Αίσθηση προκαλεί η οργάνωση του κυκλώματος παρασκευής και διακίνησης λαθραίων τσιγάρων που «ξηλώθηκε» από την Οικονομική Αστυνομία.
Ο αρχηγοί είχαν προσέξει και την παραμικρή λεπτομέρεια, προκειμένου η «επιχείρηση» να λειτουργεί όσο το δυνατόν πιο άρτια, μακριά από τα «μάτια» των διωκτικών Αρχών.
Αρχικά μίσθωσαν εργοστάσιο 1.200 τ.μ. στη Ριτσώνα Ευβοίας. Εκεί εγκατέστησαν ειδικό εξοπλισμό, προκειμένου να παρασκευάζουν τσιγάρα «slim», τα οποία απαιτούν –λόγω μεγέθους- ειδική τεχνογνωσία και μηχανήματα.
Το κύκλωμα ήξερε ότι η παραγωγή τεράστιων ποσοτήτων τσιγάρων απαιτεί την κατανάλωση υπερβολικού ρεύματος, κάτι που θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή της ΔΕΗ. Έτσι, αποφάσισαν να εγκαταστήσουν στο εργοστάσιο γεννήτριες μεγάλης ισχύος.
Στη συνέχεια, οι λαθρέμποροι σκέφτηκαν ότι οι γεννήτριες προκαλούν μεγάλο θόρυβο, κάτι που επίσης θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή των περιοίκων. Το «αντίδοτο» που βρήκαν σε αυτό το «πρόβλημα» ήταν να φτιάξουν ειδικές μονώσεις στα τοιχώματα για να μην ακούγεται ο θόρυβος εξωτερικά του κτιρίου.
Οι εργάτες παραγωγής ήταν Ουκρανοί, οι οποίοι ήταν «έγκλειστοι» στο εργοστάσιο. Στο εσωτερικό του υπήρχαν κρεβάτια όπου κοιμόντουσαν για να αποφεύγονται οι μετακινήσεις που θα μπορούσαν να κινήσουν υποψίες. Τα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης είναι, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., Έλληνες ομογενείς, ενώ αναζητούνται και δύο άντρες από τη Ρωσία και την Ουγγαρία. Στο μικροσκόπιο μπαίνουν οι εταιρίες-«φαντάσματα», μέσω των οποίων πραγματοποιούνταν οι συναλλαγές.
Σύμφωνα με πληροφορίες του newsbomb, αφορμή για να ξεκινήσει η έρευνα της ΕΛ.ΑΣ. αποτέλεσε το γεγονός ότι είχαν εντοπιστεί στην περιοχή του Ασπροπύργου βανάκια που μετέφεραν μεγάλες ποσότητες λαθραίων τσιγάρων. Οι αστυνομικοί κατάλαβαν ότι όλα αυτά τα τσιγάρα παρασκευάζονται σε μεγάλες ποσότητες μέσα στη χώρα. Είτε στην Αττική είτε σε κάποιον όμορο νομό. Έτσι, ξεκίνησαν οι παρακολουθήσεις για να εντοπιστεί η «πηγή» προέλευσης. Μέχρι που τελικά οι άντρες της Οικονομικής Αστυνομίας κατέληξαν στο εργοστάσιο της Ριτσώνας, το οποίο τέθηκε υπό παρακολούθηση από μυστικούς αστυνομικούς για πολλές ημέρες.
Αστυνομικοί έκαναν έφοδο το πρωί της Πέμπτης στο εργοστάσιο καπνικών προϊόντων, όπου συνελήφθησαν 11 άτομα.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, τα μέλη του κυκλώματος δρούσαν από τον Σεπτέμβριο του 2018 και δραστηριοποιούνταν σε διεθνικό επίπεδο στην παρασκευή τσιγάρων με επιγραφές διάφορων επώνυμων εταιρειών.
Από την έρευνα βρέθηκε κατάλληλα εξοπλισμένη γραμμή μηχανημάτων για την παραγωγή τσιγάρων και την τυποποίηση αυτών, κοιτώνες για τους εργάτες καθώς και αποθηκευτικός χώρος για τις πρώτες ύλες και τα τσιγάρα που παρήγαγαν.
Συνολικά βρέθηκαν και κατασχέθηκαν: πλήρως εξοπλισμένη γραμμή παρασκευής – συσκευασίας τσιγάρων, 2.400.000 τσιγάρα, 14 τόνοι επεξεργασμένου καπνού,
πλήθος υλικών (χάρτινα περιτυλίγματα, ρολά αλουμινόχαρτου, διάφανη ταινία – ζελατίνα, χάρτινες ταινίες χρώματος λευκό και πορτοκαλί) που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή πακέτων τσιγάρων, μεταλλική δεξαμενή για την ανάδευση καπνού, ηλεκτρολογικός εξοπλισμός, 3 φορτηγά και 3 αυτοκίνητα.
Χαρακτηριστικό της δράσης της εγκληματικής οργάνωσης είναι ότι εξειδικεύονταν στην παραγωγή τσιγάρων τύπου « slim », τα οποία λόγω του μεγέθους τους απαιτούν ειδικευμένες γνώσεις για την παραγωγή τους.
Επιπλέον, για να μην γίνεται αντιληπτή η δραστηριότητά τους, «προσλαμβάνονταν» χειριστές μηχανημάτων από το εξωτερικό, στους οποίους μάλιστα απαγορευόταν να προαυλίζονται και να έχουν κινητά τηλέφωνα. Ο χώρος ηλεκτροδοτούνταν από γεννήτρια και επιτηρούνταν περιμετρικά από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης ενώ στους τοίχους των εγκαταστάσεων είχαν τοποθετηθεί ειδικά στρώματα μόνωσης, ώστε να μην ακούγεται θόρυβος από τα μηχανήματα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για την κατασκευή τέτοιου εργαστηρίου απαιτείται ιδιαίτερη τεχνική κατάρτιση και επιστημονικές γνώσεις, ενώ από την ύπαρξη ξένων επώνυμων ετικετών προκύπτει ότι το εμπόρευμα προοριζόταν για το εξωτερικό. Μάλιστα, μόνο οι διαφυγόντες δασμοί και φόροι από τα ευρήματα ανέρχονται σε 3,5 εκατομμύρια ευρώ.
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν στον αρμόδιο Εισαγγελέα.
Αλέξανδρος Καλαφάτης