1. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης παρουσίασε στο Υπουργικό Συμβούλιο το νομοσχέδιο για την ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας: «Πρόκειται για ένα νέο αυτοτελές Σώμα, που θα υπάγεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και θα στελεχώνεται τόσο από ένστολο όσο και από πολιτικό-επιστημονικό προσωπικό. Το νέο αυτό Σώμα θα συμβάλλει ουσιαστικά στην ταχεία και αποτελεσματική απονομή της Δικαιοσύνης, αφού θα περιλαμβάνει επιστήμονες ειδικευμένους σε κρίσιμους τομείς, οι οποίοι θα παρέχουν γρήγορα και με υπευθυνότητα τις εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις τους σε ζητήματα επί εκκρεμών δικών, επικουρώντας ουσιαστικά τους δικαστές και τους εισαγγελείς στο έργο τους. Παράλληλα, αναμένεται να διασφαλίσει την αυτονομία της Δικαιοσύνης ως προς την φύλαξη των δικαστικών μεγάρων και την εκτέλεση των εκκρεμών ποινικών καταδικαστικών αποφάσεων, απελευθερώνοντας πολύτιμους ανθρώπινους πόρους για την Ελληνική Αστυνομία».
2. Τελικά «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν». Στην ουσία βλέπουμε ένα Σώμα… «κλητήτων» (αν δούμε και τις λεπτομέρειες θα βρούμε πολλούς … διαβόλους). Η «συντεχνιακή» λογική είναι παρούσα και επικρατεί (ικανοποιεί λέει πάγιο συνδικαλιστικό αίτημα δικαστών-εισαγγελέων!). Είναι αυτονόητο, ότι κανένα ειδικευμένο προσωπικό δεν μπορεί να καλύψει και να υποκαταστήσει το θεσμό της πραγματογνωμοσύνης και το εύρος των γνωστικών αντικειμένων (ειδικοτήτων), που απαιτούν οι ανακριτικές διαδικασίες. Και το σοβαρότερο καμιά ανάληψη ευθύνης όσον αφορά τη «διεύθυνση της προανάκρισης», που επιτάσσει ο Οργανισμός των Δικαστηρίων και ο Κ.Π.Δ. Αυτή εγκαταλείπεται έτι περαιτέρω (για να μην πούμε οριστικά). Και εκεί εντοπίζεται το πρόβλημα σήμερα. Ότι δηλαδή οι Εισαγγελικές Αρχές είναι απούσες (μήπως για να μη χάσουν τη …βόλεψή τους;) και επί της ουσίας «αρνούνται» να ασκήσουν τις υποχρεώσεις τους (δεν κάνουν τη δουλειά, που επιτάσσει ο νόμος), όσον αφορά τη δικαστική αστυνομία (ΕΛ-ΑΣ), που ασκεί καθήκοντα ανακριτικά (προκαταρκτική εξέταση και προανάκριση), όπως αυτά προσδιορίζονται στο άρθρο 251 Κ.Π.Δ., με σκοπό τη «συλλογή και διατήρηση των αποδείξεων και προς εξασφάλιση των ιχνών του εγκλήματος».
3. Επαναλαμβάνουμε και πάλι, ότι η λύση είναι απλή και χωρίς δημοσιονομικό κόστος: Αντί να ιδρύσουμε νέο Σώμα, τοποθετούνται σε όλες τις Δ/νσεις Αστυνομίας, Αστυν.Δ/νσεις, Δ/νσεις Ασφαλείας κ.λ.π. Εισαγγελικοί Λειτουργοί, με τη σύσταση Γραφείου Εισαγγελέα (από την αστυνομική Υπηρεσία παρέχεται η αναγκαία υλικοτεχνική και γραμματειακή υποστήριξη), οι οποίοι, σε συνεργασία με τον Διευθύνοντα Εισαγγελέα, θα εποπτεύουν και θα διευθύνουν το προανακριτικό έργο, σύμφωνα με τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν (έχει κατατεθεί σχετική πρόταση νομοθετικής ρύθμισης-τροπολογία). Το μοντέλο αυτό ήδη λειτουργεί επιτυχώς στο Οργανωμένο Έγκλημα, στα Ναρκωτικά, στην Αντιτρομοκρατική κ.λ.π. Αντί δηλαδή να έχουμε διάσπαση, σύγχυση και επικάλυψη αρμοδιοτήτων (πότε δηλ. θα επιλαμβάνεται το νέο Σώμα και πότε η ΕΛ-ΑΣ;), φέρνουμε πιο κοντά τις Εισαγγελικές Αρχές σε μια άμεση και ουσιαστική «διεύθυνση της προανάκρισης». Λύση που υπηρετεί και την αρχή της «ενότητας της προσταγής»!!!
Νικόλαος Αθ. Μπλάνης
Αντιστράτηγος Αστυνομίας ε.α.
Επίτιμος Προϊστάμενος Κλάδου Οργάνωσης
και Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.Α./Υ.Δ.Τ.