Γράφει ο Λάμπρος Δημητρέλος
Η σωματική έρευνα του υπόπτου εντάσσεται στην προληπτική ενέργεια των αστυνομικών και έχει διττό στόχο: Πρώτον, τη διασφάλιση της σωματικής ακεραιότητάς τους και δεύτερον, την αναζήτηση των πειστηρίων κάποιου αδικήματος. Είναι καταφανές ότι για τους αστυνομικούς προέχει η ανακάλυψη τυχόν όπλου (λ.χ. πυροβόλου, αιχμηρού), καθώς αυτό μπορεί να θέσει άμεσα τη ζωή τους σε κίνδυνο, ωστόσο δε θα πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι και η κατοχή άλλων αντικειμένων (λ.χ. ναρκωτικών, κλοπιμαίων κλπ), μπορούν να οδηγήσουν τον ύποπτο σε βίαιη συμπεριφορά με απώτερο σκοπό την αποφυγή της σύλληψής του.
Από τακτικής άποψης η σωματική έρευνα αποτελεί εξόχως «ευαίσθητη» διαδικασία, καθώς προκειμένου να την υλοποιήσουν οι αστυνομικοί, αναγκαστικά θα έρθουν σε φυσική επαφή με τον ύποπτο κάνοντας έτσι έκπτωση σε βασικές αρχές αυτοπροστασίας, με πιο καίριες τη μείωση της απόστασης και την απώλεια της κάλυψης.
Λόγω του ότι η απόσταση μειώνεται και η κάλυψη εκπίπτει σημαντικά κατά τη σωματική έρευνα, είναι απαραίτητο ο αστυνομικός να ελέγχει με φυσικό τρόπο τα χέρια του υπόπτου (και όχι μόνο οπτικά), εφαρμόζοντας κάποια ήπια λαβή σε αυτά. Οι δύο ενδεδειγμένες θέσεις στις οποίες πρέπει να φέρει ο ύποπτος τα χέρια του πριν την προσέγγιση των αστυνομικών, κατόπιν σχετικών εντολών τους, είναι πίσω από το κεφάλι ή πίσω από τη μέση, έχοντας και στις δύο περιπτώσεις τα δάχτυλα πλεγμένα μεταξύ τους.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη σωματική ακεραιότητα των αστυνομικών ελλοχεύει από την τυχόν ύπαρξη πυροβόλων όπλων, μαχαιριών και λοιπών αιχμηρών, αλλά και από την ύπαρξη άλλων αντικειμένων, όπως λ.χ. μιας σιδηρογροθιάς. Η πιο συνηθισμένη (λόγω ευχερούς πρόσβασης) «ζώνη» απόκρυψης όπλων είναι η μέση του υπόπτου και σημεία γύρω από αυτή, όπως τσέπες κλπ, γι’ αυτόν τον λόγο οι περιοχές αυτές θα πρέπει να ελέγχονται πρώτες κατά την έναρξη της σωματικής έρευνας.
Μια άλλη παράμετρος είναι η ψυχοσωματική προετοιμασία του αστυνομικού που θα διενεργήσει τη σωματική έρευνα, ο οποίος δε θα πρέπει να προσεγγίζει νοητικά τη διαδικασία με τη λανθασμένη σκέψη «ας κάνω ένα τυπικό ψάξιμο, δε νομίζω πως θα έχει κάτι επάνω του ο ύποπτος», αλλά με τη νοοτροπία «σίγουρα έχει κάτι επάνω του ο ύποπτος και εγώ πρέπει να το βρω».
Είναι σαφές ότι ο αστυνομικός που θα επιφορτιστεί με τη διενέργεια της σωματικής έρευνας δε θα πρέπει να βιάζεται να την ολοκληρώσει και ως εκ τούτου να μη διστάζει να ελέγχει ξανά συγκεκριμένα σημεία του σώματος του υπόπτου, αν για οποιονδήποτε λόγο νιώθει αβέβαιος. Η εμπειρία και η φαντασία είναι ακόμη δύο χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να έχει ο αστυνομικός που θα διενεργήσει την έρευνα, καθώς ο ύποπτος που φέρει όπλο, θα το έχει μεν κρυμμένο, αλλά ταυτόχρονα και πρόσφορο για άμεση χρήση.
Όταν οι ύποπτοι είναι παραπάνω από ένας και μεταξύ τους υπάρχει γυναίκα, είναι πολύ συχνό το φαινόμενο να έχουν δώσει σε αυτή να αποκρύψει τα όπλα ή άλλα παράνομα αντικείμενα, διότι οι παράνομοι γνωρίζουν πως δε διεξάγεται σωματική έρευνα από άνδρα αστυνομικό σε γυναίκα κι έτσι θεωρούν πως αυτή αποτελεί μια καλή «κρυψώνα». Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν δεν υπάρχει άμεσα διαθέσιμη γυναίκα αστυνομικός για να διενεργήσει την έρευνα, η ύποπτη γυναίκα θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ύποπτη υψηλού κινδύνου με αδιάλειπτο οπτικό έλεγχο των χεριών της, αυξημένη απόσταση και τους αστυνομικούς πλησίον κάλυψης, έως ότου και αυτή ερευνηθεί από γυναίκα αστυνομικό.
Οι αστυνομικοί που διενεργούν σωματικές έρευνες δε θα πρέπει σε κανένα σημείο να εφησυχάζουν, καθώς ανά πάσα στιγμή ο ελεγχόμενος μπορεί να αποφασίσει να αντιδράσει, να επιτεθεί ή να διαφύγει και φυσικά ακόμη και με την ολοκλήρωση της σωματικής έρευνας δεν παύουν να ισχύουν οι κανόνες τακτικής αντιμετώπισης υπόπτου. Άρα ο αστυνομικός με βασικά «όπλα» την εμπειρία και τη διαίσθησή του, θα πρέπει να είναι σε θέση να ερμηνεύσει τυχόν συμπεριφορές – τεχνάσματα του υπόπτου, που σκοπό έχουν να αποπροσανατολίσουν ή να διακόψουν την έρευνα. Έτσι, ένας ύποπτος που ξαφνικά διαμαρτύρεται έντονα για πόνο από τη λαβή στα χέρια του ή για την άβολη θέση του σώματός του, ή ακόμη ένας ύποπτος που αφήνει επίτηδες το βάρος του ελεύθερο με σκοπό να επιφέρει κούραση και δυσκολία στην έρευνα, θα πρέπει να υποψιάσει έτι περαιτέρω τον αστυνομικό: «Προσπαθεί να με κάνει να βιαστώ να τελειώσω τη σωματική έρευνα;», «Θέλει να με οδηγήσει στο να απομακρύνω το χέρι μου από το σημείο του σώματος που πήγαινα να ψάξω;» και άλλα τέτοια ερωτήματα... Τέτοιες συμπεριφορές αποτελούν «καμπανάκια» για τον αστυνομικό που διενεργεί σωστά και μεθοδικά τη σωματική έρευνα, αλλά και για τον συνεργάτη του που τον καλύπτει. Αμφότεροι λοιπόν οφείλουν να έχουν αναπτύξει μεταξύ τους κάποια κωδικοποιημένη επικοινωνία για τέτοιες περιπτώσεις, ώστε ο ύποπτος να μην αντιλαμβάνεται το πότε αυξάνουν τα επίπεδα της ετοιμότητάς τους. Η κωδικοποίηση αυτή είναι απαραίτητη και στην περίπτωση που ο ελεγχόμενος πρέπει να συλληφθεί και να δεσμευθεί άμεσα με χειροπέδες. Γενικά, σε τακτικό επίπεδο, στόχος των αστυνομικών είναι να κρατούν τον ύποπτο εφησυχασμένο και σε «ύπνωση», ακόμη κι όταν επίκειται η σύλληψή του, μειώνοντας έτσι τις πιθανότητες αντίδρασής του.
Η διενέργεια σωματικής έρευνας, είτε κατά μέτωπο, είτε από την πλάτη του υπόπτου, με τα χέρια του ελεύθερα, αποτελεί τεράστιο τακτικό λάθος. Ο ύποπτος έχει έτσι τη δυνατότητα να επιτεθεί ανά πάσα στιγμή στους αστυνομικούς με γυμνά χέρια ή ακόμη και με το όπλο που ακόμη δεν έχει ανακαλυφθεί, καθώς η έρευνα είναι σε εξέλιξη. Σε συνθήκες μηδενικής απόστασης και μειωμένης κάλυψης, τα ελεύθερα χέρια του υπόπτου αποτελούν τεράστια απειλή, ενώ επιπροσθέτως αποσπούν σε πολύ μεγάλο βαθμό τον αστυνομικό κάλυψης από την ταυτόχρονη αναζήτηση του +1 συνεργού και την επιτήρηση του περιβάλλοντα χώρου.
Στην περίπτωση που οι αστυνομικοί γνωρίζουν εξαρχής ότι ο ύποπτος θα συλληφθεί, καθώς διώκεται στο αυτόφωρο ή με καταδικαστική απόφαση, η χειροπέδηση πάντοτε προηγείται της σωματικής έρευνας!Έτσι, οι αστυνομικοί όντας πλέον ασφαλείς, έχουν την πολυτέλεια να διεξάγουν αμέσως μετά μια πιο ενδελεχή σωματική έρευνα, με σχετική ηρεμία και άνεση χρόνου, καθώς οι κινήσεις του ατόμου θα έχουν περιοριστεί σημαντικά. Σε αυτό το σημείο πρέπει να γίνει ξεκάθαρο το ότι η χειροπέδηση πρέπει να γίνεται πάντοτε με ένα ζευγάρι χειροπέδες ανά άτομο και με τα χέρια του συλληφθέντα πάντα πίσω από τη μέση του! Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι Αμερικάνοι: «Όποιος αξίζει να δεσμευτεί με χειροπέδες, αξίζει να δεσμευτεί με τα χέρια πίσω». Οποιαδήποτε άλλη χειροπέδηση «αυτοσχεδιασμού» (λ.χ. με ένα ζεύγος χειροπέδων σε παραπάνω από έναν συλληφθέντες, ή με τα χέρια δεσμευμένα μπροστά), αφήνει μεγάλη ελευθερία κινήσεων στον δράστη, ο οποίος μπορεί να επιτεθεί στους αστυνομικούς, να διαφύγει, να αφοπλίσει κάποιον αστυνομικό που φέρει το όπλο του σε ακατάλληλη θήκη ή ακόμη και να αποκτήσει πρόσβαση σε κάποιο όπλο που είχε αποκρύψει στο σώμα του και δε βρέθηκε κατά την έρευνα (βλ. δολοφονία αστυνομικών Δρακόπουλου & Αλεβιζόπουλου από Πάσσαρη στο νοσοκομείο Γεννηματάς το 2001). Τέλος, κάθε φορά που οποιοσδήποτε ύποπτος/δράστης παραλαμβάνεται από άλλους αστυνομικούς (λ.χ. όταν ένας προσαγόμενος από δικυκλιστές εισέρχεται σε περιπολικό) ή έχει κινηθεί σε μη «αποστειρωμένο» χώρο (λ.χ. επιστροφή συλληφθέντα από νοσοκομείο/δικαστήρια), ενδείκνυται να ερευνάται σα να ερευνάται για πρώτη φορά!
Τα αιχμηρά όπλα είναι προσφιλή, όντας εύκολα προσβάσιμα για αγορά στον καθένα, διατίθενται σε μεγάλη γκάμα μεγεθών και σχημάτων (λ.χ. κρεμαστά στον λαιμό, αποκρυβόμενα σε αξεσουάρ ρουχισμού κλπ), καθιστώντας τα πολύ δημοφιλή σε κάθε λογής άτομα, από σκληρούς σεσημασμένους κακοποιούς, έως μικροκακοποιούς, χρήστες ναρκωτικών, οργανωμένους οπαδούς ομάδων, ψυχικά ασθενείς, ακόμη και παραβατικούς ανηλίκους. Μια βασική αρχή που προκύπτει από την αστυνομική διεθνή εμπειρία είναι πως «ο ύποπτος θα έχει μεν το όπλο (αιχμηρό ή μη) κρυμμένο, αλλά ταυτόχρονα και σχετικά εύκολα προσβάσιμο για γρήγορη χρήση», οπότε ο αστυνομικός που θα ενεργήσει την έρευνα θα πρέπει να ΜΗ ΒΙΑΖΕΤΑΙ, να είναι ΜΕΘΟΔΙΚΟΣ και βέβαια να χρησιμοποιεί ως έναν βαθμό και τη ΦΑΝΤΑΣΙΑ του!
Πρόσφατα, αστυνομικοί μιας πολύ αξιόλογης επαρχιακής Ο.Π.Κ.Ε., ενεργώντας σωματική έρευνα σε έναν νεαρό άνδρα που είχαν κρίνει ως ύποπτο, βρήκαν στην κατοχή του μια αναδιπλούμενη κάρτα-μαχαίρι σε μέγεθος και διαστάσεις πιστωτικής. Οι ικανοί αυτοί αστυνομικοί, δε βιάστηκαν και αφού διενήργησαν ενδελεχή σωματική έρευνα στον ύποπτο, συνέχισαν αυτή και στα προσωπικά αντικείμενα που αυτός μετέφερε, οπότε με οδηγό τόσο τη φαντασία τους, όσο και την παρατηρητικότητά τους, ανακάλυψαν το παραπάνω εικονιζόμενο άκρως επικίνδυνο αιχμηρό αντικείμενο μέσα στο πορτοφόλι του, επιμελώς «τακτοποιημένο» μεταξύ των κανονικών τραπεζικών καρτών.
Οι κυριότεροι παράγοντες που μπορούν να απειλήσουν την ασφάλεια των αστυνομικών που διενεργούν τη σωματική έρευνα του υπόπτου στο πεδίο, είναι:
1. Η τυχόν προ-απόφαση του υπόπτου να μη συνεργαστεί με τους αστυνομικούς.
2. Η αιφνίδια και βίαιη αντίδρασή του τη στιγμή που ο αστυνομικός θα έρθει σε φυσική επαφή μαζί του.
3. Η συμπαράσταση, προσχεδιασμένη ή αυθόρμητη, που μπορεί να λάβει από τρίτα άτομα (+1).
4. Οι άσχημες καιρικές συνθήκες.
5. Ο μη επαρκής φωτισμός (είτε από το περιβάλλον, είτε από τους φακούς των αστυνομικών που καλύπτουν).
6. Ο αριθμός των υπό έρευνα υπόπτων (οδηγεί σε τακτικό μειονέκτημα αν ξεπερνά τον αριθμό των αστυνομικών).
7. Το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο διενεργείται η σωματική έρευνα (λ.χ. περιοχές με υψηλή εγκληματικότητα).
8. Οι μορφολογικές ιδιαιτερότητες του εδάφους της περιοχής.
9. Η μη κλήση επιπρόσθετης συνδρομής ή η ανεπαρκής κάλυψη από τους αστυνομικούς που έχουν αναλάβει αυτόν τον ρόλο.
10. Η έλλειψη γνώσης και η μη τήρηση από την πλευρά των αστυνομικών των βασικών αρχών αυτοπροστασίας, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη σωματική έρευνα του υπόπτου, καθώς και η μη εφαρμογή των κατάλληλων τεχνικών και τακτικών αντιμετώπισης υπόπτου.
Η ταυτόχρονη διενέργεια σωματικής έρευνας από δύο αστυνομικούς σε ισάριθμους υπόπτους αποτελεί ένα ακόμη ολέθριο τακτικό σφάλμα, καθώς κανένας αστυνομικός δεν αναλαμβάνει τον ρόλο της κάλυψης. Έτσι, δε μπορούν να εντοπιστούν εγκαίρως και να απομονωθούν μακριά από τον χώρο του ελέγχου τυχόν τρίτοι (μεταξύ των οποίων και ο +1 συνεργός), οι οποίοι μπορεί να προστρέξουν για συμπαράσταση στον ύποπτο, κινούμενοι απειλητικά προς τους αιφνιδιασμένους πλέον αστυνομικούς. Σε κάθε περίπτωση, η μη απομόνωση αυτών των ατόμων θα επιφέρει σύγχυση στους αστυνομικούς και ίσως δώσει την ευκαιρία στους ελεγχόμενους υπόπτους να επιτεθούν ή/και να διαφύγουν. Και στη σωματική έρευνα, όπως και σε άλλες επιχειρησιακές διαδικασίες, ισχύει το δόγμα «ο ένας ελέγχει και ο άλλος τον καλύπτει», με διευρυμένο τομέα ευθύνης τον περιβάλλοντα χώρο σε 360° και σε 3 επίπεδα ύψους (κάτω – ευθεία - επάνω).
Ενδεικτικά, βασικά λάθη σχετικά με τις σωματικές έρευνες:
1. Η υποτίμηση των ικανοτήτων του υπόπτου.
2. Ο μη έγκαιρος εντοπισμός και η μη ορθή αξιολόγηση των ενδείξεων κινδύνου.
3. Η μη χειροπέδηση ατόμου που έχει συλληφθεί, προτού πραγματοποιηθεί η σωματική έρευνα.
4. Η –έστω και στιγμιαία- απόσπαση της προσοχής των αστυνομικών από τον ύποπτο.
5. Η κατά μέτωπο ή από πλάτη διενέργεια σωματικής έρευνας με τα χέρια του υπόπτου ελεύθερα.
6. Ο πλημμελής έλεγχος του χώρου στον οποίον κινείτο ο ύποπτος όταν πρωτο-εντοπίστηκε.
7. Η μη ορθή εκτίμηση της τυχόν δυνατότητας του υπόπτου να διαφύγει.
8. Η μη εξονυχιστική έρευνα του συλληφθέντα πριν την είσοδό του στο κρατητήριο.
9. Η πλημμελής έρευνα πραγμάτων που προσφέρονται σε συλληφθέντα.
10. «Τον έχω ψάξει εγώ συνάδελφε, μην ανησυχείς»…
Η στιγμή της προσέγγισης των υπόπτων από τους αστυνομικούς για την έναρξη διενέργειας της σωματικής έρευνας είναι η πιο «ευαίσθητη» σε έναν αστυνομικό έλεγχο, τόσο λόγω του γεγονότος ότι αναγκαστικά μειώνονται η απόσταση και η κάλυψη, όσο και γιατί ο ύποπτος νιώθει την «πίεση» να αυξάνεται, φοβούμενος ότι οι αστυνομικοί μέσα στα επόμενα δευτερόλεπτα θα ανακαλύψουν την παράνομη δραστηριότητά του ή τα παράνομα αντικείμενα που κατέχει και θα συλληφθεί. Στη συμπλοκή των αδελφών Βλαστών με πλήρωμα της Άμεσης Δράσης Αττικής στη λεωφόρο Θησέως, τον Μάρτιο του 1998, οι δύο κακοποιοί εξαπέλυσαν την ένοπλη επίθεσή τους κατά την έναρξη της σωματικής έρευνας από τους αστυνομικούς.
Η σωματική έρευνα του υπόπτου στο πεδίο ήταν, είναι και θα είναι μία μεγάλη πρόκληση για τους αστυνομικούς. Πρόκειται για μια πολύ απαιτητική διαδικασία - για ένα «ντέρμπι» μεταξύ του υπόπτου, ο οποίος προσπαθεί με κάθε τρόπο & τέχνασμα να αποκρύψει το όπλο ή το παράνομο αντικείμενο και του αστυνομικού, ο οποίος εξαργυρώνει όλη του την εμπειρία, τη φαντασία και τις ικανότητες, στην προσπάθειά του να το ανακαλύψει. Φυσικά, το γεγονός ότι σε όλο το παρόν άρθρο χρησιμοποιείται ο ενικός αριθμός όπου υπάρχει αναφορά σε «όπλο» και «αντικείμενο», δε σημαίνει ότι στην πραγματική ζωή ο ύποπτος αποκλείεται να έχει παραπάνω από ένα «όπλα» ή «αντικείμενα». Σε καμία περίπτωση λοιπόν η έρευνα δε σταματά με την ανακάλυψη ενός όπλου ή άλλου αντικειμένου, αλλά συνεχίζεται μέχρι τον πλήρη και ενδελεχή έλεγχο όλου του σώματος, των ρούχων και των μεταφερόμενων αντικειμένων του υπόπτου (όπως τα τσαντάκια, οι αποσκευές, το όχημά του κλπ). Δε θα ξεχάσω ποτέ την πολύ διδακτική ιστορία δύο έμπειρων αστυνομικών, οι οποίοι συνέλαβαν προ αρκετών ετών στην Αθήνα έναν άνδρα που στην κατοχή του είχε ένα πιστόλι. Στη συνέχεια τον μετέφεραν στην αρμόδια υπηρεσία όπου και παρέμεινε για αρκετή ώρα δεσμευμένος με τις χειροπέδες που του είχαν περάσει στο πεδίο. Όταν ήρθε η ώρα να τον αποδεσμεύσουν για να εισέλθει στο κρατητήριο, τους είπε: «Ωραία, πάρτε τώρα και το δεύτερο πιστόλι που έχω ακόμη στη μέση μου»…
Το παρόν άρθρο είναι αφιερωμένο στη μνήμη των αδικοχαμένων συναδέλφων μας, Ανθυπαστυνόμων Αθανασίου Δρακόπουλου και Διονυσίου Αλεβιζόπουλου, οι οποίοι δολοφονήθηκαν μια μέρα σαν σήμερα, προ 20 ετών, από τον Κώστα Πάσσαρη κατά τη διάρκεια της μεταγωγής του στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Αθηνών «Γ. Γεννηματάς». Οι δύο αυτοί αστυνομικοί δεν είχαν δεύτερη ευκαιρία, όταν ο αποφασισμένος κακοποιός βρέθηκε –παρότι δεσμευμένος με χειροπέδες και προερχόμενος από «αποστειρωμένους» χώρους- με ένα πυροβόλο όπλο στα χέρια του, το οποίο νωρίτερα είχε αποκρύψει στο σώμα του…
Βιβλιογραφία – πηγές:
- Αστυνομική αυτοάμυνα, του Υπ/γου ε.α. κ. Ηλία Λιάκου
- Παγκράτιον, η απόλυτη μέθοδος αυτοάμυνας της σύγχρονης
ευρωπαϊκής αστυνομίας, των Υπ/γου ε.α. ΑΣΠΡΟΥΔΗ Χρήστου & Α/Β΄ ΧΑΡΑΛΑΜΠΗ Θωμά
- 11 tips & tactics for safer suspect searches, απόwww.tactical-life.com
- Wikipedia, the free encyclopedia