκνα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετημένα και όσα εξομοιώνονται με αυτά καθώς και ο/η διαζευγμένος/η σύζυγος, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Α) Για τον επιζώντα σύζυγο, θεσπίζεται όριο ηλικίας για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης λόγω θανάτου και συγκεκριμένα το 55ο έτος, το οποίο πρέπει να έχει συμπληρωθεί κατά το χρόνο θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, οπότε και η σύνταξη χορηγείται εφ' όρου ζωής, αν δεν συντρέξουν οι - περιοριστικά αναφερόμενες στην παρ. 3 της κοινοποιούμενης διάταξης - προϋποθέσεις παύσης της.
Εάν ο θάνατος επέλθει προτού συμπληρωθεί το ως άνω όριο ηλικίας, η σύνταξη καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο για μία τριετία. Μετά την πάροδο της τριετίας ελέγχεται εάν ο επιζών σύζυγος συμπλήρωσε ή όχι το 55ο έτος της ηλικίας.
Εάν κατά τη διάρκεια της τριετίας ο επιζών σύζυγος συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας η καταβολή της σύνταξης διακόπτεται μόλις συμπληρωθεί η τριετία και άρχεται εκ νέου με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας.
Εάν κατά τη διάρκεια της τριετίας δεν έχει συμπληρωθεί το 55ο έτος , διακόπτεται η καταβολή της σύνταξης με τη λήξη της τριετίας και δεν επαναχορηγείται.
Σε περίπτωση όμως που ο επιζών σύζυγος έχει τέκνα που υπάγονται στην περίπτωση 1Β του κοινοποιούμενου άρθρου (δηλαδή κατά το χρόνο του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 24ο έτος εφόσον σπουδάζουν ή είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητα τους επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας) ή ο ίδιος είναι ανίκανος για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας με ποσοστό 67% και άνω, και για όσο χρόνο πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, η σύνταξη λόγω θανάτου συνεχίζει να καταβάλλεται, ανεξάρτητα εάν βάσει των ανωτέρω προκύπτει είτε οριστική διακοπή της, είτε διακοπή και επαναχορήγησή της με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας.
Σημειώνουμε, επίσης, ότι αν ο επιζών σύζυγος δεν συμπληρώνει το 55ο έτος της ηλικίας του κατά τη διάρκεια της τριετίας, αλλά εξακολουθεί να λαμβάνει τη σύνταξη θανάτου και πέραν της τριετίας λόγω ύπαρξης ανήλικων ή τέκνων που σπουδάζουν ή ανίκανων για εργασία τέκνων, εφόσον έως τη λήξη της ανηλικότητας ή των σπουδών ή της ανικανότητας συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του, τότε ναι μεν η σύνταξη θα διακοπεί με την παύση ισχύος των ως άνω προϋποθέσεων (ανηλικότητα, σπουδές, ανικανότητα), θα επαναχορηγηθεί, ωστόσο, όταν ο επιζών συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας του.
Παράδειγμα 1:
α) Ασφαλισμένος με 40 έτη ασφάλισης, αποβιώνει την 13/5/2016, καταλείποντας σύζυγο ηλικίας 53 ετών (χωρίς τέκνα). Η σύζυγος δικαιούται σύνταξης λόγω θανάτου, δεδομένου ότι ο θανών κατά την ημερομηνία θανάτου είχε συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη πλήρους σύνταξης λόγω γήρατος.
Η επιζώσα σύζυγος κατά την ημερομηνία θανάτου του ασφαλισμένου δεν έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας, οπότε λαμβάνει σύνταξη λόγω θανάτου για μία τριετία. Κατά τη διάρκεια της τριετίας, όμως, συμπληρώνει το 55ο έτος της ηλικίας, οπότε η σύνταξη λόγω θανάτου διακόπτεται μετά τη συμπλήρωση της τριετίας και επαναχορηγείται με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας της.
Εάν, όμως, μετά τη λήξη της τριετίας υπάρχει τέκνο το οποίο δικαιούται σύνταξης λόγω θανάτου, η επιζώσα σύζυγος συνεχίζει να λαμβάνει τη σύνταξη και μετά την τριετία και μέχρι να διακοπεί η συνταξιοδότηση του τέκνου (λόγω συμπλήρωσης του 18ου ή του 24ου έτους της ηλικίας, εφόσον στη δεύτερη περίπτωση σπουδάζει), οπότε και διακόπτεται η καταβολή της σύνταξης, η οποία επαναχορηγείται στο 67ο έτος της ηλικίας της.
β) Στο ως άνω παράδειγμα, έστω ότι η επιζώσα σύζυγος είναι 49 ετών κατά το χρόνο του θανάτου και έχει ανήλικο τέκνο 8 ετών. Θα λάβει τη σύνταξη θανάτου την πρώτη τριετία και - παρά το γεγονός ότι δεν συμπληρώνει το 55ο έτος κατά τη διάρκεια της τριετίας αυτής - δεδομένου ότι έχει ανήλικο τέκνο, θα εξακολουθήσει να λαμβάνει τη σύνταξη θανάτου για όσο χρόνο υφίσταται η ανηλικότητα (ή μέχρι το πέρας των σπουδών, εφόσον το τέκνο σπουδάζει). Μετά το πέρας αυτών, θα διακοπεί η καταβολή της σύνταξης, δεδομένου όμως ότι κατά τη διάρκεια λήψης της σύνταξης και έως την ενηλικίωση του τέκνου ή την παύση των σπουδών του, η σύζυγος συμπληρώνει το 55ο έτος της ηλικίας της, η σύνταξη θανάτου θα της επαναχορηγηθεί με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας της.
Β) Τα νόμιμα τέκνα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετημένα και όσα εξομοιώνονται με αυτά, δικαιούνται της σύνταξης λόγω θανάτου, εφόσον:
i) Είτε είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, εκτός κι αν φοιτούν σε ανώτερες σχολές ή ανώτατες σχολές του εσωτερικού ή του εξωτερικού (ακόμη και αν φοιτούν για απόκτηση δεύτερου πτυχίου ή σε μεταπτυχιακά προγράμματα ή εκπονούν διδακτορική διατριβή) ή σε ΙΕΚ ή σε Κέντρα/Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης, οπότε και η χορήγηση της σύνταξης παρατείνεται έως τη λήξη της φοίτησής τους σε αυτές και σε κάθε περίπτωση έως τη συμπλήρωση του 24ου έτους.
Ως εκ τούτου το δικαίωμα συνταξιοδότησης ενηλίκων άγαμων θυγατέρων βάσει του άρθρου 9 παρ. 1 του ν. 3865/2010, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 3 του ν. 3863/2010, καταργείται.
ii) Είτε κατά το χρόνο θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι άγαμα και ανίκανα προς κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητα επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους, οπότε η σύνταξη συνεχίζει να καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας και για όσο διαρκεί η ανικανότητα προς κάθε βιοποριστική εργασία.
Σημειώνουμε ότι η ανικανότητα του τέκνου εξετάζεται κατά το χρόνο του θανάτου και όχι μεταγενέστερα αυτού. Για παράδειγμα ο θάνατος του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου επέρχεται την 8/1/2017 και καταλείπει τέκνο ηλικίας 15 ετών. Το εν λόγω τέκνο καθίσταται ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία την 16/5/2019, δηλαδή πριν τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας του. Δεδομένου όμως ότι δεν ήταν ανίκανο κατά την ημερομηνία θανάτου, θα λάβει σύνταξη μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας ή του 24ου έτους της ηλικίας εφόσον σπουδάζει.
Γ) Για τον διαζευγμένο σύζυγο ισχύουν οι ίδιες ηλικιακές προϋποθέσεις χορήγησης της σύνταξης με αυτές του επιζώντος συζύγου (παρ. 1Α του κοινοποιούμενου άρθρου), με τις εξής ωστόσο πρόσθετες προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να πληρούνται αθροιστικά:
i) ο πρώην σύζυγος, κατά τη στιγμή του θανάτου να κατέβαλλε ή να υποχρεούτο να καταβάλει στον/στην διαζευγμένο/η σύζυγο διατροφή που είχε καθοριστεί είτε με δικαστική απόφαση είτε με μεταξύ τους σύμβαση,
ii) να είχαν συμπληρωθεί 10 χρόνια έγγαμου βίου, μέχρι τη λύση με αμετάκλητη δικαστική απόφαση του γάμου,
iii) το διαζύγιο να μην οφείλεται σε ισχυρό κλονισμό της έγγαμης συμβίωσης με υπαιτιότητα του αιτούντος τη σύνταξη,
iv) το μέσο μηνιαίο ατομικό φορολογητέο εισόδημα του διαζευγμένου συζύγου να μην υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφάλιστων Υπερηλίκων (αρ. 93 παρ. 4 του νόμου), ήτοι τα 720 ευρώ, και
v) να μην έχει τελεστεί άλλος γάμος ή να έχει συναφθεί σύμφωνο συμβίωσης.
Συνεπώς, στους διαζευγμένους συζύγους που πληρούν τα πρόσθετα κριτήρια εφαρμόζονται κατ' αντιστοιχία οι ρυθμίσεις που προβλέπονται για τους επιζώντες συζύγους (χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου εφόσον έχει συμπληρωθεί το 55ο έτος της ηλικίας, συνταξιοδότηση για μία τριετία, διακοπή και επαναχορήγηση με τη συμπλήρωση του 67ου έτους ή οριστική διακοπή συνταξιοδότησης).
Παράγραφος 2 
Ως πρόσθετη προϋπόθεση για τη χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου στον επιζώντα σύζυγο, είναι ο θάνατος του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου να έχει επέλθει μετά την πάροδο 5 ετών από την τέλεση του γάμου, εκτός αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις, όπως αυτές περιοριστικά αναφέρονται στην κοινοποιούμενη διάταξη (θάνατος που να οφείλεται σε ατύχημα, γέννηση τέκνου κατά τη διάρκεια του γάμου κλπ).
Συνεπώς, είτε πρόκειται για θάνατο ασφαλισμένου είτε συνταξιούχου, η απαιτούμενη διάρκεια του γάμου είναι ενιαία (5ετία), και επομένως καταργούνται οι ρυθμίσεις του άρθρου 12 του ν. 3863/2010 που προέβλεπε μικρότερη διάρκεια του έγγαμου βίου (3ετία) για τη χορήγηση σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου. Επισημαίνουμε ότι ρυθμίζεται ρητά το καθεστώς χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου στον επιζώντα σύζυγο σε περίπτωση ανασύστασης γάμου, οπότε η διάρκεια των δύο γάμων αθροιστικά πρέπει να είναι τουλάχιστον 5ετής, ενώ, επιπλέον, ο εξ ανασυστάσεως να έχει διαρκέσει τουλάχιστον 6 μήνες.
Παράγραφος 3 - Παύση δικαιώματος σύνταξης λόγω θανάτου 
Το δικαίωμα στη σύνταξη λόγω θανάτου των δικαιούχων προσώπων παύει
i) με το θάνατο του δικαιούχου
ii) με την τέλεση από αυτόν γάμου ή σύναψης συμφώνου συμβίωσης,
iii) με τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του τέκνου ή αντίστοιχα του 24ου έτους εφόσον σπουδάζει,
Σημειώνουμε ότι από τις νέες ρυθμίσεις δεν προβλέπεται η διακοπή της συνταξιοδότησης των τέκνων σε περίπτωση που αυτά αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν ή λάβουν σύνταξη από ίδιο δικαίωμα (αρ. 29 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951 και αρ. 20 του ν. 2556/1997),
iv) με νεότερη κρίση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής πάψει να υφίσταται η ανικανότητα για εργασία κατά τις παραγράφους 1Α και 1Β περ. β' του κοινοποιούμενου άρθρου (ανικανότητα επιζώντα συζύγου για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας κατά 67% και άνω, ανικανότητα τέκνου για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας αντίστοιχα).
Παράγραφος 4 - Ποσό σύνταξης
Α) Το ποσό της σύνταξης των δικαιούχων, υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή που έχει δικαιωθεί ο θανών σύζυγος, επιμεριζόμενο ως εξής:
i) Ο επιζών σύζυγος λαμβάνει ποσοστό 50%.
Στο σημείο αυτό, ωστόσο, γίνεται η εξής διαφοροποίηση:
Στην περίπτωση που ο γάμος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος, περιορίζεται το ποσοστό του επιζώντος συζύγου επί της σύνταξης, καθώς και του διαζευγμένου συζύγου, σε περίπτωση που υπάρχει σχετικό δικαίωμα και συνεπώς και το ποσό της σύνταξης, συναρτώμενο πλέον από τη διάρκεια του γάμου και τη διαφορά ηλικίας των συζύγων, αρχόμενης από τα 10 έτη και πλέον.
Τα ανωτέρω δεν ισχύουν στην περίπτωση που ο θανών ελάμβανε σύνταξη αναπηρίας όταν τελέστηκε ο γάμος και ως εκ τούτου ο επιζών σύζυγος εξακολουθεί να λαμβάνει το ως άνω ποσοστό 50% της σύνταξης λόγω θανάτου.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2: 
α) Θανών σύζυγος ηλικίας 70 ετών και επιζών σύζυγος ηλικίας 40 ετών, με επταετή γάμο, ο οποίος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος. Η διαφορά ηλικίας μεταξύ των δυο, αφαιρουμένου του χρονικού διαστήματος του γάμου τους, είναι 23 έτη (70 - 40 - 7 = 23). Συνεπώς το ποσό της σύνταξης του επιζώντος συζύγου θα μειωθεί κατά 16% ως εξής:
Από το 10ο έως το 20ο έτος: 10% (10 έτη x 1%)
Από το 21ο έως το 23ο έτος : 6% (3 έτη x 2%)
Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος θα λάβει το 42% της σύνταξης λόγω θανάτου (50 x 16%=8, άρα 50-8=42%).
Για παράδειγμα, εάν η σύνταξη λόγω θανάτου ανέρχεται σε €1.000, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50%, δηλαδή €500. Λόγω της ηλικιακής διαφοράς των δύο συζύγων, η σύνταξη του επιζώντα μειώνεται περαιτέρω κατά 16%, δηλαδή ο επιζών σύζυγος θα λάβει ως σύνταξη λόγω θανάτου το ποσό των €420 (€500 - 16% x €500), δηλαδή το 42% της σύνταξης (42% x €1000).
β) στο ανωτέρω παράδειγμα, αν ο θανών είναι συνταξιούχος λόγω αναπηρίας, η χήρα θα λάβει το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου, χωρίς τη μείωση λόγω της διαφοράς ηλικίας.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3:
Θανών σύζυγος ηλικίας 70 ετών και επιζών σύζυγος ηλικίας 30 ετών, με πενταετή γάμο, ο οποίος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος. Η διαφορά ηλικίας μεταξύ των δυο, αφαιρουμένου του χρονικού διαστήματος του γάμου τους, είναι 35 έτη (70 - 30 -5). Συνεπώς η σύνταξη του επιζώντος συζύγου θα μειωθεί κατά 55% ως εξής:
Από το 10ο έως το 20ο έτος: 10% (10 έτη x 1%)
Από το 21ο έως το 25ο έτος : 10% (5 έτη x 2%)
Από το 26ο έως το 30ο έτος : 15% (5 έτη x 3%)
Από το 31ο έως το 35ο έτος : 20% (5 έτη x 4%)
Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος θα λάβει το 22,5% της σύνταξης λόγω θανάτου (50Χ55%=27,5, άρα 50-27,5=22,5%).
Για παράδειγμα, εάν η σύνταξη λόγω θανάτου, ανέρχεται σε €1.000, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50%, δηλαδή €500. Λόγω της ηλικιακής διαφοράς των δύο συζύγων, η σύνταξη του επιζώντα μειώνεται περαιτέρω κατά 55%, δηλαδή ο επιζών σύζυγος θα λάβει ως σύνταξη λόγω θανάτου το ποσό των €225 [€500 - (55% x €500)], δηλαδή το 22,5% της σύνταξης (22,5% x €1000). ii) Για τον διαζευγμένο σύζυγο με τουλάχιστον 10ετή γάμο και εφόσον ο θανών καταλείπει και χήρο σύζυγο, το ποσό της σύνταξης που δικαιούται ο χήρος επιζών σύζυγος, επιμερίζεται σε ποσοστό 75% για τον χήρο και 25% για τον διαζευγμένο. Για κάθε επιπλέον έτος έγγαμου βίου του διαζευγμένου, πέραν του δεκάτου μέχρι και του 35ου έτους, η σύνταξη του διαζευγμένου αυξάνεται κατά 1%, μειούμενης αναλόγως κατά 1% της σύνταξης του χήρου. Σε περίπτωση διάρκειας έγγαμου βίου του διαζευγμένου πέραν των 35 ετών έως τη λύση του, τα ποσοστά χήρου και διαζευγμένου επιμερίζονται κατά 50% και στους δύο.
Σημειώνουμε ότι το προκύπτον ποσοστό που δικαιούται ο χήρος επιζών σύζυγος περιορίζεται περαιτέρω σύμφωνα με τα ανωτέρω, όπως αναλύθηκαν στην ως άνω περ. i της παρ. 4 της κοινοποιούμενης διάταξης, χωρίς να επέρχεται μεταβολή στο δικαιούμενο ποσοστό που προκύπτει για τον διαζευγμένο σύζυγο, εκτός και εάν προκύπτει μείωση και για τον διαζευγμένο σύζυγο βάσει της ανωτέρω ρύθμισης.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που δεν υπάρχει χήρος, αλλά μόνο διαζευγμένος, οπότε ο διαζευγμένος σύζυγος δικαιούται το 25% της σύνταξης λόγω θανάτου εάν η διάρκεια του γάμου είναι 10ετής, προσαυξανόμενο κατά 1% για κάθε περαιτέρω έτος έγγαμου βίου μέχρι τα 35 έτη, οπότε το ποσοστό διαμορφώνεται σε 50%. Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός διαζευγμένοι, το ποσοστό της σύνταξης θανάτου του διαζευγμένου συζύγου υπολογίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω και επιμερίζεται ισόποσα μεταξύ αυτών.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 4: 
Εάν ο έγγαμος βίος του διαζευγμένου έχει διαρκέσει 28 έτη, ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 57% της σύνταξης θανάτου του επιζώντα συζύγου (75% - 18%, όπου 18 είναι τα έτη του έγγαμου βίου πάνω στα οποία υπολογίζεται η μείωση του 1%) και ο διαζευγμένος το 43% (25% + 18%, όπου 18 είναι τα έτη του έγγαμου βίου πάνω στα οποία υπολογίζεται η αύξηση του 1%) αυτής.
Συνεπώς, στο ανωτέρω παράδειγμα εάν το ποσό της σύνταξης του θανόντος είναι €1000, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50% της σύνταξης, δηλαδή €500. Ο επιζών σύζυγος θα λάβει τελικά το 57% των €500, δηλαδή €285, και ο/η διαζευγμένος/η σύζυγος το 43% των €500, δηλαδή €215.
Εάν δεν υπάρχει επιζών σύζυγος, ο/η διαζευγμένος σύζυγος θα λάβει και στην περίπτωση το ίδιο ποσό, δηλαδή €215 (43% x €500).
Εάν υπάρχει επιζών σύζυγος και δύο διαζευγμένοι σύζυγοι με 12 και 25 έτη έγγαμου βίου αντίστοιχα, το δικαιούμενο ποσοστό σύνταξης καθορίζεται με βάση τον μεγαλύτερο χρόνο εγγάμου βίου, δηλαδή την 25ετία. Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος θα λάβει το 60% της σύνταξης που δικαιούται ο επιζών σύζυγος και το υπόλοιπο 40% θα επιμεριστεί μεταξύ των δύο διαζευγμένων. Συνεπώς, για ποσό σύνταξης του θανόντος ύψους €1000, ο επιζών σύζυγος δικαιούται €500. Ο επιζών σύζυγος θα λάβει τελικά το 60% των €500, δηλαδή €300, και κάθε διαζευγμένος σύζυγος το 20% των €500, δηλαδή €100. iii) Στην περίπτωση ύπαρξης τέκνων, το ποσό της σύνταξης του θανόντος επιμερίζεται σε ποσοστό 25% για κάθε παιδί. Το ποσοστό αυτό διπλασιάζεται, αν πρόκειται για παιδί ορφανό και από τους δύο γονείς, δηλαδή διαμορφώνεται σε 50% για κάθε ορφανό τέκνο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν δικαιούται σύνταξη και από τους δύο γονείς.
Β) Το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος συζύγου, του/των διαζευγμένου/νων συζύγου/ων και των τέκνων, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης που ελάμβανε ο θανών. Στην περίπτωση, δε, που το άθροισμα των ποσοστών των δικαιούχων υπερβαίνει το ποσό αυτό, περιορίζεται ισόποσα το ποσοστό των τέκνων. Για παράδειγμα, εάν υπάρχει επιζών σύζυγος με τρία τέκνα, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου (περιοριζόμενο σύμφωνα με τα ανωτέρω σε περίπτωση που ο γάμος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος και υφίσταται ηλικιακή διαφορά άνω της 10ετίας και ύπαρξης διαζευγμένου συζύγου), ενώ το υπόλοιπο 50% της σύνταξης λόγω θανάτου επιμερίζεται ισόποσα στα τρία τέκνα (δηλαδή κάθε τέκνο θα λάβει το 16,66% της σύνταξης).
Εάν όμως είναι ορφανά τέκνα
Εάν όμως υπάρχει διαζευγμένος σύζυγος με 15 έτη γάμου που δικαιούται σύνταξης λόγω θανάτου, ο διαζευγμένος δικαιούται το 30% της σύνταξης του επιζώντα συζύγου, δηλαδή το 15% της σύνταξης. Συνεπώς, το υπόλοιπο μέρος της σύνταξης λόγω θανάτου, δηλαδή το 85%, θα επιμεριστεί μεταξύ των τριών ορφανών τέκνων, και κάθε τέκνο θα λάβει το 28,33% της σύνταξης λόγω θανάτου. Αθροιστικά ο/η διαζευγμένος/η σύζυγος και τα τρία ορφανά τέκνα θα λάβουν το 100% της σύνταξης λόγω θανάτου.
Γ) Στην περίπτωση που η σύνταξη λόγω θανάτου καταβάλλεται στον επιζώντα ή στο διαζευγμένο σύζυγο μειωμένη, σύμφωνα με την παρ. 4Α και 5 του κοινοποιούμενου άρθρου (μειώσεις λόγω διαφοράς ηλικίας συζύγων πέραν των δέκα ετών, ανάληψη εργασίας από επιζώντα σύζυγο κλπ) και υφίστανται δικαιούχα τέκνα, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται επιμερίζεται στα τέκνα.
Εφόσον, ωστόσο, εκλείψουν οι προϋποθέσεις χορήγησης της σύνταξης στα τέκνα, λόγω συμπλήρωσης των ορίων ηλικίας της παρ. 1 περ. Β της κοινοποιούμενης διάταξης, το ως άνω ποσό που περικόπτεται δεν καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο ή στον διαζευγμένο σύζυγο.
Συνεπώς, στα Παραδείγματα 2 και 3 προκύπτει μείωση της σύνταξης που λαμβάνει ο επιζών σύζυγος λόγω ηλικιακής διαφοράς με τον θανόντα, το ποσό της σύνταξης που μειώνεται (€80 στο Παράδειγμα 2 και €275 στο Παράδειγμα
3) μεταβιβάζεται στα τέκνα που δικαιούνται σύνταξης λόγω θανάτου (ακόμη και εάν δεν πρόκειται για τέκνα του επιζώντος συζύγου αλλά τέκνα από προηγούμενο γάμο ή από αναγνώριση). Όταν λήξει το δικαίωμα συνταξιοδότησης των τέκνων το ποσό αυτό δεν επαναχορηγείται στον επιζώντα σύζυγο.
Σημειώνουμε ότι σε περίπτωση που κάποιο από τα δικαιοδόχα πρόσωπα απωλέσει το δικαίωμα συνταξιοδότησης, τα δικαιούμενα ποσοστά σύνταξης επαναπροσδιορίζονται. Για παράδειγμα, σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου με σύζυγο και 3 ανήλικα τέκνα, ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 50% της σύνταξης και κάθε τέκνο το 16,66% αυτής (50%/3).
Σε περίπτωση που ένα εκ των τέκνων λ.χ. συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του και παύσει το δικαίωμα συνταξιοδότησής του θα γίνει επαναπροσδιορισμός των ποσοστών των δικαιοδόχων. Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος θα εξακολουθήσει να λαμβάνει το 50% της σύνταξης και κάθε τέκνο το 25% αυτής. Συνολικά, τα δικαιοδόχα λαμβάνουν το 100% της σύνταξης λόγω θανάτου. Σε κάθε περίπτωση, ο επαναπροσδιορισμός των ποσοστών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 25% που έχει οριστεί από το νόμο ως ποσοστό των τέκνων.
Παράγραφος 5 - Ποσό σύνταξης
α) Στον επιζώντα σύζυγο καταβάλλεται ολόκληρη η σύνταξη για μία τριετία, με τα ποσοστά όπως προβλέπονται στην παράγραφο 4 του κοινοποιούμενου άρθρου, δηλαδή ποσοστό 50% ή το ποσοστό το οποίο αντιστοιχεί σε αυτόν μετά τις τυχόν μειώσεις, εάν ο γάμος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος ή την ύπαρξη διαζευγμένου συζύγου (παρ. 4 Α).
β) Μετά την πάροδο της τριετίας και εφόσον συντρέχουν οι ηλικιακές προϋποθέσεις της παρ. 1 Α του κοινοποιούμενου άρθρου (το εδάφιο προστέθηκε με το αρ. 234 παρ. 1 του ν. 4389/2016 - ΦΕΚ Α 94/2016), εάν ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε άλλη πηγή, προβλέπεται μείωση κατά 50% του ποσού της σύνταξης που λαμβάνει ο επιζών σύζυγος. Όπως προαναφέρθηκε, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται από τον επιζώντα σύζυγο μεταβιβάζεται στα δικαιοδόχα τέκνα (παρ. 4 Γ).
γ) Αν ο επιζών σύζυγος κατά το χρόνο του θανάτου, είναι ανάπηρος σωματικά ή πνευματικά σε ποσοστό 67% και άνω, λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη, όπως αυτή προβλέπεται στην ως άνω περίπτωση α) του παραδείγματος για όσο χρόνο διαρκεί η αναπηρία του, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων. Και στην περίπτωση αυτή, όπως και για τη συνταξιοδότηση των ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων, η αναπηρία πρέπει να συντρέχει κατά την ημερομηνία του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου και όχι μεταγενέστερα.
Όσον αφορά στους/στις διαζευγμένους/ες συζύγους, μετά την τριετία ελέγχεται εάν εργάζονται ή λαμβάνουν σύνταξη από ίδιο δικαίωμα σύμφωνα με τα ανωτέρω, και το ποσό της περικοπής που προκύπτει μεταβιβάζεται στα δικαιοδόχα τέκνα (εφόσον υπάρχουν και ανεξάρτητα εάν πρόκειται για τέκνα από προηγούμενο γάμο ή από αναγνώριση).
Στο σημείο αυτό διευκρινίζουμε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του αρ. 2, από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 (13.05.2016), η κύρια σύνταξη λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, αποτελείται από δύο τμήματα: την εθνική και την ανταποδοτική σύνταξη. Συνεπώς, σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου η σύνταξη υπολογίζεται με βάση τις διατάξεις του ν.4387/2016 και στα δικαιοδόχα μεταβιβάζεται το ποσό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης που προκύπτει με βάση το χρόνο ασφάλισης του θανόντα. Σημειώνουμε ότι σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου που δεν είχε συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης λόγω γήρατος, αλλά συμπλήρωσε τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης λόγω αναπηρίας, για τον υπολογισμό του δικαιούμενου ποσού σύνταξης θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος θα δικαιούτο πλήρη σύνταξη με βαθμό αναπηρίας άνω του 80%.
Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου για τον υπολογισμό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης λαμβάνεται ο χρόνος ασφάλισης (πραγματικής και προαιρετικής ασφάλισης ή αναγνωριζόμενος χρόνος ασφάλισης) που είχε ο θανών συνταξιούχος κατά την συνταξιοδότησή του.
Για παράδειγμα, εάν συνταξιούχος του ΕΤΑΑ - Τομέας Ασφάλισης Νομικών κατά τη συνταξιοδότησή του είχε πραγματοποιήσει 45 έτη ασφάλισης αλλά με βάση το ισχύον κατά τη συνταξιοδότησή του, νομοθετικό πλαίσιο, η σύνταξή του υπολογίστηκε 40 έτη ασφάλισης, η σύνταξη λόγω θανάτου θα υπολογιστεί για 45 έτη ασφάλισης. Αντίστοιχα, εάν ο ανωτέρω συνταξιούχος κατά τη συνταξιοδότησή του είχε πραγματοποιήσει 15 έτη ασφάλισης, αλλά η σύνταξή του υπολογίστηκε σύμφωνα με το ισχύον τότε νομοθετικό πλαίσιο για 23 έτη ασφάλισης η σύνταξη λόγω θανάτου θα υπολογιστεί για 15 έτη ασφάλισης.
Για τον υπολογισμό της εθνικής σύνταξης σε όσους είχαν καταστεί συνταξιούχοι λόγω γήρατος πριν το ν.4387/2016, θεωρείται ότι είχαν συμπληρώσει 40 χρόνια διαμονής στην Ελλάδα μέχρι τη συνταξιοδότησή τους.
Για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται οι οριζόμενες στα άρθρα 14 και 33 του ν. 4387/2016 για την αναπροσαρμογή των συντάξεων - προστασία των καταβαλλόμενων συντάξεων.
Ειδικά για αιτήσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου που κατατίθενται από την ισχύ του ν.4387/2016 μέχρι 31/12/2018 και πρόκειται να υπολογιστούν βάσει του ν.4387/2016 (βλέπε ενότητα «Έκταση Εφαρμογής») εφαρμόζονται οι διατάξεις του αρ. 94 παρ. 2, εδ. β' και γ’ και αρ. 6 παρ. 1γ' του ν. 4387/2016.
Ειδικότερα, για τις συγκεκριμένες αιτήσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου θα ελέγχεται εάν το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης με βάση το νέο καθεστώς (καθαρό ποσό προ φόρου, δηλαδή αφαιρουμένων της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων του άρθρου 38 του ν. 3863/2010 όπως ισχύει, της εισφοράς του αρ. 44 παρ. 11 του ν. 3986/2011 και της εισφοράς για υγειονομική περίθαλψη, όπως αυτή υπολογίζεται με τις ρυθμίσεις του ν. 4387/2016) υπολείπεται άνω του 20% της καταβαλλόμενης σύνταξης με βάση το προγενέστερο καθεστώς. Στην περίπτωση αυτή μέρος της διαφοράς, όπως καθορίζεται ανά έτος, καταβάλλεται στα δικαιοδόχα ως προσωπική διαφορά.
Ως καταβαλλόμενη σύνταξη λόγω θανάτου με βάση το προγενέστερο νομοθετικό πλαίσιο θεωρείται το καθαρό προ φόρου ποσό της σύνταξης (ακαθάριστο ποσό σύνταξης αφαιρουμένων της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων του άρθρου 38 του ν. 3863/2010 όπως ισχύει, της εισφοράς του αρ. 44 παρ. 11 του ν. 3986/2011 , της εισφοράς του ν. 4024/2011 (άρθρο 2 παρ. 1 και 2), του ν. 4051/2012 (άρθρο 6 παρ. 1), της ΥΑ 476/2012 (ΦΕΚ 499, Β’) και του ν. 4093/2012 (άρθρο πρώτο παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ5 περ. 1 και παρ. Β υποπαρ. Β3 περ. α) και της εισφοράς για υγειονομική περίθαλψη, όπως αυτή υπολογίζεται με τις ρυθμίσεις του ν. 4387/2016).
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ συνταξιοδοτήσεων λόγω θανάτου
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1 
Άνδρας έγγαμος, χωρίς τέκνα, με 35 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαμονής στην Ελλάδα, συνταξιοδοτήθηκε με πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ την 1/2/2011 με ποσό σύνταξης 1.000 ευρώ, και ο οποίος πεθαίνει την 20/9/2019. Μετά την αναπροσαρμογή, η σύνταξή του θα αποτελείται πλέον από το τμήμα της εθνικής σύνταξης, δηλαδή €384, και από το ανταποδοτικό τμήμα, το οποίο υπολογιζόμενο βάσει των συντάξιμων αποδοχών, του χρόνου ασφάλισης και του ποσοστού αναπλήρωσης, είναι €516. Άρα, η σύνταξη μετά την αναπροσαρμογή ανέρχεται στο ποσό των €900.
Η επιζώσα σύζυγος επομένως για την πρώτη τριετία θα λάβει το 50% της σύνταξης του θανόντος, όπως έχει διαμορφωθεί μετά την αναπροσαρμογή της (€900X50%=€450). Αναλύεται σε:
Εθνική σύνταξη : €192
Ανταποδοτική σύνταξη: €258
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2
Άνδρας έγγαμος με δύο ανήλικα τέκνα, με 35 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαμονής στην Ελλάδα, συνταξιοδοτείται λόγω γήρατος με πλήρη σύνταξη από το ΙΚΑ - ΕΤΑΜ την 1/9/2019 με ποσό σύνταξης €900 (Εθνική Σύνταξη (Ε.Σ.) €384 και Ανταποδοτική Σύνταξη (Α.Σ) €516). Ο άνδρας αυτός αποβιώνει την 1/01/2020.
Η επιζώσα σύζυγος, ηλικίας 49 ετών κατά το χρόνο του θανάτου, θα λάβει το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου (Ε.Σ. €192, Α.Σ. €258 = €450) και τα δύο τέκνα θα λάβουν επιπλέον ποσοστό 25% το καθένα (δηλαδή Ε.Σ. €96 και Α.Σ. €129 έκαστο). Επομένως, η σύνταξη λόγω θανάτου, χήρας και τέκνων, στην περίπτωση αυτή είναι €900, όση και η σύνταξη γήρατος του θανόντος.
Η χήρα λαμβάνει το ανωτέρω ποσό για μία τριετία και δεδομένου ότι μετά τη λήξη της τριετίας δεν έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας, συνεχίζει να λαμβάνει σύνταξη λόγω θανάτου, εφόσον τα τέκνα είναι ανήλικα ή σπουδάζουν και δεν έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας.
Στο παράδειγμά μας: έστω ότι το πρώτο σε ηλικία τέκνο τελειώνει τις σπουδές του σε ΑΕΙ το 2024 και το δεύτερο το 2027. Η ίδια συμπληρώνει τα 3 πρώτα έτη συνταξιοδότησης λόγω χηρείας την 31/1/2023. Τότε:
α) Αν μετά την πάροδο της τριετίας αυτής η επιζώσα σύζυγος εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου που λαμβάνει θα μειωθεί κατά 50%, και συνεπώς θα λαμβάνει σύνταξη ύψους €225 (Ε.Σ. €96, Α.Σ. €129). Το ποσό των €225 που περικόπτεται επιμερίζεται στα τέκνα (το κάθε τέκνο επομένως θα λάβει επιπλέον ποσό €112,5 στη σύνταξη λόγω θανάτου).
Το έτος 2024 παύει το δικαίωμα συνταξιοδότησης του πρώτου τέκνου και το επιπλέον ποσό των 112,5 ευρώ, που έλαβε, όταν μειώθηκε το ποσό της χήρας, θα μεταβιβαστεί στο έτερο τέκνο. Συνεπώς το δεύτερο τέκνο θα λάβει 225 ευρώ επιπλέον ποσό από την περικοπή του ποσού της σύνταξης της χήρας. Το 2027 παύει το δικαίωμα και του δεύτερου τέκνου. Συνεπώς, το 2027 διακόπτεται η συνταξιοδότηση της επιζώσας συζύγου, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πλέον δικαιοδόχα τέκνα. Δεδομένου ωστόσο, ότι το 2027, η χήρα έχει συμπληρωμένο ήδη το 55ο έτος της ηλικίας της, το ποσό της σύνταξης θανάτου που δικαιούται, εφόσον εξακολουθεί να εργάζεται ή να λαμβάνει σύνταξη, δηλαδή τα €225 ευρώ, θα της επαναχορηγηθεί στο 67ο έτος της ηλικίας.
β) Αν μετά την πάροδο της πρώτης τριετίας συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η χήρα δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, θα συνεχίσει να λαμβάνει το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου (Ε.Σ. €192, Α.Σ. €258 = €450). Το 2024 παύει το δικαίωμα συνταξιοδότησης του πρώτου τέκνου και το 2027 του δεύτερου τέκνου. Συνεπώς, το 2027 διακόπτεται η συνταξιοδότηση της επιζώσας συζύγου, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πλέον δικαιοδόχα τέκνα. Και στην περίπτωση αυτή, δεδομένου ότι το 2027 η χήρα έχει συμπληρωμένο ήδη το 55ο έτος της ηλικίας της, το ποσό της σύνταξης θανάτου που δικαιούται εφόσον εξακολουθεί να μην εργάζεται ή να μην λαμβάνει σύνταξη, δηλαδή τα €450, θα της επαναχορηγηθεί στο 67ο έτος της ηλικίας.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3 
Έστω ότι στο ανωτέρω παράδειγμα κατά το χρόνο θανάτου (δηλαδή την 1/01/2020) το δεύτερο εκ των ανωτέρω δύο τέκνων είναι άγαμο και ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία (στο παράδειγμά μας κατά την ημερομηνία θανάτου του πατρός ήταν μικρότερο του 24ου έτους της ηλικίας). Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη λόγω θανάτου της χήρας και του τέκνου αυτού συνεχίζει να καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας του τέκνου. Η ίδια συμπληρώνει τα 3 πρώτα έτη συνταξιοδότησης λόγω χηρείας την 31/1/2023. Τότε:
α) Αν μετά την πάροδο της τριετίας αυτής, εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, το ποσό της θα μειωθεί κατά 50%, δηλαδή θα περιοριστεί σε €225 (Ε.Σ. €96 + Α.Σ. €129 = €225). Το ποσό που περικόπτεται επιμερίζεται στα τέκνα.
Το έτος 2024 παύει το δικαίωμα συνταξιοδότησης του πρώτου τέκνου. και το επιπλέον ποσό των 112,5 ευρώ που ελάμβανε από την περικοπή του ποσού της χήρας θα μεταβιβαστεί στο έτερο τέκνο. Το ποσό σύνταξης λόγω θανάτου της χήρας όσο και εκείνο του δεύτερου τέκνου θα συνεχίσει να καταβάλλεται και μετά το 2027 (οπότε το ανίκανο τέκνο συμπληρώνει το 24ο έτος της ηλικίας), όπως έχει διαμορφωθεί μετά τον επιμερισμό των ποσών.
β) Αν μετά την πάροδο της τριετίας αυτής, δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, η επιζώσα σύζυγος θα συνεχίσει να λαμβάνει το 50% της σύνταξης του θανόντος. Το 2024 παύει το δικαίωμα συνταξιοδότησης του πρώτου τέκνου ενώ το δεύτερο ανίκανο τέκνο και η επιζώσα σύζυγος θα συνεχίσουν να λαμβάνουν το ποσό της σύνταξης που τους αντιστοιχεί και μετά το 2027, δηλαδή €450 για τη χήρα (Ε.Σ. € 192 + Α.Σ. €258 = €450) και για το δεύτερο τέκνο €225 (Ε.Σ.€96 + Α.Σ. €129 = €225 + €112,5 επιπλέον ποσό που μεταβιβάστηκε από το πρώτο τέκνο, σύνολο €337,5).
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 4 
Άνδρας έγγαμος, χωρίς τέκνα, με 35 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαμονής στην Ελλάδα συνταξιοδοτείται λόγω γήρατος από το ΙΚΑ την 1/9/2016 με ποσό σύνταξης 900 ευρώ (Ε.Σ. €384 και Α.Σ. €516, χωρίς να δικαιούται προσωπική διαφορά), ο οποίος πεθαίνει 20/10/2019. Η επιζώσα σύζυγος, ετών 56 κατά το χρόνο θανάτου, θα λάβει το 50% της σύνταξης του θανόντος (50% x €900) για τρία έτη (1/11/2019 έως 31/10/2022).
Η σύνταξη της αναλύεται σε : Ε.Σ. €192 Α.Σ. €258
Μετά την τριετία:
α) αν δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, συνεχίζει η καταβολή της ως άνω σύνταξης (€450) εφ' όρου ζωής, αν δεν συντρέξουν λόγοι παύσης του δικαιώματος ή μείωσης του ποσού.
β) αν εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, η σύνταξη θα περιοριστεί κατά 50% ήτοι: Ε.Σ.: €96 Α.Σ.: €129
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 5 
Γυναίκα λαμβάνει αναπηρική σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος, με βαθμό αναπηρίας 70%, ύψους €600 (Ε.Σ. €288 + Α.Σ €312). Ο ασφαλισμένος σύζυγος πεθαίνει την 15.02.2020 και δικαιούτο σύνταξης ύψους €900 (Ε.Σ. €384 + Α.Σ. €516)
Την πρώτη τριετία, η επιζώσα σύζυγος λαμβάνει κανονικά την σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος και η σύνταξη λόγω θανάτου που θα λάβει αντιστοιχεί στο 50% της σύνταξης που δικαιούτο ο θανών (50% x €900 = €450 και αναλύεται σε Ε.Σ. €192 + Α.Σ. €258).
Σύνολο συντάξεων εξ ιδίου δικαιώματος και θανάτου: €1050 (Ε.Σ. 288+192 και Α.Σ. 312+258). vΜετά την τριετία η σύνταξη λόγω θανάτου θα παραμείνει στο ίδιο ποσό, δεδομένου ότι η επιζώσα είναι ανάπηρη με ποσοστό 67% και άνω και συνεπώς λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η αναπηρία, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων.
Σύνολο συντάξεων εξ ιδίου δικαιώματος και θανάτου: €1050.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 6 
Άνδρας έγγαμος, με 2 ανήλικα τέκνα και συνταξιούχος με πλήρη σύνταξη γήρατος ήδη από το έτος 2010 και με ποσό σύνταξης 900 ευρώ. Αποβιώνει στις 26.10.2016. Η επιζώσα σύζυγος, υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης το Νοέμβριο του 2016.
Για να βρεθεί το ποσό της απονεμόμενης στα δικαιοδόχα μέλη σύνταξης, ούτως ώστε να επακολουθήσει ο επιμερισμός των ποσοστών σε αυτά με τις διατάξεις του κοινοποιούμενου άρθρου, υπολογίζουμε ως εξής:
Ποσό σύνταξης θανάτου πριν το ν. 4387/2016 (καθαρό προ φόρου) : €900 Ποσό σύνταξης θανάτου με βάση το ν. 4387/2016 (καθαρό προ φόρου): €700 ευρώ Διαφορά σύνταξης μεταξύ προγενέστερου και νέου καθεστώτος υπολογισμού της σύνταξης : €900 - €700 = €200
Η ποσοστιαία διαφορά μεταξύ των δύο καθεστώτων είναι 22,22% (€200:€900Χ100=22,22%)
Δεδομένου ότι το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονέμονταν σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά.
Συνεπώς στο παράδειγμά μας: το ήμισυ του ποσού της προσωπικής διαφοράς που προκύπτει σε ποσοστό άνω του 20%: €200:2 = €100 η προσωπική διαφορά
Επομένως, ποσό απονεμόμενης σύνταξης στα δικαιοδόχα μέλη πριν τον επιμερισμό των ποσοστών: €700 + €100 (Π.Δ.) = €800 ευρώ
Λήτη σύνταξης λόγω θανάτου από τον ΟΓΑ
Οι διατάξεις του άρθρου 12 του ν.4387/2016 έχουν εφαρμογή και σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του ΟΓΑ.
Συνεπώς, για θανάτους από 13/5/2016 έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του κοινοποιούμενου άρθρου σχετικά με τους όρους χορήγησης της σύνταξης λόγω θανάτου, τα δικαιοδόχα πρόσωπα, το δικαιούμενο ποσοστό, τη λήξη του δικαιώματος, τον περιορισμό του καταβαλλόμενου ποσού στον επιζώντα μετά την τριετία κ.λ.π.
Εξυπακούεται ότι για θανάτους μέχρι 31/12/2016 τα δικαιοδόχα θα λάβουν το ποσοστό της σύνταξης λόγω θανάτου που προκύπτει σύμφωνα με την κοινοποιούμενη διάταξη, υπολογιζόμενο επί του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή έχει δικαιωθεί ο θανών σύζυγος σύμφωνα με τις διατάξεις όπως ισχύουν στον ΟΓΑ έως 31/12/2016.
Για θανάτους από 1/1/2017 και μετά το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου που επιμερίζεται στα δικαιοδόχα προκύπτει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 99 του ν.4387/2016.
Όσον αφορά στις διατάξεις των άρθρων 1 - 4 του ν.1140/1981, όπως ισχύουν, με τις οποίες προβλέπεται η χορήγησης της βασικής σύνταξης του ν.4169/1961 σε κάθε ορφανό παιδί θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου ΟΓΑ υπό προϋποθέσεις, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 2 του ν.4169/2011 που προβλέπουν τη χορήγηση της βασικής σύνταξης σε χήρες άνω των 67 ετών όταν ο θανών σύζυγος λάμβανε τη βασική σύνταξη του ΟΓΑ, δεν έχουν εφαρμογή μετά την ισχύ του ν.4387/2016. Οι περιπτώσεις αυτές αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τα ανωτέρω.
Παράγραφος 6 
Στην παράγραφο αυτή, προβλέπεται η ασφαλιστική τακτοποίηση του άνεργου επιζώντος συζύγου ή διαζευγμένου, στην περίπτωση που προσληφθεί ως μισθωτός ή προβεί σε έναρξη οικονομικής δραστηριότητας, με την καταβολή από το Δημόσιο για χρονικό διάστημα 2 ετών των ασφαλιστικών εισφορών του, εφόσον βέβαια αυτό συμβεί εντός πέντε ετών από την πρώτη καταβολή της σύνταξης λόγω θανάτου. Κατά τα λοιπά, το ποσοστό της σύνταξης λόγω θανάτου εξακολουθεί να είναι αυτό όπως έχει οριστεί στην παράγραφο 5β της κοινοποιούμενης διάταξης. Με Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, θα ρυθμιστεί κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της πρόβλεψης της παραγράφου αυτής.
Παράγραφος 7
Με την κοινοποιούμενη διάταξη, καταργείται κάθε άλλη γενική ή καταστατική διάταξη που ρυθμίζει το θέμα διαφορετικά. Ως εκ τούτου καταργούνται και οι διατάξεις του αρ. 8 παρ. 14 του ν. 2592/1998, όπως ισχύει, ειδικά στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου. Συνεπώς, για θανάτους από την ισχύ του ν. 4387/2016 και εφεξής, σε περιπτώσεις παροχής εργασίας του επιζώντος συζύγου και του θανόντα στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του κοινοποιούμενου άρθρου. Σημειώνουμε, ότι οι καταβαλλόμενες με το προγενέστερο καθεστώς συντάξεις λόγω θανάτου, διατηρούνται ως έχουν με την επιφύλαξη των διατάξεων του αρ. 14 του ν. 4387/2016.
ΕΚΤΑΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ 
Οι ρυθμίσεις της κοινοποιούμενης διάταξης, εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επήλθε μετά την έναρξη εφαρμογής του ν. 4387/2016, ήτοι από 13.05.2016 και εφεξής.
Για θανάτους που επήλθαν έως και την 12.05.2016, διακρίνουμε δύο περιπτώσεις: - Εάν η έναρξη καταβολής της σύνταξης λόγω θανάτου ανατρέχει σε χρόνο πριν την 13.05.2016, τότε τόσο τα ποσοστά των δικαιοδόχων μελών, όσο και ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης λόγω θανάτου, θα γίνει με το προγενέστερο του ν. 4387/2016 -ανά φορέα ασφάλισηςκαθεστώς. - Εάν η έναρξη καταβολής πραγματοποιείται σε χρόνο από την 13.05.2016 και εφεξής (στις περιπτώσεις δηλαδή που έχει παρέλθει η προβλεπόμενη ανά φορέα ασφάλισης προθεσμία), τα ποσοστά των δικαιοδόχων μελών θα υπολογιστούν με βάση το προγενέστερο ανά φορέα ασφάλισης καθεστώς, αλλά ο υπολογισμός της σύνταξης λόγω θανάτου θα γίνει με βάση τις διατάξεις του ν. 4387/2016.
ΑΡΘΡΟ 16 - Δικαιώματα αντισυμβαλλομένου συμφώνου συμβίωσης
Με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 4387/2016, προβλέπεται ότι τα πρόσωπα που συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης με βάση τις διατάξεις του ν. 4356/2015 (Α181), εξομοιώνονται, ανεξάρτητα από το φύλο τους, πλήρως με τους εγγάμους, ως προς κάθε κοινωνικοασφαλιστικό δικαίωμα, παροχή, υποχρέωση ή περιορισμό , σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4387/2016 ή της εν γένει κοινωνικοασφαλιστικής και προνοιακής νομοθεσίας.
Έτσι, για παράδειγμα, τα πρόσωπα που συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης με βάση τις διατάξεις του ν. 4356/2015 (Α181), εξομοιώνονται με τους εγγάμους ως προς την εφαρμογή των διατάξεων της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας που αφορούν την ασφαλιστική και συνταξιοδοτική αντιμετώπιση των επιζώντων συζύγων.
Παράλληλα, με την παρ. 10α του άρθρου 48 του ν. 3996/2011 ορίστηκαν τα πρόσωπα που θεωρούνται ως προστατευόμενα μέλη οικογένειας ασφαλισμένου ή συνταξιούχου λόγω γήρατος ή αναπηρίας ενώ με το άρθρο 12 του ν. 4356/2016 ορίστηκε ότι διατάξεις νόμων που αφορούν συζύγους εφαρμόζονται αναλόγως και στα μέρη του συμφώνου συμβίωσης, εφόσον δεν υπάρχει διαφορετική ρύθμιση στον ίδιο ή άλλο νόμο που να αφορά τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης.
Κατά συνέπεια, η ανωτέρω διάταξη που αφορά την υγειονομική περίθαλψη προστατευόμενων μελών οικογένειας ασφαλισμένου ή συνταξιούχου εφαρμόζεται αναλόγως και στα προστατευόμενα μέλη ασφαλισμένων που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4356/2016 (αναλυτικές οδηγίες έχουν δοθεί με το Φ80000/οικ.3127/117/1-3-2016 -ΑΔΑ:71ΔΠ465Θ1Ω-ΒΚΤ έγγραφό μας)
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Εγκ. Σ 78/48/2016 Εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 68 του Ν. 4316/2014 σε εργαζόμενους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΚΑ
ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ
ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ
ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΓΕΝΙΚΗ
Δ/ΝΣΗ ΑΣΦ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΑΡΟΧΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΚΥΡΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
Ταχ. Δ/νση: Αγ. Κων/νου 8 (10241)
Πληροφορίες: Μ. Κουτσοπούλου
Αριθ. Τηλεφώνου: 2105215185
e-mail: [email protected]
Αθήνα, 27.12.2016
ΕΠΕΙΓΟΝ
ΓΕΝΙΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ
Αριθ. Πρωτ.: Σ78/48 
ΠΡΟΣ:
Όλα τα Υποκαταστήματα
του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ:
1. Διεύθυνση Εκμετάλλευσης
Τμήμα Παραγωγής
και Διακίνησης Αναφορών
Πατησίων 12,
Τ.Κ. 10677 Αθήνα
2. Ο.Π.Σ.
Επιχειρησιακή Ομάδα
Παροχών
Πατησίων 12,
Τ.Κ. 10677 Αθήνα
3. Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.
Δ/νση Λειτουργίας
& Υποστήριξης Εφαρμογών
Τμήμα Εθνικών Μητρώων
Συντάξεων Απονομών
& Πληρωμών
Λαγουμιτζή 40,
Τ.Κ. 11745 Αθήνα
4. ΕΤΕΑ
Φιλελλήνων 13-15,
Τ.Κ. 10557 Αθήνα
5. Προς όλους τους
υπαλλήλους των υπηρεσιών
συντάξεων

ΘΕΜΑ: «Εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 68 του Ν. 4316/2014 σε εργαζόμενους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας». 
Σχετ.: Η εγκύκλιος 13/2015, το Γενικό έγγραφο Σ32/15/22.7.2016.
Σας κοινοποιούμε το με αρ. πρωτ. Φ.11221/13237/199/2015/7.12.2016 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με το οποίο παρέχονται διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 68 του Ν. 4316/2014 σε εργαζόμενους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας. Από τις διευκρινίσεις αυτές προκύπτει ότι τα συμπεράσματα της παρ. 3 της εγκυκλίου 13/2015 ισχύουν και για τους απασχολούμενους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας που καταλαμβάνονται από τις διατάξεις αυτές, οπότε αίρεται πλέον η επιφύλαξη που είχε διατυπωθεί στην παρ. 2στ της εγκυκλίου αυτής.
Επισημαίνουμε ότι επειδή οι εν λόγω διατάξεις τροποποιούν το τρίτο και το τέταρτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 16 του Ν. 3863/2010, στις περιπτώσεις που η υποχρέωση των συνταξιούχων λόγω αναπηρίας για δήλωση της απασχόλησής τους εμπίπτει στο χρονικό διάστημα που ίσχυαν οι διατάξεις του άρθρου 63 του Ν. 2676/99, ως προς την παράλειψη δήλωσης της απασχόλησής τους εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 63 του νόμου αυτού.
Τέλος, υπενθυμίζεται (βλ. Γενικό έγγραφο 132/15/22.7.2016) ότι ο έλεγχος διατήρησης της ασφαλιστικής αναπηρίας, που είναι μια παράμετρος της εφαρμογής της διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 68 του Ν. 4316/2014 στους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας περί απασχόλησης συνταξιούχων που προϋπήρχε του άρθρου 20 του Ν. 4387/2016 και για όσο διάστημα αυτή εξακολουθεί να εφαρμόζεται, σύμφωνα και με τις διατάξεις του άρθρου 11 του Ν. 4387/2016.

Συν.: Το με αρ. πρωτ. Φ.11221/13237/199/2015/7.12.2016 έγγραφο του ΥΠΕΚΑΑ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΣΠ. ΚΟΚΚΙΝΑΚΗΣ

pasapolice.blogspot.gr

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis