Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
18:50 | 22/02/2015

 

Ο Νίκος, ο Κώστας και η Δήμητρα ανήκουν ίσως στους τυχερούς. Eχουν πια ένα κλειδί στην τσέπη. «Είναι σοβαρό συναίσθημα να μπορείς να ανοίγεις μια πόρτα και να μπαίνεις στο σπίτι σου. Eχεις το κάστρο σου», λέει ο Νίκος ανεβαίνοντας τα 71 σκαλιά για να φτάσει στο δώμα του τετάρτου. Η πολυκατοικία στον Νέο Κόσμο δεν έχει ασανσέρ. Αυτό όμως είναι το τελευταίο που τον νοιάζει.

Μετά από τέσσερα χρόνια στους δρόμους ξέρει καλά τι σημαίνει να είσαι άστεγος. Κι ακόμη καλύτερα, πώς είναι να βρίσκεις ανάσα...

Η πρόσφατη τραγωδία στους Αμπελόκηπους, με τον άνδρα που έχασε τη ζωή του στην προσπάθειά του να ζεσταθεί, φέρνει για πολλοστή φορά στο προσκήνιο το τραγικό αφήγημα των αστέγων, που έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις μέσα στην κρίση. Υπάρχει όμως και η άλλη όψη. Αυτή των ανθρώπων που τα καταφέρνουν να σηκώσουν κεφάλι, να φύγουν από το παγκάκι και να βρουν ένα κεραμίδι. Δεν είναι εύκολο, όχι όμως ακατόρθωτο. Δεκαπέντε από τους ωφελούμενους της «Σχεδίας», του περιοδικού που πωλούν οι άστεγοι στον δρόμο για να έχουν ένα εισόδημα, το έχουν καταφέρει.

Το μεγάλο βήμα

«Είμαι και περήφανος. Δεν ήθελα να γίνομαι φόρτωμα σε κανέναν», εξηγεί ο Νίκος Θεοδωρίδης, ο οποίος εδώ και τρεις μήνες νοικιάζει το δικό του σπίτι.

«Είμαι και περήφανος. Δεν ήθελα να γίνομαι φόρτωμα σε κανέναν», εξηγεί ο Νίκος Θεοδωρίδης, ο οποίος εδώ και τρεις μήνες νοικιάζει το δικό του σπίτι. 

Ο 57χρονος Νίκος Θεοδωρίδης είναι ένας από αυτούς. Εδώ και τρεις μήνες έκανε το μεγάλο βήμα. Τώρα που μπορεί να δίνει ένα ενοίκιο, έστω συμβολικό ή και καθυστερημένο, έπιασε ένα σπιτάκι συγγενή του. «Είμαι και περήφανος. Δεν ήθελα να γίνομαι φόρτωμα σε κανέναν». Το γέμισε με έπιπλα και χαλιά από φίλους, συγγενείς ή και τον δρόμο. Ψωνίζει τα αναγκαία για το φαγητό. Εχει ξαναρχίσει να διαβάζει. Πάνω στο τραπεζάκι βλέπω ένα βιβλίο της Γαλάτειας Σαράντη. Αλλά αυτή την εποχή διαβάζει Αύγουστο Κορτώ. «Oταν είσαι στον δρόμο, πού να διαβάσεις; Στο παγκάκι; Δεν σε αφήνει το μυαλό».

 

Τελείωσε τη σχολή Μηχανικών Αεροσκαφών και δούλεψε πολλά χρόνια στα λιμενικά έργα. «Eπαιρνα πολύ καλά λεφτά». Απολύθηκε το 2009, όταν πια τα έργα είχαν εκλείψει. Eζησε λίγο με τα έτοιμα, στο νοίκι. Eψαχνε για δουλειά, αλλά ήταν πολύ μεγάλος. Μαζεύτηκαν έξι νοίκια, έφυγε από το σπίτι. Πήρε μαζί του ό,τι χωρούσε στο αυτοκίνητο. O,τι του φάνηκε πιο απαραίτητο. Τα πιο χοντρά του ρούχα. Κάτι δερμάτινα μπουφάν. Ενα παλτό, κάτι μπότες, μερικές κουβέρτες και βιβλία. «Hταν πρωτόγνωρο. Η πρώτη μου επαφή ε τη νύχτα. Αλλά από μικρός δεν ρίχνω κεφάλι».

Στον δρόμο «τα πάντα είναι δύσκολα. Εσύ τα κουμαντάρεις και τα κάνεις λίγο πιο εύκολα για να μην τρελαθείς» λέει ο Κώστας Αντωνακάκης και ευχαριστεί τους ανθρώπους που του έδωσαν δεύτερη ευκαιρία.

Στον δρόμο «τα πάντα είναι δύσκολα. Εσύ τα κουμαντάρεις και τα κάνεις λίγο πιο εύκολα για να μην τρελαθείς» λέει ο Κώστας Αντωνακάκης και ευχαριστεί τους ανθρώπους που του έδωσαν δεύτερη ευκαιρία.

Αρχισε να κοιμάται στο αυτοκίνητο. «Δεν ήθελα κανείς να καταλάβει. Σε γνωστούς, φίλους, συγγενείς δεν μίλησα. Κινούσα το αυτοκίνητο ίσα για να μη μένει στο ίδιο σημείο και δίνει στόχο. Eλεγα πρώτα η βενζίνη και μετά το ψωμί. Eκανα ντους με παγωμένο νερό σε ντουζιέρες παραλιών».

Τον χειμώνα; «Oταν παγώσει το αυτοκίνητο, πρέπει να κάνεις τρία τσιγάρα, να ντουμανιάσει για να νομίζεις ότι ζεστάθηκες. Και πάλι για να κοιμηθείς πρέπει να είσαι πτώμα. Περπατούσα από τη Γλυφάδα στον Πειραιά και πίσω για να κουραστώ». Eτρωγε σε συσσίτια ή ό,τι έβρισκε. «Είχα σταμπάρει μια πιτσαρία στο Χαλάνδρι που κάθε Σάββατο έβγαζε σακούλες γεμάτες με πίτσες για πέταμα»...

Ευτυχισμένη για τη νέα της ζωή και σίγουρη για το «αύριο» αισθάνεται η Δήμητρα Πιάγκου. Οπως αναφέρει, δικαίωμα στην αισιοδοξία της έδωσε η «Σχεδία».

Ευτυχισμένη για τη νέα της ζωή και σίγουρη για το «αύριο» αισθάνεται η Δήμητρα Πιάγκου. Οπως αναφέρει, δικαίωμα στην αισιοδοξία της έδωσε η «Σχεδία».

Τα πράγματα δυσκόλεψαν όταν του έκλεψαν το αυτοκίνητο. Εμεινε μόνο με την ταυτότητα στην τσέπη. «Ξεκίνησα να κοιμάμαι στο Ζάππειο. Διάλεξα ένα σημείο τελείως σκοτεινό. Οι άλλοι δεν το προτιμούσαν επειδή ήταν σιδερένιο»... Οι άλλοι άστεγοι στην αρχή τον κοιτούσαν περίεργα. «Eνα βράδυ δοκίμασα να κοιμηθώ σε άλλο παγκάκι. Hρθε ένας και μου έβγαλε μαχαίρι. Hταν δικός του χώρος. Δεν ήξερα ακόμη τους νόμους τους».

Eνα άλλο βράδυ βρέθηκε στο Πεδίον του Aρεως. «Την έπεσα σε ένα παγκάκι και ξαφνικά βγαίνει από τους θάμνους ένα γομάρι, ξυρισμένος που κρατούσε στα χέρια ένα τεράστιο κλαδευτήρι και το έπαιζε νευρικά. Eμεινα ακίνητος. Κράτησα την ανάσα μου. Eφυγε. Μου είπαν πως ήταν μάλλον χρυσαυγίτης και κυνηγούσε Πακιστανούς»...

Στον δρόμο γνώρισε ανθρώπους όλων των ειδών, απεγνωσμένους. «Oταν φτάνεις να μην έχεις στέγη, λες τέλειωσαν όλα. Oταν δεν έχεις να πλυθείς και τα ρούχα σου βρωμάνε, σε ποια δουλειά να πας; Ο μεγαλύτερος εφιάλτης είναι η αβεβαιότητα. Σκοτεινιάζουν όλα». Συνάντησε βέβαια κι άλλους. «Σε βλέπουν στην ανάγκη και μπαίνουν στα ίσα. Σου λένε ''θα πάρεις αυτό το δεματάκι και θα το δώσεις εκεί που θα σου πω''. Να μεταφέρω εγώ πρέζα; Oχι. Βέβαια είχα δυο τρεις ανθρώπους που μου συμπαραστάθηκαν πολύ για το φαγητό, το μπάνιο και έναν περιστασιακό ύπνο. Αν είχα να φάω τέσσερις μέρες δεν ξέρω τι μπορεί να έκανα».

Τον εκβίασαν; «Oχι. Δεν είχαν ανάγκη. Βρίσκανε βαποράκια. Απλά ήθελαν να αλλάζουν ανθρώπους συχνά». Γνώρισε κι ανθρώπους που όπως κι αυτός δεν ήθελαν ξενώνες. «Αν πάω και μετά ο ξενώνας γεμίσει και περάσει κάποιος καιρός, θα πρέπει να φύγω να έρθουν οι επόμενοι. Στο μεταξύ θα έχω χάσει τη γωνιά μου. Ετσι μου είπε ένας στο Μοναστηράκι»...

Κώστας Αντωνακάκης
«Ημουν αγρίμι και έγινα... βασιλιάς»

Στην ίδια γειτονιά με τον Νίκο μένει ο 60χρονος Κώστας Αντωνακάκης. «Τώρα είμαι βασιλιάς», λέει γελώντας, καθώς μασάει λίγο σαλάμι με ψωμί. Είναι το μεσημεριανό του. Πριν πιάσει το υπόγειο σπιτάκι που μένει, πέρασε από διάφορα στάδια. Για χρόνια κοιμόταν σε ανοιχτές οικοδομές, σε ξενοδοχεία στην Ομόνοια, σε ένα εγκαταλειμμένο κτίριο στην παραλιακή.

Δούλεψε νέος στην οικοδομή, μετά έκανε τον λατζέρη, τον κουλουρτζή, τον μικροπωλητή. «Απέφευγα το παγκάκι. Κι ένα τσιγάρο να είχες θα στο κλέβανε. Είναι πολλοί οι κίνδυνοι. Προτιμούσα τις οικοδομές». Πριν βρεθεί στον δρόμο νοίκιαζε σπίτια στη Ν. Φιλαδέλφεια και τη Ν. Σμύρνη.

«Δεν θέλει και πολύ ο άνθρωπος για να κατρακυλήσει. Χάνεις ένα αγαπημένο σου πρόσωπο, τη δουλειά σου και μετά το μυαλό σου». Oταν είσαι στον δρόμο, θα πει, «τα πάντα είναι δύσκολα. Εσύ τα κουμαντάρεις και τα κάνεις λίγο πιο εύκολα για να μην τρελαθείς». Χαμογελά. Oλο και πιο συχνά πια. «Στον δρόμο είχα γίνει αγρίμι, δεν σήκωνα νερό στο κρασί μου, δεν ήθελα κουβέντες». Oταν έψαχνε στις ανοιχτές οικοδομές μια γωνιά και λίγα φελιζόλ για να προστατευθεί από την παγωνιά, είχε δει κι άλλους στην ίδια κατάσταση. «Τα ναυάγια της ζωής. Ανθρωποι ταλαίπωροι. Υπάρχουν κι αυτοί που θα σε βρίσουν αν τους πάρεις τη γωνιά, αλλά συνήθως αν δεν τους πειράξεις δεν σε πειράζουν».

Δεν τσακώθηκε ποτέ για μια καβάτζα. «Ποτέ μου δεν κοιμήθηκα πάνω από 1-2 βράδια στο ίδιο μέρος. Φοβόμουνα». Δεν ήταν μόνο οι νύχτες δύσκολες. «Οι μέρες περνούσαν πάντα με πολύ άγχος, αν σήμερα θα βρω δουλειά, αν αύριο θα έχω να καπνίσω, αν μεθαύριο θα έχω να φάω. Ο δρόμος έχει πάντα άγχος». Από τότε που έγινε πωλητής της «Σχεδίας» είναι θεός, λέει. «Ας είναι καλά οι άνθρωποι που μου έδωσαν αυτή την ευκαιρία»...

Δήμητρα Πιάγκου
«Είμαι μια χαρά. Eχω το κλειδί μου και την ασφάλειά μου»

Στην ίδια περιοχή που άφησε την τελευταία του πνοή ο άτυχος άστεγος την προηγούμενη εβδομάδα έχει κοιμηθεί και η 64χρονη Δήμητρα Πιάγκου, μέχρι που της προσφέρθηκε από μια φιλάνθρωπη γυναίκα μια υπόγεια αποθήκη.

«Hταν Φλεβάρης του 2012. Eκανε τρομακτικό κρύο. Η υγρασία σου περόνιαζε τα κόκαλα. Και μετά ήταν ο φόβος και η ανασφάλεια. Ακόμη και τα δέντρα που κουνιόνταν από τον αέρα σου δημιουργούσαν την αίσθηση πως κάποιος, κάτι θα σου κάνει. Δεν είχες πού να πλυθείς. Φοράς τα ίδια ρούχα όλη μέρα κι όλη νύχτα. Ηδη από την πρώτη μέρα αρχίζεις να νιώθεις βρώμικος και τρισάθλιος».

Διατηρούσε 32 χρόνια καθαριστήριο στην Κατεχάκη. Είχε δάνειο για το κατάστημα, χρωστούσε στο ταμείο της, την έπνιξαν τα χρέη, το μαγαζί βγήκε σε πλειστηριασμό, η ιδιοκτήτρια του σπιτιού την έβγαλε έξω.

«Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισα ήταν η πείνα». Στα συσίτια δεν πήγαινε. Ντρεπόταν. «Στον δρόμο συνάντησα πολλούς, αλλά δεν ήθελα να κάνω παρέες, δεν ήξερα πού μπορεί να μπλέξω». Τώρα είναι πωλήτρια της «Σχεδίας» γι' αυτό λέει έχει δικαίωμα να πιστεύει πως η ζωή της δεν χάθηκε. Eχει νοικιάσει ένα υπόγειο διαμερισματάκι με 100 ευρώ. «Είμαι μια χαρά. Eχω το κλειδί μου, την ασφάλειά μου, την αυλίτσα, τα λουλούδια μου. Και τη σιγουριά πως κι αύριο θα είναι μια ίδια μέρα όπως η σημερινή».

ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΩΣΚΟΛΟΣ
[email protected]

 

ethnos.gr

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis