Αναδημοσίευση από το athens.indymedia.org
Στις 25/5/2018 θα ξεκινήσει μια ακόμα δίκη ενάντια στον Επαναστατικό Αγώνα. Η δίκη αυτή στην οποία ο Επαναστατικός Αγώνας παρουσιάζεται ως οργάνωση – ‘‘ομπρέλα’’ για σειρά ληστειών σε τράπεζες ανά την επικράτεια, είναι η αποκρυστάλλωση μιας προσπάθειας του κράτους που είχε ξεκινήσει από το 2012 όταν η συντρόφισσα Ρούπα κι εγώ περάσαμε στην ‘‘παρανομία’’ για να συνεχίσουμε την δράση μας, να ανάγει τον Επαναστατικό Αγώνα ως το κέντρο κάθε ένοπλης δραστηριότητας: Ένοπλες επιθέσεις παρουσιάζονταν ως ενέργειες του Ε.Α. παρ’ όλο που αναλαμβάνονταν από άλλες οργανώσεις, ληστείες τραπεζών που γίνονταν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας αποδίδονται συλλήβδην επίσης σε εμάς ενώ τα πρόσωπά μας και τα ονόματά μας προβάλλονταν στα ΜΜΕ πάντα όποτε γινόταν αναφορά για κάποια από αυτές τις ενέργειες.
Δεδομένης και της επικήρυξής μας με 1 εκατομμύριο ευρώ τον καθένα, ήταν φανερό ότι το κράτος μας είχε θέσει στο επίκεντρο ενός μεγάλου κατασταλτικού σχεδιασμού επιστρατεύοντας επικοινωνιακά, αστυνομικά και δικονομικά όπλα, δείχνοντας με αυτό τον τρόπο τις προτεραιότητές του στο ζήτημα της καταστολής εναντίον του ένοπλου και ευρύτερα, εναντίον του αγώνα συνολικότερα. Το ‘‘πλέξιμο’’ αυτού του σχεδίου να αναδειχθεί ο Επαναστατικός Αγώνας και εμείς ως πρόσωπα, στο επίκεντρο των περισσότερων ένοπλων δράσεων στην περίοδο που είμαστε στην ‘‘παρανομία’’, άλλοτε ως άμεσα συμμετέχοντες παρουσιάζοντας εμένα να ‘‘συμμετέχω’’ σε διάφορες ληστείες τραπεζών, άλλοτε ως τους ανθρώπους που ‘‘κινούν τα νήματα’’ πίσω από άλλες οργανώσεις, τις οποίες ανήγαγαν σε ‘‘θυγατρικές’’ του Ε.Α. που δρούσε με άλλα ονόματα, πήρε σχήμα μετά την σύλληψή μου το 2014 και κατέληξε να εντάξει στην δράση της οργάνωσης ληστείες τραπεζών που δεν είχαν σχέση – άμεση ούτε έμμεση – με αυτήν και φυσικά με εμένα.
Η προσπάθεια σύνδεσής μας με άλλες ένοπλες δραστηριότητες δεν σταμάτησε με την σύλληψή μου, αλλά συνεχίστηκε θέτοντας την Πόλα Ρούπα στο επίκεντρο, ιδίως μετά την σύλληψή της τον Ιανουάριο του 2017. Με αυτό το σχέδιο ευελπιστούν οι κρατικοί μηχανισμοί ότι θα αυξήσουν και θα κάνουν πιο αποτελεσματικές τις πιέσεις και θα σφίξουν το κατασταλτικό δίχτυ εναντίον μας για να πετύχουν αμεσότερα τις συλλήψεις μας όσο είμαστε ελεύθεροι και να κάνουν πιο ασφυκτικό το δικαστικό πλαίσιο αντιμετώπισής μας όταν βρεθήκαμε αιχμάλωτοι του κράτους.
Η δίκη αυτή που θα ξεκινήσει στις 25 Μαΐου, είναι αποτέλεσμα του προαναφερόμενου ευρύτερου κατασταλτικού σχεδίου, που επί της ουσίας ευελπιστεί να μετατοπίσει το κέντρο βάρους του Επαναστατικού Αγώνα από ένοπλη επαναστατική οργάνωση, σε οργάνωση που κατά το επίμαχο διάστημα, έκανε ως επί το πλείστον ληστείες τραπεζών.
Η δίκη αυτή που θα ξεκινήσει στις 25 Μαΐου, είναι αποτέλεσμα του προαναφερόμενου ευρύτερου κατασταλτικού σχεδίου, που επί της ουσίας ευελπιστεί να μετατοπίσει το κέντρο βάρους του Επαναστατικού Αγώνα από ένοπλη επαναστατική οργάνωση, σε οργάνωση που κατά το επίμαχο διάστημα, έκανε ως επί το πλείστον ληστείες τραπεζών.
Το κεντρικό πολιτικό διακύβευμα εν τέλει από αυτή την δίωξη και την δίκη είναι η απόπειρα του κράτους να διαβρώσει την πολιτική ταυτότητα της οργάνωσης, να διεξάγει έναν πολιτικό - ιδεολογικό πόλεμο εναντίον της, αφού η οργάνωση ενάντια στην οποία γίνεται η δίκη, είναι ο Επαναστατικός Αγώνας. Επειδή όμως ο Επαναστατικός Αγώνας έχει ως αναπόσπαστο με την ίδια του την ύπαρξη στόχο, που αναδεικνύει μέσω της θεωρίας και της πρακτικής του την Κοινωνική Επανάσταση, για την προώθηση και πραγματοποίηση της οποίας είναι αναγκαία προϋπόθεση ο ένοπλος αγώνας, ένας ιδεολογικοπολιτικός πόλεμος που διεξάγει το κράτος εναντίον του, καταλήγει να στοχεύει στο ίδιο το ανατρεπτικό – επαναστατικό πρόταγμα, αφού, επί του πρακτέου, το κύριο βάρος του Επαναστατικού Αγώνα ‘‘μετατοπίζεται’’ από την πολιτική δράση, στις ληστείες τραπεζών. Όπως έλεγε με περισσή ωμότητα η εισαγγελέας του β΄ δικαστηρίου ενάντια στον Ε.Α. όπου κεντρική ενέργεια ήταν η επίθεση εναντίον της Τράπεζας της Ελλάδας και του ΔΝΤ και στο οποίο εγώ καταδικάστηκα γι’ αυτή την επίθεση σε ισόβια κάθειρξη, ‘‘τελικά, δεν πρόκειται για πολιτική οργάνωση, αλλά για ληστές με πολιτικό προκάλυμμα’’.
Αν υπάρχει ένα σοβαρό πολιτικό στοίχημα με σοβαρές πολιτικές προεκτάσεις σε όλο τον αγώνα για την ανατροπή του καθεστώτος και την Κοινωνική Επανάσταση σε αυτή την νέα δίωξη, είναι να αποκρουστεί αποτελεσματικά και να ηττηθεί ο πολιτικοϊδεολογικός πόλεμος που προανέφερα, ο οποίος, βάζοντας στο στόχαστρο τον Επαναστατικό Αγώνα, φιλοδοξεί να καταστήσει τον ένοπλο αγώνα για την Κοινωνική Επανάσταση στις συνειδήσεις πολλών ανθρώπων ως μια επιλογή που με το ‘‘ιδεολογικό και πολιτικό ψέμα της προάσπισης του κοινωνικού συμφέροντος’’, στοχεύει στην ‘‘κυνική ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών για πλουτισμό’’. Είναι ό, τι πιο χυδαίο θα μπορούσε να καταλογίσει το κράτος στον Επαναστατικό Αγώνα και εδραιώνοντας αποφάσεις στις δίκες όχι μόνο κατοχυρώνεται αυτό το επικίνδυνο ‘‘ιδεολόγημα’’ αλλά κατοχυρώνεται με ευρύτερη κρατική στρατηγική να τεθεί ο Επαναστατικός Αγώνας στο επίκεντρο πολλών άσχετων με τον ίδιο, ένοπλων, πολιτικών ή μη, δραστηριοτήτων. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει συνέχεια.
Οι προεκτάσεις αυτού του πολιτικού στόχου που θέτει το κράτος για την απαξίωση του ένοπλου επαναστατικού αγώνα, επηρεάζουν την έκβαση των δικών που γίνονται ενάντια στον Επαναστατικό Αγώνα συνολικότερα, αλλά και το επίπεδο των ποινών. Η έκβαση αυτού του στόχου συνολικότερα, επηρεάζεται φυσικά, από το επίπεδο του κοινωνικού και ταξικού ανταγωνισμού και κυρίως, την ύφεση των κοινωνικών αντιστάσεων ενάντια στην λαίλαπα που έχει εξαπολύσει το κεφάλαιο και το κράτος στην κοινωνία τα τελευταία χρόνια, αφού η δράση του Επαναστατικού Αγώνα στην πρόσφατη ιστορία, είναι δεμένη με την πορεία της κρίσης του συστήματος και την προώθηση της συνολικής ανατροπής του.
Όσο για το ζήτημα της αλληλεγγύης, τόσο ως προς την ποιότητα όσο και ως προς την αποτελεσματικότητά της, καθοριστικός παράγοντας που της δίνει ή της αφαιρεί αξία, που την ανάγει σε σημαντικό όπλο ενάντια στο κράτος ή την ακυρώνει, είναι η αιχμή που αυτή κάθε φορά βάζει και το κατά πόσον ανταποκρίνεται στις πραγματικές διαστάσεις της υπόθεσης, στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων της με βάση κριτήρια που αφορούν την προάσπιση συνολικά του ανατρεπτικού – επαναστατικού αγώνα, την προώθηση μιας πολιτικής περιφρούρησής του από τα επίσης πολιτικά κρατικά χτυπήματα και όχι στην ιεράρχηση της περιφρούρησης και της ‘‘σωτηρίας’’ των εκάστοτε – προσώπων που διώκονται.
Η υπόθεση πάνω στην οποία βασίζεται η δίκη αυτή έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο υπάρχει μια ‘‘εγκληματική’’ οργάνωση από το 2006 ως το 2012 που τα μέλη της ληστεύουν τράπεζες ενώ τον Ιούνιο του 2012 όταν η συντρόφισσα Ρούπα και εγώ περνάμε στην παρανομία μεσούσης της 1ης δίκης εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα, τα μέλη της ‘‘εγκληματικής’’ αυτής οργάνωσης – κάποιοι είναι αναρχικοί και κάποιοι μη πολιτικά πρόσωπα – εντάσσονται στον Επαναστατικό Αγώνα και εξακολουθούν να διαπράττουν ληστείες τραπεζών για την οργάνωση.
Για μία από αυτές είμαι και εγώ κατηγορούμενος. Η απόπειρα διάβρωσης της πολιτικής ταυτότητας του Επαναστατικού Αγώνα έτσι ώστε να εμφανιστεί ότι τα τελευταία χρόνια, το διάστημα 2012 – 2015 ήταν κυρίως μια οργάνωση για ληστείες τραπεζών αποτυπώνεται στο ότι εμφανίζεται μια δυσαναλογία αμιγώς πολιτικών ενεργειών όπως είναι η επίθεση της οργάνωσης στην Τράπεζα της Ελλάδας και στο γραφείο του ΔΝΤ το 2014 και 5 ληστειών τραπεζών που σύμφωνα με το κατηγορητήριο αυτής της δίκης γίνονται για οικονομική ενίσχυση της οργάνωσης ενώ στην β΄ δίκη εναντίον της έχουν εκδικαστεί άλλες τρείς, συνολικά οχτώ γι’ αυτή την περίοδο. Μόνο που δεν υπάρχει ίχνος αλήθειας σε αυτή την υπόθεση.
Ο Επαναστατικός Αγώνας είναι η πρώτη ένοπλη οργάνωση στην Ελλάδα που τα μέλη του έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής τους στην οργάνωση που ανήκουν και υπερασπίστηκαν την δράση της όταν συνελήφθησαν για πρώτη φορά το 2010. Επίσης είμαστε η μοναδική επαναστατική οργάνωση που τα μέλη της έχουν αναλάβει τόσο πολιτικά όσο και προσωπικά την ευθύνη για απαλλοτριώσεις τραπεζών τις οποίες τις εντάσσουμε στο πλαίσιο της ενίσχυσης της ένοπλης επαναστατικής δράσης. Συγκεκριμένα: Το 2014 όταν συνελήφθηκα μετά την συμπλοκή στο Μοναστηράκι ανέλαβα προσωπικά την ευθύνη για την συμμετοχή μου στις απαλλοτριώσεις της Εθνικής Τράπεζας στα Μέθανα το 2013 και στην Κλειτορία Καλαβρύτων το 2014 ενώ η συντρόφισσα Ρούπα είχε αναλάβει την ευθύνη για την απαλλοτρίωση της τράπεζας Πειραιώς στο νοσοκομείο Σωτηρία το 2015. Επίσης η οργάνωση έχει αναλάβει την ευθύνη για την απαλλοτρίωση της Εθνικής Τράπεζας στη Μαλεσίνα το 2016. Αυτές και μόνο αυτές είναι οι απαλλοτριώσεις τραπεζών οι οποίες έχουν σχέση με τον Επαναστατικό Αγώνα.
Για εμάς η ανάληψη της ευθύνης, είτε πρόκειται για αμιγώς πολιτικές ενέργειες – βομβιστικές ή ένοπλες επιθέσεις –, είτε πρόκειται για απαλλοτριώσεις τραπεζών που γίνονται για την ενίσχυση της ένοπλης επαναστατικής δράσης δεν είναι μια επιλογή που γινόταν βάσει των στοιχείων της δικογραφίας που υπήρχαν εναντίον μας – σε κάποιες περιπτώσεις δεν υπήρχαν καν στοιχεία όπως στην απαλλοτρίωση της τράπεζας Πειραιώς στο νοσοκομείο Σωτηρία από την συντρόφισσα Ρούπα – αλλά βάσει της πολιτικής μας θέσης ότι οι επαναστάτες και οι αγωνιστές αδιαφορούν για το κόστος και οφείλουν να υπερασπίζονται την δράση τους μπροστά στον εχθρό γιατί έτσι μόνο δίδεται το πολιτικό νόημα των επιλογών μας γιατί σε διαφορετική περίπτωση απαρνούμαστε την ίδια την ιστορία μας και τις επιλογές μας. Άρα δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα να αναλάβουμε την ευθύνη για επιθέσεις ή για απαλλοτριώσεις τραπεζών αρκεί όντως να έχουν γίνει στα πλαίσια δράσης του Επαναστατικού Αγώνα. Όμως καμία ληστεία τράπεζας στο διάστημα 2012 – 2015 ή η απόπειρα απαγωγής του εφοπλιστή Μαρτίνου, υποθέσεις που θα εκδικαστούν σε αυτή την δίκη, δεν έχουν καμία σχέση με τον Επαναστατικό Αγώνα, ούτε τα πρόσωπα που είναι συγκατηγορούμενοί μου είναι μέλη της οργάνωσης.
Για τον Επαναστατικό Αγώνα οι απαλλοτριώσεις τραπεζών είναι μια επικουρική δράση, απαραίτητη για την ενίσχυση του ένοπλου αγώνα, για τον εξοπλισμό της οργάνωσης και για την επιβίωση αγωνιστών στην παρανομία όπως ήμασταν η συντρόφισσα Ρούπα και εγώ όταν από τον Ιούνιο του 2012 επιλέξαμε να περάσουμε στην παρανομία για να συνεχίσουμε την δράση της οργάνωσης και όχι απλώς να φυγοδικήσουμε. Αυτή η επιλογή έχει θεμελιώδη διαφορά από κοινές ληστείες τραπεζών που αφορούν απλώς μια παράνομη επαγγελματική δραστηριότητα για την άντληση ατομικού οφέλους.
Η ληστεία τράπεζας είναι μια πρακτική που δεν είναι αυτή καθ’ εαυτή καταδικαστέα αφού δεν στρέφεται κατά απλών πολιτών, ούτε μπορεί όμως να αναχθεί σε πολιτική και πολύ περισσότερο σε επαναστατική πράξη. Αυτό καθορίζεται όχι μόνο από τον κάτοχο του ‘‘κεφαλαίου’’ το οποίο αφαιρεί, ούτε και από το ίδιο το υποκείμενο που το κάνει. Καθορίζεται κυρίως από την διαδρομή που κάνει το ‘‘κεφάλαιο’’, πού καταλήγει. Γιατί αν καταλήξει για την κάλυψη προσωπικών χρηματικών και καταναλωτικών αναγκών, δεν αφορά πράξη με πολιτική στόχευση, συνεπώς δεν αφορά πολιτική πράξη.
Ο Επαναστατικός Αγώνας έκανε ό, τι έκαναν επαναστάτες σε άλλες εποχές όπως οι αναρχικοί στην Ισπανία, Γαλλία, Αργεντινή στα χρόνια του μεσοπολέμου ή την εποχή της δικτατορίας του Φράνκο όπου το αντάρτικο κατά της φρανκικής δικτατορίας χρηματοδοτούνταν από απαλλοτριώσεις τραπεζών σε Ισπανία και Γαλλία ή όπως έκαναν οργανώσεις αντάρτικου όπως οι Τουπαμάρος, η RAF, οι Ερυθρές Ταξιαρχίες ή η 2 Ιούνη, η Άμεση Δράση ή όπως ο Δ.Σ.Ε στον εμφύλιο.
Είναι διαφορετικό πράγμα π.χ. η απαγωγή του εφοπλιστή Κόστα από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες για την οποία ανέλαβαν επίσημα την ευθύνη και όπου μέρος των χρημάτων χρησιμοποιήθηκαν για την οργάνωση της απαγωγής του προέδρου της Ιταλίας Άλντο Μόρο και διαφορετικό πράγμα μια οποιαδήποτε απαγωγή για άντληση ατομικού οφέλους.
Είναι διαφορετικό πράγμα οι ληστείες τραπεζών που είναι μια ατομικιστική επαγγελματική δραστηριότητα και άλλο η απαλλοτρίωση της τράπεζας Πειραιώς στο νοσοκομείο Σωτηρία όπου μέρος των χρημάτων χρησιμοποιήθηκε στην απόπειρα απόδρασης πολιτικών κρατουμένων με ελικόπτερο από τις φυλακές Κορυδαλλού που επιχείρησε η Πόλα Ρούπα τον Φεβρουάριο του 2016.
Η δίκη που θα αρχίσει στις 25 Μαΐου δομήθηκε πάνω στο θεώρημα των δικαστικών αρχών περί 2 υποτιθέμενων διαφορετικών περιόδων του Επαναστατικού Αγώνα (2003 – 2010), (2012 – 2015) και όπου σύμφωνα με αυτό το θεώρημα είμαι ‘‘διευθυντής’’ της οργάνωσης όπως και η συντρόφισσα Ρούπα παρά το γεγονός ότι είχαμε απαλλαχθεί από την κατηγορία της ‘‘διεύθυνσης’’ στην α΄ δίκη εναντίον της οργάνωσης το 2013. Το θεώρημα αυτό των 2 περιόδων άρχισε να υλοποιείται στην β΄ δίκη του Επαναστατικού Αγώνα (Οκτώβριος 2015 – Μάρτιος 2016) που εκδίκασε την επίθεση της οργάνωσης στην Τράπεζα της Ελλάδας και στο γραφείο του ΔΝΤ, την συμπλοκή στο Μοναστηράκι και τις 2 απαλλοτριώσεις τραπεζών σε Μέθανα και Κλειτορία για τις οποίες έχω αναλάβει προσωπικά την ευθύνη.
Εκεί ενσωματώθηκε μια ληστεία τράπεζας άσχετη με τον Επαναστατικό Αγώνα, αυτή της Eurobank της Ακράτας. Το γεγονός αυτό της ενσωμάτωσης της συγκεκριμένης ληστείας, η αυθαίρετη καταδίκη ενός προσώπου ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη για την ληστεία αυτή ως προσωπική του επιλογή, η αυθαίρετη καταδίκη του για τις απαλλοτριώ-σεις της οργάνωσης σε Μέθανα και Κλειτορία σε συνδυασμό με το ότι κατά την διάρκεια της β΄ δίκης παρουσιάστηκε έγγραφο της αντιτρομοκρατικής που σύστηνε στις δικαστικές αρχές τον συσχετισμό ληστειών άσχετων με την οργάνωση, άνοιξε το δρόμο μετά από 2,5 χρόνια για την δίκη που θα ξεκινήσει στις 25 Μαΐου και αφού είχαν προηγηθεί οι συλλήψεις το 2013 και 2016 αυτών που είναι κατηγορούμενοι και όπου ένα κοινό στοιχείο όλων είναι ότι άλλος λίγο, άλλος περισσότερο βρισκόταν στην παρανομία, γεγονός που ευνοούσε τις αρχές στην μεθόδευση αυτής της υπόθεσης.
Όμως αν ήταν αλήθεια όλο αυτό το κατηγορητήριο, αν όλα αυτά τα πρόσωπα ήταν μέλη του Επαναστατικού Αγώνα και αν όντως οι οικονομικοί πόροι που αντλήθηκαν από όλες αυτές τις ληστείες τραπεζών μετά το 2012 – ποσό πάνω από 1 εκατομμύριο ευρώ – πήγαιναν στην ενίσχυση της δράσης της οργάνωσης, αν όλο αυτό το οπλοστάσιο που αποδίδεται στην οργάνωση ανήκε όντως στον Επαναστατικό Αγώνα, τότε η ιστορία του και η ιστορία του αντάρτικου στην Ελλάδα θα είχε εξελιχτεί εντελώς διαφορετικά. Θα υπήρχε μεγάλη πυκνότητα σε ένοπλες και βομβιστικές επιθέσεις της οργάνωσης σε μια κρίσιμη μάλιστα περίοδο όπου η μνημονιακή λαίλαπα προχωρούσε την ίδια στιγμή που οι μαζικές κοινωνικές και λαϊκές αντιστάσεις μετά το 2012 είχαν φθάσει σε αδιέξοδο. Η δράση του Επαναστατικού Αγώνα δεν θα είχε ανακοπεί το 2014.
Καμία δικαστική μεθόδευση και απόφαση, κανένα ‘‘θεώρημα’’ και καμία αλχημεία δεν πρόκειται να καταφέρουν την πολιτική αποδόμηση και απονοηματοδότηση του Επαναστατικού Αγώνα.
Ο Επαναστατικός Αγώνας έχει ήδη μείνει στην ιστορία ως αυτό που είναι, μια ένοπλη αναρχική επαναστατική οργάνωση που μάχεται για την Κοινωνική Επανάσταση, την ανατροπή του κεφαλαίου και του κράτους, για την δημιουργία τη αταξικής, ακρατικής κοινωνίας. Και αυτή την παρακαταθήκη την διαμόρφωσαν τα μέλη της οργάνωσης που δεν λύγισαν, που τίμησαν τον σύντροφο Λάμπρο Φούντα που σκοτώθηκε σε προπαρασκευαστική ενέργεια της οργάνωσης αφιερώνοντάς του την επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας και το γραφείο του ΔΝΤ, αυτοί που παρέμειναν αμετανόητοι, δεν αποκήρυξαν την ταυτότητά τους μπροστά στους δικαστές.
Αυτοί για τους οποίους αντιστοιχούν οι κατηγορίες της ‘‘εγκληματικής’’ και ‘‘τρομοκρατικής’’ οργάνωσης, αυτοί που είναι ληστές και τρομοκράτες είναι οι κατήγοροί μας. Είναι η κρατική εξουσία, η υπερεθνική και ελληνική οικονομική και πολιτική ελίτ. Είναι οι ελληνικές κυβερνήσεις δεξιές και αριστερές που ψήφισαν τα μνημόνια ενάντια στην θέληση του λαού, τα τσιράκια των τραπεζιτών και των δανειστών, οι λακέδες του ΔΝΤ, της ΕΚΤ, της Ε.Ε, του ΕΜΣ.
Αυτοί είναι που με την πολιτική τους και τα μέτρα που πήραν, λήστεψαν την κοινωνική πλειοψηφία προς όφελος της ολιγαρχίας, αυτοί λήστεψαν μισθούς, συντάξεις, ασφαλιστικά ταμεία για να σώσουν τις τράπεζες. Αυτοί έδωσαν 211,5 δισεκατομμύρια ευρώ στους Έλληνες τραπεζίτες από τις τσέπες του ελληνικού λαού. Αυτοί είναι που στερούν το ψωμί, την υγεία, την στέγη, την εργασία, την ίδια την ζωή από χιλιάδες και εκατομμύρια ανθρώπους. Οι ίδιοι είναι που ξεπουλούν την δημόσια περιουσία και που βγάζουν στο σφυρί την λαϊκή κατοικία για τα ξένα κερδοσκοπικά κεφάλαια (hedge funds) και τα κοράκια του υπερεθνικού κεφαλαίου.
Αυτοί οι σύγχρονοι κουίσλιγκ και δοσίλογοι θα πρέπει να είναι κατηγορούμενοι ως εγκληματίες και τρομοκράτες και αυτοί πρέπει να απολογηθούν για τα εγκλήματά τους.
ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ - ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ