Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
12:44 | 08/02/2015

 

Μια γυναίκα που παρίστανε τη μεσίτρια, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι και μια ομάδα συνεργατών «γενικών καθηκόντων» -πολλοί από αυτούς με βεβαρημένο ποινικό μητρώο- συνθέτουν μέχρι στιγμής το παζλ των υπόπτων σε μια απίστευτη υπόθεση παράνομων αγοραπωλησιών που ερεύνησε και αποκαλύπτει σήμερα η «Κ».

Από τον Απρίλιο του 2009 μέχρι και τον Αύγουστο του 2013 τουλάχιστον πέντε ακίνητα σε ακριβές περιοχές της Αττικής πουλήθηκαν εν αγνοία των πραγματικών ιδιοκτητών, ενώ οι αγοραστές αναζητούν –μέχρι στιγμής μάταια– το πού κατέληξαν τα εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ που κατέβαλαν για να αγοράσουν τα σπίτια των ονείρων τους.

Το κόλπο

Ηταν περί τα μέσα Απριλίου όταν ένα νεαρό ζευγάρι έφτασε στην οδό Κισσάβου, έναν μικρό ήσυχο δρόμο στην καρδιά του Παλαιού Ψυχικού. Εξω από μια διώροφη μονοκατοικία τους περίμενε μια γυναίκα που τους είχε συστηθεί ως μεσίτρια. Γύρω στα πενήντα, πληθωρική, αυτό που λέμε «έξω καρδιά» όπως την περιγράφουν τα –αυτοαποκαλούμενα– θύματά της. Μπαίνοντας στο σπίτι, επανέλαβε αυτό που τους είχε πει και από το τηλέφωνο: Πως το συγκεκριμένο ακίνητο ήταν «ευκαιρία». Πράγματι, μπορεί το σπίτι των 220 τ.μ. να ήθελε γερή ανακαίνιση αλλά είχε κήπο, βρισκόταν σε καταπληκτική τοποθεσία και κυρίως εξαιρετική αρχική τιμή –650.000 ευρώ– σε μια από τις πιο ακριβές περιοχές της Αττικής. Η ιδιοκτήτρια, γύρω στα εξήντα, βρισκόταν μέσα στο σπίτι όσο το νεαρό ζευγάρι περιεργαζόταν τους χώρους. Ευγενική αλλά μαζεμένη, δεν είπε πολλά σε εκείνη την πρώτη επίσκεψη.

Οι υποψήφιοι αγοραστές ενθουσιάστηκαν και θέλησαν να ξεκινήσουν ευθύς αμέσως συζητήσεις με τη μεσίτρια και τον δικηγόρο που τους σύστησε ως πληρεξούσιο των πωλητών. Για κάποιο λόγο όμως εκείνοι καθυστερούσαν τις διαδικασίες με διάφορες δικαιολογίες: το ζευγάρι –τους έλεγαν– ήταν σε διάσταση. Ο σύζυγος, που ήταν και ο ιδιοκτήτης του σπιτιού στα χαρτιά, έμενε για μεγάλα διαστήματα στην επαρχία και διαφωνούσε με τη σύζυγό του για την πώληση. Παρέδωσαν όμως στους υποψήφιους αγοραστές τον φάκελο με τους τίτλους του σπιτιού για έλεγχο και εκείνοι από την πλευρά τους δέχτηκαν να δώσουν προκαταβολή. Με αυτή την αφορμή γνώρισαν και τον φερόμενο ως ιδιοκτήτη του σπιτιού. Εναν άνδρα εξηντάρη, ιδιαίτερα εύσωμο, με μουσάκι και γυαλιά και δυσκολία στην ομιλία (λόγω ενός εγκεφαλικού που είχε υποστεί, όπως τους εξήγησε). Τους μίλησε για το σπίτι, για τα προβλήματα που είχε με τη σύζυγό του αλλά τους καθησύχασε πως σύντομα θα προχωρούσαν με τα συμβόλαια. Του έδωσαν προκαταβολή 10.000 ευρώ, έβγαλαν φωτοτυπία την ταυτότητά του και υπέγραψαν ιδιωτικό προσύμφωνο. Τίποτα δεν τους παραξένεψε σε εκείνη τη συνάντηση.

Οταν έφτασε η ώρα του συμβολαίου, η δικηγόρος του νεαρού ζευγαριού πήγε στο υποθηκοφυλακείο για έναν τελευταίο έλεγχο τίτλων. Πράγματι, η τελευταία μεταβίβαση του σπιτιού φαινόταν να έχει γίνει το 1985 όταν ο ιδιοκτήτης κληρονόμησε το σπίτι από τον πατέρα του. Ρώτησε όμως την υποθηκοφύλακα μήπως υπήρχε κάποια πράξη στα εισερχόμενα των τελευταίων ημερών που δεν είχε ακόμα καταχωρισθεί στα βιβλία –δεν υπήρχε– και ενώ ήταν έτοιμη να φύγει, μια υπάλληλος που είχε ακούσει το όνομα του ιδιοκτήτη, τη σταμάτησε: «Είμαι σχεδόν σίγουρη πως το σπίτι που ψάχνετε πουλήθηκε πριν από δύο εβδομάδες» της είπε. Η δικηγόρος των αγοραστών και η υποθηκοφύλακας πάγωσαν. Αρχισαν να ψάχνουν στα αρχεία και πράγματι η μονοκατοικία είχε πουληθεί δύο εβδομάδες νωρίτερα για 550.0000 ευρώ σε γνωστή κατασκευαστική εταιρεία. Μέσα σε λίγη ώρα ανακάλυψαν πως εκείνη, η νέα καταχώριση, είχε εντέχνως σκιστεί από τα χειρόγραφα βιβλία του υποθηκοφυλακείου.

Η ιστορία όμως δεν τελειώνει εκεί. Δεν πρόκειται δηλαδή για απάτη κάποιων που προσπάθησαν να πουλήσουν το ακίνητό τους δύο φορές. Το σπίτι είχε πουληθεί εν αγνοία των πραγματικών ιδιοκτητών. Η σύζυγος του ιδιοκτήτη το ανακάλυψε όταν επιστρέφοντας μετά δύο εβδομάδες διακοπών δεν μπόρεσε να μπει στο σπίτι της. Φώναξε κλειδαρά και εκείνος την ενημέρωσε πως κάποιος είχε αλλάξει και τις πέντε κλειδαριές περιμετρικά του σπιτιού. Τίποτα όμως δεν έλειπε από το εσωτερικό του. Πανικοβλημένη μαζί με τη δικηγόρο της ξεκίνησαν να ψάχνουν τι μπορεί να είχε συμβεί. Ετσι βρέθηκαν την επομένη στο υποθηκοφυλακείο και εκεί άκουσε αυτό που είχαν ανακαλύψει μόλις δύο ημέρες πριν: ότι δηλαδή το σπίτι της είχε ήδη πουληθεί και κάποιοι είχαν προσπαθήσει να το πουλήσουν και δεύτερη φορά... Σοκαρισμένη η γυναίκα είδε στο συμβόλαιο πως μάρτυρες ήταν η μεσίτρια και ο δικηγόρος, ενώ πωλητής κάποιος που παρίστανε τον σύζυγό της. Η ίδια δεν είχε καμία αμφιβολία πως ο ιδιοκτήτης ήταν «ψεύτικος», αφού ο πραγματικός βρίσκεται από το 2011 έγκλειστος στην ψυχιατρική κλινική του Κορυδαλλού για εγκληματική πυρομανία.

Κλειδί ο άνδρας «ιδιοκτήτης»

Οι πραγματικοί ιδιοκτήτες είχαν όντως από κοινού αποφασίσει να πουλήσουν το σπίτι τους. Eβαλαν μια αγγελία και μέσα σε λίγο διάστημα τους πλησίασε η συγκεκριμένη μεσίτρια τάζοντάς τους γρήγορη πώληση σε καλή τιμή. Ο άνδρας που παρίστανε τον ιδιοκτήτη είχε πλαστογραφήσει, άγνωστο πώς, την ταυτότητα του πραγματικού και πλέον έχουν χαθεί τα ίχνη του. Μαζί με αυτόν και τα χρήματα που εισέπραξε από το συμβόλαιο.

Η μεσίτρια και ο δικηγόρος δηλώνουν σήμερα και αυτοί εξαπατημένοι από εκείνον. Η έρευνα της «Κ», όμως, αποκάλυψε πως η συγκεκριμένη μεσίτρια έχει συμμετοχή σε πανομοιότυπη υπόθεση παράνομης αγοραπωλησίας στο Μαρούσι, όπου δύο διαμερίσματα κοινής ιδιοκτησίας πουλήθηκαν με τον ίδιο τρόπο τον Μάρτιο του 2013.

Στα συμβόλαια εκείνα είχε παρουσιαστεί πάλι με πλαστή ταυτότητα μια γυναίκα παριστάνοντας την ιδιοκτήτρια –η πραγματική βρισκόταν σε νοσοκομείο σε κώμα ύστερα από τροχαίο ατύχημα– ενώ μάρτυρες σε εκείνες τις συμβολαιογραφικές πράξεις ήταν η «γνωστή» μεσίτρια και ένας κύριος που συστηνόταν ως δικηγόρος με τα αρχικά Μ. Σ.

Το γεγονός πως ο Μ.Σ. λίγες ημέρες μετά τη σύναψη εκείνου του συμβολαίου προφυλακίστηκε για δύο άλλες παρόμοιες υποθέσεις, ενισχύει την εκτίμηση πως τα συγκεκριμένα άτομα αποτελούν μέλη ενός κυκλώματος με επαναλαμβανόμενες εγκληματικές πρακτικές: Στη μια περίπτωση ακίνητο στη Βάρκιζα είχε πουληθεί το 2009 έναντι ενός εκατομμυρίου ευρώ και ενώ ο ιδιοκτήτης είχε μετακομίσει προσωρινά στην Ταϊλάνδη, ενώ στη δεύτερη υπόθεση, ακίνητο στη Βούλα ιδιοκτησίας δικηγόρου, μόνιμης κατοίκου Καλιφόρνιας, είχε πουληθεί έναντι 740.000 ευρώ.

Ξέρουμε σήμερα πως η γυναίκα που παρίστανε την ιδιοκτήτρια στην υπόθεση της Βούλας κατάφερε να εξαπατήσει μια σειρά από υπηρεσίες του κράτους (ΚΕΠ, αστυνομικό τμήμα και Δημαρχείο) για να της εκδώσουν «πλαστή» ταυτότητα. Πριν από δύο χρόνια, η αστυνομία έδωσε στη δημοσιότητα τη φωτογραφία από εκείνη την ταυτότητα και έτσι κατάφεραν να την εντοπίσουν και να τη συλλάβουν. Η ίδια αρνείται οποιαδήποτε εμπλοκή στην υπόθεση και ως εκ τούτου δηλώνει παντελή άγνοια για το πού μπορεί να έχουν καταλήξει τα 740.000 ευρώ που σύμφωνα με το συμβόλαιο είχε εισπράξει.

Οι δύο εκείνες παλαιότερες υποθέσεις του 2009 έχουν συσχετιστεί αφού υπάρχει εμπλοκή των ίδιων κατηγορουμένων αλλά εδώ και πέντε χρόνια βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της ανάκρισης. Οπως φαίνεται, τα θύματα και των πέντε υποθέσεων –ιδιοκτήτες και αγοραστές– θα πρέπει να περιμένουν για πολύ ακόμα μια τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου που ίσως βάλει τέλος στην ταλαιπωρία τους.

Μέχρι τότε, και τα πέντε ακίνητα αυτής της απίστευτης ιστορίας βρίσκονται σε ένα καθεστώς «παγώματος», δεν μπορούν δηλαδή να αξιοποιηθούν από τους ιδιοκτήτες τους, ενώ οι αγοραστές ελπίζουν πως ίσως κάποια ημέρα ανακαλύψουν το πού κατέληξαν τα χρήματά τους ― πάνω από 2,5 εκατ. ευρώ συνολικά.

 

http://www.kathimerini.gr

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis