Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
20:37 | 24/11/2021

Μια ιστορία μυθοπλασίας, για τη βία κατά των γυναικών- Γράφει ο Λάμπρος Δημητρέλος


 

Η πίεση των χεριών του είχε γίνει αφόρητη γύρω απ’ τον λαιμό της, την έσφιγγαν σα μέγγενη. Αυτή, είχε γραπώσει τους καρπούς του προσπαθώντας να τους απομακρύνει. Μάταια. Πλέον δε μπορούσε να μιλήσει. Να φωνάξει; Αδύνατον. Τα μεγάλα καστανά της μάτια, είχαν γίνει πια τεράστια και τον κοιτούσαν απευθείας μέσα στα δικά του. Το πρόσωπό του είχε αλλάξει, είχε παραμορφωθεί. Εκείνη είχε αρχίσει να ζαλίζεται. Ένιωθε τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν. «Με σκοτώνεις», είπε μέσα της. Έτσι όπως ήταν πεσμένη στο έδαφος, με αυτόν από πάνω της να τη στραγγαλίζει, μπορούσε να δει την πόλη από ψηλά, μέσα απ’ τη μεγάλη μπαλκονόπορτα του διαμερίσματος του 6ου. Τα αυτοκίνητα κινούνταν αργά, οι άνθρωποι ζούσαν τις ζωές τους. Όλοι ανυποψίαστοι πως μερικούς ορόφους πάνω απ’ τα κεφάλια τους, μια γυναίκα βασανιζόταν φρικτά. Πως μια γυναίκα δολοφονούνταν. Κι αυτή εκεί… Μόνη. Αβοήθητη. Ο εγκέφαλός της χρησιμοποιούσε το ελάχιστο οξυγόνο που έφτανε σε αυτόν μόνο για να προβάλλει εικόνες απ’ τα περασμένα. Το παθαίνουν αυτό λένε, όσοι νιώθουν το αίσθημα του επικείμενου θανάτου. Σαν φιλμ που έτρεχε σε φόντο σέπια, είδε τον εαυτό της πέντε χρονών, χέρι – χέρι με τον παππού της, Άνοιξη στην εξοχή, να μαζεύουν αγριολούλουδα σ’ ένα απέραντο ανθισμένο λιβάδι... Είδε όλους τους φίλους της μαζεμένους γύρω απ’ την τούρτα γενεθλίων της στα έντεκα, να φορούν εκείνα τα αστεία χάρτινα κωνικά καπελάκια... Είδε το πιο ρομαντικό της φιλί, σε μια ντουζίνα σκαλάκια της Παλιάς Πόλης… Είδε την πρώτη της μέρα στο αμφιθέατρο του πανεπιστημίου…  Τώρα; Τώρα το σώμα της είχε παραδοθεί σ’ αυτόν, λιποθυμούσε κάτω απ’ το βάρος του σώματός του. Έσβηνε αργά, σαν κερί που τρεμοπαίζει σε σκοτεινό δωμάτιο, κοιτάζοντας τη θολή πια πόλη, στην οποία όλοι και όλα έτρεχαν. Ρευστές ασπρόμαυρες σκιές που έρρεαν μακριά. Μακριά της. Ναι, ήταν αβοήθητη…

Το κουδούνι του διαμερίσματος ακούστηκε επίμονα δυο φορές.

«Αστυνομία!»

Εκείνη η στιβαρή φωνή, πίσω απ’ την πόρτα, ήταν ο από μηχανής θεός της.

«Αστυνομία, ανοίξτε!»

Πλέον ο αστυνομικός είχε σταματήσει να πιέζει το κουδούνι και χτυπούσε δυνατά την πόρτα με το κάτω μέρος της σφιγμένης γροθιάς του.

- «Πάμε να φύγουμε, δεν είναι τίποτα. Λογικά φάρσα μας έκαναν», ψιθύρισε ο δεύτερος αστυνομικός.

Ο Αρχιφύλακας Πέρρος αγνόησε τον αποψινό συνεργάτη του, που έτσι κι αλλιώς δεν πολυσυμπαθούσε και συνέχισε να χτυπά την πόρτα. Γνώριζε καλά πως αν όντως κάποιος χρειαζόταν βοήθεια μέσα σ’ εκείνο το διαμέρισμα, ο χρόνος του τελείωνε. Έτσι, έπαιξε το τελευταίο του χαρτί:

«Αστυνομία, ξέρουμε ότι είσαι μέσα. Άνοιξε, αλλιώς σε λίγο δε θα υπάρχει πόρτα».

Η μπλόφα του πολύπειρου αστυνομικού είχε πετύχει… Αυτός, απέσυρε τη δύναμή του από τον λαιμό της και κοίταξε γύρω σαν αγρίμι σε κλουβί. Η κοπέλα προσπάθησε να πάρει μερικές ανάσες βήχοντας. Ήθελε να ουρλιάξει ΒΟΗΘΕΙΑ, όμως της ήταν αδύνατον. Έβηξε ακόμη πιο δυνατά, ελπίζοντας ο από μηχανής θεός της να καταλάβει… Και ναι, δε χρειάστηκε τίποτα περισσότερο. Η πόρτα υποχώρησε με έναν εκκωφαντικό κρότο και τη θέση της πήρε ο σωματώδης αστυνομικός. Εκείνη, ήταν δεν ήταν είκοσι ετών. Μια πανέμορφη νεαρή κοπέλα, με μοναδική παραφωνία τα μελανέρυθρα σημάδια της «αγάπης» του «άντρα» στο πρόσωπό της. Ο Πέρρος έριξε μια κλεφτή ματιά πάνω απ’ τον ώμο του για να βρει τον συνεργάτη του. Τον είδε να έχει κάνει αρκετά βήματα πίσω και να στέκεται ζαρωμένος στη γωνία του κλιμακοστασίου. «Δεν περίμενα τίποτα καλύτερο», μουρμούρισε. Ο «άντρας», εγκλωβισμένος μέσα στο διαμέρισμα, είχε τώρα μετατραπεί σε ένα τρομαγμένο ζώο που έψαχνε απελπισμένα τρόπο διαφυγής.

Ο «άντρας»…

Πόσο αντιφατικό ακουγόταν αυτός ο άνθρωπος ν’ αποκαλείται άνδρας...

Άνθρωπος; Χμμμ…

Το εγκλωβισμένο αυτό αγρίμι, σε μια απέλπιδα προσπάθεια διαφυγής, άρπαξε ένα στιλέτο από το τραπέζι και το κόλλησε στον λαιμό της κοπέλας που με πολλή προσπάθεια έβρισκε τις ανάσες της.

- «Έξω απ’ το σπίτι μου παλιόμπατσε», είπε κρατώντας την ως όμηρο.

- «Τώρα το έκανες πολύ πιο δύσκολο για σένα νεαρέ μου…»

Ο Αρχιφύλακας που υπηρετούσε για πάνω από 25 χρόνια στα περιπολικά του 100, είχε διακρίνει κάτι στο γυαλιστερό βλέμμα της νεαρής κοπέλας. Κάτι σπινθηροβόλο, κάτι πραγματικά άγριο. Η ανάσα της είχε ξαναγίνει γρήγορη, τώρα όμως όχι από φόβο ή αγωνία. Το σώμα της ετοιμαζόταν για μάχη. Με τα μάτια τους, συμφώνησαν πως ήταν η κατάλληλη στιγμή. Ο «άγριος» ένιωσε το χτύπημα του αγκώνα της στο στομάχι του, σαν λάκτισμα αλόγου. Εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία, ο Αρχιφύλακας Πέρρος τον πλησίασε με γρήγορες κινήσεις και πριν αυτός το αντιληφθεί, είχε βρεθεί μπρούμυτα στο πάτωμα με χειροπέδες. Εκείνη, αν και λαβωμένη, σηκώθηκε αγέρωχη στο ύψος της. Με το λευκό της φόρεμα, έμοιαζε θεόρατη πάνω από εκείνον τον δεμένο πισθάγκωνα τιποτένιο κρετίνο. Η όψη της ήταν η όψη μιας γυναίκας που είχε πια σπάσει τα δεσμά του φόβου. Η όψη μιας πολεμίστριας. Μιας Βαλκυρίας… Σε αντίθεση με τον μέχρι πριν λίγες στιγμές, «άγριο άντρα». Σε αντίθεση μ’ αυτό το τρομαγμένο πλέον και μικρό, μικροσκοπικό ανθρωπάκι…

Ο αστυνομικός κάλεσε ασθενοφόρο από τον ασύρματό του.

- «Δε χρειάζεται, είμαι μια χαρά», του είπε ήρεμα.  «Τώρα, είμαι μια χαρά. Ωστόσο είχα πιστέψει πως δε θα με βρείτε. Είχα στ’ αλήθεια πειστεί πως δε θα σωθώ».

- «Κι όμως τα καταφέραμε και κυρίως, τα κατάφερες. Εσύ… Αλήθεια, πώς είναι το όνομά σου;»

- «Αθηνά».

Ο αστυνομικός χαμογέλασε. «Αθηνά, η Θεά της σοφίας, της στρατηγικής και του πολέμου». Πολύ ταιριαστό όνομα, σκέφτηκε.

Πράγματι, το τέχνασμά της ήταν πολύ έξυπνο. Όταν ο σύντροφός της ξεκίνησε να κλιμακώνεται και να της επιτίθεται λεκτικά, με αφορμή μια σκηνή ζηλοτυπίας που μόνο στη φαντασία του υπήρχε, αυτή υποψιάστηκε πως η βίαιη συμπεριφορά του δε θα μείνει σ’ αυτά στα οποία την είχε τόσον καιρό συνηθίσει. Έτσι, πήρε κρυφά το κινητό του κι έστειλε ένα κενό μήνυμα στο 100. Οι αστυνομικοί μέσω της τηλεφωνικής σύνδεσης θα εντόπιζαν τη διεύθυνση του κατόχου του κινητού. Η συνέχεια ήταν απλή μα όχι εύκολη για τον Αρχιφύλακα Πέρρο, ο οποίος μέσα από έναν λογαριασμό ρεύματος και μια προσεκτική παρατήρηση των ρολογιών της ΔΕΗ, εντόπισε το ακριβές διαμέρισμα.

«Δεν το μοιραζόμουν με κανέναν αυτό που βίωνα… Στην αρχή ήταν βίαιος απέναντί μου μόνο λεκτικά. Για ασήμαντες αφορμές. Την πρώτη φορά που με χτύπησε, προσπάθησα να τον εγκαταλείψω. Με παρακάλεσε να τον συγχωρήσω. Τον πίστεψα… Την επόμενη φορά όμως έγινε πιο βίαιος. Και τη μεθεπόμενη ακόμη περισσότερο. Έφτασε να με ελέγχει συνεχώς. Με πίεζε. Σωματικά και ψυχικά. Ακόμη κι όταν τηλεφωνούσα στους γονείς μου, ήθελε να είναι μπροστά. Να ακούει τι λέω… Σήμερα όμως κάτι ξύπνησε μέσα μου. Με το που ξεκίνησε τον τσακωμό, βρήκα τη δύναμη να στείλω αυτό το μήνυμα. Κι αυτός, σα να το διαισθάνθηκε, έγινε ακραία βίαιος. Αν δεν είχατε έρθει εγκαίρως, θα ήμουν η επόμενη. Η επόμενη στα δελτία ειδήσεων…»

Τα μάτια της γέμισαν. «Είστε ο ήρωάς μου…», του είπε με ραγισμένη φωνή.

Ήρωας, λένε τα βιβλία, είναι αυτός που κατέχει ικανότητες μεγαλύτερες από εκείνες του μέσου ανθρώπου και οι οποίες τον βοηθούν να εκτελέσει ασυνήθιστες και παράτολμες αγαθοεργές πράξεις. Αυτές οι δυνάμεις δεν είναι απαραίτητα μόνο σωματικές, αλλά και διανοητικές ή ψυχικές. Και η νεαρή κοπέλα εκείνη την ημέρα, ήταν ακριβώς αυτό.

- «Όχι Αθηνά… Η ηρωίδα είσαι εσύ. Εσύ έκανες την υπέρβαση σήμερα. Νίκησες πρώτα τον φόβο και μετά αυτόν…», της απάντησε.

Ο Πέρρος κοίταξε τη θέα από τη μεγάλη μπαλκονόπορτα. Παρατήρησε την πόλη, τον κόμβο… Παρά τα όσα είχαν δει τα μάτια του τόσα χρόνια στους δρόμους, δε μπορούσε να συνειδητοποιήσει το πόσος πόνος κρυβόταν πίσω από τις κλειστές πόρτες. Αθώοι υποφέρουν, σκέφτηκε. Ζωές καταστρέφονται. Η κίνηση της πόλης όμως δε σταματά. Οι άνθρωποι δε δίνουν προσοχή κι απ’ όσους δώσουν, πολλοί θα κάνουν ότι δεν είδαν, ότι δεν άκουσαν…

Οι διασώστες του ασθενοφόρου διέκοψαν τις σκέψεις του. Η Αθηνά περπατούσε προς την πόρτα μαζί τους, όταν ο Αρχιφύλακας Πέρρος της υποσχέθηκε:

«Θα φροντίσω η ιστορία σου ν’ ακουστεί. Να μάθουν όλες για την Αθηνά που κοίταξε το θηρίο κατάματα. Που το αντιμετώπισε ξεπερνώντας τον φόβο και που ζήτησε βοήθεια. Που πολέμησε. Και που νίκησε. Θα φροντίσω να μάθουν όλοι για την Αθηνά που δεν έμεινε αβοήθητη στην πόλη…»

Ο κόμβος Κουρτέση. Πάτρα, 2021. Φωτ. Βασίλης Μαυρομύτης
 
Πηγή:  thebest.gr
Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis