Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
18:44 | 06/11/2016

Το ανεξάντλητο ενδιαφέρον του Όλιβερ Στόουν για το άτομο - το άτομο μέσα στο σύστημα αλλά και απέναντί σ’ αυτό - παίρνει για άλλη μια φορά στη μακρά φιλμογραφία του τη μορφή μιας προσωποκεντρικής ιστορίας η οποία αντικατοπτρίζει τη σύγχρονη ιστορική διαδρομή των ΗΠΑ. Αυτή τη φορά, ο τρεις φορές βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης («Το Εξπρές του Μεσονυχτίου», «Γεννημένος την 4η Ιουλίου», «Πλατούν») επικεντρώνεται στο πρόσωπο του Έντουαρντ Σνόουντεν, του ανθρώπου που αποκάλυψε στην παγκόσμια κοινή γνώμη την αδιανόητη έκταση που είχαν λάβει οι παρακολουθήσεις από πλευράς του αμερικανικού κράτους, με πρακτικές μάλιστα που καταστρατηγούσαν το ίδιο το Σύνταγμα της χώρας, στο όνομα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας.

Το 2013 και χωρίς να έχει κοπάσει ακόμα ο θόρυβος από τις αποκαλύψεις των wikileaks, ο Σνόουντεν (Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ) αφήνει κρυφά τη δουλειά του στην Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας (NSA) και ταξιδεύει στο Χονγκ Κονγκ προκειμένου να συναντηθεί με τους δημοσιογράφους Γκλεν Γκρίνγουολντ (Ζάκαρι Κουίντο) και Ίβεν Μακάσκιλ (Τομ Γουίλκινσον), αλλά και τη σκηνοθέτιδα Λάουρα Πουατράς (Μελίσα Λίο). Ο Σνόουντεν, ο οποίος εργαζόταν για χρόνια στην NSA και την CIA ως υψηλόβαθμος τεχνικός διαχειριστής ηλεκτρονικών συστημάτων, έχει αποφασίσει να πει την αλήθεια σχετικά με το πώς η κυβέρνηση των ΗΠΑ παρακολουθεί όλες τις ψηφιακές επικοινωνίες, όχι μόνο των φερόμενων ως τρομοκρατικών ομάδων, αλλά και ξένων (συμμαχικών) κυβερνήσεων καθώς επίσης των απλών Αμερικανών. Η απόφαση αυτή θα τον καταστήσει αυτόματα persona non grata για τις Αρχές της χώρας του, από τις οποίες κρύβεται μέχρι σήμερα έχοντας εξασφαλίσει άσυλο στη Ρωσία.

Η υπόθεση αυτού του βιογραφικού θρίλερ που προσφέρει ικανό σασπένς αποκλειστικά μέσα από τη σταδιακή μεταστροφή ενός συντηρητικού νεαρού πατριώτη σε προμηθέα της αλήθειας, βασίζεται στα βιβλία «Time of the Octopus» του δικηγόρου του Σνόουντεν, Ανατόλι Κουτσερένα και «Φάκελος Σνόουντεν: Η Ιστορία του Νο1 Καταζητούμενου Ανθρώπου στον Κόσμο», του δημοσιογράφου του Guardian, Λουκ Χάρντινγκ. Η ραχοκοκαλιά ωστόσο της εξιστόρησης πατά εμφανέστατα πάνω στο «Citizenfour», το περίφημο ντοκιμαντέρ της Πουατράς. Ο Στόουν αναπαριστά επί της ουσίας τη συνάντηση του Σνόουντεν με τη σκηνοθέτιδα και τους δημοσιογράφους στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου στο Χονγκ Κονγκ (κοινώς το υλικό που βιντεοσκόπησε και έκανε ταινία η Πουατράς), προκειμένου να εφορμήσει από εκεί στο παρελθόν του πρωταγωνιστή μέσα από εκτενή φλασμπάκ που αφορούν την επαγγελματική του εξέλιξη, την ηθική του πάλη, σημαντικές πτυχές της προσωπικής του ζωής όπως η σχέση του με την Λίντσεϊ Μιλς (Σαϊλίν Γούντλι). Με τον τρόπο αυτό, το «Σνόουντεν» επιχειρεί να ρίξει όσο το δυνατόν περισσότερο φως στην προσωπικότητα ενός ανθρώπου που έφτασε στο σημείο να αναθεωρήσει ριζικά την έννοια του πατριωτισμού μες την οποία είχε γαλουχηθεί, εκθέτοντας ανεπανόρθωτα την κυβέρνηση των ΗΠΑ απέναντι στους πολίτες της αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο.

Η πίστη του Στόουν στη σπουδαιότητα του ατόμου αντικατοπτρίζεται ασφαλώς στο πλήθος των βιογραφιών που έχει σκηνοθετήσει (βλέπε τα «προεδρικά» πορτρέτα «W», «JFK», «Nixon») και δεν είναι καθόλου τυχαίο που ανεξάρτητα από την επιτυχία του εκάστοτε εγχειρήματος, οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών του αποτελούν μια αναμφισβήτητη σταθερά. Στο «Σνόουντεν», περιβάλλει έναν άνθρωπο που εμφανώς θαυμάζει με σπουδή σχεδόν στοργική, γεγονός που βγαίνει στην εξαιρετικά εύστοχη ερμηνεία του Λέβιτ, μη αφήνοντας κανέναν ενδοιασμό στο θεατή ως προς το ποιόν ή τις ιδεαλιστικές προθέσεις του πρώην στελέχους των NSA και CIA. Για τον βετεράνο Αμερικανό σκηνοθέτη, ο Σνόουντεν αποτελεί μια μαρτυρική φιγούρα που κουβαλά μια δυσθεώρατη ευθύνη να στιγματιστεί ως κατάσκοπος και προδότης προκειμένου να υπηρετήσει το δίκαιο.

Έτσι, κόντρα στο δόγμα «secrecy is security and security is victory» (η μυστικότητα -σ.σ. της δράσης των μυστικών υπηρεσιών- σημαίνει ασφάλεια και ασφάλεια σημαίνει νίκη) του επικεφαλής του Σνόουντεν στην NSA, Κόρμπιν Ο'Μπράιαν (Ρις Ίφανς), με το οποίο ο τελευταίος δείχνει τον μπαμπούλα της τρομοκρατίας προκειμένου να νομιμοποιήσει τις παράνομες παρακολουθήσεις και την οργουελική κατάργηση της ιδιωτικότητας, η ταινία του Στόουν αποθεώνει τη δράση του ενός, εξυψώνοντάς τη στο μέγεθος της θυσίας. Ταυτόχρονα όμως, η εξωραϊστική ροπή του Αμερικανού σκηνοθέτη θολώνει κάπου τα νερά, αφού σκηνές όπως π.χ. αυτές με τις επιληπτικές κρίσεις του Σνόουντεν προσθέτουν ένα συναισθηματικό φορτίο που μοιάζει μάλλον περιττό, αφού δεν προσφέρει κάτι πέραν μιας αχρείαστης επισήμανσης της αυτονόητης πίεσης που του ασκείται ένεκα των συνθηκών.

 

www.cinemag.gr

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis