Γράφει ο Λάμπρος Δημητρέλος
Η έρευνα κλειστών χώρων, (όπως κτίρια, δωμάτια, διάδρομοι, σκάλες κλπ) στα πλαίσια αναζήτησης - σύλληψης υπόπτων/κακοποιών, είναι μια αστυνομική επιχείρηση που απαιτεί σχεδιασμό και προσεκτική εκτέλεση.
Οι αστυνομικοί περιπολίας πρέπει να διδάσκονται τεχνικές και τακτικές C.Q.B. (Close Quarters Battle – Μάχης Εγγύς Απόστασης), να εξασκούνται σε αυτές και να τις επαναλαμβάνουν συχνά υπό ρεαλιστικές συνθήκες, όπως λ.χ. σε χαμηλό φωτισμό ή/και με όπλα simunition/airsoft.
Δεν είναι λίγες οι φορές όπου αστυνομικοί περιπολίας καταδιώκουν ένοπλους κακοποιούς, οι οποίοι εισέρχονται σε κλειστούς χώρους (νεοανεγειρόμενες οικοδομές, αποθήκες, σπίτια κλπ) με σκοπό να κρυφτούν αρχικά και στη συνέχεια εκμεταλλευόμενοι τη σύγχυση και τον αποπροσανατολισμό να διαφύγουν.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το περιστατικό που έλαβε χώρα στο Παλαιό Φάληρο την Άνοιξη του 2017.
Το περιστατικό του «ληστή της ντουλάπας», όπου μετά από ληστεία σε διαμέρισμα 8ου ορόφου, οι πρώτοι προστρέξαντες αστυνομικοί (Άμεσης Δράσης, ΔΙ.ΑΣ. κλπ) κλήθηκαν να ερευνήσουν όλους τους χώρους της πολυόροφης πολυκατοικίας με σκοπό να συλλάβουν τους τέσσερις δράστες.
Δύο εκ των ληστών είχαν κρυφτεί στο ακριβώς από κάτω διαμέρισμα (7ο όροφο) από αυτό όπου ενήργησαν τη ληστεία (8ο όροφο), πηδώντας από μπαλκόνι σε μπαλκόνι, όπου τελικά οι αστυνομικοί τους εντόπισαν και τους συνέλαβαν.
Ο τρίτος ένοπλος έχασε τη ζωή του πέφτοντας στο μπαλκόνι διαμερίσματος του 1ου ορόφου στην προσπάθειά του να ακολουθήσει τους συνεργούς του στα «άλματα διαφυγής».
Ο τέταρτος δράστης κατάφερε να παραμείνει κρυμμένος για 14 ώρες σε ντουλάπα του αρχικού διαμερίσματος που λήστεψαν με τους συνεργούς του και να διαφύγει την επόμενη μέρα απειλώντας με το όπλο του τους ιδιοκτήτες.
Σε τέτοιες καταστάσεις, όπου σε μικρό χρόνο αναπτύσσονται πολλοί αστυνομικοί διαφόρων υπηρεσιών, είναι κρίσιμο το να μπορούν όλοι να «μιλήσουν την ίδια γλώσσα».
Για να συμβεί αυτό, κάθε αστυνομικός περιπολίας πρέπει να κάνει κτήμα του τις τρεις παρακάτω θεμελιώδεις αρχές του C.Q.B., ώστε αφού εμβαθύνει στη φιλοσοφία τους, να μπορέσει να «χτίσει» εκπαιδευτικά πάνω τους τις τακτικές και τεχνικές επιχειρησιακής υλοποίησής τους.
1. Έκπληξη - Αιφνιδιασμός (Surprise)
Ο αιφνιδιασμός είναι το κλειδί για την επιτυχία της επιχείρησης.
Οι αστυνομικοί που θα εισέλθουν πρώτοι στον χώρο, πρέπει να επιτύχουν τον αιφνιδιασμό του υπόπτου (τουλάχιστον για κάποια δευτερόλεπτα), αποσπώντας του την προσοχή ή/και εξαπατώντας τον.
Ο αιφνιδιασμός λοιπόν υφίσταται όταν ο ύποπτος/δράστης αδυνατεί να προβλέψει το πότε και πώς θα γίνει η είσοδος και προς τα πού θα κινηθούν οι αστυνομικοί αμέσως μετά.
Ο αντικειμενικός σκοπός είναι το να ολοκληρωθεί η «επιθετική» κίνηση ανάπτυξης των αστυνομικών έναντι του υπόπτου, προτού αυτός μπορέσει να αντιδράσει και λάβει αντίμετρα.
Για να καταφέρουν οι αστυνομικοί να τον αιφνιδιάσουν, πρέπει να έχουν εκπαιδευτεί στην αθέατη και αθόρυβη ανάπτυξη και να μπορούν να «πειθαρχήσουν» στη φειδωλή χρήση φακών, αν μιλάμε για περιβάλλον χαμηλού φωτισμού, το οποίο σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας.
Έτσι, θα φτάσουν όσο το δυνατόν πιο κοντά στον ύποπτο/δράστη, καταλαμβάνοντας καίριες θέσεις απέναντί του, τέτοιες ώστε να μπορούν να εμπλακούν μαζί του κατ’ ελάχιστον από τη στιγμή που αυτός θα τους αντιληφθεί.
2. Ταχύτητα (Speed)
Η ταχύτητα λειτουργεί ως ασφάλεια των αστυνομικών που εισέρχονται και τους προσφέρει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τα πρώτα ζωτικά δευτερόλεπτα αιφνιδιασμού του υπόπτου, για να αποκτήσουν τακτικό πλεονέκτημα.
Η ταχύτητα υπαγορεύεται από το πόσο γρήγορα δύνανται (μέσω του επιπέδου των εκπαιδεύσεών τους) οι αστυνομικοί να κινούνται πυροβολώντας με ακρίβεια, καθώς το χειρότερο δυνατό σενάριο σε αυτού του είδους τις επιχειρήσεις είναι η ένοπλη συμπλοκή στους τόσο μικρούς αυτούς χώρους.
Είναι προφανές ότι δεν έχει κανένα νόημα το να μπορεί να κινηθεί κανείς γρήγορα, αλλά να μη μπορεί ταυτόχρονα να αμυνθεί στα πυρά του κακοποιού.
Είναι επίσης προφανές ότι κατά τη διάρκεια τέτοιων επιχειρήσεων η ταχύτητα κίνησης των αστυνομικών δεν παραμένει σταθερή από την αρχή ως το τέλος, αλλά αυξομειώνεται ανάλογα με τις συνθήκες, σε μια συνεχόμενη εναλλαγή μεταξύ αργής αθέατης – αθόρυβης ανάπτυξης (stealth movement) και γρήγορης δυναμικής εισόδου (dynamic entry), με συνδυασμό των αντίστοιχων τεχνικών και τακτικών.
3. Ελεγχόμενα βίαιη ενέργεια (Controlled Violence of Action)
Η ελεγχόμενη βία στις ενέργειες των αστυνομικών αναχαιτίζει ή εξουδετερώνει άμεσα τον ύποπτο/δράστη, ενώ εξασφαλίζει μικρές πιθανότητες φίλιων απωλειών, καθώς δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι μιλάμε για κατά κανόνα μικρούς-στενούς χώρους, στους οποίους όσο αυξάνεται ο χρόνος εξέλιξης μιας ένοπλης συμπλοκής και οι αστυνομικοί δεν κατορθώνουν να αναχαιτίσουν τον δράστη, τόσο αυξάνεται και η πιθανότητα φίλιων απωλειών λόγω διασταυρούμενων πυρών, εποστρακισμών βλημμάτων κλπ.
Η βίαιη ενέργεια δεν περιορίζεται στηn ενδεχόμενη χρήση των πυροβόλων όπλων.
Περιλαμβάνει όλη τη διανοητική προετοιμασία των αστυνομικών, η οποία είναι προσανατολισμένη στην καθολική κυριαρχία επί των υπόπτων/δραστών.
Η βίαιη ενέργεια βοηθά τους αστυνομικούς στα να αποκτήσουν και να διατηρήσουν ψυχολογική και φυσική επιβολή επί του υπόπτου/δράστη (ακόμη κι αν δε χρειαστεί να χρησιμοποιήσουν τα όπλα τους), επιβολή η οποία είναι απόλυτα ουσιώδης για την τελική έκβαση της επιχείρησης.
Πρέπει να καταστεί σαφές ότι κάθε μία από τις παραπάνω βασικές αρχές έχει σχέση συνέργειας με τις υπόλοιπες, γι’ αυτό και κάθε μία συμβολίζεται ως μία πλευρά ενός ισόπλευρου τριγώνου.
Αν λοιπόν δε συνδυαστεί ο αιφνιδιασμός με την ταχύτητα δε θα είναι ποτέ δυνατόν να εφαρμοστεί ελεγχόμενη βία στην ενέργεια, καθώς ο ύποπτος θα έχει αποκτήσει τακτικό πλεονέκτημα έναντι των αστυνομικών και ουσιαστικά «θα τους περιμένει» έχοντας αναπτύξει το δικό του σχέδιο δράσης.
Περιστατικά όπως αυτό του Παλαιού Φαλήρου καταδεικνύουν την επικινδυνότητα και πολυπλοκότητα αυτών των επιχειρήσεων, καθώς οι ετερόκλητοι προστρέξαντες αστυνομικοί περιπολίας (που δεν έχουν συνεκπαιδευτεί, ούτε ενδεχομένως έχουν επιχειρήσει ξανά μαζί), αναγκάζονται εκ των συνθηκών να συγκροτήσουν άμεσα τακτική ομάδα εκκαθάρισης χώρων εντός των οποίων κρύβονται ένοπλοι κακοποιοί.
Είναι σαφές ότι το μοντέλο εκπαίδευσης «πεδίο βολής – χάρτινοι στόχοι – ελάχιστα φυσίγγια» δεν είναι πλέον ρεαλιστικό και δε μπορεί να ανταπεξέλθει στις τακτικές ανάγκες που υπαγορεύει το υψηλό επιχειρησιακό επίπεδο των σημερινών κακοποιών.
Η έρευνα κλειστών χώρων είναι ένα από τα πιο δύσκολα, δυναμικά μεταβαλλόμενα και σύνθετα αστυνομικά έργα, ενώ ξεκινάει από έναν απλό συναγερμό σε οικία ή επιχείρηση όπου ο ιδιοκτήτης επιθυμεί έλεγχο του εσωτερικού από τους αστυνομικούς, επεκτείνεται σε έναν πεζό ύποπτο που αποφεύγει τον αστυνομικό έλεγχο τρέχοντας και μπαίνοντας σε ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο και τελειώνει σε περιστατικά με πολλούς ένοπλους δράστες που κάνουν τα πάντα για να διαφύγουν, όπως στο προρρηθέν του Παλαιού Φαλήρου…
Βιβλιογραφία – Πηγές:
- “CQB” A guide to unarmed combat and close quarter shooting, του Mark Lonsdale
- “RATTENKRIEG!” The art and science of close quarters battle pistol, του Robert Taubert
- Wikipedia, the free encyclopedia
- «Παλαιό Φάληρο: Στη ντουλάπα του σπιτιού κρυβόταν για 14 ώρες ο τέταρτος ληστής», άρθρο του Γιάννη Σουλιώτη