Η Σαουδική Αραβία έχει ξοδέψει δισεκατομμύρια δολάρια σε συστήματα αεράμυνας προηγμένης τεχνολογίας καθώς και σε σύστηματα ραντάρ πρώιμης προειδοποίησης, ωστόσο ένας συνδυασμός πυραύλων Κρουζ και μη επανδρωμένων αεροσκαφών ήταν ικανός να διεισδύσει στον εναέριο χώρο της το Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου, προκαλώντας σημαντικές ζημιές στα διυλιστήρια της εταιρείας Aramco, στην περιοχή Aμπκάικ.
Οι εξελίξεις αυτές φανερώνουν την ύπαρξη σοβαρών μειονεκτημάτων σχετικά με τις τοποθεσίες όπου βρίσκονται εγκατεστημένα τα παραπάνω συστήματα αλλά για το τι είναι, εν τέλει, σχεδιασμένα να κάνουν. Παράλληλα, καταδεικνύουν κι ένα μεγαλύτερο πρόβλημα: η εποχή των πολέμων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη καθίσταται μια μαζική πρόκληση για τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο.
Οι πύραυλοι Κρουζ που χρησιμοποιήθηκαν στις συγκεκριμένες επιθέσεις δεν ήταν παρά επανεξοπλισμένες εκδόσεις πυραύλων που είχαν σχεδιαστεί κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70. Όσο εκλεπτυσμένος κι αν είναι ο σχεδιασμός των drone, αυτά θεωρούνται ακόμα και τώρα ως «ο πύραυλος του φτωχού». Με άλλα λόγια, το 5% της παγκόσμιας προμήθειας πετρελαίου εξουδετερώθηκε από όπλα που δεν κοστίζουν ούτε δισεκατομμύρια ούτε καν εκατομμύρια δολάρια.
[custom:google-ads]
Αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας δήλωσε στο CNNi ότι τα αντιπυραυλικά αμυντικά συστήματα της Σαουδικής Αραβίας και των ΗΠΑ ούτε εντόπισαν ούτε κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν τους πυραύλους. Ένα από τους λόγους αυτής της αποτυχίας έγκειται στο γεγονός ότι η «αντιπυραυλική αρχιτεκτονική» είναι προσανατολισμένη ως επί το πλείστον προς την Υεμένη, απ’ όπου εξαπολύονται τακτικά πύραυλοι και μη επαναδρωμένα αεροσκάφη κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών, δήλωσε ο ίδιος αξιωματούχος.
Στον απόηχο των επιθέσεων, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, διέταξε την επιβολή νέων κυρώσεων σε βάρος του Ιράν. Παρά το γεγονός ότι ο Τραμπ δεν έχει δηλώσει οριστικά ότι η Τεχεράνη βρίσκεται πίσω από τα χτυπήματα αυτά, άλλοι αξιωματούχοι της κυβέρνησής του ρίχνουν το φταίξιμο στο Ιράν, που αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε ευθύνη.
Σύμφωνα με πηγή που γνωρίζει καλά τις έρευνες της Σαουδικής Αραβίας και των ΗΠΑ σχετικά με τις επιθέσεις, οι πύραυλοι Κρουζ πέταξαν σε πολύ χαμηλό υψόμετρο, ώστε να αποφευχθεί ο εντοπισμός τους από τα σαουδαραβικά ραντάρ και απέφυγαν να πετάξουν πάνω από τον Περσικό Κόλπο, όπου τα αμερικανικά και σαουδαραβικά συστήματα ραντάρ είναι ισχυρότατα.
Τα τελευταία δύο χρόνια, οι Σαουδάραβες έχουν αντιμετωπίσει αποτελεσματικά ένα μπαράζ επιθέσεων από βαλλιστικούς πυραύλους μικρού βελήνεκους που πυροδοτούνταν από την Υεμένη. Ο εκπρόσωπος του σαουδαραβικού υπουργείου Άμυνας, αντισυνταγματάρχης Τούρκι αλ Μάλκι, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου την Τετάρτη πως το Βασίλειο αναχαίτισε περισσότερους από 230 τέτοιους πυραύλους.
Οι βαλλιστικοί πύραυλοι, όμως, που βγαίνουν και στη συνέχεια ξαναμπαίνουν στην ατμόσφαιρα, δεν είναι πλέον το τρέχον πρόβλημα.
Η Σαουδική Αραβία διαθέτει έξι μεραρχίες αμερικανικών αντιαεροπορικών συστημάτων Patriot, που είναι σχεδιασμένες να εξουδετερώνουν επερχόμενες πυραυλικές επιθέσεις. Ο Τζέρεμι Μπίνι, συντάκτης Μέσης Ανατολής για την εβδομαδιαία αμυντική επιθεώρηση Jane’s Defence, λέει ότι σύμφωνα με τις εικόνες των δορυφόρων «οι Σαουδάραβες μετακίνησαν τα αντιπυραυλικά τους συστήματα προς τα πίσω, για να μπορούν να υπερασπίζονται στο εξής και την ανατολική επαρχία, με τους Patriot να στοχεύουν τόσο προς το Ιράν όσο και προς την Υεμένη.
Πρόσφατα, ακόμη μία συστοιχία πυραύλων Patriot αναπτύχθηκε στ’ ανατολικά της Αμπκάικ, αλλά με μέτωπο προς την Υεμένη. Κάθε πύραυλος Κρουζ που πλησιάζει από το Βορρά, όμως, θα γινόταν μετά βίας αντιληπτός – ή και καθόλου – από τα σαουδαραβικά ραντάρ.
«Το πρόβλημα επιδεινώνεται και εξαιτίας του ότι το Ιράν έχει αναπτύξει τους πυραύλους Κρουζ, με εμβέλειες που μπορούν να εκμεταλλευτούν τα κενά ασφαλείας που έχουν τα αντιπυραυλικά συστήματα. Τα σαουδαραβικά αμυντικά συστήματα βρίσκονται ήδη σε πλήρη ανάπτυξη, εξαιτίας της απειλής που συνιστά η Υεμένη και πλέον αυτά τα νέα ιρανικά όπλα δημιουργούν ακόμη περισσότερες επιλογές για επιθέσεις», σημειώνει ο Μπίνι.
Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου στο cnn.gr