Ο ρόλος του περίγυρου στην ανάπτυξη παραβατικών συμπεριφορών σε ανήλικους αλλά και οι σχέσεις που αναπτύσσονται, με τις επακόλουθες αλληλεπιδράσεις, αναδεικνύονται σε έρευνα που παρουσίασε η «Πρωτοβουλία για το Παιδί» σε διαδικτυακή ημερίδα που διοργάνωσε, με θέμα: «Η πρόληψη, η ψυχοκοινωνική υποστήριξη και η μακρά φιλοξενία στη νέα εποχή».
«Από το 2017 παρατηρήσαμε ότι στο Κέντρο Αναφοράς και στο Κέντρο Συμβουλευτικής πλήθαιναν ολοένα και περισσότερο από γονείς και φορείς, τα αιτήματα για παροχή ψυχοκοινωνικών υπηρεσιών σε παιδιά που παρουσιάζουν αποκλίνουσες/παρεκκλίνουσες ή παραβατικές συμπεριφορές. Οι περιπτώσεις στις οποίες καλούμασταν να παρέμβουμε από το 2017 μέχρι και σήμερα αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο», εξήγησε η κοινωνική λειτουργός Θεοδώρα Νιώπα, συντονίστρια στο Κέντρο αναφοράς και παροχής συμβουλευτικής και στο Κέντρο θεραπείας τραύματος της Βέροιας.
Η μελέτη διεξήχθη σε δείγμα 117 ατόμων, η πλειοψηφία των οποίων είναι ανήλικα ενώ η ένταξη των ενηλίκων έγινε προκειμένου οι ερευνητές να διαπιστώσουν με ποιους τρόπους αλληλεπιδρούν με ανήλικους. Το 67% του δείγματος είναι αγόρια, το 54% ελληνικής καταγωγής και το 69% του δείγματος δεν είχε καμία επαφή με τις διωκτικές αρχές. Το 45% δεν έχει καμία ουσιαστική επαφή με το σχολικό περιβάλλον, με αποτέλεσμα τη σχολική διαρροή ή/και την αναγκαιότητα επανάληψης της σχολικής τάξης. Το 48% των ατόμων ολοκληρώνει την τάξη με δυσκολία και μόνο το 7% επιτυγχάνει καλές σχολικές επιδόσεις και επιδεικνύει καλή σχολική προσαρμογή. Το 51% των ατόμων έχει κάνει χρήση ουσιών και το 47% του δείγματος έχει γονέα που έχει προβεί σε παραβατικές πράξεις.
«Με την εφαρμογή συγκεκριμένων αλγορίθμων και την ανάλυση των δεδομένων των σχέσεων, προκύπτει ότι κάποιοι από τους ανήλικους διατηρούν σχέσεις με ενήλικες οι οποίοι είναι γνωστοί για την παραβατική τους δραστηριότητα και υπάρχουν ήδη ενδείξεις ότι κάποιες από τις παραβατικές πράξεις διαπράττονται από κοινού. Οι συγκεκριμένοι ανήλικοι διατηρούν ισχυρή θέση στο κοινωνικό δίκτυο που ερευνήσαμε αφού δημιουργούν και διατηρούν σχέσεις με μεγάλο αριθμό συνομηλίκων και κατέχουν ηγετική θέση σε αυτό. Αυτό το γεγονός καταδεικνύει ότι οι συγκεκριμένοι έφηβοι διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο να παγιώσουν την παραβατική συμπεριφορά από τη μια και από την άλλη θέτουν σοβαρή υποψηφιότητα στο να εξαρτηθούν από ουσίες, καθώς η χρήση χασίς είναι η ουσία εισαγωγής στη χρήση άλλων, όπως χαπιών ή ηρωίνης», εξηγεί η κ. Νιώπα.
Ωστόσο, μέσα από την ανάλυση των δεδομένων του συγκεκριμένου κοινωνικού δικτύου προκύπτει ότι η αφαίρεση ή η τροποποίηση της θέσης συγκεκριμένων ατόμων στο δίκτυο θα επηρέαζε άμεσα τη συμπεριφορά και τον τρόπο σύνδεσης των υπόλοιπων ατόμων μέσα σε αυτό.
«Για παράδειγμα», διευκρινίζει η κ. Νιώπα, «ένας ανήλικος που διαπράττει μικροκλοπές μπορεί με τη συνδρομή άλλων παραβατικών συνομηλίκων να εξελίξει τις γνώσεις του όσον αφορά την "πρακτική" π.χ. της διάρρηξης μιας πόρτας αυτοκινήτου και συνεπώς, η παραβατική ομάδα αποτελεί το "γήπεδο" στο οποίο ο ανήλικος μπορεί να βελτιώσει τις ικανότητες και τις επιδόσεις του, ενώ παράλληλα ενημερώνεται για ευκαιρίες στη διάπραξη νέων παραβατικών πράξεων».
Ένα άλλο θέμα που αναδύεται μέσα από την έρευνα είναι ότι τα παιδιά συνήθως διαπράττουν αδικήματα από κοινού. «Η συνύπαρξη παιδιών σε μια παραβατική ομάδα πολλαπλασιάζει τις πιθανότητα να εμπλακούν στην διάπραξη κάποιας παραβατικής πράξης. Από τα ποσοστά που αναφέρονται στη χρήση ουσιών (περίπου 50%) και από τις πληροφορίες που έχουμε σε σχέση με τον τρόπο που οργανώνονται παραβατικές ή άλλες δυσλειτουργικές πράξεις, φαίνεται ότι η χρήση χασίς ή αλκοόλ σε συνδυασμό με την πίεση των συνομηλίκων, πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες να διαπράξει ο ανήλικος κάποια σοβαρότερη παραβατική πράξη ή να προβεί σε επικίνδυνη και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά», διευκρινίζει η ερευνήτρια.
«Θα πρέπει να σκεφτούμε καλά», συνεχίζει, «ποια είναι τα πράγματα που θα μπορούσαμε να κάνουμε για τα παιδιά που πολύ εύκολα θα χαρακτηρίζαμε "χαμένες περιπτώσεις". Η απουσία της κατάλληλης νομοθεσίας, η απουσία ενημέρωσης και η απουσία κατάλληλων παρεμβάσεων έχει οδηγήσει στο να ενδυναμώνονται οι ανήλικοι στο δυσλειτουργικό τους ρόλο, με πολύ αρνητικές συνέπειες για το δικό τους μέλλον, αλλά και το μέλλον της κοινότητας. Προς το παρόν, τα παιδιά θεωρούν ότι είναι ενδυναμωμένα στον ρόλο τους ως παραβατικά, έχουν μία αίσθηση παντοδυναμίας απέναντι στο νόμο και αγνοούν τις συνέπειες των πράξεων τους για τον εαυτό τους και τους άλλους».