Πέρα από πατρίδες και βασιλιάδες, έθνη και υψηλά ιδανικά, υπήρξαν πανίσχυρες και ατρόμητες δυνάμεις στη διάρκεια της ανθρώπινης Ιστορίας που πολέμησαν για μία διαχρονική αξία: το χρήμα.
Πολλοί από τους στρατιώτες αυτούς, οι οποίοι πρόσφεραν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους επί πληρωμή σε εκείνον που διέθετε τα περισσότερα, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά φημισμένοι φονιάδες, που άλλαζαν πλευρά κατά βούληση όταν τα συμφέροντά τους μεταβάλλονταν. Άλλοι μισθοφορικοί στρατοί εφάρμοζαν πιστά κώδικες τιμής και ιεραρχίες που θα ζήλευαν ακόμη και οι πιο οργανωμένοι εθνικοί στρατοί.
Ακολουθούν έξι θρυλικοί ιδιωτικοί στρατοί που άφησαν το δικό τους στίγμα στην ανθρώπινη Ιστορία…
Οι 10.000
Οι 10.000, όπως καταγράφεται στην Ανάβαση του Ξενοφώντα, αποτελούσαν μια ετερόκλητη ομάδα ελλήνων πολεμιστών που εντάχθηκε στον στρατό του Κύρου προκειμένου να τον βοηθήσει στην εκστρατεία κατά του αδερφού του Αρταξέρξη. Το 401 π.Χ., οι έλληνες μισθοφόροι –πολλοί από τους οποίους βετεράνοι του Πελοποννησιακού Πολέμου- πολέμησαν στο πλευρό του Κύρου και του στρατού του απέναντι στις δυνάμεις του βασιλιά σε μια μάχη κοντά στη Βαγδάτη. Καθώς οι 10.000 έδιναν τη μάχη τους, ο Κύρος σκοτώθηκε και οι επικεφαλής των μισθοφόρων δολοφονήθηκαν ενώ προσπαθούσαν να διαπραγματευτούν μια υποχώρηση.
Κυνηγημένοι από τους στρατιώτες του Αρταξέρξη, όσοι από τους 10.000 είχαν καταφέρει να επιβιώσουν χρειάστηκε να συνεργαστούν μεταξύ τους και να οργανώσουν την περιπετειώδη διαφυγή τους από τα εχθρικά εδάφη. Ο Ξενοφώντας ορίστηκε διοικητής της ομάδας και οι πολεμιστές ξεκίνησαν μια 9μηνη εξαντλητική «οδύσσεια», την επιστροφή από την καρδιά της Βαβυλωνίας με προορισμό το λιμάνι της Τραπεζούντας στη Μαύρη Θάλασσα.
Αντιμέτωποι με διαρκείς ενέδρες, «εχθρικό» καιρό και πείνα, κατόρθωσαν να φτάσουν σε φιλικό έδαφος, διατηρώντας άθικτα τα τρία τέταρτα των δυνάμεών τους. Η ιστορία της περιπετειώδους υποχώρησής τους, όπως καταγράφηκε από τον Ξενοφώντα, αποτελεί σήμερα μια κλασική ιστορία ηρωισμού.
Η Λευκή Εταιρεία
Η Λευκή Εταιρεία ήταν μια από τις πιο γνωστές «ελεύθερες εταιρείες», την οποία αποτελούσαν ομάδες μισθοφόρων που διεκδικούσαν τη μερίδα του λέοντος από τον πλούτο της Ιταλίας του 14ου αιώνα. Η πρώτη ομάδα, που ξεχώρισε τη δεκαετία του 1360, λειτουργούσε υπό τη διοίκηση του Σερ Τζον Χόκγουντ, ενός Άγγλου που είχε στεφθεί ιππότης για τις υπηρεσίες του στον Εκατονταετή Πόλεμο. Υπό τον Χόκγουντ, η Λευκή Εταιρεία απέκτησε τη φήμη μιας ελίτ ομάδας μισθοφόρων στην Ιταλία.
Οι στρατιώτες της, ένα συνονθύλευμα Άγγλων, Γερμανών, Βρετόνων και Ούγγρων τυχοδιωκτών, επιλέγονταν για τις ικανότητές τους στην πολεμική τέχνη και κατάφερναν να τρομοκρατούν τις εχθρικές δυνάμεις με τις αιφνιδιαστικές τους επιθέσεις και την προθυμία τους να πολεμούν ακόμη και τη νύχτα και υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες.
Σε μια εποχή που η Ιταλία ήταν «θρυμματισμένη» ανάμεσα σε πόλεις κράτους και μεσαιωνικούς άρχοντες, οι άντρες της Λευκής Εταιρείας δημοπρατούσαν τις υπηρεσίες τους σε εκείνον που θα έκανε τη μεγαλύτερη προσφορά. Μεταξύ 1363 και 1388, πολέμησαν στο πλευρό και ενάντια στο Πάπα, στην πόλη του Μιλάνου και την πόλη της Φλωρεντίας. Ακόμη και σε καιρό ειρήνης, σπάνια έμεναν εκτός δράσης. Όταν έμεναν άνεργοι, επέμεναν να κρατούν τα ταμεία τους γεμάτα, πραγματοποιώντας εφόδους και λεηλασίες σε κοντινές πόλεις και χωριά.
Η Ελβετική Φρουρά
Η Ελβετική Φρουρά είναι σήμερα γνωστή για την προστασία που παρέχει στον Πάπα στο Βατικανό. Στην αρχή της ιστορίας της, ωστόσο, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά κάποιες ομάδες μισθοφόρων που «άνθισαν» κατά της διάρκεια της Αναγέννησης. Περισσότερο από ένα εκατομμύριο ελβετοί τυχοδιώκτες κατάφεραν να αντιμετωπίσουν με μεγάλη επιτυχία στρατούς καλύτερα εξοπλισμένους από τους ίδιους και, μέχρι τις αρχές του 1400, οι επαναστατικές τους τακτικές και η ωμή σκληρότητά τους τους είχαν χαρίσει τη φήμη των καλύτερων μισθοφόρων.
Οι ελβετοί μισθοφόροι συχνά συνεργάζονταν με τους Γάλλους και, στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, πολέμησαν μαζί τους, καταγράφοντας έναν μεγάλο αριθμό απωλειών.
Μια μικρή ομάδα 150 ελβετών μισθοφόρων άρχισε να παρέχει της υπηρεσίες της ως σωματοφύλακες του Πάπα το 1506, εξελισσόμενη στη συνέχεια στον επίσημο προστάτη του Βατικανού, ακόμη και όταν η Ελβετία απαγόρευσε στους πολίτες της να εργάζονται ως μισθοφόροι. Σήμερα, με τις πολύχρωμες στολές της, η Ελβετική Φρουρά δέχεται στους κόλπους της αποκλειστικά μέλη που πληρούν τα εξής κριτήρια: είναι Ρωμαιοκαθολικοί, έχουν ένα συγκεκριμένο ύψος και διαθέτουν ένα στρατιωτικό υπόβαθρο. Ο ρόλος της είναι συνήθως εθιμοτυπικός, στο παρελθόν όμως έχει κληθεί να πολεμήσει για την προστασία του Ποντίφικα. Στη διάρκεια μιας επίθεσης στη Ρώμη το 1527, σχεδόν τα πέντε έκτα της Φρουράς έχασαν τη ζωή τους, ενώ προστάτευαν τον Πάπα Κλεμέντιο.
Οι Ιπτάμενοι Τίγρεις
Επισήμως γνωστοί ως η Αμερικανική Ομάδα Εθελοντών, οι διάσημοι «Ιπτάμενοι Τίγρεις» αποτέλεσαν μια δύναμη πιλότων που πολέμησε μαζί με τους Κινέζους ενάντια στην Ιαπωνία στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Η μονάδα πρωτοοργανώθηκε στις αρχές του 1941, λίγους μήνες πριν από την ιαπωνική αεροπορική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ.
Θέλοντας να εμποδίσει την κατάληψη της Κίνας από την Ιαπωνία και ενώ οι ΗΠΑ παρέμεναν ουδέτερες στον πόλεμο, ο πρόεδρος Φράνκλιν Ρούσβελτ επέτρεψε την… αθόρυβη στρατολόγηση πιλοτών από τους κόλπους της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ. Το ρίσκο ήταν υψηλό, το ίδιο όμως και οι απολαβές: ενώ οι περισσότεροι πιλότοι της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας λάμβαναν την περίοδο εκείνη μισθό γύρω στα 260 δολάρια τον μήνα, οι μισθοφόροι πιλότοι κέρδιζαν 600-700 δολάρια σε συνδυασμό με ένα μπόνους 500 δολαρίων για κάθε ιαπωνικό αεροσκάφος που κατέρριπταν.
Περίπου 100 αμερικανοί πιλότοι που είχαν δεχτεί να συμμετάσχουν στο σχέδιο αυτό, έφτασαν στη Βιρμανία στα μέσα του 1941, όπου ανέλαβαν την προστασία μιας κρίσιμης οδού ανεφοδιασμού από τις ιαπωνικές επιθέσεις. Οι «Ιπτάμενοι Τίγρεις» κατέγραψαν ένα ρεκόρ που δεν είχε προηγούμενο. Κατάφερναν να καταρρίψουν 296 ιαπωνικά αεροσκάφη και να καταστρέψουν περισσότερα από 1.300 ποταμόπλοια, ενώ οι ίδιοι είχαν απώλειες που ανέρχονται σε 69 αεροσκάφη και λίγες δεκάδες άντρες.
Η ομάδα διαλύθηκε επισήμως τον Ιούλιο του 1942. Κάποια από τα μέλη της όμως επανενώθηκαν αργότερα και υπηρέτησαν μέχρι το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Καταλανική Εταιρεία
Η Καταλανική Εταιρεία, η οποία οργανώθηκε το 1302 από τον Ρογήρο ντε Φλορ, αποτελούνταν αρχικά από σκληροτράχηλους ισπανούς βετεράνους πολεμιστές. Έχοντας μείνει άνεργοι, ο ντε Φλορ και οι μισθοφόροι του συνεργάστηκαν με τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β’, ο οποίος τους έφερε στην ανατολική Μεσόγειο προκειμένου να αντιμετωπίσουν την εισβολή των Οθωμανών.
Οι 6.500 Καταλανοί κατάφεραν να εκδιώξουν τους Τούρκους από την Κωνσταντινούπολη, αλλά η διάθεσή τους για λεηλασία προκάλεσε και την οργή των Βυζαντινών. Το 1305, ο ντε Φλορ και περίπου 1.300 άντρες του βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια ενέδρα και σκοτώθηκαν από μια άλλη ομάδα μισθοφόρων που είχε προσλάβει ο αυτοκράτορας.
Κι όμως, αντί να διαλυθούν, όσοι Καταλανοί επιβίωσαν αναχώρησαν για μια από τις πιο αιματηρές και περίπλοκες περιπέτειες της μεσαιωνικής στρατιωτικής ιστορίας. Προέλασαν στην Ελλάδα και βρήκαν δουλειά στην υπηρεσία του Δούκα των Αθηνών. Μια διαφωνία όμως για τις απολαβές τους, είχε ως αποτέλεσμα να ξεσηκωθούν και να οδηγηθούν σε πόλεμο με τον πρώην εργοδότη τους. Μετά τον θάνατο του Δούκα και τη συντριβή του στρατού του το 1311 στη Μάχη του Κηφισού, οι Καταλανοί βρέθηκαν ξαφνικά de facto άρχοντες του Δουκάτου των Αθηνών. Η κυριαρχία τους διήρκεσε περισσότερο από 75 χρόνια, όταν τελικά νικήθηκαν από τους Φλωρεντινούς. Όσοι είχαν απομείνει από την Καταλανική Εταιρεία, διαλύθηκαν λίγο καιρό αργότερα.
Η Φρουρά των Βαράγγων
Αποτελούμενη από Βίκινγκ μισθοφόρους, η Φρουρά των Βαράγγων, παρείχε τις υπηρεσίες της επί πληρωμή στον βυζαντινό αυτοκράτορα. Η ομάδα πρωτοανέλαβε στα τέλη του 10ου αιώνα, όταν ο Βασίλειος Β’ έδειξε να προτιμά τους σκληροτράχηλους βαρβάρους από τους επιρρεπείς στη διαφθορά στρατιώτες του. Η ομάδα αποδείχθηκε γρήγορα χρήσιμη, καταστέλλοντας μια εξέγερση, με αποτέλεσμα να υπηρετήσει με στόχο την προστασία της Κωνσταντινούπολης για περισσότερα από 200 χρόνια.
Αρχικά, τη Φρουρά αποτελούσαν αποκλειστικά Βίκινγκ, αλλά στα τέλη του 11ου αιώνα στους κόλπους της εντάχθηκαν Άγγλοι, Νορμανδοί και Δανοί. Η εξασφάλιση της ένταξης στην ομάδα αυτή δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Οι υποψήφιοι έπρεπε να αποδείξουν την ικανότητά τους στη μάχη και καλούνταν να πληρώσουν μια μικρή περιουσία σε χρυσό για… εγγραφή. Τα κέρδη που αποκόμιζαν όμως ως μέλη της Φρουράς δεν συγκρίνονταν με τα κριτήρια αυτά. Κάποια μάλιστα κατάφεραν να αναρριχηθούν και σε θέσεις εξουσίας. Ένα από τα μέλη της Φρουράς ήταν ο Χάραλντ Χαρντράντα, ο οποίος κατάφερε να καθίσει στον θρόνο της Νορβηγίας.
www.newsbeast.gr