Την 17η Αυγούστου ανέκυψε επεισόδιο στο Θριάσιο Νοσοκομείο με πρωταγωνιστές συνάδελφό μας και την ψυχίατρο που εφημέρευε στον Νοσοκομείο, Αφροδίτη Ρέτζιου, πρόεδρο της ΟΕΝΓΕ. Το επεισόδιο πήρε γρήγορα διαστάσεις κι έφερε στην επιφάνεια ένα διαχρονικό υπηρεσιακό πρόβλημα, τον τρόπο δηλαδή που θα πρέπει να φυλάσσονται ασθενείς με ιδιαιτερότητες, όπως εν προκειμένω με ψυχικές διαταραχές.
Η πείρα έχει δείξει ότι η στενή επαφή ένοπλων αστυνομικών και ψυχικά ασθενών μπορεί να αποβεί και μοιραία. Πολύ πρόσφατο στις μνήμες μας είναι το περιστατικό στο Ρίο, που είχε σαν αποτέλεσμα το θάνατο του ψυχικά ασθενούς, ο οποίος είχε πιο πριν αποσπάσει το υπηρεσιακό πιστόλι του συναδέλφου που τον είχε οδηγήσει εκεί. Η διττή ιδιότητα του κρατουμένου – ψυχικά ασθενούς χρειάζεται ειδική υπηρεσιακή μέριμνα προκειμένου να εξασφαλίζονται όλες οι πτυχές της διαδικασίας. Αφ’ ενός δηλαδή να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική θεραπεία και η αφ’ ετέρου η αποτελεσματική φύλαξη του ατόμου. Ήδη μέσα από την ισχύουσα νομοθεσία δίνεται η κατεύθυνση πάνω στην οποία πρέπει να κινείται η διαδικασία της ειδικής αυτής φύλαξης. Η μνεία για την είσοδο των φρουρών στους ειδικούς θαλάμους νοσηλείας με ιδιαίτερη προσοχή και δίχως οπλισμό, σύμφωνα με το Π.Δ. 215/2006, καθιστά σαφή την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου τύπου φύλαξης.
[custom:google-ads]
Η παράταξή μας προτείνει η διαδικασία της μεταγωγής του φερομένου ως ψυχικά ασθενούς – κρατουμένου να πραγματοποιείται ως εξής: με συμβατικό υπηρεσιακό όχημα, τριμελές πλήρωμα με πολιτικά, εκ των οποίων ο ένας θα οπλοφορεί και οι άλλοι δύο θα είναι άοπλοι. Οι άοπλοι αστυνομικοί θα μπορούν να μεταχειρίζονται τον ασθενή με ασφάλεια, ενώ ο ένοπλος θα μπορεί απρόσκοπτα να έχει τον έλεγχο σε πιθανή εξωτερική απειλή, αν αυτή προκύψει. Κατά την είσοδο του ασθενούς – κρατουμένου στην ψυχιατρική κλινική, οι άοπλοι θα εισέρχονται εντός, κι ο ένοπλος θα βρίσκεται εξωτερικά της κλινικής για πιθανές εξωτερικές απειλές, αν αυτές προκύψουν. Ανάλογα με την επικινδυνότητα του ασθενούς – κρατουμένου ο αριθμός των φρουρών θα μπορεί να αυξάνεται.
Όσον αφορά τον συνάδελφο που ενεπλάκη στο επεισόδιο πιστεύουμε ότι όφειλε να είναι πιο ευαισθητοποιημένος στα λεγόμενα της γιατρού, εν όψει μάλιστα και του περιστατικού που είχε λάβει χώρα πριν μερικούς μήνες στο Ρίο. Αντ’ αυτού δυστυχώς ο συνάδελφος επέλεξε να κάνει χρήση της ιδιότητάς του, εξομοιώνοντας στην ουσία την ευρισκόμενη σε εφημερία γιατρό με έναν κοινό εγκληματία, επιδιώκοντας να συλληφθεί εκείνη με τη διαδικασία του αυτοφώρου. Δεν αντιλήφθηκε δυστυχώς ότι στον απόηχο του ανωτέρω περιστατικού κυριαρχεί ο φόβος, όχι μόνο για τους ασθενείς, αλλά και για το προσωπικό του νοσοκομείου. Με τέτοιες πρακτικές, αντί να χτίζονται γέφυρες με τους πολίτες, δημιουργούνται αποστάσεις, με αποτέλεσμα να απομακρυνόμαστε από αυτούς.
Μέσα από τη σωρεία αντιδράσεων που γεννήθηκαν με αφορμή το συμβάν, μόνο έκπληξη δεν μας έκανε η τοποθέτηση του προεδρείου της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Δυτικής Αττικής. Το γνωστό για τις δημοκρατικές του αντιλήψεις και πρακτικές προεδρείο, προκειμένου να καλύψει τη συνδικαλιστική ανικανότητά του, προέβη σε μια κατάπτυστη ανακοίνωση, δήθεν υπερασπίζοντας το συνάδελφο. Για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους το «δραστήριο» προεδρείο της Ένωσης, δείχνοντας ότι «έχει» συνείδηση του αστυνομικού έργου (αναρωτιόμαστε πότε ήταν η τελευταία φορά που εκτέλεσαν υπηρεσία), εξαπέλυσε επίθεση στην ευρισκόμενη σε εφημερία γιατρό και δικαιολόγησε τη συμπεριφορά του συναδέλφου. Αντί να θίξει όλες τις πτυχές του ευαίσθητου αυτού ζητήματος, όπως θα άρμοζε σε ένα δημοκρατικό Δ.Σ. Σωματείου, τις ελλιπείς δομές κτλ, περιορίστηκε σε μια επιφανειακή τοποθέτηση υπεράσπισης του συναδέλφου. Δεν περιμέναμε και κάτι περισσότερο.
Ελπίζουμε τουλάχιστον ο ντόρος που δημιουργήθηκε να αποτελέσει εφαλτήριο για τη θεραπεία της προβληματικής κατάστασης της μεταγωγής και φύλαξης κρατουμένων στα νοσοκομεία.
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ