Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
19:59 | 05/04/2015

Γράφει ο Νεόφυτος Ασπριάδης*

 

Ένα αθώο (;) παιχνίδι εξαπάτησης στήθηκε με αφορμή το βίντεο από την ομιλία του Υπουργού Οικονομικών κ. Βαρουφάκη στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας το 2013 από τον παρουσιαστή σατιρικής εκπομπής της Γερμανίας Γιαν Μπόμερμαν. Κατά τα φαινόμενα στόχος του τελευταίου ήταν να εκθέσει τον παρουσιαστή του καναλιού ARD Γκούντερ Γιάουχ, ο οποίος πρόβαλε το επίμαχο βίντεο στην εκπομπή του, προσπαθώντας να φέρει σε δύσκολη θέση τον Έλληνα Υπουργό Οικονομικών που ήταν στην εκπομπή μέσω διαδικτυακής σύνδεσης.

Η εκπομπή που προβλήθηκε την Κυριακή 15 Μαρτίου στάθηκε αφορμή να ξεκινήσει στη Γερμανία μία ευρεία επίθεση κατά του Έλληνα υπουργού για τη στάση του και το ήθος του. Το βίντεο αυτό πρόβαλε άλλωστε τον κ. Βαρουφάκη σε διεθνή διοργάνωση να σηκώνει το μεσαίο δάχτυλο στη Γερμανία, υποστηρίζοντας γενικά πως αυτή θα έπρεπε να είναι η στάση των Ελλήνων και Ευρωπαίων απέναντι στη Γερμανία, εφόσον προχωρούσαν σε συγκεκριμένα μέτρα ήδη από το 2010.  

Ο Υπουργός Οικονομικών διέψευσε στην εκπομπή πως έκανε την χειρονομία αυτή παράλληλα με τα λεγόμενά του, φέρνοντας αμηχανία στον παρουσιαστή. Την επομένη συνέχισε την άρνησή του και μέσω του Twitter. Δύο μέρες αργότερα εμφανίζεται μέσα από την σατιρική εκπομπή του ο Γιαν Μπόμερμαν να «ομολογεί» πως αυτός και οι συνεργάτες του είναι υπόλογοι για την παραποίηση του συγκεκριμένου βίντεο και ότι αυτοί πρόσθεσαν το δάκτυλο στον κ. Βαρουφάκη με τεχνολογικά μέσα.

Αμέσως ο υπουργός πέρασε στην αντεπίθεση, ζητώντας από τον παρουσιαστή του ARDνα απολογηθεί για την στάση του. Στη συνέχεια όμως αποδείχθηκε πως το βίντεο, όπου ο Υπουργός κ. Βαρουφάκης υψώνει το μεσαίο δάχτυλο, είναι το αυθεντικό. Ο Γερμανικός Τύπος βέβαια δεν πιστεύει καθόλου στο παιχνίδι του σατιρικού παρουσιαστή και θέτει υπό αμφισβήτηση την ομολογία του και το βίντεο που δείχνει πως πραγματοποιήθηκε η απάτη. Τελικά, λίγο αργότερα και ο ίδιος ο κ. Βαρουφάκης αποδέχεται εμμέσως πως το βίντεο όπου υψώνει το δάχτυλο είναι το αυθεντικό.  

Το βίντεο αυτό ίσως να μην είχε καμία σημασία υπό άλλες συνθήκες, όπως δεν έπαιξε κανέναν ρόλο προτού το βγάλει στην επιφάνεια το τραγούδι του «VforVaroufakis» της εκπομπής του Γιαν Μπόμερμαν. Η χρήση του όμως από την εκπομπή του ARD και οι λάθος χειρισμοί του κ. Βαρουφάκη μετέτρεψαν το βίντεο σε ένα επικοινωνιακό όπλο, με στόχο την περαιτέρω ένταση του συγκρουσιακού πλαισίου μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας και της μεγαλύτερης δαιμονοποίησης του υπουργού στα μάτια της κοινής γνώμης.

Η αρχική άρνηση του κ. Βαρουφάκη ενέπνευσε τους συντελεστές της σατιρικής εκπομπής του Γιαν Μπόμερμαν να «περιπαίξουν» τον ήδη πλανεμένο Γιάουχ. Έτσι ουσιαστικά ξεκίνησε ένα παιχνίδι εξαπάτησης, όπου κανένας για κάποιο χρονικό διάστημα δεν μπορούσε να αποδείξει με σιγουριά ποιο από τα δύο ήταν το αυθεντικό βίντεο. Μέχρι που αποκαταστάθηκε η πραγματικότητα ήταν καθαρά ένα ζήτημα αντίληψης για τον καθένα τι θα πιστέψει.

Το παίγνιο αυτό οφείλει καθαρά τη βάση της αποτελεσματικότητάς του στη διαδικασία της προπαγάνδας και στην τέχνη της εξαπάτησης. Ο Γερμανός κωμικός στηρίχθηκε στη διαδικασία της γνωσιακής λειτουργίας και στη διαδικασία δημιουργίας ταυτότητας. Όταν τα γερμανικά μέσα αμφισβήτησαν την αυθεντικότητα των ισχυρισμών του κωμικού ήταν καθαρά ζήτημα αντίληψης και στάσης του δέκτη που έχει διαμορφωθεί από προηγούμενες καταστάσεις και πολιτιστικά στοιχεία για το τι θα πίστευε τελικά.  

Οι Έλληνες θα πίστευαν πως τα γερμανικά μέσα λένε ψέματα, γιατί επιθυμούν την πομπή του Έλληνα υπουργού. Αντίθετα, οι Γερμανοί θα είχαν μία τάση να πιστέψουν τα γερμανικά μέσα, καθώς αποπνέουν αξιοπιστία και είναι πιο κοντά στο αντιληπτικό τους παραπέτασμα, στο στερεότυπο δηλαδή και τη στάση που έχει δομηθεί τόσο καιρό για τους Έλληνες από τα γερμανικά ΜΜΕ.

Ενώ το βίντεο έπαιζε ελεύθερα στα ελληνικά μέσα από καιρό, όταν το ανακάλυψαν οι Γερμανοί εγείραν ζήτημα ασέβειας των Ελλήνων προς τον γερμανικό λαό. Το βίντεο χρησιμοποιήθηκε για επικοινωνιακούς λόγους με στόχο την δαιμονοποίηση της ελληνικής κυβέρνησης και της Ελλάδας στο πλαίσιο της σύγκρουσης.

Η στάση του γερμανικού Τύπου που φάνηκε σκεπτικός απέναντι στον Μπόμερμαν ενίσχυσε την αμφιβολία, οδηγώντας την κοινή γνώμη να καταφύγει σε κριτήρια της μέχρι τώρα διαμορφωμένης άποψης (βάση εδραιωμένων στερεοτύπων) που έχει για την Ελλάδα και του Έλληνες. Συνεπώς, οι Έλληνες θα κατέφευγαν σε άλλα συμπεράσματα απ’ ότι οι Γερμανοί καθώς η κατάσταση πλέον δεν ήταν αντικειμενική.

Αυτό δείχνει πως η ταυτοτική λειτουργία είναι έντονη στην αποδοχή ή μη της αλήθειας. Η αλήθεια φαίνεται να είναι υποκειμενική και να συνάδει με την εθνική ταυτότητα στη προκειμένη περίπτωση. Η ερμηνεία γίνεται σε όρους προπαγάνδας και διαφοροποιείται ανάλογα με τα εθνικά χαρακτηριστικά.

Η ουσία της αμφιβολίας που γεννήθηκε δεν ήταν ότι όντως κάποιος είχε πειράξει το βίντεο αλλά ότι το έκανε κάποιος Γερμανός. Το γεγονός αυτό έκανε ακόμα πιο δύσκολο για την γερμανική κοινή γνώμη να αποδεχτεί, κόντρα στις στερεοτυπικές εικόνες που λάμβανε μέχρι τότε, ότι έκανε λάθος για τον «κακό» και «υπερόπτη» Έλληνα υπουργό. Αντίθετα, στην Ελλάδα η στάση αυτή ενίσχυσε την εντύπωση πως οι Γερμανοί είναι ανάξιοι εμπιστοσύνης και στοχεύουν στην καταστροφή της εικόνας της Ελλάδας.

Στη βάση όλων αυτών κρύβεται η διαδικασία δημιουργίας της προπαγάνδας. Η προπαγάνδα ορίζεται ως η εμφύτευση στο ασυνείδητο του δέκτη του μηνύματος μιας ιδέας, εκκόλαψή της, αποκρυστάλλωσή της και ανάδυσή της στο συνειδητό ως επιλογή του δέκτη. Με βάση τον ορισμό αυτό μπορεί κανείς να διαπιστώσει γιατί η αμφιβολία υπήρξε ανάλογη της εθνικής ταυτότητας. Οι Γερμανοί είχαν υποστεί όλα αυτά τα χρόνια αλλά κυρίως το τελευταίο διάστημα «βομβαρδισμό» αντι- ελληνικών μηνυμάτων που κατασκεύαζε την αντι- συσπείρωση. Το ίδιο συνέβη και με τους Έλληνες από την αντίθετα πλευρά.

Συνεπώς, όταν τα δύο μέρη κλήθηκαν να επιλέξουν για το ποιο είναι το αφήγημα της αλήθειας πίσω από τις δύο αληθοφανείς ιστορίες αποφάσισαν με βάση τις πληροφορίες που είχαν εντυπωθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή στην αντίληψή τους.

Οι πιο σκεπτικιστές βιάστηκαν να επιλέξουν το αφήγημα του Μπόμερμαν, πέφτοντας θύματα της «τεχνολογικής προπαγάνδας ή της προπαγάνδας των γεγονότων», καθώς ο Γερμανός κωμικός είχε στήσει το παιχνίδι της εξαπάτησης πολύ πιστευτό προβάλλοντας πολλές λεπτομέρειες της διαδικασίας κατασκευής του βίντεο. Ως εκ τούτου, βασίστηκαν στην αρχή του «ό,τι βλέπεις με τα ίδια σου τα μάτια είναι αυθεντικό, άρα πρέπει να το πιστεύεις».   

Παρατηρεί κανείς επομένως πως η προπαγάνδα και η τέχνη της εξαπάτησης μπορεί να κρύβεται στο πιο απλό γεγονός και να «παίζει» με τις αντιλήψεις και τις βαθιά εδραιωμένες πεποιθήσεις που μπορεί να αποκτήθηκαν από κάποια άλλη διαδικασία στρατηγικής επικοινωνίας (προπαγάνδας). Κατά συνέπεια πολλές φορές η αλήθεια, ενώ μπορεί να υπάρχει, είναι κυρίως θέμα αντίληψης.

Η προπαγάνδα έχει σαν αφετηρία την ταυτότητα και την ετερότητα. Οι ταυτοτικές τάσεις του ανθρώπου τον οδηγούν στο να αποδέχεται ο ίδιος την προπαγάνδα με βάση την αίσθηση του ανήκειν και ως εκ τούτου να δημιουργείται αυτό που ο Θεοδωρακόπουλος ονομάζει «το θύμα τρέχει προς τον θύτη». Το παράδειγμα του βίντεο του κ. Βαρουφάκη επιβεβαιώνει το απόφθεγμα του W. Lipmann ότι «σε καιρό πολέμου (ή έντονης συγκρουσιακής κατάστασης) ό, τι λέγεται στο μέτωπο από τη μεριά του εχθρού είναι πάντοτε προπαγάνδα και ό, τι λέγεται από τη δική μας πλευρά είναι αλήθεια και αρετή». 

Υπό αυτό το πλαίσιο μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή η λειτουργία της προπαγάνδας και το πώς αυτή γίνεται εύκολα αποδεκτή, όταν προέρχεται από την ομάδα στην οποία ανήκει κάποιος (έσω- ομάδα) και πιο δύσκολα αποδεκτή, όταν προέρχεται από κάποια άλλη ομάδα (έξω – ομάδα).      

Η περίπτωση με το βίντεο του κ. Γιάνη Βαρουφάκη «παίζει» ακριβώς με αυτές τις έννοιες και τα εργαλεία κατασκευής της προπαγάνδας και της εξαπάτησης. Στόχος του Γερμανού κωμικού ήταν ακριβώς να καταδείξει μέσω της πλάνης τη γερμανική προπαγάνδα αλλά και όλο αυτό το παιχνίδι της εξαπάτησης κυρίως, κάνοντάς το εμφανές μέσω της υπερβολής αλλά και της εύκολης αποκατάστασης της αλήθειας. 

Το τελικό ερώτημα που προκύπτει είναι σε ποιο βαθμό ο καθένας από εμάς πίστεψε μία συγκεκριμένη αφήγηση, πριν μάθει τελικά όλη την αλήθεια. Το γιατί έκανε τις επιλογές που έκανε μπορεί να αναζητηθεί στην προπαγάνδα που ο ίδιος επέλεξε να πιστέψει.

 

Ο Ασπριάδης Νεόφυτος είναι Σύμβουλος Επικοινωνίας και Διεθνολόγος, Συνεργάτης Ερευνητής στο Εργαστήρι Στρατηγικής Επικοινωνίας και Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Πειραιά. [email protected]

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis