Το Ελληνικό Πεζικό έχει μια μακραίωνη παράδοση πολεμικής αρετής. Το 1940 μάλιστα έγραψε μερικές από τις πλέον ένδοξες σελίδες της ιστορίας του στα βορειοηπειρωτικά βουνά. Το Πεζικό επιφορτίζεται με την κυριότερη αποστολή κατά τη μάχη. Είναι το μόνο πλήρες και ικανό να μάχεται δια της κίνησης και του πυρός Όπλο, σε κάθε τύπο εδάφους, μέρα και νύχτα.
Η αλήθεια αυτή ίσχυε το 1940 περισσότερο από ποτέ, δεδομένου ότι ο Ελληνικός Στρατός, λόγω και του εδάφους της χώρας, ήταν ένας καθαρά «πεζομάχος» στρατός.Συνολικά την 28η Οκτωβρίου 1940 το Ελληνικό Πεζικό ήταν συγκροτημένο, βάσει του σχεδίου επιστράτευσης, σε 56 συντάγματα πεζικού, έκαστο των τριών ταγμάτων (168 τάγματα), εννέα τάγματα πολυβόλων – τα πέντε με δύο λόχους πολυβόλων και έναν λόχο πεζικού (24 πολυβόλα) και τα υπόλοιπα με τρεις λόχους πολυβόλων και έναν πεζικού (36 πολυβόλα).
Τμήμα πεζικού στην επίθεση. Ο δεύτερος από δεξιά άνδρας φέρει ιταλικό ολμίσκο Brixia των 45 χλστ. εκ λαφύρων αναρτημένο στους ώμους.
Οργάνωση...
Τα ελληνικά συντάγματα πεζικού διέθεταν το καθένα 3 τάγματα πεζικού, ουλαμό εφίππων ανιχνευτών και λόχο βαρέων όπλων (λόχο μηχανημάτων σύμφωνα με την ορολογία της εποχής). Ο οπλισμός του, πέραν των ατομικών τυφεκίων, αποτελείτο από 2 πυροβόλα των 65 χλστ., 4 όλμους των 81 χλστ., 36 πολυβόλα, 108 οπλοπολυβόλα και βομβιδοβόλα τυφέκια Λεμπέλ, τα οποία εκτόξευαν βομβίδα βάρους 445 γραμμαρίων σε απόσταση 200 μ. περίπου.
Έλληνες στρατιώτες του 1940.
Κάθε τάγμα πεζικού, αντίστοιχα, παρέτασσε μια διμοιρία διοίκησης, τρεις λόχους πεζικού, έναν λόχο πολυβόλων (12 στοιχεία) και μεταγωγικά μάχης. Ο λόχος είχε τέσσερις διμοιρίες, των 44 ανδρών έκαστη και ομάδα διοίκησης. Η διμοιρία είχε τρεις ομάδες, των 13 ανδρών έκαστη, τον διμοιρίτη, τον βοηθό διμοιρίτη, τον δεκανέα οπλοβομβιστή, έναν παρατηρητή και έναν διαβιβαστή. Η ομάδα, τέλος, αριθμούσε 12 άνδρες, και υπαξιωματικό ομαδάρχη, συνολικά δηλαδή 13 άνδρες. Χωριζόταν δε στην ημιομάδα του οπλοπολυβόλου (5 άνδρες, σκοπευτής, γεμιστής, δύο προμηθευτές και ο βοηθός ομαδάρχης) και στην ημιομάδα ακροβολιστών (έξι ακροβολιστές και οπλοβομβιστής).
Η ομάδα αποτελούσε – όπως και σήμερα άλλωστε – την στοιχειώδη δύναμη πεζικού, η οποία με την χρήση του πυρός και της κίνησης ενεργεί κατά του εχθρού. Οι Φαντάροι του ’40 εκπαιδεύονταν ακριβώς στην τακτική του πυρός και της κίνησης.
«Υπό την προστασία του πυρός του οπλοπολυβόλου οι ακροβολιστές προχωρούν προς τον εχθρό, με τρόπο ώστε με την σειρά τους να υποστηρίξουν την μετατόπιση του οπλοπολυβόλου με τα πυρά των τυφεκίων τους προς τα εμπρός.
Σε μικρές όμως αποστάσεις, υπό την προστασία του πυρός του οπλοπολυβόλου, ο οπλοβομβιστής και οι χειροβομβιστές μπορούν να πλησιάσουν την εχθρική αντίσταση και α κάνουν χρήση της οπλοβομβίδας και των χειροβομβίδων, ή να επιτεθούν δια της λόγχης», αναφέρει ο αείμνηστος συνταγματάρχης Δαβάκης στο Εγκόλπιο Αξιωματικών Πεζικού.
Οι ομάδες πολυβόλων διέθεταν δύο πολυβόλα. Η διμοιρία πολυβόλων δύο ομάδες – τέσσερα πολυβόλα – και ο λόχος πολυβόλων τρεις διμοιρίες – 12 πολυβόλα. Αντίστοιχα η διμοιρία όλμων διέθετε δύο όλμους. Δύο διμοιρίες όλμων και διμοιρία πεζικού συγκροτούσαν έναν λόχο όλμων.
Ηθικές δυνάμεις
Σημαντική διαφοροποίηση έναντι των ιταλικών λόχων αποτελούσε η ικανότητα των αντίστοιχων ελληνικών να παρατάσσουν τέσσερις, αντί τριών, διμοιρίες πεζικού. Και ναι μεν οι ιταλικοί λόχοι υπερείχαν σε ισχύ πυρός, υστερούσαν όμως σε δυνάμεις ελιγμού. Η τετραδική οργάνωση του λόχου πεζικού επέτρεπε μεγάλη ευελιξία στον εκάστοτε λοχαγό.
Συνήθως οι ελληνικοί λόχοι πολεμούσαν με δύο διμοιρίες να αποτελούν τη βάση πυρός και τις άλλες δύο την δύναμη ελιγμού. Ο σχηματισμός πάντως του λόχου εξαρτάτο από το έδαφος και την δύναμη του αντιπάλου. Ωστόσο σημαντικός παράγοντας, ίσως ο σημαντικότερος, ήταν η πρωτοβουλία των κατώτερων αξιωματικών, των λοχαγών και των διμοιριτών.
Το τυφέκιο Mannlicher–Schönauer των 6,5 χλστ. αποτελούσε το βασικό ατομικό όπλο του Έλληνα στρατιώτη από τους Βαλκανικούς Πολέμους μέχρι το 1941.
«Έργο του διμοιρίτη αξιωματικού είναι να μεταβληθεί τελικά σε ομαδάρχη της ομάδας εκείνης, από την ενέργεια της οποίας αναμένει τα σοβαρότερα αποτελέσματα και τιθέμενος επικεφαλής της οποίας να παρασύρει και τις υπόλοιπες προς τα εμπρός δια του παραδείγματος του. Κάθε άλλη μορφή διεύθυνσης του αγώνα σε απόσταση κάτω των 200 μ. από τον αντίπαλο είναι απραγματοποίητη υπό τα εχθρικά πυρά και εφόσον ο εχθρός εξακολουθεί αμυνόμενος και δεν επιτρέπει γενική εξόρμηση δια της λόγχης.
"Κατά συνέπεια οι νεαροί μας διμοιρίτες αξιωματικοί, μόνιμοι και έφεδροι, ας χαλυβδώσουν τις καρδιές τους για να φτάσουν στο ύψος εκείνο κατά το οποίο ο αξιωματικός περιφρονεί τον κίνδυνο, περιφρονεί τις σφαίρες και τις λόγχες και εξορμά με το μέτωπο ψηλά και το στήθος προτεταμένο, περισσότερο οπλισμένος με ψυχικό σθένος περισσότερο παρά με το πιστόλι», αναφέρει ο Δαβάκης.
Δεν είναι τυχαίο που ο συνταγματάρχης Δαβάκης κάνει τόσο εκτενή αναφορά στις ηθικές δυνάμεις των νεαρών ηγητόρων. Αντίστοιχα ο Κανονισμός Ασκήσεων Πεζικού του 1936 αναφέρει: «Ο αγών είναι κατ’ ουσία πάλη ηθικών δυνάμεων. Δεν ηττάται όποιος έχει υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες σε άνδρες ή υλικό, αλλά εκείνος του οποίου κάμφθηκε το ηθικό. Το ηθικό απορρέει από την εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη του μαχητή στις ικανότητές του, στα όπλα του, στους συναδέλφους του και στον ηγήτορά του. Η απόδοση μιας μονάδας εξαρτάτε κυρίως από την αξία του ηγήτορά της και το ψυχικό σθένος των στελεχών της».
Δεν είναι τυχαίο σε έναν στρατό, όπως ήταν ο Ελληνικός, φτωχό και με ξεπερασμένο οπλισμό, να γίνεται προσπάθεια καλλιέργειας των ηθικών δυνάμεων αξιωματικών και οπλιτών.
Από άποψης οπλισμού το Ελληνικό Πεζικό υστερούσε σε ισχύ πυρός των μοντέρνων στρατών της εποχής. Το σχέδιο επανεξοπλισμού που είχε καταρτιστεί και δεν υλοποιήθηκε προέβλεπε τη διάθεση ανά σύνταγμα πεζικού 12 όλμων των 81 χλστ. Αντ’ αυτού τα ελληνικά συντάγματα διέθεταν τελικά μόλις τέσσερις όλμους, αντισταθμίζοντας την έλλειψη με την προσθήκη, ανά σύνταγμα, ενός ουλαμού ορειβατικών πυροβόλων των 65 χλστ. (2 πυροβόλα ανά σύνταγμα).
Ορειβατικό πυροβόλο των 65 χλστ. του Ελληνικού Στρατού. Κάθε Σύνταγμα Πεζικού διέθετε δύο από τα πυροβόλα αυτά.
Κάθε τάγμα επίσης προβλεπόταν να διέθετε τέσσερις όλμους των 81 χλστ. 12 πολυβόλα, 36 οπλοπολυβόλα και 12 αντιαρματικά τυφέκια (ένα ανά διμοιρία). Ελλείψει όλμων και αντιαρματικών τα ελληνικά τάγματα διέθεταν μόνο έναν λόχο πολυβόλων με 12 όπλα και τα οπλοπολυβόλα τους. Σε πολλές περιπτώσεις συγκεντρώνονταν οι οπλοβομβιστές – γνωστοί ως «τρομπλονιστές» - οι εξοπλισμένοι με τυφέκια Λεμπέλ και ειδικές χοάνες εκτόξευσης οπλοβομβίδων, όλου του λόχου – 16 συνολικά – παρέχοντας σημαντική εγγύς υποστήριξη στα επιτιθέμενα τμήματα, σε αποστάσεις μέχρι 200 μέτρων από τον εχθρό.
Τυφέκιο Lebel με χοάνη εκτόξευσης οπλοβομβίδων VB.
Τα ορειβατικά των 65 χλστ. χρησιμοποιήθηκαν πολλάκις ως αντιαρματικά πυροβόλα, εκτελώντας άμεση βολή κατά των ιταλικών τεθωρακισμένων, αλλά και ως πυροβολικό μάχης, σε ad hoc πυροβολαρχίες έκτατης ανάγκης. Ο αυτοσχεδιασμός δεν έλλειψε ποτέ από τον Ελληνικό Στρατό άλλωστε.
ΠΗΓΗ :SLPRESS.GR, espeep.gr