Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Posted by NICKMAN79 on Σάβ, 11/08/2014 - 09:22
Φόρουμ
Καλημέρα.Πολλοί συνάδελφοι ακολουθούν την τακτική να λαμβάνουν ανωμοτί παροχής εξηγήσεων και όχι απολογία κατηγορουμένου σε πολλές περιπτώσεις που δεν είναι στα όρια του αυτοφώρου π.χ. κλοπή-υπεξαίρεση οχημάτων, έγκληση εις βάρος του κατηγορουμένου για διάφορα αδικήματα.Εκτός της περίπτωσης προκαταρκτικής εξέτασης που διατάσει ο εισαγγελέας πότε λαμβάνουμε ανωμοτί εξηγήσεων?Θα ήθελα την γνώμη σας σχετικά με τι ισχύει.Ευχαριστώ.
Greek

Υποβλήθηκε από SREK. Ημερομηνία: Σάβ, 11/08/2014 - 11:09 Μόνιμος σύνδεσμος

[quote name=NICKMAN79 date=2014-11-08]Εκτός της περίπτωσης προκαταρκτικής εξέτασης που διατάσει ο εισαγγελέας πότε λαμβάνουμε ανωμοτί εξηγήσεων?[/quote]

H απάντηση είναι οτι χωρις παραγγελία εισαγγελέα προς λήψη ανωμοτί εξηγήσεων , κατα την διενέργεια προκαταρκτικής , [u]ΔΕΝ ΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ ΠΟΤΕ ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΑ ΤΕΤΟΙΑ [/u]...

Καθε άλλη τακτική είναι απαραδεκτη και σαφως δεν στηρίζεται στο νόμο

Υποβλήθηκε από sakis01. Ημερομηνία: Σάβ, 11/08/2014 - 18:47 Μόνιμος σύνδεσμος

Οπως πολυ ελεγχθη ηδη, ανωμοτι εξηγησεις λαμβανται ΜΟΝΟ στην περιπτωση που διαταχθει προκαταρκτικη και ο εισαγγελεας στρεφει τις υπονοιες διαπραξης εγκληματος σε ορισμενο προσωπο.

Οποιαδηποτε αλλη τακτικη, και ιδιως αυτο που κατα κορον συμβαινει στην αστυνομια, η ληψη δηλαδη ειτε απολογιας, ειτε ανωμοτι εξηγησεων οταν ανακαλυπτεται δραστης μη αυτοφωρου αδικηματος ειναι παντελως λανθασμενη και νομω αβασιμη.

Υποβλήθηκε από TonyMar. Ημερομηνία: Σάβ, 11/08/2014 - 18:59 Μόνιμος σύνδεσμος

Σάκη να σε ρωτήσω κάτι: όταν κάποιος επιθυμεί την ποινική δίωξη του Β πχ, για κατ έγκληση διωκόμενο αδίκημα και είμαστε εκτός ορίων του αυτοφώρου, εμείς μπορούμε αφού καλέσουμε τον Β, να τον εξετάσουμε με Έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα ή με Έκθεση εξέτασης κατηγορουμένου??

Υποβλήθηκε από SREK. Ημερομηνία: Σάβ, 11/08/2014 - 19:27 Μόνιμος σύνδεσμος

[b]Αυτεπάγγελτη ή αστυνομική Προανάκριση ως γνωστών διενεργειται από την αστυνομία , δίχως παραγγελία του εισαγγελέα κατά τις διατάξεις του 243ΚΠΔ ΜΟΝΟ σε περίπτωση αυτόφωρου πλημμελήματος και κακουργήματος ή όταν υπάρχει κίνδυνος από την αναβολή.
[/b]
Η προανάκριση σε αυτόφωρο δεν απαιτεί ιδιαίτερη ανάλυση σχετικά με τις αρχές και τις προυποθέσεις που την διέπουν.

Τα πράγματα όμως είναι πιο περίπλοκα στην περίπτωση διενέργειας προανάκρισης λόγω κινδύνου από την αναβολή και αυτό διότι ο νόμος δεν προσδιορίζει πότε υφίσταται ο κίνδυνος αυτός ουτε όμως υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες που να τον προσδιορίζουν αλλά αφήνεται στην κρίση του προανακριτικού υπαλλήλου. Η κρίση φυσικά αυτή του προανακριτικού υπαλλήλου σε καμία περίπτωση δεν είναι ανέλεγκτη.

Ετσι σε περίπτωση που διενεργηθεί αυτεπάγγελτη προανάκριση δίχως να υφίσταται κίνδυνος από την αναβολή ΟΛΕΣ οι ανακριτικές πράξεις που διενεργήθηκαν είναι ΑΠΟΛΥΤΑ ΑΚΥΡΕΣ (27, 43, 171 παρ.1 εδ. β' και 243 ΚΔΠ)

Αυτό επίσης απορρέει και από την προυπόθεση του 243ΚΠΔ οπου οι ανακριτικοί υπάλληλοι έχουν υποχρέωση να ειδοποιήσουν τον εισαγγελέα με το ταχύτερο μέσο και να του υποβάλλουν χωρίς χρονοτριβή τις εκθέσεις που συντάχθηκαν, εάν αυτό δεν συμβεί τότε επέρχεται απόλυτη ακυρότητα .
Κατά μία άποψη της Νομολογίας, η παράλειψη του ανακριτικού υπαλλήλου να ενημερώσει, σε περίπτωση αστυνομικής προανάκρισης , τον αρμόδιο εισαγγελέα, όπως και η kαθυστερημένη υποβολή σ΄ αυτόν των σχετικών εκθέσεων, που συντάχθηκαν χωρίς εισαγγελική παραγγελία, δεν συνεπάγεται απόλυτη ακυρότητα κατά το άρθρο 171 παρ. 1 στοιχ. β΄ ΚΠΔ.
Η άποψη αυτή είναι εντελώς εσφαλμένη και προσβάλει κατάφωρα όχι μόνο τα δικαιώματα του κατηγορουμένου αλλά και τα δικαιώματα και το κύρος του εισαγγελέα, του οποίου η άμεση παρέμβαση στην αυτεπάγγελτη (αστυνομική) προανάκριση, που διενεργείται χωρίς παραγγελία του, αποτελεί δικαίωμα του αλλά και ταυτόχρονα αι δικαιοκρατική εγγύηση σύννομης και λειτουργικά ορθής διεξαγωγής της αστυνομικής προανάκρισης και προστασίας του κατηγορουμένου και των υπεραστικών δικαιωμάτων του.

Επομένως για να διενεργηθεί νόμιμα αυτεπάγγελτη προανάκριση :

1. Πρέπει να υπάρχει κίνδυνος, ο οποίος να αφορά είτε τη ματαίωση είτε την καταλυτική δυσχέρανση της βεβαίωσης του εγκλήματος, που διαπράχθηκε και του προσώπου του δράστη.
2. Πρέπει να υφίσταται ‘’κίνδυνος ’’, δηλαδή όχι απλή δυνατότητα ούτε απλή πιθανότητα ούτε εύλογη πιθανότητα αλλά σημαντική πιθανότητα ματαίωσης ή καταλυτικής δυσχέρανσης της βεβαίωσης του εγκλήματος ή της ανακάλυψης του δράστη.
3. Ο κίνδυνος πρέπει να είναι άμεσος και πρέπει να απειλείται. Αρμόδιος να κρίνει για το εάν υφίσταται άμεσος κίνδυνος από τη καθυστέρηση είναι ο ανακριτικός υπάλληλος. Η κρίση του ανακριτικού υπαλλήλου ελέγχεται και πρέπει να ελέγχεται από τα αρμόδια δικαστικά όργανα τις πολιτείας και μάλιστα από τον εισαγγελέα. Συνεπώς δεν αρκεί ο κίνδυνος να είναι έμμεσος ή χρονικά ή λειτουργικά απομακρυσμένος, αλλά πρέπει ο κίνδυνος από τη καθυστέρηση να είναι άμεσος και να επαπειλείται, δηλαδή να επίκειται η πραγματοποίηση του , χωρίς να χρειάζεται οποιαδήποτε παρεμβολή οποιουδήποτε αιτιώδους παράγοντα ή όρου.
4. Εφόσον ο κίνδυνος ματαίωσης ή καταλυτικής δυσχέρανσης της βεβαίωσης του εγκλήματος ή της ανακάλυψης του δράστη πρέπει να είναι άμεσος, πρέπει να είναι τέτοιας φύσης και τόσο μεγάλης έντασης, που να συνεπάγεται , κατά τη φυσιολογική εξέλιξη του, αμέσως τη μεταβολή της πιθανότητας σε πραγματικότητα, η οποία θα συντελεσθεί με βεβαιότητα. Επομένως ο ‘’άμεσος κίνδυνος ‘’ δεν αρκεί να αποτελεί σημαντική πιθανότητα αλλά πρέπει να συνιστά αμέσως επικείμενη
πραγματικότητα.
5. Σύμφωνα με τα παραπάνω, περιπτώσεις ‘’άμεσου κίνδυνου από τη καθυστέρηση ‘’ είναι οι περιπτώσεις που επίκειται άμεσα και με βεβαιότητα η εξαφάνιση, ,έκλειψη, εξάλειψη ή αλλοίωση των μέσων απόδειξης ή την εξαφάνιση ή την καταστροφή των πειστηρίων του εγκλήματος και η μη διενέργεια ανακριτικών πράξεων αμέσως, ακόμη και η καθυστέρηση είναι ελάχιστη, είναι βέβαιο ότι συνεπάγεται τη ματαίωση τους, διότι αποκλείεται να διενεργηθούν σε οποιανδήποτε
άλλο χρόνο, ή τη πλήρη αναποτελεσματικότητα τους, διότι εάν διενεργηθούν , θα έχουν χάσει εντελώς την αποδεικτική λειτουργικότητα τους.

Αν λοιπόν δεν έπρεπε να διενεργηθεί προανάκριση λόγω άμεσου κίνδυνου από τη καθυστέρηση , ενώ ο ανακριτικός υπάλληλος έκρινε ότι επιβαλλόταν η διενέργεια της, επέρχεται απόλυτη ακυρότητα της αυτεπάγγελτης προανάκρισης, δηλαδή απόλυτη ακυρότητα όλων των ανακριτικών πράξεων(του συνόλου των ανακριτικών πράξεων), που διενεργήθηκαν από τους ανακριτικούς υπαλλήλους στο πλαίσιο της άκυρης προανάκρισης.

Η αστυνομική προανάκριση διενεργείται υποχρεωτικά όταν κάποιο κακούργημα ή πλημμέλημα καταλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω ή αν απειλείται άμεσος κίνδυνος από τη καθυστέρηση. Η διενέργεια αυτεπάγγελτης (αστυνομικής) προανάκρισης δεν εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του ανακριτικού υπαλλήλου, δηλαδή δεν τη διενεργεί αν θέλει και σε όσες περιπτώσεις θέλει αλλά η διενέργεια της αποτελεί υπηρεσιακό καθήκον του. Συνεπώς αν ο αρμόδιος ανακριτικός υπάλληλος δεν διενεργήσει αστυνομικήπροανάκριση , σύμφωνα με το άρθρο 243 παρ. 2, και δεν πραγματοποιήσει όλες τις αναγκαίες πράξεις, διαπράττει το έγκλημα της ΚΑΤΑΧΡΗΣΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ – 239 ΠΚ εφοσον προκύψει δράστης ειδάλλως ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ -259ΠΚ

Σχετικα με αιτηση ακύρωσης της προανάκρισης έχει ασχοληθεί και ο ΑΠ(σε συμβ.) εκδίδοντας την 666/2001 απόφαση του .
Παραθέτω αποσπάσματα άξιας αναφοράς :

… 2.- Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 27, 43, 171 παρ.1 εδ. β' και 243 του Κ.Ποιν.Δ. σαφώς προκύπτει ότι απόλυτη ακυρότητα επιφέρει και η χωρίς παραγγελία του Εισαγγελέα ενέργεια προανακρίσεως, εκτός αν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα ή πλημμέλημα ή αν από την αναβολή απειλείται άμεσος κίνδυνος να ματαιωθεί ή να δυσχερανθεί η βεβαίωση του διαπραχθέντος εγκλήματος και του δράστη, οπότε, κατά την παρ.2 του άρθρου 243 Κ.Π.Δ., οι προανακριτικοί υπάλληλοι όχι μόνο δύνανται αλλά και υποχρεούνται ακόμη και χωρίς προηγούμενη παραγγελία του εισαγγελέα να επιχειρήσουν προς βεβαίωση της πράξεως και ανακάλυψη του δράστη προανακριτικές πράξεις, για τις οποίες δεν δημιουργείται καμιά ακυρότητα. Για την ύπαρξη του ως άνω κινδύνου μόνος αρμόδιος να κρίνει είναι ο ανακριτικός υπάλληλος…..
3.- Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα και τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία ελέγχονται παραδεκτώς για την έρευνα της βασιμότητας των λόγων αναιρέσεως, μετά την υποβολή στην Υποδ/νση Ασφαλείας Ρόδου προφορικής εγκλήσεως από τον διευθύνοντα σύμβουλο της Εταιρείας "Τ.**" για υπεξαίρεση κατά του ήδη αναιρεσείοντος κατηγορουμένου Γ.Ε., για την οποία συντάχθηκε σχετική έκθεση, διενεργήθηκε από αξιωματικό της Υποδ/νσης Ασφαλείας Ρόδου χωρίς παραγγελία του Εισαγγελέα προανάκριση, κατά το άρθρο 243 παρ.2 ΚΠΔ, γιατί ο επιληφθείς της προανακρίσεως αξιωματικός έκρινε ως προανακριτικός υπάλληλος, ενόψει και της υπάρχουσας πληροφορίας για αναχώρηση ου εγκαλουμένου στο εξωτερικό, ότι από την αναβολή υπήρχε κίνδυνος να δυσχερανθεί η βεβαίωση του εγκλήματος. Σύμφωνα με όλα τα προαναφερθέντα, νομίμως και χωρίς να δημιουργηθεί καμιά ακυρότητα διενεργήθηκε έστω και χωρίς εισαγγελική παραγγελία, η πιο πάνω προανάκριση και οι αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος είναι αβάσιμες….’’

Βέβαια συνεχίζοντας πρέπει να διευκρινιστεί ο ορος ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ βάσει των άρθρων 171-176ΚΠΔ και πως αυτή καλύπτεται αφού είναι ένα κεφάλαιο του ΚΠΔ που αν και σημαντικότατο ελάχιστοι από εμάς το γνωρίζουμε.
Οι απόλυτες ακυρότητες της ποινικής προδικασίας προτείνονται μέχρι την αμετάκλητη παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, διαφορετικά καλύπτονται, με αποτέλεσμα να μήν μπορούν να ληφθούν υπόψη ούτε αυτεπαγγέλτως, αρμόδιο δε για την κήρυξη ή μή κήρυξή των είναι το δικαστικό συμβούλιο.
Άν οι απόλυτες ακυρότητες της ποινικής προδικασίας προτάθηκαν και απορρίφθηκαν απο το δικαστικό συμβούλιο, απαραδέκτως επαναφέρονται ενώπιον του δικαστηρίου, το οποίο δέν έχει εξουσία ούτε να αναπέμψει την υπόθεση προς περαιτέρω ανακριτικές πράξεις.(1/2008 ΟλΑΠ)
Αποτελεί δε διαφορετικόν θέμα, εάν και κατά πόσον θα ληφθή υπ’όψιν υπό του δικαστηρίου η ακύρως διενεργηθείσα ανακριτική πράξις. Όπως π.χ. δεν δύναται, κατά τας διατάξεις των άρθρων 6 § 1 ΕΣΔΑ, 14 § 3 εδ. ζ ΔΣΑΠ, 31 § 2, 105 § 2 και 223 § 4 ΚΠοινΔ, να αξιοποιηθή αποδεικτικώς εις βάρος του κατηγορουμένου και συνεπώς να ληφθή υπ’όψιν υπό του δικαστηρίου η ένορκος ή ανώμοτος μαρτυρική κατάθεσις, που αυτός έδωσε κατα το στάδιον της προκαταρκτικής εξετάσεως ή αυτεπαγγέλτου προανακρίσεως, διότι παραβιάζεται η θεμελιώδης αρχή της μη αυτοενoχοποιήσεως τούτου και του δικαιώματός του δια δικαίαν δίκην (Α.Π. 186/2006, 90/2006
Η αμετάκλητη παραπομπή προσδιορίζεται από το χρονικό σημείο της επιδοσης του κλητηρίου θεσπίσματος η της κλήσης κατοπιν αμετάκλητου βουλεύματος.

Τι σημαίνει αυτό ?

Ο κατηγορούμενος πλεον από την στιγμή που θα παραπεμφθεί στο δικαστήρο και θα αρχίσει η προπαρασκευαστική διαδικασία ΔΕΝ θα εχει ΚΑΝΕΝΑ δικαίωμα να επικαλεστει ακυρότητα της προδικασία – προανάκρισης.
Ετσι ακόμα και άκυρη απολογία-στέρηση δικαιωμάτων κατηγορουμένου (1770/2009ΚΠΔ-64/2013ΕΦ.ΑΘ)-ακυρη διερμηνεία-πραγματογνωμοσύνη χωρίς γνωστοποίηση των πραγματογνωμόνων -ΑΚΥΡΟ αλκοτέστ (1361/2009ΑΠ)-κατάθεση ανηλίκου χωρίς ψυχιατρική εξέταση (226αΚΠΔ)-ελλείψεις ποινικής δίωξεις (μη πραγματοποίηση επιβαλλόμενης προκαταρκτικής σε κακουργημα 860/2001ΑΠ)
ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ κανονικά υπόψιν για την εκδοση της απόφασης ΕΦΟΣΟΝ δεν προσφύγει ο κατηγορούμενος στο δικαστικο συμβούλειο ΠΡΙΝ την αμετάκλητη παραπομπή του δηλαδή ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ οι ΑΚΥΡΟΤΗΤΕΣ .

Αυτό που μας ‘’διευκολύνει’’ αρκετά είναι το 43,245ΚΠΔ συμφωνα με το οποίο στα αυτόφωρα πλημμελήματα καθώς και στα πλημμελήματα που εκδικάζονται στο Μονομελές πλημ/κειο ΔΕΝ γίνεται ΤΑΚΤΙΚΗ προανάκριση ΑΡΑ εν τοις πράγμασοι δεν γινεται να ακυρωθουν οι προανακριτικές πράξεις μας αφου δεν υπάρχει ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑ κ προσφυγή στο συμβούλιο ούτε προσφυγή κατα του κλητηριου θεσπήσματος (322ΚΠΔ).

Ετσι γινεται αντιληπτο ότι η συμβολή μας στην ποινική διαδικασια είναι ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΑΤΗ όταν ενεργούμε προανακριση για ΑΥΤΟΦΩΡΟ αδίκημα. Σε κάθε άλλη περίπτωση η αστυνομικη αυτεπάγγελτη προανάκριση ατονίζει αφου μπορεί να είναι όλως περιττη μετα από ακυρωση της οπου και θα παραγγελθεί εξ’αρχης η διενέργεια όλων των πράξεων αφου μια εκ των υστέρων παραγγελία ΔΕΝ καλυπτει την ακυροτητα.

[b]Αποψη μου λοιπόν ειναι οτι αν δεν υπάρχει κίνδυνος απο τη αναβολή να υποβάλλουμε την δικογραφία και να αναμένουμε σχετική παραγγελία.Μην ξεχνάτε οτι ο εισαγγελέας έχει κ ενα δυνατό ''οπλο'' και δεν ειναι αλλο απο την προκαταρκτική εξέταση ...
[/b]
Επίσης πρεπει να γινει κατανοητό ότι ΔΕΝ μπορεί ο αστυνομικός προανακριτικός υπάλληλος σε καμια περίπτωση να ευθύνεται για την ακυρωση της διαδικασίας στο ακροατηριο (που σημαίνει υπο προυποθέσεις και αθώωση του κατηγορουμένου). Κάθε παρατυπία της προδικασίας καλύπτεται αν δεν προσβληθεί . Αν προσβληθεί απλά διατάζεται αν ειναι εφικτή επαναληψη της.

ΠΡΟΣΟΧΗ όμως καθώς πάνω από τον ΚΠΔ είναι το ΣΥΝΤΑΓΜΑ. Ετσι δεν δυναται να αξιοποιηθούν στο ακροατήριο προανακριτικές πράξεις που παραβιαζουν το άρθρο 19Σ. Ητοι μια άκυρη κατ’οικον έρευνα που πραγματοποιηται χωρισ δικαστικο λειτουργο παραβιάζοντας ετσι παρανομα το ασυλο το οποιο προστατευεται από το αρ9Σ πραγματικά περιορίζει το δικαστήριο αφού ΔΕΝ δυναται να την αξιολογήσει ουτε καν να την αναφέρει στο σκεπτικό-διατακτικό της απόφασης . Το αυτό συμβαίνει με την απολογία που ελήφθη με βασανιστήρια κατα παραβαση του αρ7Σ , βεβαια είναι δυσκολο να αποδειχτει κάτι τέτοιο (βλέπε επίκληση 17Ν για προανακριτικές απολογιες, η οποία όμως δεν εγινε αποδεκτή απο το δικαστήριο ...)

Αρα κάθε ευθύνη για την ακυρωση της διαδικασίας φέρει ΑΠΟΛΥΤΑ ο Εισαγγελέας που εποπτεύει την προανάκριση και το δικαστήριο που δικάζει την υπόθεση .
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να κάνουμε καλά την δουλεία μας υποτιμώντας τις δυνατότητες που μας δίνει ο νόμος .

Βέβαια πρέπει να αναφερθεί ότι σε υψηλούς νομικους κύκλους πάντα υπάρχει το σκεπτικό δημιουργίας μιας δικαστικής αστυνομίας με αμιγώς ανακριτικά καθήκοντα βλέπε πρόταση που έγινε διημερίδα με θέμα «Λειτουργικά προβλήματα της Δικαιοσύνης», που διοργανώθηκε από τις ενώσεις δικαστών, την ολομέλεια προέδρων δικηγορικών συλλόγων και την ομοσπονδία δικαστικών υπαλλήλων στην Αθήνα στις 17.12.2000 ‘’Αφαίρεση των ανακριτικών αρμοδιοτήτων, τουλάχιστον αυτών που σχετίζονται με τη λήψη καταθέσεων και απολογιών από την αστυνομία’’.…

Υποβλήθηκε από sakis01. Ημερομηνία: Σάβ, 11/08/2014 - 19:52 Μόνιμος σύνδεσμος

Συμφωνω. Εν ολιγοις, εφοσον δεν υπαρχει αυτοφωρο και δεν διαφαινεται κινδυνος εκ της αναβολης, η εγκληση υποβαλλεται χωρις περαιτερω ενεργειες στον εισαγγελεα, ο οποιος ακολουθως διατασσει σχετικα.

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis