Με τον υπουργό Δικαιοσύνης, Κώστα Τσιάρα, να δηλώνει ανοιχτός σε βελτιωτικές προτάσεις και την αντιπολίτευση να εκφράζει επιφυλάξεις και να ζητά περαιτέρω αποσαφηνίσεις, άρχισε στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής, η επεξεργασία του νομοσχεδίου που αφορά «Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης, επισήμανε «την ανάγκη αλλαγών οι οποίες θα βελτιώσουν το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο που με προχειρότητα και μεγάλη σπουδή, μια μέρα πριν τις εκλογές, ψήφισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργώντας σωρεία προβλημάτων».
Απαντώντας στη κριτική της αντιπολίτευσης ότι, μέσα σε δυόμισι χρόνια η κυβέρνηση προχωρά για τρίτη φορά σε τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα, αντέτεινε ότι «με ηρεμία, και απαραίτητη προσοχή, μελέτη και σοβαρότητα προτείνονται οι συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις». «Η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει με τη δέουσα προσοχή τα προβλήματα και τις αστοχίες που έχουν προκύψει. Οι προτάσεις για αλλαγές είναι της ίδιας νομοπαρασκευαστικής επιτροπή που εισηγήθηκε και τον προηγούμενο ποινικό κώδικα που θέσπισε ο ΣΥΡΙΖΑ», ανέφερε ο κ. Τσιάρας και συμπλήρωσε:
«Προφανώς εκφράζεται σε κάποια ζητήματα η ιδεολογική άποψη της κυβέρνησης. Προσωπικά, σέβομαι απόλυτα τις διαφορετικές απόψεις. Πρέπει ωστόσο να ισορροπήσουμε μεταξύ της επιστημονικής άποψης που μιλά για μείωση ποινών και της άλλης άποψης που μιλά για το περί δικαίου αίσθημα και το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών.
Είναι απολύτως σεβαστή η διαφορετική επιστημονική άποψη, όμως πρέπει να το δει κανείς στη λογική της εφαρμογής και της αποδοχής της πραγματικότητας που εξελίσσεται. Εκεί είναι το ερώτημα. Δεν υπάρχει χώρος σε καμία περίπτωση να λειτουργήσουν εμμονικές προσωπικές απόψεις και λογικές που υπαγορεύονται από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Δεν κάνουμε Ποινικά Κώδικα βάσει της περιρρέουσας ατμόσφαιρας που δημιούργησαν κάποιοι. Αντίθετα, λαμβάνεται υπόψη η επιστημονική άποψη. Η επίδραση της δικαιοσύνης έχει άμεση επίπτωση στη κοινωνία και αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα».
Ο κ. Τσιάρας, υπεραμύνθηκε των νέων τροποποιήσεων που αυστηριοποιούν το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο για τα ειδεχθή εγκλήματα, τα σεξουαλικά και τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ανηλίκων, ενώ προβλέπεται ποινή ισόβιας κάθειρξης για το αδίκημα του εμπρησμού εφόσον επέρχεται έστω και ένας θάνατος ανθρώπου.
«Αντιμετωπίζουμε όλα τα ζητήματα που απασχολούν ιδιαίτερα τη σημερινή κοινωνία, προχωρώντας στις αναγκαίες αλλαγές. Θέλουμε να αποκαταστήσουμε τις αστοχίες που υπήρχαν στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο με την κατάργηση ή την υποβάθμιση μείζονος ποινικής απαξίας παραδοσιακών αδικημάτων που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση. Στόχος του νομοσχεδίου είναι η ενίσχυση της ασφάλειας και προστασίας του κοινωνικού συνόλου από την εγκληματικότητα και η εναρμόνιση της χώρας με το κοινοτικό πλαίσιο της ΕΕ για την προστασία των ανηλίκων», υπογράμμισε.
Παράλληλα απαντώντας στη κριτική που δέχθηκε για τη διάταξη που αφορά τα fake news, ο κ. Τσιάρας απέρριψε κατηγορηματικά αιτιάσεις περί προσπάθειας εκφοβισμού δημοσιογράφων. «Το τελευταίο διάστημα γίναμε μάρτυρες τραγικών γεγονότων. Άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους γιατί πίστεψαν κάποιους ότι δεν πρέπει να πάνε να εμβολιαστούν. Δεν είναι αυτό θέμα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε; Όσοι ανησυχούν ότι αυτή η ρύθμιση αφορά δημοσιογράφους θα τους καθησυχάσω ότι δεν τους αφορά. Πρέπει να δούμε αυτά τα ζητήματα με σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Να ξεκαθαρίσουμε, αν θέλουμε, χωρίς τιμωρία, να χάνονται άδικα ζωές, γιατί κάποιοι στο διαδίκτυο διαδίδουν ότι ο εμβολιασμός είναι δεν ξέρω και εγώ τι, ή αν πρέπει να κάνουμε βήματα συνεννόησης στη κατεύθυνση να προστατεύσουμε το υπέρτατο αγαθό που είναι η ζωή. Η ψεύτικη πληροφόρηση οδηγεί σε τραγικά αποτελέσματα που αφορούν την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αυτό πρέπει να σας ευαισθητοποιήσει», υπογράμμισε ο υπουργός Δικαιοσύνης.
Ακόμα, ο κ. Τσιάρας απέρριψε τις αιτιάσεις περί κατάργησης της κοινωφελούς εργασίας, αντιτείνοντας ότι ποτέ δεν δήλωσε αντίθετος σε αυτήν και προσέθεσε ότι «το μεγάλο ζητούμενο είναι να εκτίεται η ποινή ως πραγματική ποινή».
Ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Σπύρος Λάππας, κατηγόρησε τηn κυβέρνηση ότι με την «4η νομοθετική της παρέμβαση προκαλεί διαμπερή τραύματα και δολοφονεί τον Ποινικό Κώδικα».
«Ισοπεδώνετε τελείως ό,τι έγινε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για να διορθωθούν δήθεν οι παραλείψεις και κακοδαιμονίες του Ποινικού Κώδικα» ανέφερε ο κ. Λάππας προσθέτοντας ότι «το νομοσχέδιο είναι απλά ένα νέο αφήγημα της κυβέρνησης από το οποίο απουσιάζουν γενικές αρχές». «Το νομοσχέδιο σας είναι ένα αφήγημα για την αντιμετώπιση δήθεν της ανομίας και της εγκληματικότητας, αφήγημα το οποίο αξιοποιείτε στο έπακρον και ισχυρίζεστε ότι το ζητά η ίδια η κοινωνία. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι θα είναι ένα νομοσχέδιο κουρελού αν νομοθετούμε λόγω επικαιρότητας. Η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα με καταδίκες. Θα αναγκαστείτε να το αλλάξετε. Θα φάει πολύ ξύλο η χώρα μας. Έχουμε τις αυστηρότερες ποινές στην ΕΕ», υποστήριξε ο κ. Λάππας και συμπλήρωσε:
«Δεν κάνετε τίποτα άλλο παρά να σαλπίζετε την καθολική αυστηροποίση. Καταρτίζετε Ποινικό Κώδικα με βάση τα πρωτοσέλιδα και την επικαιρότητα. Δεν αναλογούν στο έγκλημα οι ποινές. Είναι τιμωρία τυφλή, οριζόντια ακόμα και για τα πλημμελήματα. Στόχος σας είναι η αυστηροποίηση των πάντων. Πρέπει να υπάρχει επιείκεια στα μικρά και μεσαία αδικήματα και αυστηροποίηση στα μεγαλύτερα αδικήματα. Λέτε ότι το κάνετε για τη δημιουργία κλίματος ασφάλειας και ότι κανένα έγκλημα δεν μένει ατιμώρητο. Δεν το κάνετε για αυτό αλλά για να σαλπίσετε αυστηρότητα, νομίζοντας ότι έτσι θα θεραπεύσετε τα αδικήματα. Η ποινή δεν είναι εκδίκηση» τόνισε ο κ. Λάππας και κατέληξε:
«Θα είμαστε θετικοί στις περισσότερες αλλαγές για την ποινική δικονομία αλλά θα είμαστε και αντίθετοι σε αποσπασματικές παρεμβάσεις του Ποινικού Κώδικα που διασπούν, αποσυντονίζουν και υπονομεύουν τον εκσυγχρονισμό του νομοθετικού συστήματος. Καταρρέει η χώρα στον δείκτη των ποινών σε όλη την Ευρώπη με αυτό που κάνετε. Δεν μπορεί να ανθίσει η δικαιοσύνη τής ελευθερίας, της ανεκτικότητας και της επιείκειας. Νομοθετείτε με βάση την επικαιρότητα και βυθίζεται τη νομική στα τάρταρα».
Η γενική εισηγήτρια του ΚΙΝΑΛ, Νάντια Γιαννακοπούλου, εξέφρασε επιφυλάξεις επί της αρχής του νομοσχεδίου, ενώ χαρακτήρισε ανεπαρκείς τις μεταρρυθμίσεις, σημειώνοντας ότι «οι συνεχείς παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα δεν τιμούν ιδιαίτερα τη χώρα μας». Όπως είπε, το κόμμα της «τάσσεται υπέρ ενός ποινικού κώδικα που αντιμετωπίζει σωστά και με αυστηρότητα τις νέες μορφές εγκληματικότητας και τα βαριά εγκλήματα και ταυτόχρονα δρα προληπτικά αλλά και με επιείκεια εκεί που χρειάζεται».
«Πέραν των θετικών σημείων του νομοσχεδίου δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα που χρήζουν αποσαφηνίσεων. Πρέπει να δοθεί ακριβής αιτιολόγηση για να καταλάβουμε τη λογική που υπηρετούν. Με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένουμε και τις απόψεις των επιστημονικών φορέων. Στην κοινή γνώμη εδραιώθηκε η άποψη ότι η ανομία όχι μόνο δεν καταπολεμάται αλλά επικροτείται κιόλας. Και αυτό πρέπει να αλλάξει. Το 67% των πολιτών αισθάνονται καθόλου ή ελάχιστα ασφαλείς και απαιτούν δίκαιη δικαιοσύνη», υπογράμμισε η κυρία Γιαννακοπούλου και κατέληξε λέγοντας:
«Πρέπει να εδραιωθεί η αντίληψη στη κοινωνία ότι οι κανόνες και οι νόμοι εφαρμόζονται δίκαια και ότι η τιμωρία θα είναι ανάλογη με το έγκλημα που έχει τελεστεί. Η νομοθετική παρέμβαση δεν πρέπει να γίνεται για λόγους επικοινωνιακούς. Χρειάζεται μια ολοκληρωμένη, ουσιαστική νομοθετική παρέμβαση. Δεν αρκούν απλά οι αποσπασματικές αλλαγές υπό το όχημα αυστηριοποίησης των ποινών. Χρειάζεται η δημιουργία ενός πραγματικού συστήματος ασφάλειας των πολιτών και όχι η καλλιέργεια ψευδαισθήσεων υπό τον μανδύα μιας πλασματικής αυστηριοποίησης των ποινών στο πλαίσιο μιας επικοινωνιακής πολιτικής και όχι ενός συνολικού σχεδίου».
Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Μαρία Κομνηνάκα, τάχθηκε κατά του νομοσχεδίου, που όπως υποστήριξε, «δεν φέρνει καμία ουσιαστική αλλαγή» ενώ κατηγόρησε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ για υποκρισία, επισημαίνοντας ότι «αρκούνται σε μία άγονη αντιπαράθεση για επικοινωνιακούς μόνο λόγους».
«Η ΝΔ αρκέστηκε στο αντιδραστικό νομοθετικό πλαίσιο τού ΣΥΡΙΖΑ για να θωρακιστεί απέναντι σε κάθε φωνή που αμφισβητεί τις απαράδεκτες ρυθμίσεις που ψηφίζουν. Επιλέγει να φιμώσει κάθε κριτική που ακούγεται για τους χειρισμούς της στα οικονομικά, κοινωνικά και τα θέματα άμυνας. Η κυβέρνηση προπαγανδίζει για τα ειδεχθή εγκλήματα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ συντηρεί την επιλογή των ακραίων ιδεοληψιών της. Είναι επίπλαστος ο διαχωρισμός που κάνει και επικοινωνιακές οι κοκορομαχίες για αυστηροποίηση των ποινών, οι οποίες από μόνες τους δεν μπορούν να δώσουν λύση στο πρόβλημα και να αποτρέψουν την αύξηση της εγκληματικότητας. Πρέπει ξεχωριστά να κρίνεται κάθε αδίκημα και όχι με βάση τη συγκυρία και την επικοινωνιακή αξιοποίηση τους», ανέφερε η κυρία Κομνηνάκα και σημείωσε: «Είναι υποκριτικό να μιλάτε για πάταξη της εγκληματικότητας με αυστηροποίηση των ποινών ενώ οξύνονται οι πραγματικές αιτίες που τη γεννούν. Η όλη αντιπαράθεση εξαντλείται στο ύψος των επιβαλλόμενων ποινών στις οποίες και τα δύο κόμματα συμφωνούν. Ωστόσο, τσιμουδιά δεν λένε για τις διαχρονικές ευθύνες των αστικών κυβερνήσεων, για το ότι καμία πρόοδος δεν υπήρξε στη δημιουργία υποστηρικτικού δικτύου που θα βοηθήσει».
Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ χαρακτήρισε ορθές τις βελτιωτικές αλλαγές για ποινικά αδικήματα που αφορούν ανήλικα παιδιά, ωστόσο, όπως είπε, «δεν αρκούν καθώς καρκινοβατεί η στελέχωση των δικτύων προστασίας τους».
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Κωνσταντίνος Χήτας, έκανε λόγο για «αλά καρτ αξίες της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά τα βαριά εγκλήματα που δεν αλλάζουν την πραγματικότητα» και πρos;eθεσε ότι, «οι νόμοι πρέπει να λειτουργούν προληπτικά και όχι μόνο κατασταλτικά».
«Οι πολίτες αισθάνονται ανασφαλείς και απροστάτευτοι απέναντι σε κάθε είδους εγκληματίες. Η μικρή και μεσαία παραβατικότητα αυξάνεται. Πρέπει ισόβια να καταδικάζονται οι εγκληματίες κατά ανήλικων παιδιών. Πρέπει αυτά τα ζώα, τα κτήνη, τα παράσιτα της κοινωνίας να μην δουν ξανά ήλιο. Πρέπει, ειδικά για τέτοια εγκλήματα κατά ανήλικων παιδιών, οι ποινές να είναι μεγάλες και αποτρεπτικές», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χήτας.
Μίλησε επίσης για «νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχουν καθυστερήσει» και πρoσέθεσε ότι «πρέπει να αλλάξουν οι ποινές και να έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα και αξία». «Μην είστε ”αριστεροφοβικοί”. Έπρεπε να δουν το φως της δημοσιότητας σοβαρά εγκλήματα για να ξυπνήσετε; Πρέπει οι ποινές που επιβάλλουν τα δικαστήρια να εκτίονται κανονικά. Δεν μπορεί να επιβάλεις κάθειρξη και να βγαίνει ο εγκληματίας στα 15 χρόνια», ανέφερε.
Ο κ. Χήτας, ζήτησε ακόμα, «να αλλάξει το άρθρο που αφορά την διασπορά ψευδών ειδήσεων μέσω του διαδικτύου», υποστηρίζοντας ότι «προκαλεί ανησυχία γιατί ανοίγεται και διευρύνεται αόριστα και επικίνδυνα χωρίς διάγνωση η έννοια των ψευδών ειδήσεων». «Ανοίγετε παράθυρα που υπονομεύουν την πολυφωνία και τον πλουραλισμό. Θέλει βελτίωση η διάταξη», σημείωσε.
«Το κεντρικό ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε όλες οι κοινοβουλευτικές ομάδες, είναι τι είδους αντιεγκληματική πολιτική πρέπει έχουμε για να προλάβουμε και να καταστείλουμε το έγκλημα. Γιατί αποκόπτοντας την πολιτική πρόταση, αφήνουμε τους αντιεπιστημονικούς οπορτονισμούς που κινούνται στα όρια του νομικού λαϊκισμού», υπογράμμισε από την πλευρά της η ειδική αγορήτρια του ΜέΡΑ25 Αγγελική Αδαμοπούλου.
«Δεν μπορεί να λέμε στην κοινωνία ότι πρέπει να εγκλιματιστεί στην ποιότητα του εγκλήματος και να νομοθετούμε στις επιταγές της επικαιρότητας. Για να λειτουργήσει σωστά η ποινική διάταξη πρέπει να έχει βάθος χρόνου. Από το 2019 μέχρι σήμερα έχουν επέλθει άλλες τρεις αλλαγές που ακόμα δεν έχουν δοκιμαστεί στο χρόνο», τόνισε και συμπλήρωσε:
«Η αυστηροποίηση των ποινών δημιουργούν απλά μια ψευδαίσθηση. Είναι απαράδεκτο οι αστοχίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να δίνουν επικοινωνιακό πάτημα στη σημερινή κυβέρνηση που εμφανίζεται ανίκανη να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το έγκλημα. Ο Ποινικός Κώδικας δεν θα πρέπει να βασίζεται σε ιδεολογήματα και επικοινωνιακά αφηγήματα του τύπου επιβάλουμε οριζόντια και αδιάκριτα τροποποιήσεις με βαριές ποινές. Το πλαίσιο της ποινής καθορίζεται από το πρόσωπο, τη δράση, τις συνθήκες. Μια πιο βαριά ποινή δεν σημαίνει ότι επιφέρει και λιγότερο έγκλημα. Πουθενά δεν προκύπτει αυτό. Απόδειξη είναι ότι η Ελλάδα έχει αυξημένες ποινές σε ισόβια αλλά τα εγκλήματα δεν έχουν αποφευχθεί».
«Η λέξη πρόληψη είναι άγνωστη στο λεξιλόγιο σας. Έχετε την εμμονική ιδεοληπτική προσήλωση στην καταστολή γιατί η πρόληψη κοστίζει παραπάνω. Η εύκολη λύση για εσάς είναι η αυστηροποίηση», σημείωσε η κυρία Αδαμοπούλου.
Από την πλευρά του, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Θεόφιλος Ξανθόπουλος, υποστήριξε ότι «με το νέο της νομοθέτημα η κυβέρνηση σαλπίζει όπισθεν ολοταχώς ενώ προσπαθεί να καλλιεργήσει στην κοινωνία ότι όλα τα ζητήματα της εγκληματικότητας αντιμετωπίζονται με την αυστηριοποίηση των ποινών». «Είναι ένα σχέδιο ποινικού κώδικα ορφανό που βρίσκει σχεδόν όλη την επιστημονική κοινότητα αντίθετη», ανέφερε.
Τέλος, ο εισηγητής της ΝΔ, Κωνσταντίνος Καραγκούνης, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ως «μία σωστή, καθαρή, και ισχυρή απάντηση απέναντι στα ειδεχθή εγκλήματα αλλά και για τους ανθρώπους που χρειάζονται ιδιαίτερη προστασία».
«Στη Βουλή ψηφίζουμε νόμους με σκοπό να λύσουμε κοινωνικά προβλήματα. Αυτό επιδιώκει και το συγκεκριμένο νομοσχέδιο για αυτό χρειάζεται η διακομματική συναίνεση», επισήμανε ο εισηγητής της ΝΔ.