Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
17:29 | 01/02/2015

 

Μέχρι τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας στις 2 Σεπτεμβρίου 1945 πάνω στο κατάστρωμα του αμερικανικού θωρηκτού «Μισούρι», ο Β’ Παγκόσμιος είχε διεκδικήσει βαρύτατο φόρο αίματος: 60 εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές και ολοκληρωτικές καταστροφές πολλών πόλεων. 

Κάθε έθνος που πήρε μέρος στις πρωτοφανώς αιματηρές μάχες ξόδεψε αστρονομικά ποσά για τις πολεμικές ανάγκες, νούμερα που εκτοξεύτηκαν ακόμα περισσότερο στις χώρες που σχεδίαζαν και κατασκεύαζαν τα όπλα που έμελλε να γείρουν τη φονική πλάστιγγα.

Κι έτσι τα απόρρητα πλάνα, οι θεότρελοι σχεδιασμοί και τα σχέδια που εγκρίθηκαν τελικά για το καινούριο οπλοστάσιο του Β’ Παγκοσμίου έμειναν ιστορικά από κάθε άποψη: η μαζικότητα των θανάτων που επέφεραν και η κατασκευαστική τους καινοτομία καλωσόρισε το μέλλον στην επικράτεια των εχθροπραξιών. 

Κι έτσι, πλάι στα απολύτως πρωτοποριακά ή τα πιο αποτελεσματικά σε όρους μάχης, υπήρχαν και αυτά που σφράγισαν την πορεία των συγκρούσεων, δίνοντας τελικά τη νίκη στα σημεία… 

Πλοίο Χίγκινς



Απλά απλά, χωρίς τα περιβόητα πλοία Χίγκινς η Απόβαση στη Νορμανδία είχε πολλές πιθανότητες να στεφθεί από αποτυχία. Δεν είναι εξάλλου καθόλου τυχαίο ότι ο ίδιος ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ δήλωσε το 1964 ότι ο σχεδιαστής Άντριου Χίγκινς ήταν «ο άνθρωπος που κέρδισε τον πόλεμο για μας»! Κι αυτό γιατί ο σπουδαίος μηχανικός είχε προβλέψει την ανάγκη για εύκολη πρόσβαση στις ακτές μέσω αμφίβιων οχημάτων πριν καν ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος. Και κάτι ακόμα: διείδε την επικείμενη έλλειψη σε προμήθειες χάλυβα, γι’ αυτό και αποφάσισε να σκαρώσει το αμφίβιο όχημά του κυρίως από ξύλο. Και για να εξασφαλίσει το γεγονός ότι δεν θα ξέμενε από ξυλεία, έκανε το θαρραλέο βήμα και αγόρασε με προσωπικά κεφάλαια όλη την εισαγωγή μαονιού από τις Φιλιππίνες το 1939! Ναι, για τέτοιον τύπο μιλάμε. Ο δικός του σχεδιασμός για το αμφίβιο όχημα LCVP κέρδισε τελικά τις καρδιές των επιτελαρχών του Ναυτικού και σύντομα περισσότερα από 23.000 πλοία Χίγκινς ήταν πανέτοιμα για επιχειρήσεις. Το αμφίβιό του διέσχιζε με άνεση τα νερά και με τη βοήθεια της μπροστινής ράμπας, επέτρεπε σε πλήρωμα και προμήθειες να αποβιβάζονται κατευθείαν στην παραλία. Αυτό ήταν που έσωσε πολλές συμμαχικές ζωές κατά την Απόβαση της Νορμανδίας, παρέχοντας ταυτοχρόνως μεγάλη ευελιξία κινήσεων στις δυνάμεις του καλού, μιας και πλέον η κατάληψη λιμανιών ήταν προαιρετική. «Αν ο Χίγκινς δεν είχε φτιάξει τα LCVP, τότε δεν θα μπορούσαμε να βγούμε σε ανοιχτή παραλία. Η όλη στρατηγική του πολέμου θα ήταν εντελώς διαφορετική», συνέχισε ο Αϊζενχάουερ…

Ρουκέτα μικρού βεληνεκούς «Κατιούσα»



Η μόνη ευκαιρία που είχε ο Χίτλερ να κλέψει τη νίκη στον Β’ Παγκόσμιο εδραζόταν στη γρήγορη κατάληψη της Σοβιετικής Ένωσης. Και υπήρξαν εποχές που διαφαινόταν ότι τα ναζιστικά στρατεύματα μπορεί και να το είχαν καταφέρει. Κι έτσι στις 3 Οκτωβρίου 1941, με τις δυνάμεις του να κοντοζυγώνουν στη Μόσχα και το Λένινγκραντ, ο παράφρονας δικτάτορας ένιωσε αρκετά βέβαιος ώστε να ανακοινώσει στον πλανήτη μέσω ερτζιανών ότι «ο εχθρός στην Ανατολή έχει γονατίσει και δεν θα ξανασηκωθεί ποτέ ξανά». Η αισιοδοξία του Φύρερ όμως έμελλε να καταβαραθρωθεί: η Ρωσία πολεμούσε ακόμα και είχε μάλιστα προσθέσει στο οπλοστάσιό της έναν κρυμμένο άσο. Η σοβιετική αεριωθούμενη εγκατάσταση καταιγιστικού πυρός ΒΜ-13, που θα έμενε γνωστή ως «Κατιούσα» στους σοβιετικούς στρατιώτες (πιθανότατα από τον τίτλο του πολύ δημοφιλούς πριν την έναρξη του πολέμου ομώνυμου τραγουδιού) και ως «Όργανο του Στάλιν» στα γερμανικά στρατεύματα (από τον απόκοσμο ήχο που έβγαζαν οι ρουκέτες κατά την πτήση τους και ο καθένας περιέγραφε με δικό του τρόπο ως δυνατό τρίξιμο, ούρλιασμα ή βρυχηθμό!), ήταν μια τρομακτικότατη προσθήκη στο ρωσικό πυροβολικό. Η απαράμιλλη ομοβροντία του «Κατιούσα», που προσαρμοζόταν σε φορτηγά και τζιπ, έκανε το χώμα να τινάζεται στον αέρα και να αναμειγνύεται με οικοδομικά υλικά, τεχνικά μέσα και απομεινάρια ανθρώπων, ενσταλάζοντας ανείπωτο φόβο στον εχθρό. Παρά το γεγονός ότι σε όρους ακριβείας δεν ήταν ό,τι καλύτερο είχε χρησιμοποιηθεί στον Β’ Παγκόσμιο, ήταν τέτοια η φονική αποτελεσματικότητα και η ψυχολογική επίδρασή του στον εχθρό που πλέον η φήμη του προηγούνταν της θέασής του. Πάμφτηνο και εύκολο στην κατασκευή του, έδωσε το πάνω χέρι στον Κόκκινο Στρατό στα τέλη του 1941, σε μια εποχή μάλιστα που οι Ρώσοι ξεθεμελίωναν τη βαριά βιομηχανία τους για να τη μεταφέρουν μακριά από τον εχθρό που προέλαυνε στα εδάφη τους… 

Βομβαρδιστικό Avro Lancaster



Τα βομβαρδιστικά που είχε στη διάθεσή της η φημισμένη βρετανική Αεροπορία κατά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου ήταν το λιγότερο σαράβαλα. Ακόμα και η πρώτη ενσάρκωση του Avro Lancaster, το δικινητήριο Avro Manchester, δεν ήταν και τίποτα το σπουδαίο. Οι μηχανικοί της Avro είχαν ωστόσο πίστη τόσο στις ικανότητές τους όσο και στο αεροπλάνο τους κι αντί να φτιάξουν νέο και αποτελεσματικότερο σχεδιασμό, αποφάσισαν να «πειράξουν» τον υπάρχοντα: επέκτειναν το άνοιγμα των φτερών και πρόσθεσαν δύο ακόμα κινητήρες. Αποτέλεσμα; Το Avro Lancaster ήταν πια υπέροχο, το μεγάλο καμάρι της RAF που θα μετατρεπόταν στο θρυλικό βρετανικό βαρύ βομβαρδιστικό του πολέμου! Μόνο όταν άρχισε να επιχειρεί το Lancaster εκεί στα 1942 μπόρεσαν οι Βρετανοί να μεταφέρουν τον πόλεμο σε γερμανικό έδαφος. Αφήνοντας την αποτελεσματικότητα των συμμαχικών βομβαρδισμών στη χιτλερική Γερμανία κατά μέρος, το γεγονός παραμένει ότι ανάγκασε τις ναζιστικές δυνάμεις να εκτρέψουν σημαντικές πηγές για την αεράμυνα της χώρας τους. Πέρα από τις στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις που πήρε μέρος το Lancaster, ήταν αιχμή του δόρατος και σε πολλές εκστρατείες κατάληψης εδαφών. Το 1943, για παράδειγμα, ήταν σμήνος από Lancaster αυτό που παρέδιδε το πακετάκι με τις διαβόητες «Grand Slam» βόμβες του Barnes Wallis (που μιμούνταν την καταστρεπτική δύναμη του σεισμού, παραμένοντας το κορυφαίο συμβατικό όπλο που χρησιμοποιήθηκε ποτέ από βρετανικές δυνάμεις) σε τόσους και τόσους βομβαρδισμούς, ενώ αργότερα ήταν και πάλι τα Lancaster αυτά που βύθισαν το φοβερό γερμανικό θωρηκτό «Tirpitz». Περισσότερα από 7.000 Avro Lancaster κατασκευάστηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου, αν και τα μισά σχεδόν καταστράφηκαν στην πορεία. Σήμερα, μόλις δύο παραμένουν ακόμα λειτουργικά… 

Υποβρύχιο



Είναι αλήθεια ότι η χιτλερική Γερμανία δεν διέθετε αρκετό στόλο για να χτυπήσει τους Συμμάχους στο νερό, κι έτσι ευχόταν να αποστραγγίξει τη Βρετανία από προμήθειες και να τη βγάλει νοκ άουτ μέσω επιδρομών από αέρος και κυρίως υποβρυχίως. Τα διαβόητα γερμανικά υποβρύχια (U-boats) αποδείχθηκαν όσο πιο καταστροφικά γινόταν για τους Συμμάχους, μια απειλή που απλά δεν μπορούσες να απαλλαγείς! Μόνο το 1940, για παράδειγμα, κάπου 2.606.000 τόνοι συμμαχικών εμπορευμάτων βυθίστηκαν από τη δράση των γερμανικών υποβρυχίων. Δεν είχε λοιπόν καθόλου άδικο ο Ουίνστον Τσόρτσιλ όταν διαμαρτυρόταν ότι το μόνο που τον φόβιζε στον Β’ Παγκόσμιο ήταν η απειλή των υποβρυχίων. Παρά το γεγονός ότι μέχρι το 1943 η Μάχη του Ατλαντικού είχε γείρει πια υπέρ των Συμμάχων, χάρη στην ανάπτυξη φυσικά καλύτερης αντι-υποβρυχιακής τεχνολογίας, αυτό δεν αποκαλύπτει την πλήρη αλήθεια, καθώς για τους Συμμάχους η αντι-υποβρυχιακή έρευνα αποδείχθηκε καταλυτική σε όρους κόστους: σύμφωνα με τις σχετικές εκτιμήσεις, οι δυνάμεις του καλού ξόδεψαν περισσότερα από 26,4 δισ. δολάρια (σε όρους δεκαετίας 1940!) για να αντιπαλέψουν την απειλή που παρουσίαζαν τα γερμανικά U-boats. Σε τραγική αντίθεση, η ίδια στρατιωτική επιχείρηση κόστισε στον Χίτλερ μόνο 2,86 δισ. δολάρια. Κι έτσι σε απόλυτους οικονομικούς αλλά και στρατιωτικούς όρους, τίποτα δεν ξεπέρασε την αποτελεσματικότητα του υποβρυχίου αλλά και την επίδρασή του στην πορεία του πολέμου… 

Μαχητικό Hawker Hurricane



Όταν συνθηκολόγησε η Γαλλία στις 22 Ιουνίου 1940, άφησε μόνη τη Βρετανία και την Κοινοπολιτεία της να πολεμούν κατά της παντοδύναμης ναζιστικής Γερμανίας, κάνοντας πολλούς να σκεφτούν ότι η μάχη δεν ήταν ακριβώς αμφίρροπη. Την ώρα που οι χιτλερικοί λοιπόν ήταν αισιόδοξοι για τη Μάχη της Βρετανίας και εκτόξευαν φοβέρες όπου στέκονταν κι όπου βρίσκονταν, ο βρετανός πρωθυπουργός ήταν αποφασισμένος να κάνει τη χώρα του να επιβιώσει. Ο λόγος της δικής του αυτοπεποίθησης άκουγε στο όνομα των σμηνών από Spitfire και Hurricane που ήταν πανέτοιμα να τα βάλουν με τη Luftwaffe στους αιθέρες της Νότιας Αγγλίας. Κι αν τα Spitfire διέθεταν μια μικρή επιχειρησιακή υπεροχή έναντι των Hurricane, ήταν το τελευταίο που θα έκανε τα πάντα ώστε να διασφαλίσει τη νίκη της Βρετανίας στη ναζιστική επιχείρηση για την κατάληψη του νησιού. Παρά το γεγονός ότι είχε ξύλινο σκελετό, το Hurricane ήταν ένα μοντέρνο μονοπλάνο υψηλών επιδόσεων, ικανό να τα βάζει με τον φόβο και τον τρόμο των αιθέρων, το αποδοτικότατο γερμανικό BF109. Κι έτσι, στην πορεία της Μάχης της Βρετανίας τα Hurricane αντιπροσώπευαν το 55% των καταρριφθέντων αεροσκαφών της Luftwaffe, αφήνοντας δεύτερο το ανώτερο ποιοτικά Spitfire να διεκδικεί το 42% της αντίστοιχης φονικής πίτας (και το 3% ανήκει σε άλλα αεροσκάφη). Μέχρι το 1942, ήταν τόση η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας που το Hawker Hurricane δεν είχε πια καμία ελπίδα να φιγουράρει ως αναχαιτιστικό, συνέχισε όμως να αποδεικνύει την αξία του ως μαχητικό για βομβαρδιστικά και άρματα μάχης. Ήταν το μεγάλο κλειδί πίσω από τη νικηφόρα έκβαση της Μάχης της Βρετανίας… 

Άρμα μάχης Σέρμαν



Το Μ4 Sherman δεν ήταν κατά κανέναν τρόπο το καλύτερο τανκς του Β’ Παγκοσμίου. Περιλήφθηκε άρον-άρον στο οπλοστάσιο των Συμμάχων και υπέφερε πολύ από τα βαρύτερα και αποτελεσματικότερα γερμανικά «Τίγρης» και Πάντσερ. Η ροπή τους μάλιστα να ανατινάζονται αμέσως μόλις βάλλονταν έκανε τα αμερικανικά πληρώματά τους να τους κολλήσουν το παρατσούκλι «Ronson», από τους γνωστούς αναπτήρες δηλαδή που διαφημίζονταν εκεί την εποχή με το σλόγκαν «ανάβουν με την πρώτη κάθε φορά»! Αυτή δεν ήταν όμως η πλήρης εικόνα: την ώρα που τα γερμανικά άρματα μάχης ήταν πανάκριβα στην παραγωγή τους, πανδύσκολα στην επισκευή και καθόλου αξιόπιστα σε όρους αστοχίας υλικού, τα Σέρμαν ήταν εδώ αχτύπητα. Το χαμηλό τους κόστος τα έκανε να βγαίνουν από τις γραμμές παραγωγής σε τέτοιους αριθμούς που αντιστάθμιζαν τις απώλειες στο πεδίο της μάχης και ανέτρεπαν τελικά την υπεροχή των γερμανικών τανκς. Και βέβαια δεν χρησιμοποιήθηκαν όπως ξέρουμε μόνο από Αμερικανούς, αλλά και από Άγγλους και Σοβιετικούς. Η ταυτόχρονη παρουσία τους στα θέατρα μάχης του Β’ Παγκοσμίου ήταν παροιμιώδης, όπως εξάλλου και ο ρόλος που διαδραμάτιζαν στη νίκη των ναζιστικών στρατευμάτων στο Δυτικό Μέτωπο αλλά και στις μάχες με τα ιαπωνικά στρατεύματα. Διάφορες εκδοχές του Σέρμαν κυκλοφόρησαν τελικά, στις οποίες περιλαμβανόταν και το μοναδικό Firefly, που τόσο φόβος και τρόμος έγινε για τις γερμανικές δυνάμεις που μαγνήτιζε πάνω του όλα τα αντιαρματικά πυρά τους! 

Πολυβόλο 88 χιλιοστών 



Το γερμανικό αντιαρματικό φόβητρο πρωτοείδε δράση κατά τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο το 1936 και παρέμεινε ένα από τα πλέον σημαντικά όπλα των Γερμανών κατά τον Β’ Παγκόσμιο. Μέρος της υπεροχής του εδραζόταν στην ευελιξία του, καθώς μπορούσε να ξεπαστρέψει οποιοδήποτε συμμαχικό άρμα μάχης από πολύ μακριά, την ίδια ώρα που λειτουργούσε εξίσου καλά και ως αντιαεροπορικό. Και σαν να μην έφταναν αυτά, χρησιμοποιούταν ταυτοχρόνως στο παραδοσιακό πυροβολικό, ενώ αργότερα προσαρμόστηκε ακόμα και σε γερμανικά άρματα μάχης, όπως στον τρομακτικότατο Τίγρη 131! Παρά το γεγονός ότι οι σχεδιαστές του το προόριζαν αρχικά αποκλειστικά ως αντιαεροπορικό, ο θρύλος θέλει τον ίδιο τον Χίτλερ να συνειδητοποιεί την ευχρηστία του και να υποδεικνύει τις άλλες χρήσεις του. Όπως κι αν έχει, οι Γερμανοί κατασκεύασαν κάπου 18.000 κομμάτια του πολυβόλου των 88 χιλιοστών στο διάβα του πολέμου, με το όπλο να δίνει το κατιτίς παραπάνω στις αιματοβαμμένες επιχειρήσεις. Όταν μάλιστα οι συμμαχικοί βομβαρδισμοί στη Γερμανία εντατικοποιήθηκαν το 1944, ήταν και πάλι το 88 χιλιοστών που επιστρατεύτηκε για να υπερασπιστεί το Γ’ Ράιχ από τον καταιγισμό των βομβών που ισοπέδωναν την καρδιά του μέρα και νύχτα. Χιλιάδες πολυβόλα μεταφέρθηκαν άρον-άρον από το μέτωπο για την από εδάφους υπεράσπιση της Γερμανίας…

P 51 Mustang



Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν στον πόλεμο με την ισχυρή πεποίθηση ότι οι σχηματισμοί των βομβαρδιστικών τους θα μπορούσαν να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους κατά τις ημερήσιες επιδρομές πάνω από τη Γερμανία. Η πολεμική εμπειρία ωστόσο σύντομα υπέδειξε ότι ήταν βαθιά νυχτωμένες! Τα ασυνόδευτα βομβαρδιστικά αποδείχθηκαν βούτυρο στο ψωμί των ευκίνητων και σβέλτων μαχητικών BF109 και Focke Wolfe που υπερασπίζονταν τον γερμανικό εναέριο χώρο. Αν ήταν λοιπόν να συνεχιστούν οι βομβαρδιστικές επιχειρήσεις στην καρδιά του ναζιστικού κτήνους, τότε η συνοδεία ενός μαχητικού μεγάλης εμβέλειας ήταν επιβεβλημένη. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 1943, η αμερικανική Πολεμική Αεροπορία είχε τη λύση στο τσεπάκι της. Το λέγανε P 51 Mustang και ήταν αναμφίβολα ένα από τα καλύτερα μαχητικά που βγήκαν στους αιθέρες του Β’ Παγκοσμίου. Μπορούσε να συνοδεύσει τα βομβαρδιστικά μέχρι το Βερολίνο και κατόπιν πάλι πίσω στη βάση, κερδίζοντας στα σημεία όλα τα αντίπαλα αεροσκάφη που έβρισκε μπροστά του. Τέτοια ήταν η επιχειρησιακή επιτυχία του P 51 που οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 19 καταρρίψεις για κάθε χαμένο Mustang! 

Αεροπλανοφόρο



Πριν από το ξέσπασμα του Β’ Παγκόσμιου, οι περισσότεροι ναύαρχοι πίστευαν ότι τα κανόνια και τα μεγάλα όπλα των θωρηκτών θα κυριαρχούσαν στις ναυμαχίες και τις μάχες στο υγρό στοιχείο. Κι έτσι, την ώρα που οι μεγάλοι παίκτες του πολέμου κατασκεύαζαν ή προγραμμάτιζαν να κατασκευάσουν αεροπλανοφόρα, αυτά θα λειτουργούσαν μόνο ως επικουρική βοήθεια στα παντοδύναμα θωρηκτά. Δεν απειλούσαν λοιπόν κατά κανέναν τρόπο την πρωτοκαθεδρία των πολεμικών πλοίων, καθώς τίποτα δεν θα μπορούσε να τα βάλει στη θάλασσα με τα θεόρατα μαχητικά σκάφη. Και ήταν ακριβώς οι Ιάπωνες που διείδαν πρώτοι την απαράμιλλη προοπτική των αεροπλανοφόρων, εξαπολύοντάς τα στην καταστροφική όπως ξέρουμε επίθεση στο Περλ Χάρμπορ: ήταν στις 7 Δεκεμβρίου 1941 όταν τα 353 αεροπλάνα που απογειώθηκαν από τα 6 ιαπωνικά αεροπλανοφόρα θα μετέτρεπαν την ευρωπαϊκή σύρραξη σε παγκόσμιο πόλεμο. Ο ανέτοιμος αμερικανικός στόλος έχασε 49 πλοία εκείνη την αποφράδα μέρα και μέτρησε πολλά ακόμα κατεστραμμένα. Η τύχη ήταν όμως με το μέρος των ΗΠΑ, καθώς παρά τις βαριές ναυτικές απώλειες, ο στόλος των αεροπλανοφόρων τους σώθηκε καθώς ήταν στα ανοιχτά εκτελώντας γυμνάσια. Ήταν ακριβώς η επίθεση στο Περλ Χάρμπορ που απέδειξε την επιχειρησιακή ανωτερότητα των αεροπλανοφόρων, δείχνοντας σε όλους πια ότι η εποχή των θωρηκτών είχε περάσει ανεπιστρεπτί. Τα αεροπλανοφόρα ξεπήδησαν έτσι ως το πιο δυνατό όπλο του νερού, αυτό που θα έκρινε τελικά την τύχη της Μάχης του Ειρηνικού…

Άρμα μάχης T-34



Το T-34 πρωτοχρησιμοποιήθηκε ήδη από το 1940, αν και δεν θα έβλεπε σοβαρό πεδίο μάχης σε μεγάλους αριθμούς πριν από τα τέλη του 1941. Η εμφάνισή του αποδείχθηκε μάλιστα δυσάρεστο σοκ για τους Γερμανούς, κάνοντας ακόμα και τον διαβόητο στρατηγό «Γρήγορο Χάιντς» (Χάιντς Γκουντέριαν), τον εμπνευστή του κεραυνοβόλου πολέμου (Blitzkrieg) και τον άνθρωπο που έγραψε το καλύτερο εγχειρίδιο για τον πόλεμο με τεθωρακισμένα, να παραδεχτεί ότι αυτό ήταν το καλύτερο άρμα μάχης που είχε δει ποτέ! Σωστό πλήγμα για τη ναζιστική ιδεολογία δηλαδή, γιατί πώς ήταν δυνατόν οι κατώτεροι Ρώσοι, αυτοί οι υπάνθρωποι, να έχουν φτιάξουν καλύτερο τανκς από τους ανώτερους Γερμανούς; Κι όμως, το νέο σοβιετικό άρμα μάχης ήταν γρήγορο, ευέλικτο, με ασύγκριτη δύναμη πυρός και μια θωράκιση που έκανε τα ναζιστικά βλήματα να μοιάζουν πετραδάκια! Παρά το γεγονός ότι η κυριαρχία του στο πεδίο της μάχης δεν έμελλε να μακροημερεύσει, το T-34 παρέμεινε η αιχμή του δόρατος του Κόκκινου Στρατού καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, αποτελώντας το 1945 περισσότερο από το 55% των ρωσικών τεθωρακισμένων. Χωρίς το εξαίσιο αυτό όπλο, δεν θα ήταν απίθανο η Βέρμαχτ να υποτάξει τη Ρωσία. Κι έτσι το Τ-34 δεν ήταν απλώς ένα από τα αποδοτικότερα όπλα του Β’ Παγκοσμίου, αλλά και το άρμα μάχης που κατασκευάστηκε μαζικότερα από όλα τα άλλα, καθώς μέχρι το τέλος του πολέμου περισσότερα από 57.000 κομμάτια είχαν βγει από τα σοβιετικά εργοστάσια… 

 

newsbeast.gr

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis