Πυρά από παντού δέχεται η πρόταση - απόφαση που ανακοίνωσε από τηλεοράσεως ο υπουργός Παιδείας Ανδρέας Λοβέρδος για την αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στις Ανώτατες Στρατιωτικές Σχολές. Μεγαλύτερη σημασία δεν έχουν οι αντιδράσεις από τα πολιτικά κόμματα, όπως αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά οι ενστάσεις που διατυπώνουν οι ίδιοι οι στρατιωτικοί. Και δεν είναι λίγες. Ξεχωρίσαμε απ΄ αυτές το κείμενο του κ.Ιωάννη Λεοντακιανάκου απόστρατου του ΠΝ ,γιατί μας το επισήμαναν πολλοί εν ενεργεία στρατιωτικοί. Μ΄ αυτό το κείμενο κάνει και μια "επαναστατική" για τα ελληνικά δεδομένα πρόταση αλλαγής του συστήματος στρατιωτικής εκπαίδευσης.
Όλο το κείμενο που εξηγεί με επιχειρήματα γιατί δεν πρέπει να αλλάξει το σύστημα εισαγωγής και ποια είναι η πρόταση που κάνει:
ΘΕΛΟΥΜΕ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΤΩΝ Ε.Δ; ΜΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΟΣ ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
"Εχει αποφασισθεί η εξαίρεση των Ανωτάτων Στρατιωτικών Σχολών από τις Πανελλήνιες Εξετάσεις από την επόμενη χρονιά", σύμφωνα με δήλωση του Υπουργού Παιδείας κ. Α. Λοβέρδου. Θεωρώ ότι το επιχείρημα του υπουργού, πως πρέπει να επιλέγονται για τις Στρατιωτικές Σχολές όσοι "πραγματικά θέλουν να κάνουν στρατιωτική καριέρα" είναι αίολο, καθόσον, η εξαίρεσή τους από ένα αντικειμενικά "καθαρό" σύστημα εισαγωγής, όπως αυτό των πανελληνίων εξετάσεων, δημιουργεί πολλά ερωτηματικά περί της αξιοκρατικής επιλογής των υποψηφίων και του ρόλου για την επιλογή αυτή της εκάστοτε στρατιωτικής ηγεσίας και του καθηγητικού προσωπικού των Σχολών.
Προσωπικά, έχοντας ασχοληθεί με τη στρατιωτική εκπαίδευση, τόσο ως διδάσκων όσο και από θέσεις διεύθυνσης για αρκετά χρόνια, καταθέτω τη άποψή μου για το σύστημα εκπαίδευσης των Ε.Δ. Γνωρίζω ότι πολλοί θα με κατηγορήσουν ότι εισάγω "καινά δαιμόνια", ωστόσο, πάντοτε προσπαθώ να σκέπτομαι εκτός "πλαισίου", με ανοικτό μυαλό, και να προσπαθώ να αντιλαμβάνομαι τις απαιτήσεις της εποχής.
Το εκπαιδευτικό σύστημα στις Ένοπλες Δυνάμεις (Ε.Δ.) της χώρας μας αποσκοπεί στη δημιουργία ενός πρότυπου στελέχους των Ε.Δ., το οποίο να ανταποκρίνεται προς τις σύγχρονες απαιτήσεις αφ’ ενός της κοινωνίας και αφ’ ετέρου της απαιτούμενης εξειδίκευσης στα θέματα Ασφάλειας και Άμυνας, που αποτελεί τον τομέα ενασχόλησης και ευθύνης των στρατιωτικών.
Στο παραπάνω πλαίσιο, οι επιθυμούντες να σταδιοδρομήσουν, ως μόνιμα στελέχη των Ε.Δ., μέσα από το εθνικό σύστημα εισαγωγής τους στην ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση, εισάγονται στις στρατιωτικές παραγωγικές σχολές --Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές (ΑΣΣΥ) Υπαξιωματικών και Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΣΕΙ)--, από τις οποίες αποφοιτούν ως μόνιμοι υπαξιωματικοί ή αξιωματικοί αντίστοιχα. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους και στο πλαίσιο της δια βίου εκπαίδευσης, καλούνται να φοιτήσουν σε μια σειρά από τεχνικά ή γενικής εκπαίδευσης σχολεία/σχολές/σεμινάρια στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, με στόχο τη μετεκπαίδευση/επιμόρφωση τους για την ανάπτυξη και την επικαιροποίηση γνώσεων και δεξιοτήτων, ώστε να καλυφθούν συγκεκριμένες απαιτήσεις της εξειδίκευσης τους ή της θέσης τους (βαθμού) στη πυραμίδα της ιεραρχίας.
Η απαίτηση για μια άρτια και υψηλού επιπέδου εκπαίδευση των στελεχών των Ε.Δ. έχει γίνει πλήρως κατανοητή από τις χώρες τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, όσο και της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Η εκπαίδευση, που παρέχεται στα Στρατιωτικά Πανεπιστήμια και στις Στρατιωτικές Σχολές διαχωρίζεται σε ακαδημαϊκή και στρατιωτική εκπαίδευση. Η ακαδημαϊκή εκπαίδευση είναι συμβατή με τη πανεπιστημιακή ή την ανώτερη τεχνική εκπαίδευση αντίστοιχα (ΑΕΙ – ΑΤΕΙ) κάθε κράτους, το οποίο απονέμει και τους ανάλογους τίτλους σπουδών στα στελέχη εκείνα, που αποφοιτούν με επιτυχία. Η στρατιωτική εκπαίδευση αφορά θέματα, που άπτονται της στρατιωτικής ιδιότητας του στελέχους, τόσο γενικά όσο και εξειδικευμένα ανά κλάδο (στρατιωτική, ναυτική, αεροπορική).
Δυστυχώς στη χώρα μας, έως σήμερα, παρ’ όλες τις προσπάθειες εξέλιξης του συστήματος εκπαίδευσης στις Ένοπλες Δυνάμεις, οι δράσεις χαρακτηρίζονται ως αποσπασματικές, δεσμευμένες σε αγκυλώσεις και συμφέροντα κλαδικά, συνδικαλιστικά, προσωπικά, που δεν έχουν το θάρρος να αντιμετωπίσουν δραστικά και ουσιαστικά το πρόβλημα.
Στόχος του παρόντος είναι η κατάθεση μιας καινοτόμου πρότασης επί της εξέλιξης του εκπαιδευτικού συστήματος των Ενόπλων Δυνάμεων, στη λογική του «κόστους – αποτελεσματικότητας» με παράλληλη αναβάθμιση του, ώστε να συμμορφώνεται με τα ευρωπαϊκά/διεθνή εκπαιδευτικά πρότυπα (Συμφωνία της Μπολόνια --Bologna Declaration), να ανταποκρίνεται πληρέστερα στις σύγχρονες απαιτήσεις και τέλος να προσφέρει περαιτέρω στη κοινωνική καταξίωση των στελεχών, απονέμοντάς τους αναγνωρισμένους και ισότιμους ακαδημαϊκούς τίτλους σπουδών.
Λόγω της περιορισμένης έκτασης ενός άρθρου, η πρόταση δεν αποτελεί μια αναλυτικά εμπεριστατωμένη μελέτη. Απλά, φιλοδοξεί να θέσει τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές για την υποχρεωτική εκπαίδευση των αξιωματικών και υπαξιωματικών, που προέρχονται από τις στρατιωτικές παραγωγικές σχολές, συνδυάζοντας την ακαδημαϊκή και τη στρατιωτική τους εξέλιξη στη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους. Δηλαδή, η πρόταση δεν ακουμπά σε κλαδικά τεχνικά / τακτικά σχολεία εξειδίκευσης ή επιμόρφωσης.
Μελετώντας τα στοιχεία για την εισαγωγή στα ανώτατα στρατιωτικά ιδρύματα, παρατηρούμε ότι στη χώρα λειτουργούν 5 ΑΣΕΙ με σπουδαστές, που ο αριθμός τους κυμαίνεται περί τους 2.200 (ΣΣΕ με 1000 περίπου Ευέλπιδες, η ΣΝΔ με 200 περίπου Ναυτικούς Δοκίμους, η ΣΙ με 260 περίπου Ικάρους, η ΣΣΑΣ με 550 περίπου Δοκίμους Αξιωματικών Σωμάτων, και η ΣΑΝ με 160 Δοκίμους Αξιωματικούς Νοσηλευτές). Η κάθε Σχολή λειτουργεί ανεξάρτητα, διαθέτοντας το δικό της ακαδημαϊκό (που προσιδιάζει τη δομή ΑΕΙ) και στρατιωτικό επιτελείο, και υπάγεται στον αντίστοιχο κλάδο των Ε.Δ. (Σ.Ξ, ΠΝ, Π.Α.). Διαπιστώνεται ήδη με τη πρώτη ανάγνωση ότι η ύπαρξη τόσων Σχολών, που λειτουργούν ανεξάρτητα με τόσο περιορισμένο αριθμό σπουδαστών, έρχεται σε άμεση σύγκρουση με μια «cost effective» λειτουργία. Επομένως, προτείνεται η δημιουργία ενός ΑΣΕΙ των Ε.Δ., με τις επιμέρους Σχολές να ανήκουν στο εν λόγω ΑΣΕΙ και να λειτουργούν με τα δικά τους μεν προγράμματα, αλλά με συναξιοποίηση του ακαδημαϊκού προσωπικού και σε συνεργασία με Ελληνικά ΑΕΙ, ώστε ο εξερχόμενος Αξιωματικός να λαμβάνει αφ’ ενός (στρατιωτικό) πτυχίο Αξιωματικού και αφ’ ετέρου ένα ακαδημαϊκό πτυχίο.
Η λειτουργία των Στρατιωτικών Σχολών για Αξιωματικούς Σωμάτων (ΣΣΑΣ και ΣΑΝ), με το μεγαλύτερο τμήμα της εκπαίδευσής τους να αφορά, ουσιαστικά, παρακολούθηση του αντίστοιχου πανεπιστημιακού τμήματος (ΑΠΘ – ΕΚΠΑ) έρχεται και αυτή σε αντίθεση με τη λογική «κόστους – αποτελεσματικότητας». Ιστορικοί και συναισθηματικοί λόγοι ύπαρξης και λειτουργίας των εν λόγω ΑΣΕΙ είναι κατανοητοί, ωστόσο, επί της ουσίας, το κόστος είναι δυσανάλογα μεγάλο συγκρινόμενο με το κόστος κάλυψης των αναγκών μέσω της πρόσληψης αποφοίτων ελληνικών ΑΕΙ και 12μηνη φοίτησή τους σε αντίστοιχη στρατιωτική σχολή για τη στρατιωτική τους εκπαίδευση. Η πρόσληψη αποφοίτων οικονομικών σχολών για Αξιωματικούς (Ο) στο Π.Ν., με 11 μήνες φοίτηση στη ΣΝΔ (συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής τους στο ΘΕΠ/ΣΝΔ), για ολοκλήρωση της στρατιωτική/ναυτικής εκπαίδευσής τους, έχει στεφθεί από πλήρη επιτυχία στο παρελθόν. Οπότε, πιο το όφελος για διατήρηση στρατιωτικών σχολών 4ετούς - 6ετούς φοίτησης για παραγωγή Αξιωματικών Σωμάτων; Επομένως προτείνεται η κατάργηση των Σχολών ΣΣΑΣ και ΣΑΝ και η κάλυψη των αναγκών των Ε.Δ. σε Αξιωματικούς Σωμάτων με πρόσληψη (μέσω διαγωνισμού) αποφοίτων ελληνικών ΑΕΙ και 12μηνη στρατιωτική εκπαίδευσή τους στις αντίστοιχες Σχολές του κλάδου, που θα ενταχθούν (ΣΣΕ, ΣΝΔ και ΣΙ).
Οι Αξιωματικοί, μετά την αποφοίτησή τους από την αντίστοιχη Σχολή του Κλάδου τους, προβλέπεται να φοιτήσουν σε σχολεία μετεκπαίδευσης / επιμόρφωσης, κάποια από τα οποία είναι «κοινά» για όλους τους αξιωματικούς είτε σε κλαδικό είτε σε διακλαδικό επίπεδο. Τα σχολεία/σχολές αυτά είναι:
α. Τα σχολεία συνολικής διάρκειας 9-12 μηνών για τους Αξιωματικούς βαθμού Ανθυπολοχαγού/Υπολοχαγού (και αντιστοίχων), που αφορούν αφενός στην εξειδίκευση των Αξιωματικών στα επιμέρους Όπλα/Σώματα (Σ.Ξ.), στις προβλεπόμενες εξειδικεύσεις των Αξιωματικών Π.Ν. και στο συγκεκριμένο τύπο αφους (Π.Α.) και αφετέρου σε διοικητικά/επιτελικά αντικείμενα (Διοικητών Υπομονάδων, Γ.Ε. Ανθυποπλοιάρχων, Υποσμηναγών). Συγκεκριμένα, προτείνεται η απόκτηση (Τεχνικού) Μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών (M.Sc) συνδυασμένο με το επιμορφωτικό Σχολείο Αξιωματικών στο βαθμό του Υπολοχαγού/Ανθυποπλοιάρχου/Υποσμηναγού ετήσιας διάρκειας και συνυφασμένο με τη ληφθείσα ειδίκευση του Αξιωματικού.
β. Τα Κλαδικά σχολεία 6μηνης διάρκειας (ΣΔΙΕΠ/ΣΞ-ΠΝ-ΠΑ) με στόχο την επιτελική/διοικητική επιμόρφωση στο βαθμό του Λοχαγού (και αντιστοίχων) και την διάρκειας 9μηνών Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) στο βαθμό (Ταγματάρχη/Αντισυνταγματάρχη και αντιστοίχων). Προτείνεται η απόκτηση (θεωρητικού) Μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών (Μ.Α.) (διαφορετικών εξειδικεύσεων ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των Ε.Δ.) συνδυασμένο με την αποφοίτηση από την ΑΔΙΣΠΟ.
γ. Την διάρκειας 9μηνών διακλαδική Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ), η οποία στοχεύει να επιμορφώσει, κυρίως, τα στελέχη των Ε.Δ., ώστε να χειρίζονται θέματα Εθνικής Άμυνας. Μεγάλη μερίδα του θεματολογίου της ΣΕΘΑ καλύπτεται ωστόσο στην ΑΔΙΣΠΟ και, ουσιαστικά, πολλοί διατείνονται ότι αποτελεί μια πιο «delicate version» της Σχολής Πολέμου. Για την συγκεκριμένη περίπτωση, προτείνεται η κατάργηση της ΣΕΘΑ και η ίδρυση Σχολής Ανώτατης Δημόσιας Διοίκησης, στην οποία υποχρεωτικά φοιτούν όλοι οι ανώτατοι δημόσιοι υπάλληλοι, με στόχο να επιμορφωθούν στα θέματα Εθνικής Πολιτικής & Στρατηγικής, Εθνικής Ασφάλειας & Άμυνας, Εθνικής Οικονομίας, Management, Επικοινωνίας, κλπ, ώστε αναλαμβάνοντας πλέον ανώτατες θέσεις διοίκησης να διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες για να ανταποκριθούν των απαιτήσεων.
Οι Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών (ΑΣΣΥ) ανέρχονται σε 5 με αριθμό σπουδαστών περί τους 1300 (ΣΜΥ με 550 περίπου σπουδαστές, ΣΜΥΝ με 220 περίπου σπουδαστές, ΣΤΥΑ με 410 περίπου σπουδαστές, ΣΥΔ με 100 περίπου σπουδαστές και ΣΙΡ με 16 περίπου σπουδαστές), παρουσιάζοντας το ίδιο πρόβλημα της μη οικονομο-αποδοτικής λειτουργίας με τις Στρατιωτικές Σχολές Αξιωματικών. Επομένως, προτείνεται η δημιουργία ενός Ανώτερου Στρατιωτικού Τεχνικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (ΑΣΤΕΙ) τριετούς φοίτησης, με τις επιμέρους Σχολές να ανήκουν στο εν λόγω ΑΣΤΕΙ και να λειτουργούν με τα δικά τους μεν προγράμματα, αλλά με συναξιοποίηση του ακαδημαϊκού προσωπικού και σε συνεργασία με Ελληνικά ΑΤΕΙ, ώστε ο εξερχόμενος Υπαξιωματικός να λαμβάνει αφ’ ενός (στρατιωτικό) πτυχίο Υπαξιωματικού (στη διετία) και αφ’ ετέρου ένα ακαδημαϊκό πτυχίο (στη τριετία), το οποίο θα είναι και απαραίτητη προϋπόθεση για εξέλιξή του σε Αξιωματικό. Οι εν λόγω Αξιωματικοί (οι προερχόμενοι από Υπαξιωματικούς), στη συνέχεια εντάσσονται και ακολουθούν τη σταδιοδρομική εξέλιξη των αποφοίτων του αντίστοιχου ΑΣΕΙ Αξιωματικών.
Επιπλέον, ο θεσμός και οι ειδικότητες των Επαγγελματιών Οπλιτών πρέπει να συνδυαστούν με αντίστοιχα ισότιμα πτυχία επαγγελματικής κατάρτισης, και ο χρόνος υπηρεσίας στις Ε.Δ., να αποτελεί χρόνο ενασχόλησης και προαγωγής της εμπειρίας/δεξιότητας τους στο αντικείμενο σπουδών τους. Τοιουτοτρόπως, παρέχεται η δυνατότητα αφενός στις Ε.Δ. να αξιοποιήσουν απαραίτητο επαγγελματικό προσωπικό για συγκεκριμένο διάστημα 15 έως 25 έτη και αφετέρου το προσωπικό αυτό ολοκληρώνοντας την εργασιακή του σχέση με τις Ε.Δ. να δύναται να αξιοποιήσει στο πολιτικό τομέα το ισότιμο επαγγελματικό του πτυχίο και την αποκτηθείσα εμπειρία του.
Τέλος, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα/διευκόλυνση στα στελέχη των Ε.Δ., να προχωρούν μέσω των διαδικασιών «distance learning» σε πρόσκτηση διδακτορικών ή μεταπτυχιακών τίτλων.
Ολοκληρώνοντας τη προσέγγισή μου για τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος των Ε.Δ., ελπίζω να έθεσα στο τραπέζι κάποιες σκέψεις μου, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αφετηρία προβληματισμού και διαβούλευσης με στόχο τη δημιουργία ενός μορφωμένου και ικανού στελέχους των Ε.Δ., το οποίο θα δύναται να ανταποκριθεί πληρέστερα στις σύγχρονες απαιτήσεις και να αποτελεί ένα ισότιμα αναγνωρισμένο και καταξιωμένο στέλεχος της κοινωνίας.
http://www.onalert.gr