28 Οκτωβρίου 1940. Ήδη από τις πρώτες πρωινές ώρες, όταν το ελληνικό έθνος ετέθη σύσσωμο σε κατάσταση πολεμικού συναγερμού, για να αντιμετωπίσει την ιταμή πρόκληση των Ιταλών κατακτητών, οι άνδρες της Ελληνικής Χωροφυλακής βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του αγώνα, έδρασαν με ταχύτητα και κοινοποίησαν το διάταγμα της επιστράτευσης.
Ταυτόχρονα, ανέλαβαν το έργο της γενικής κινητοποίησης, ιδιαίτερα ως προς την γρήγορη και αποτελεσματική οργάνωση και συγκρότηση των Εφέδρων του Σώματος. Συγκεκριμένα, 3.760 Έφεδροι Χωροφύλακες και 330 Υπαξιωματικοί συγκρότησαν το Τάγμα της Χωροφυλακής στο Στρατόπεδο «Μακρυγιάννη». Επιπλέον, μαζί με τα άλλα δύο Κέντρα Επιστράτευσης των Εφέδρων στη Θεσσαλονίκη και τη Λάρισα, ο αριθμός τους ανήλθε στις 15.000 άνδρες.
[custom:google-ads]
Το Αρχηγείο της Χωροφυλακής συγκρότησε από τους Εφέδρους στρατονομικά αποσπάσματα και ορίστηκαν έτσι οι υπηρεσίες προστασίας και επίβλεψης μεταφοράς τροφίμων, πολεμικών εφοδίων, επίταξης ζώων και οχημάτων, καθώς και του άμαχου πληθυσμού της χώρας μας. Παράλληλα, η Ελληνική Χωροφυλακή με τη στατική της δύναμη έλαβε αστυνομικά μέτρα προστασίας έργων κοινής ωφέλειας βιομηχανικών εγκαταστάσεων, πολεμικής παραγωγής, γεφυρών, συγκοινωνιακών κόμβων από ενδεχόμενα σαμποτάζ πρακτόρων του εχθρού και μάλιστα, ανέλαβε τον έλεγχο της επάρκειας ειδών διατροφής (ομαλή διακίνηση, πάταξη της κερδοσκοπίας, της απόκρυψης και υπερτιμολόγησης). Σημειωτέον, συγκροτήθηκε το Μηχανοκίνητο τμήμα, το οποίο εντάχθηκε στο Σύνταγμα Χωροφυλακής «Μακρυγιάννη» και αναχώρησε άμεσα για το πολεμικό μέτωπο.
Οι άνδρες της Χωροφυλακής, οι οποίοι υπηρετούσαν σε Αστυνομικές Υπηρεσίες της Ηπείρου, εντάχθηκαν ως ένοπλα πολεμικά Σώματα στο πλευρό των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων της παραμεθορίου. Η Ανωτέρα Διεύθυνση της Χωροφυλακής Υπείρου με εμπνευσμένη διαταγή της προέτρεπε το ανθρώπινο δυναμικό της που υπηρετούσε σε Υποδιοικήσεις και Σταθμούς Χωροφυλακής των παραμεθορίων περιοχών, να μείνουν πιστοί στο χρέος προς την πατρίδα και να μην παραδωθούν στους κατακτητές σε περίπτωση ενδεχόμενης εχθρικής επίθεσης.
Ο Υπομοίραρχος Χρ. ΖΕΡΒΟΣ, Διοικητής της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Πυρσόγιαννης Ιωαννίνων, αντέταξε σθεναρή και αποτελεσματική άμυνα με τους άνδρες του, όταν δέχθηκε την πρώτη ιταλική επίθεση. Το ίδιο ακριβώς έπραξε και ο Μοίραρχος Γ. ΣΤΡΑΤΙΔΑΚΗΣ, Διοικητής της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Πωγωνίου Ιωαννίνων. Ο Διοικητής της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Κόνιτσας Μοίραρχος Κ. ΤΟΜΠΡΟΣ παρέμεινε στην Κόνιτσα μαχόμενος ηρωικά με τους συναδέλφους του, μέχρις ότου έφτασαν στην περιοχή οι στρατιωτικές ενισχύσεις.
Τα στρατονομικά αποσπάσματα της Χωροφυλακής ενίσχυσαν τον Ελληνικό Στρατό με 59 Αξιωματικούς, 24 πεζούς Υπαξιωματικούς, 302 πεζούς Χωροφύλακες, 96 έφιππους Υπαξιωματικούς και 222 έφιππους Χωροφύλακες.
Το έργο της Ε.Χ. στη Β. Ήπειρο, όπου διεξήχθησαν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις από τον Ελληνικό Στρατό, ήταν πολυσχιδές και επίπονο. Το έργο της αστυνόμευσης των περιοχών διεξαγόταν με πνεύμα δικαιοσύνης, ισότητας δίχως διακρίσεις λόγω διαφορετικής εθνικότητας ή θρησκείας και όπως ήταν αναμενόμενο, σχολιάστηκε ευμενώς από τους κατοίκους των εν λόγω περιοχών, αλλά και από τους Διοικητές των Στρατιωτικών Ελληνικών Σχηματισμών.
Το Σώμα της Ελληνικής Χωροφυλακής κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου βρέθηκε στην πρώτη γράμμη μάχης, με ενθουσιασμό και πατριωτισμό. Αψήφισε τους κινδύνους και προσέφερε το μέγιστο δυνατό σε όλους τους τομείς δράσης. Σε αυτό το ένδοξο έπος του 1940, είναι πολλοί αυτοί που έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι για τα ιδανικά της ελευθερίας!
Στο Αστυνομικό μας Μουσείο διαφυλάσσονται σχετικό αρχειακό υλικό, στολές, κράνη και λοιπά τεκμήρια από τα πεδία των μαχών, για τη διατήρηση άσβεστης της ιστορικής μας μνήμης.
Δημήτριος Καλλιαντζής