Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
13:28 | 12/03/2015

Αυτό το άρθρο αρχικά εμφανίστηκε στο VICE Germany

Γνωρίζω ένα σωρό αλκοολικούς, εθισμένους πότες και πότες που πίνουν για να διασκεδάσουν. Επίσης γνωρίζω ανθρώπους που είναι παιδιά αλκοολικών. Είμαι κι εγώ ένα από αυτά.

Ωστόσο, οι περισσότερες προσωπικές μαρτυρίες που έχω διαβάσει και αφορούν στη ζωή με τον αλκοολισμό, ιδιαιτέρως από τότε που υπάρχει το διαδίκτυο, έχουν μια χροιά γελοιότητας. Βρίσκεσαι να κινείσαι κάπου μεταξύ εντυπωσιασμού και δολώματος για κλικαρίσματα. Κλικάρεις σε ένα meme και ίσως κοινοποιείς και το σύνδεσμο γιατί κάτι σε αυτό το μπλογκ σε έχει συγκινήσει ή αγγίξει, αλλά κυρίως νιώθεις ντροπιασμένος επειδή στην πραγματικότητα, δεν είσαι τίποτα άλλο παρά ένα κλισέ.

Η μητέρα μου πάντα έπινε πολύ. Όταν ήταν νέα, ήταν φυσιολογικό. Οι φίλοι της την έλεγαν «η Βασίλισσα» επειδή πάντα ήταν το κέντρο της προσοχής. Τόσο εκείνη όσο και ο μπαμπάς μου ήταν μουσικοί και αυτό σήμαινε ότι ταξίδευαν πολύ. Καταλαβαίνω ότι ακούγεται σαν γενίκευση αλλά κατά τη γνώμη μου, η εξωστρεφής προσωπικότητά της, το χωρίς ρουτίνα λάιφσταϊλ της, παρείχαν το τέλειο έδαφος για τον αλκοολισμό της.

Τα πράγματα έγιναν απείρως χειρότερα όταν χώρισαν με τον πατέρα μου. Με αγαπούσε και ήθελε να με φροντίζει, αλλά ο χωρισμός την είχε συγκλονίσει.

Η πρώτη ανάμνησή μου είναι κάποια Χριστούγεννα που τα πέρασα κλαίγοντας επειδή με χτύπησε. Κάθομαι στο διάδρομο του διαμερίσματός μας και σκέφτομαι ότι με δέρνει κάθε μέρα εδώ και εβδομάδες και πως ήλπιζα τα πράγματα να ήταν διαφορετικά αυτή την ξεχωριστή μέρα.

Μέχρι τότε, η μητέρα μου έχει γίνει δασκάλα. Όταν είμαι άρρωστη μου αγοράζει αυτοκόλλητα και καραμέλες. Μου αρέσει να είμαι άρρωστη, αλλά ξεχνάει την ευγένειά της όταν πίνει και εξακολουθεί να με χτυπάει. Κλειδαμπαρώνομαι στο δωμάτιό μου και στέκεται έξω από την πόρτα, για ώρες, ρίχνοντας μου κατάρες και φωνάζοντάς μου να βγω έξω.

Τα πρωινά όλα είναι ΟΚ: η μαμά μου αγοράζει την αγαπημένη μου σοκολάτα και εάν αναφέρω ότι με χτύπησε το προηγούμενο βράδυ λέει: «Λες ψέματα. Δεν θα σε χτυπούσα ποτέ. Σε αγαπάω πάρα πολύ για να το κάνω αυτό». Ακόμα και σήμερα πιστεύει ακριβώς το ίδιο.

Η αρρώστια της χειροτερεύει με την ηλικία. Εξακολουθεί να εργάζεται -καταφέρνει να κρατιέται έτσι- και έτσι φοβάμαι τα σαββατοκύριακα και τα ρεπό της. Στη διάρκεια των ρεπό της πίνει στη διάρκεια της μέρας και μέχρι το τέλος της, συχνά με χρειάζεται να την βοηθήσω για να περπατήσει. Καθώς χειροτερεύει η κατάσταση, γίνεται περισσότερο παρανοϊκή. Μια μέρα αποφασίζει να ψεκάσει με εντομοκτόνο μέσα από τη σχισμή της πόρτας του ιδιοκτήτη, γιατί είναι πεπεισμένη ότι δηλητηριάζει το νερό μας.

Μια άλλη ανάμνηση που έχω είναι να μπαίνω μέσα στο σαλόνι μας μια Κυριακή. Είναι ένα μεγάλο, καθαρό και φωτεινό σαλόνι και η μητέρα μου κάθεται στον καναπέ κοιτάζοντας επίμονα το ντουλάπι στον τοίχο. Είναι φτιαγμένο από σκούρο ξύλο που γυαλίζει στο φως του ήλιους. «Εσύ» λέει στο ντουλάπι «μπορώ να το δω τώρα, είσαι φτιαγμένο από χρυσό».

Συνεχώς θέτει κανόνες που στη συνέχεια τους ξεχνάει. Εάν έρχομαι σπίτι μια ώρα καθυστερημένη, ουρλιάζει ότι είμαι πόρνη. Είμαι 16, είναι 43 ετών. Πηγαίνουμε σε ακριβά εστιατόρια και πίνει πριν και μετά το γεύμα. Με κατηγορεί ότι τρώω πολύ και έπειτα παραπονιέται ότι τρώω πολύ λίγο. Μου λέει ότι είμαι χοντρή, οπότε σταματάω να τρώω. Για περίπου ένα χρόνο τρώω περίπου μισό στρογγυλό ψωμάκι, μια σαλάτα και έξι μήλα την ημέρα. Εάν τρώω περισσότερο, τιμωρώ τον εαυτό μου.

Είμαι 17 και πηγαίνω διακοπές με μια φίλη. Όταν επιστρέφω είναι στο νοσοκομείο. Προφανώς, όταν ήμουν μακριά υπέφερε από τρομώδες παραλήρημα - ένα είδος επιληπτικής κρίσης που παθαίνουν οι αλκοολικοί από τη στέρηση. Παραλίγο να πεθάνει. Μου είπαν ότι είχε ψευδαισθήσεις ότι είχα πεθάνει, φόρεσε μαύρα και περπατούσε από νεκροταφείο σε νεκροταφείο, ψάχνοντας για τον τάφο μου.

Την επισκέφτηκα στο νοσοκομείο, στην ψυχιατρική πτέρυγα. Είναι νηφάλια για πρώτη φορά μετά από χρόνια. Δεν την αναγνωρίζω. Είναι σα να έχω κάτι σαν μητέρα αντί σαν ένα τέρας. Μου ζωγραφίζει μια κουκουβάγια.

Είναι φθινόπωρο. Έρχεται σπίτι και αρχίζει να πίνει ξανά. Έφθασα να αδειάζω στο νεροχύτη το μπουκάλι της σαμπάνιας χωρίς αλκοόλ που φέρνει. Καθόμαστε σε εστιατόριο και θέλει να παραγγείλει κρασί αλλά της ζητάω να μην το κάνει. «Πιες εάν θέλεις αλλά όχι όταν είμαι τριγύρω» την παρακαλάω. Παραγγέλνει κρασί και φεύγω.

Συνειδητοποιώ ότι για εκείνη το αλκοόλ είναι πιο σημαντικό από μένα. Συνειδητοποιώ ότι δεν μπορώ να την βοηθήσω. Συνειδητοποιώ ότι ο εθισμός είναι ισχυρότερος από μένα και πώς πάντα έτσι θα είναι. Είμαι 18 και φεύγω από το σπίτι.

ΠΗΓΗ: vice.com

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis