Με αφορμή τα επεισόδια και τις βανδαλισμούς από οργανωμένες ομάδες κουκουλοφόρων σχόλιο Αστυνομικού*.
«Τις τελευταίες ημέρες γίνεται πολύ μεγάλη κουβέντα για τα προβλήματα ανομίας στην Πρωτεύουσα και πως αυτά θα εξαλειφθούν.
Βέβαια για να μπορέσει κανείς να είναι επαρκής στα θέματα αυτά θα πρέπει να μην αλληθωρίζει.
Είναι πρωτόγνωρα τα γεγονότα που ζούμε τις τελευταίες ημέρες στην Αθήνα;
Όχι βέβαια.
Εύκολα μπορούμε να ανασύρουμε στην μνήμη μας τι συνέβαινε μετά τον Δεκέμβρη του 2008 και την δολοφονία Γρηγορόπουλου και ιδιαίτερα το 2009 όπου σχεδόν κάθε βράδυ είχαμε εμπρησμούς σε ΑΤΜ και διάφορες εμπορικές επιχειρήσεις σε όλη την Αττική και στη συνέχεια ολονύκτιο «πάρτι» μολότοφ στην γνωστή συνοικία των Αθηνών.
Η πολιτική και η φυσική Ηγεσία αναζητούσε λύσεις.
Είναι επιχειρησιακά εύκολο να πεις, τι κάνεις όταν καταδιώκεις κάποιους κακοποιούς που οπλοφορούν και βάλουν εναντίον σου ή εναντίον πολιτών και το νομικό οπλοστάσιο σχεδόν πλήρης στην περίπτωση αυτή.
Το ίδιο θα έλεγα συμβαίνει στην περιφρούρηση ενός στόχου ή μιας πορείας και στην προσπάθεια κάποιων να παραβιάσουν τα μέτρα ασφαλείας .
Τι γίνεται όμως στην περίπτωση της καταδρομικής επιχείρησης δέκα – είκοσι ατόμων που σπάνε και καίνε ότι επιθυμούν.
Πως μπορούσε η αστυνομία να ανταπεξέλθει - να πω δε στο σημείο αυτό ότι η πολιτεία και η εκαστοτε κυβέρνηση το πρώτο πράγμα που σκέπτεται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η καταστολή και όχι η εξάλειψη της γενεσιουργού αιτίας – σε τέτοιες προκλήσεις;
Τότε λοιπόν επιχειρησιακά και πολιτικά αποφασίστηκε η δημιουργία μιας ομάδας που θα μπορεί να αντιδρά γρήγορα, άμεσα, κατασταλτικά εμπλεκόμενη με τους μπαχαλακηδες και να αποτρέπει το έργο τους. Εδω να πούμε για κάποιους ότι καμιά συμπλοκή δεν γίνεται χωρίς βία και κανένα ρόπαλο δεν σταματάει με γλυκόλογα.
Βεβαια η ομάδα Δελτα, όπως και πολλά άλλα στην Ελλάδα σύντομα έχασε τον ρόλο της, τον έλεγχο της και την αποστολή της. Νομικά ακάλυπτη, χρησιμοποιήθηκε σε επιχειρήσεις που ήταν καταδικασμένη να αποτύχει (πορείες, διαδηλώσεις , απεργίες ακόμα και φρούρηση ψυχικά πασχόντων σε νοσοκομεία που ήταν κρατούμενοι), δεν είχε αξιωματικούς που να αναλαμβάνουν τις ευθύνες των εντολών ,άρχισαν οι εσωτερικές έριδες και τα ρουσφετολογικά βολέματα. Σε κάθε δύσκολο περιστατικό αναζητούσαν εξιλαστήρια θύματα και πάντα την πλήρωναν όσοι δεν ήταν της κλίκας.
Υπονομεύτηκε λοιπόν εκ των εσω πολύ πριν καταργηθεί (Εδώ θα μπορούσα να πω πολλά αλλά μόνο κακό θα έκανα.).
Την εποχή λοιπόν, που την κατάργησε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν η εποχή που θα καταργούσε την ΥΜΕΤ την ΥΑΤ ,που δεν θα είχαν προβλήματα οι Έλληνες πολίτες, δεν θα υπήρχαν διαμαρτυρίες, εμπρησμοί και ακραίες καταστάσεις.
Μετά Ξημέρωσε….
Ήρθαμε στο σήμερα που δεν είναι διαφορετικό από το χτές αλλά είναι χειρότερο.
Η αστυνομία και το προσωπικό έχει υποστεί όλη την μνημονιακή λαίλαπα, η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ θελει αστυνομική προστασία ακόμα και για τα εξοχικά τους και οι πολίτες έρμαια.
Με πίκρα μπορώ να πω ότι σήμερα η Αττική στερείται ενός ολοκληρωμένου και ενιαίου δόγματος ασφαλείας.
Το προσωπικό αναλώνεται σε υπηρεσίες εντυπωσιασμού και όχι ουσίας.
Η κυβέρνηση, κομπάζει ότι χρησιμοποίει για την βουλή, το Μαξίμου, τα κόμματα την φρούρηση επισήμων πολύ λιγότερους από τους προηγούμενους αλλά κανείς δεν λέει ότι έχω εκπονήσει το τάδε σύστημα ασφαλείας και χρειάζομαι τόσους.
Η επανασύσταση της ομάδας ΔΕΛΤΑ ή η δημιουργία κάποιας παρόμοιας θα λύσει το πρόβλημα; Κατά την γνώμη μου όχι. (Αφήστε δε, που πιστεύω ότι ακόμα και αν θελήσουν δεν θα βρουν το κατάλληλο προσωπικό ).
Αυτό που χρειάζεται είναι να επανακαθοριστεί το δόγμα εσωτερικής ασφάλειας.
Να δούμε με ένα σύγχρονο βλέμμα την αντιμετώπιση των προβλημάτων, εκμεταλλευόμενοι την τεχνολογία και τα σύγχρονα μέσα, κάνοντας καλύτερη διαχείριση του προσωπικού.
Υπάρχουν άνθρωποι και μέσα και εξω από την αστυνομία που έχουν την γνώση και μπορούν να επανιδρύσουν την Ελληνική Αστυνομία αλλά αυτό πρέπει να γίνει με πολιτική ομοψυχία, χωρίς κομματικούς διαξιφισμούς και κορόνες και σε αυτό όποιος και όποτε το αποφασίσει πρέπει να στρατευθούμε όλοι κοινωνία, κόμματα, συνδικαλιστές, ηγεσίες.
Το σίγουρο είναι ότι το έμψυχο υλικό υπάρχει και είναι επαγγελματικά επαρκές για να το πετύχει».
___________
* Γιάννης Φαναριωτης, ΣΕΦΕΑΑ