Επίτιμος διδάκτορας της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων αναγορεύτηκε σήμερα το πρωί ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος.
Της απονομής του διδακτορικού τίτλου προηγήθηκαν οι χαιρετισμοί που απηύθυναν ο διοικητής της ΣΣΕ υποστράτηγος Αναστάσιος Πολύχρονος, ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Γεώργιος Κωστίδης και ο υφυπουργός Εθνικής 'Αμυνας, Ιωάννης Κεφαλογιάννης. Εν συνεχεία, αναγνώστηκε το βιογραφικό του Αρχιεπισκόπου από τον κοσμήτορα καθηγητή Γεώργιο Καϊμακάμη και ο έπαινος από τον καθηγητή Γεώργιο Τράντα. Κατόπιν, αναγνώστηκε το ψήφισμα του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου.
Διαβάστε επίσης
Ο Αρχιεπίσκοπος ευχαρίστησε για την τιμή που του απέδωσε το αρχαιότερο Ανώτατο Στρατιωτικό Ίδρυμα της χώρας, ενώ τόνισε πως πρόκειται για «μια Σχολή, που μας προσφέρει πάντοτε άξιους αξιωματικούς, οι οποίοι ως ανώτερα και ανώτατα στελέχη του στρατού αναλαμβάνουν με ευθύνη την αποτελεσματική υπεράσπιση της ελευθερίας της πατρίδος μας. Είναι ιδιαιτέρως τιμητική για την ταπεινότητά μου η απονομή του τίτλου του επιτίμου διδάκτορος, που αποφάσισε η Ακαδημαϊκή Συνέλευση της Σχολής και ενέκρινε το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, και ειλικρινώς σας εκφράζω τις ευχαριστίες μου».
Ο Αρχιεπίσκοπος ως αντίδωρο μίλησε για την ιστορία και την προσφορά στην πατρίδα μας και σε όλους ενός ιστορικού μνημείου, του Μοναστηριού του Οσίου Λουκά Βοιωτίας. Αναφέρθηκε στο σημείο όπου βρίσκεται το μοναστήρι και στην ιστορία του από την ίδρυσή του κατά τα μέσα του 10ου αι. Εξάλλου, έκανε λόγο για την αρχιτεκτονική, τη διακόσμηση και τα ψηφιδωτά, τα οποία συνδέουν το μοναστηριακό συγκρότημα με την Κωνσταντινούπολη.
Επίσης, μνημόνευσε τους κτήτορες της μονής και τους μοναχούς, ενώ σε άλλο σημείο επισήμανε ότι η ζωή του μοναστηριού από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα ταυτίζεται με την ιστορία του ελληνικού έθνους.
Ακόμη, έκανε αναφορά για τους περιηγητές που επισκέφθηκαν το μοναστήρι και παράλληλα με την παράθεση επίσημων ιστορικών στοιχείων ανέδειξε τις λεηλατήσεις που υπέστη. Επιπρόσθετα, ενημέρωσε για τα πρόσωπα μοναχών και κληρικών που πρωτοστάτησαν στον αγώνα της Ελευθερίας. Μεγάλη ήταν η συμβολή της μονής στον αγώνα με τη συμπαράσταση και την παροχή κάθε υλικής βοήθειας. Η μονή διέτρεφε τους αρχηγούς και υπαρχηγούς, το προσωπικό τους και τα άλογα. Χορηγούσε χρήματα στη Διοίκηση και άφθονες τροφές στα στρατεύματα που διέρχονταν από αυτήν ή στρατοπέδευαν στον Παρνασσό και τον Ελικώνα.
«Στο Μοναστήρι στις 12 Μαρτίου έγινε η αποφασιστική σύσκεψις κεκλεισμένων των θυρών του ναού, στην οποία έλαβον μέρος ο Αθανάσιος Διάκος, ο Αθανάσιος Ζαρείφης, απεσταλμένος της εταιρείας, οι προεστώτες και οι μεγαλύτεροι στην ηλικία από τους μοναχούς, μεταξύ των οποίων οι Παρθένιος Κουσουρής, Ιωσήφ Θεοχάρης, Ιωαννίκιος Αγγέλης, ο Αυξέντιος, ο Νεόφυτος, ο Ναθαναήλ, ο Ευγένιος Νικολάου και ο ιερομόναχος Ματθαίος. Εψήφισαν την επανάστασιν, ορκίσθηκαν στο ιερό Ευαγγέλιο και καθένας ετράπη στην επιτέλεσιν του έργου που του ανετέθη», σημείωσε ο Αρχιεπίσκοπος και συμπλήρωσε: «Την νύχτα της 26ης προς την 27ην Μαρτίου συγκεντρώθηκαν στο μοναστήρι οι μοναχοί, αρκετοί κάτοικοι των γύρω χωριών ένοπλοι και άλλοι υπό τον Ζαρείφη και περίμεναν με συγκίνηση νέα από την 'Αμφισσα».
Υπογράμμισε, ακόμη, ότι για την Ήπειρο η μονή του Οσίου Λουκά ήταν η αφετηρία της επαναστάσεως, ενώ έκανε εκτενή αναφορά με συγκεκριμένα στοιχεία και στην υλική προσφορά της μονής.
Τέλος, αναφέρθηκε στην επίσκεψη του βασιλιά Όθωνα στη Μονή Οσίου Λουκά για να επισημάνει ότι ο βασιλιάς θαύμασε το ναό και επήνεσε την ανδρεία των αγωνιστών. Μάλιστα, του διηγήθηκαν τη στήριξή τους στην Ελληνική Επανάσταση και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν εκείνη την περίοδο. Συγκεκριμένα, ο Επίσκοπος Σαλώνων είπε χαρακτηριστικά: «Ούλοι, Μεγαλειότατε, ούλοι επολεμήσαμεν παλληκαρίσια για την ελευθερία… και ανασύρας το ένδυμα έδειξε τας πληγάς του. Τώρα όμως πεινούμεν, Μεγαλειότατε… Ας ζήση το έθνος μας. Ας ζήση η μεγαλειότης σου… και ημείς ας ψοφήσωμεν…». Ο Όθωνας συγκινήθηκε και υποσχέθηκε πως μόλις επιστρέψει στην Αθήνα θα φροντίσει υπέρ της μονής. Πέρασε πολύς καιρός και οι γέροντες μοναστές αγωνιστές κάτω από τον μεγάλο πλάτανο της μονής με μακαρία απλότητα συζητούσαν για τα ποσά των μισθών, τα δώρα και τα παράσημα, τα οποία περίμεναν να λάβουν από τον βασιλιά, ο οποίος τόσους γλυκείς λόγους τους είπε και τόσες υποσχέσεις τους έδωσε. Επειδή ούτε στον ύπνο τους φαντάστηκαν ότι οι βασιλείς παραβαίνουν τις υποσχέσεις τους, ανέμεναν με ακράδαντη ελπίδα την εκπλήρωση των λόγων του βασιλιά μέχρι και τον θάνατό τους.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, κατόπιν, δώρισε στη ΣΣΕ αντίγραφο του Ευαγγελίου που είχε πάνω του ο Επίσκοπος Σαλώνων.
Το παρών έδωσαν οι μητροπολίτες Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος, Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης Αντώνιος, ο υφυπουργός Εθνικής 'Αμυνας, Ιωάννης Κεφαλογιάννης, ο αρχηγός του ΓΕΣ αντιστράτηγος Γεώργιος Κωστίδης, καθηγητές και ευέλπιδες. Τον Αρχιεπίσκοπο συνόδευαν ο επίσκοπος Τανάγρας Απόστολος και ο διευθυντής του Γραφείου του Αρχιεπισκόπου, Ιωάννης Σ. Τσούρας, ενώ παρέστη και ο γενικός διευθυντής της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αλέξανδρος Κατσιάρας.