Μία ενδιαφέρουσα συγκριτική μελέτη σχετικά με τους ποινικούς δικονομικούς κανόνες στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημοσιεύθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Η μελέτη, την οποία ζήτησε η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εξετάζει κατά πόσον οι διαφορές μεταξύ των εθνικών κανόνων για την ποινική διαδικασία εμποδίζουν τη διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των κρατών και την εξέλιξη της νομοθεσίας της Ένωσης.
Η μελέτη βασίζεται σε μία συγκριτική ανάλυση αντιπροσωπευτικού δείγματος εννέα κρατών μελών.
Προσδιορίζει διάφορες μορφές "εμποδίων" στη διασυνοριακή συνεργασία, οι οποίες κυμαίνονται από απλές καθυστερήσεις στην αναστολή και μη εκτέλεση αιτήσεων συνδρομής, παράλληλα με την αξιοσημείωτη χρήση ορισμένων υφιστάμενων μέσων.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, δεν υπάρχει μία απλή ή ενιαία απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις. Ως εκ τούτου, διατυπώνονται ορισμένες μη νομοθετικές και νομοθετικές συστάσεις για βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.
Υπόβαθρο μελέτης
Κατά την τελευταία δεκαετία, η διασυνοριακή συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει βασιστεί στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης.
Η λειτουργία της προϋποθέτει την αποδοχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των - διαφορετικών - νομικών συστημάτων των κρατών μελών.
Αυτή η εμπιστοσύνη στηρίζεται στην κοινή δέσμευσή τους στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου.
[custom:google-ads]
Οι φωνές για περισσότερη δράση εκ μέρους της ΕΕ στον τομέα των δικαιωμάτων των υπόπτων και κατηγορουμένων έχουν πληθύνει μετά την θεσμοθέτηση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης το 2002, υπό το πρίσμα των αρνητικών επιπτώσεων στα δικαιώματα του ατόμων που προκύπτουν από την καθιέρωση επιταχυνόμενων και απλουστευμένων διαδικασιών για την αναγνώριση δικαστικών αποφάσεων.Από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας ο νομοθέτης της ΕΕ έχει εγκρίνει έξι οδηγίες σχετικά με τα δικαιώματα των κατηγορουμένων, καθώς και μία για τα δικαιώματα των θυμάτων.
Ενόψει της έντονης νομοθετικής δραστηριότητας σε ζητήματα ποινικού δικαίου, η οποία απεικονίζεται από το την έγκριση του κανονισμού για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και την έκδοση της πρότασης για τα ηλεκτρονικά αποδεικτικά στοιχεία (e- Evidence), υπάρχουν αρκετές συζητήσεις για το κατά πόσον θα πρέπει να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες προσέγγισης στον τομέα της ποινικής δικονομίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η μελέτη εξετάζει κατά πόσο οι εθνικοί κανόνες ποινικής δικονομίας έχουν υποβληθεί σε διαδικασία σύγκλισης σε επαρκή βαθμό προκειμένου να υποστηρίξουν τη λειτουργία της αμοιβαίας συνεργασίας και να επιτρέψουν την αποτελεσματική διασυνοριακή συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις.
Η μελέτη αναδεικνύει τα κενά και τα "παραθυράκια" που έχουν εντοπιστεί με τη συγκριτική ανάλυση των δικονομικών κανόνων από εννέα κράτη μέλη: Φινλανδία, Γαλλία, Ιταλία, Ουγγαρία, Γερμανία, Ρουμανία, Ολλανδία, Ιρλανδία και Ισπανία.
Η μελέτη είναι διαθέσιμη στην αγγλική γλώσσα εδώ