Κατέφυγε στην οροσειρά τού Πενταδάκτυλου, σε μια σπηλιά. Εκεί τον βρήκε ο βοσκός από τη Λάπηθο, γέρο Γιώργος Ζοππής και άρχισε να τον τροφοδοτεί, εκμεταλλευόμενος το επάγγελμά του που δικαιολογούσε την καθημερινή παρουσία του στο βουνό. Εκεί ο Αυξεντίου μαθαίνει στους αγωνιστές την χρήση των όπλων, καθώς και τεχνικές ανταρτοπόλεμου.
Η δράση του ήταν πλούσια τόσο στον Πενταδάκτυλο όσο και στο όρος Τρόοδος όπου κατέφυγε αργότερα. Κρυφά παντρεύτηκε και κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες την ως τότε μνηστή του Βασιλεία Παναγή, μια νύχτα στο μοναστήρι του Αχειροποιήτου στις 10/6/1955.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1955 επέδειξε τις εξαίρετες στρατιωτικές του ικανότητες στην ιστορική μάχη των Σπηλιών, παρασύροντας δυο φάλαγγες των Άγγλων στρατιωτών, που ανηφόριζαν προς τα κρησφύγετα, να συγκρουστούν μεταξύ τους.
Το Πάσχα του 1956 βρίσκει τον ήρωα ν’ αναρρώνει στο ιστορικό (ιδρύθηκε το 1148) μοναστήρι του Μαχαιρά, μετά από εγχείρηση. Εκεί συνέβη και το πρωτοφανές της εμφάνισής του ενώπιον των διωκτών του, όταν πάνω από 100 Άγγλοι αξιωματικοί και στρατιώτες έζωσαν το μοναστήρι. Μεταμφιεσμένος σε καλόγερο, με γενειάδα και ράσο, ο Γρηγόρης Αυξεντίου παρουσιάστηκε και συστήθηκε στον Άγγλο επικεφαλής αξιωματικό ως ο «πάτερ-Xρύσανθος» και στην συνέχεια τους…κέρασε. Ο Διγενής τού ανέθεσε μαζί με τον τομέα Πιτσιλιάς και τα χωριά της Ορεινής – Μαχαιρά. Τον Ιούλιο του 1956 προστέθηκαν στον τομέα του και τα κρασοχώρια Λεμεσού.
Η δράση του ήταν πλούσια τόσο στον Πενταδάκτυλο όσο και στο όρος Τρόοδος όπου κατέφυγε αργότερα. Κρυφά παντρεύτηκε και κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες την ως τότε μνηστή του Βασιλεία Παναγή, μια νύχτα στο μοναστήρι του Αχειροποιήτου στις 10/6/1955.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1955 επέδειξε τις εξαίρετες στρατιωτικές του ικανότητες στην ιστορική μάχη των Σπηλιών, παρασύροντας δυο φάλαγγες των Άγγλων στρατιωτών, που ανηφόριζαν προς τα κρησφύγετα, να συγκρουστούν μεταξύ τους.
Το Πάσχα του 1956 βρίσκει τον ήρωα ν’ αναρρώνει στο ιστορικό (ιδρύθηκε το 1148) μοναστήρι του Μαχαιρά, μετά από εγχείρηση. Εκεί συνέβη και το πρωτοφανές της εμφάνισής του ενώπιον των διωκτών του, όταν πάνω από 100 Άγγλοι αξιωματικοί και στρατιώτες έζωσαν το μοναστήρι. Μεταμφιεσμένος σε καλόγερο, με γενειάδα και ράσο, ο Γρηγόρης Αυξεντίου παρουσιάστηκε και συστήθηκε στον Άγγλο επικεφαλής αξιωματικό ως ο «πάτερ-Xρύσανθος» και στην συνέχεια τους…κέρασε. Ο Διγενής τού ανέθεσε μαζί με τον τομέα Πιτσιλιάς και τα χωριά της Ορεινής – Μαχαιρά. Τον Ιούλιο του 1956 προστέθηκαν στον τομέα του και τα κρασοχώρια Λεμεσού.
Στις 31 Δεκεμβρίου του 1956, παραμονή Πρωτοχρονιάς, κυκλώνεται μαζί με τα παλικάρια του στο χωριό Ζωοπηγή και ακολουθεί σφοδρή σύγκρουση. Ο Αυξεντίου τραυματίζεται, αλλά διαφεύγει, αφήνει όμως νεκρό πίσω, τον συναγωνιστή του Μάκη Γεωργάλλα.
Την 1η Μαρτίου του 1957, οι Άγγλοι ξαναεισβάλλουν στο μοναστήρι του Μαχαιρά. Υποβάλουν σ’ εξαντλητική ανάκριση τον αγωγιάτη της Μονής και τον αναγκάζουν ν’ αποκαλύψει ότι ο Αυξεντίου έχει κατασκευάσει καταφύγιο-κρύπτη ένα χιλιόμετρο πιο κάτω.
Την 1η Μαρτίου του 1957, οι Άγγλοι ξαναεισβάλλουν στο μοναστήρι του Μαχαιρά. Υποβάλουν σ’ εξαντλητική ανάκριση τον αγωγιάτη της Μονής και τον αναγκάζουν ν’ αποκαλύψει ότι ο Αυξεντίου έχει κατασκευάσει καταφύγιο-κρύπτη ένα χιλιόμετρο πιο κάτω.
Στις 3 Μαρτίου 1957, Άγγλοι στρατιώτες περικύκλωσαν το κρησφύγετό του κοντά στον Μαχαιρά.
Ο Γρηγόρης φώναξε τότε:
«Σύντροφοι, ο θεός να με βγάλει ψεύτη, προδοθήκαμε». «Αρχηγέ, μαζί σου και στον θάνατο» ψιθύρισαν όλοι. Δεν πρόλαβαν να τελειώσουν την κουβέντα τους και οι στρατιώτες έφθασαν στην είσοδο του κρησφύγετου. Φώναξαν στους άνδρες να παραδοθούν όμως καμία απάντηση.
Η μάχη κράτησε για ώρες. Στην ομάδα του ήταν οι Ανδρέας Στυλιανού, Αυγουστής Ευσταθίου, Αντώνης Παπαδόπουλος και Φειδίας Συμεωνίδης, τους οποίους, όμως, διέταξε να βγουν από το κρησφύγετο και να παραδοθούν για να σωθούν, ενώ αυτός έμεινε και πολέμησε μόνος επί 10 ώρες τους εχθρούς, τραυματισμένος από θραύσμα χειροβομβίδας. Ο ίδιος αποφασισμένος να μην πέσει ζωντανός στα χέρια των Άγγλων και αν χρειαστεί να θυσιαστεί τους είπε επί λέξη:
Μέχρι σήμερα μαθαίνατε πώς πολεμούν οι Έλληνες. Σήμερα θα μάθετε και πως πεθαίνουν.
Ο Γρηγόρης φώναξε τότε:
«Σύντροφοι, ο θεός να με βγάλει ψεύτη, προδοθήκαμε». «Αρχηγέ, μαζί σου και στον θάνατο» ψιθύρισαν όλοι. Δεν πρόλαβαν να τελειώσουν την κουβέντα τους και οι στρατιώτες έφθασαν στην είσοδο του κρησφύγετου. Φώναξαν στους άνδρες να παραδοθούν όμως καμία απάντηση.
Η μάχη κράτησε για ώρες. Στην ομάδα του ήταν οι Ανδρέας Στυλιανού, Αυγουστής Ευσταθίου, Αντώνης Παπαδόπουλος και Φειδίας Συμεωνίδης, τους οποίους, όμως, διέταξε να βγουν από το κρησφύγετο και να παραδοθούν για να σωθούν, ενώ αυτός έμεινε και πολέμησε μόνος επί 10 ώρες τους εχθρούς, τραυματισμένος από θραύσμα χειροβομβίδας. Ο ίδιος αποφασισμένος να μην πέσει ζωντανός στα χέρια των Άγγλων και αν χρειαστεί να θυσιαστεί τους είπε επί λέξη:
Μέχρι σήμερα μαθαίνατε πώς πολεμούν οι Έλληνες. Σήμερα θα μάθετε και πως πεθαίνουν.
Σε προτροπές τών Άγγλων να παραδοθεί είχε μόνο μία απάντηση να δώσει «Μολών Λαβέ». Αμέσως, τέσσερις στρατιώτες όρμησαν μέσα στην σπηλιά. Ο Αυξεντίου τους υποδέχτηκε με καταιγιστικά πυρά. Οι τρεις Βρετανοί οπισθοχώρησαν έντρομοι, ο τέταρτος, ένας δεκανέας, έπεσε νεκρός.
Σύμφωνα με μαρτυρία του συμπολεμιστή του Αυγουστή Ευσταθίου, που μετά τη ρίψη χειροβομβίδας στο κρησφύγετο επέστρεψε, με υπόδειξη των Άγγλων, για να διακριβώσει αν ο Αυξεντίου ήταν ζωντανός και να τον πείσει να παραδοθεί.
Ο Αυγουστής προτίμησε να μείνει μαζί με τον αρχηγό του. Ο Γρηγόρης φώναξε: «Τώρα είμαστε δύο. Ελάτε να μας πάρετε». Και η μάχη συνεχίστηκε ως το απόγευμα. Προσπάθειά τους ήταν να κρατήσουν τη μάχη μέχρι να νυχτώσει και επωφελούμενοι από το σκοτάδι να διαφύγουν.
Οι Άγγλοι στρατιώτες, που αντιλήφθηκαν τον σκοπό τους, περιέλουσαν το κρησφύγετο με βενζίνη, το πυρπόλησαν και έκαψαν ζωντανό τον Αυξεντίου, ενώ ο Αυγουστής Ευσταθίου, με βαριά εγκαύματα, επιχειρεί έξοδο και συλλαμβάνεται.
Ο Αυγουστής προτίμησε να μείνει μαζί με τον αρχηγό του. Ο Γρηγόρης φώναξε: «Τώρα είμαστε δύο. Ελάτε να μας πάρετε». Και η μάχη συνεχίστηκε ως το απόγευμα. Προσπάθειά τους ήταν να κρατήσουν τη μάχη μέχρι να νυχτώσει και επωφελούμενοι από το σκοτάδι να διαφύγουν.
Οι Άγγλοι στρατιώτες, που αντιλήφθηκαν τον σκοπό τους, περιέλουσαν το κρησφύγετο με βενζίνη, το πυρπόλησαν και έκαψαν ζωντανό τον Αυξεντίου, ενώ ο Αυγουστής Ευσταθίου, με βαριά εγκαύματα, επιχειρεί έξοδο και συλλαμβάνεται.
Οι εμπρηστικές βόμβες πετρελαίου, λαμπαδιάζουν τα πάντα. Έτσι, καιόμενος σαν λαμπάδα, έπεσε ο Γρηγόρης Αυξεντίου, άμορφη μάζα από καμένη σάρκα, πυροβολώντας ως το τέλος, Κυριακή 3 Μαρτίου 1957.
ΒΙΝΤΕΟ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΒΙΝΤΕΟ ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
onalert.gr