Σε «βραχνά» εξελίσσεται για το ΑΣΕΠ και κατ’ επέκταση για το Δημόσιο η μη αποδοχή του διορισμού στις προκηρύξεις μόνιμου προσωπικού. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, η αποχή για τους διοριστέους μπορεί να φτάσει και το 70%, όπως σε προκήρυξη για το υπουργείο Υγείας!
Διαβάστε επίσης
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων προκηρύξεων είναι η 6Κ/2020, όπου από τις 483 θέσεις, οι 357 επιτυχόντες αρνήθηκαν να διοριστούν, ενώ επίσης και στην περίπτωση της 5Κ/2021, όπου από τις 62 θέσεις, οι 45 επιτυχόντες γύρισαν την πλάτη τους στο Δημόσιο.
Βασικές αιτίες
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό και κατά την υποβολή των αιτήσεων καταγράφεται κοσμοσυρροή, και όταν έρχεται η ώρα του διορισμού, είναι άφαντοι οι υποψήφιοι;
1 Ενας από τους βασικούς λόγους είναι σίγουρα η καθυστέρηση στην έκδοση των αποτελεσμάτων, που σε κάποιες περιπτώσεις μεγάλων προκηρύξεων με πολλούς φορείς και θέσεις μπορεί να χρειαστεί να περάσουν έως και 18 μήνες από τη δημοσίευση του διαγωνισμού στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» μέχρις ότου εκδοθούν τα οριστικά αποτελέσματα. Στο μεσοδιάστημα αυτό, οι υποψήφιοι που αναζητούν εργασία μπορεί να έχουν βρει στον ιδιωτικό τομέα ή μπορεί να έχουν μετακομίσει σε άλλη πόλη ή πολύ απλά να έχουν αλλάξει γνώμη.
2 Ενας ακόμη λόγος είναι οι χαμηλοί μισθοί στο Δημόσιο, που ξεκινούν από 700-800 ευρώ καθαρά για τους απόφοιτους Δευτεροβάθμιας και Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης, που είναι και οι περισσότερες θέσεις στο Δημόσιο. Αλλά και για τις θέσεις ΠΕ και ΤΕ οι εισαγωγικοί μισθοί δεν είναι ιδιαίτερα υψηλοί με πολλούς υποψηφίους να υποστηρίζουν ότι στον ιδιωτικό τομέα μπορούν να λάβουν περισσότερα χρήματα, δεδομένου ότι στο Δημόσιο δεν δίνονται Δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα και δεν επιτρέπεται η παράλληλη εργασία. Μάλιστα, ακόμα και με τις τελευταίες αυξήσεις που δόθηκαν από 1ης Ιανουαρίου, ο πρώτος μηνιαίος μικτός βασικός μισθός ενός υπαλλήλου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης που εντάσσεται στο πρώτο Μισθολογικό Κλιμάκιο (ΜΚ 1) και δεν διαθέτει προϋπηρεσία, παιδιά ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών διαμορφώνεται στα 1.162 ευρώ μικτά. Δεδομένου ότι για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων από το κατώτερο μισθολογικό κλιμάκιο στο αμέσως ανώτερο απαιτείται υπηρεσία, και συγκεκριμένα για τους υπαλλήλους των κατηγοριών ΤΕ και ΠΕ απαιτείται υπηρεσία δύο ετών σε κάθε μισθολογικό κλιμάκιο, οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας λαμβάνουν σχετικά χαμηλούς μισθούς.
3 Ο βασικότερος ωστόσο λόγος της αποχής, και σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει και ο πρόεδρος του ΑΣΕΠ, Θάνος Παπαϊωάννου, που μίλησε αποκλειστικά για αυτό το θέμα στον «Ελεύθερο Τύπο», είναι η απεριόριστη επιλογή των θέσεων στις προκηρύξεις μόνιμου προσωπικού που δυσχεραίνει κατά πολύ τις διαδικασίες. Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Θάνος Παπαϊωάννου ανέφερε: «Η μη αποδοχή των διορισμών από μέρους των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στους πίνακες διοριστέων έχει καταστεί ένας βασικός παράγοντας που προκαλεί τη μεγάλη χρονική διάρκεια των διαδικασιών πρόσληψης. Οι υποψήφιοι δηλώνουν μεγάλο αριθμό προτιμήσεων ακόμη και για περιοχές που κατά βάθος γνωρίζουν ότι δεν θα μπουν στη διαδικασία μετεγκατάστασης, και έτσι, όταν έρθει η ώρα του διορισμού, δεν τον αποδέχονται. Τα ποσοστά μη αποδοχής κυμαίνονται από 40 έως 70% και αφορούν ακόμη και διαδικασίες που τα οριστικά αποτελέσματα εκδίδονται σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα (π.χ. η προκήρυξη 13Κ/2021). Ετσι ξεκινάει η περιπέτεια των αναπληρώσεων μέχρι να βρεθούν οι υποψήφιοι που πραγματικά ενδιαφέρονται για τις κενές θέσεις».
Σχέδια για επιβολή «κόφτη» στις επιλογές
Σε κάθε περίπτωση, όποιος και να είναι ο λόγος της μη αποδοχής, όλοι συμφωνούν ότι το σύστημα αυτό δεν είναι λειτουργικό και θα πρέπει κάτι να αλλάξει άμεσα, προκειμένου και οι διαδικασίες να προχωρούν πιο γρήγορα και να μη χρειάζεται να καλύπτονται οι θέσεις του Δημοσίου με εποχικό προσωπικό και αναπληρωτές.
Σίγουρα ο πανελλήνιος γραπτός διαγωνισμός που καθιερώθηκε από πέρσι θα βοηθήσει κατά πολύ την ταχύτερη κάλυψη των θέσεων από τις λίστες επιτυχόντων που θα δημιουργηθούν, ωστόσο δεν λύνει όλα τα προβλήματα, γιατί και στις περιπτώσεις των 3ΒΓ/2023 και 2ΒΓ/2023 δόθηκαν απεριόριστες επιλογές θέσεων στους υποψηφίους, πράγμα που αναμένεται να δημιουργήσει καθυστερήσεις ως προς την έκδοση των αποτελεσμάτων.
Προκειμένου λοιπόν να μπει ένα τέλος σε όλη αυτή τη δυσλειτουργική διαδικασία που κοστίζει χρόνο και χρήμα, το υπουργείο Εσωτερικών από τον επόμενο κιόλας γραπτό διαγωνισμό, που κατά πάσα πιθανότητα θα γίνει το 2025, προσανατολίζεται να βάλει «κόφτη» ως προς τις επιλογές των υποψηφίων, για να περιοριστούν τέτοια φαινόμενα.
Το ίδιο ωστόσο θα πρέπει να γίνει και στις προκηρύξεις «Κ» με μόρια για τις ειδικότητες που δεν περιλαμβάνονται στον γραπτό διαγωνισμό, όπως για παράδειγμα το προσωπικό που εργάζεται στα νοσοκομεία, όπου και εκεί τα ποσοστά της μη αποδοχής διορισμού παραμένουν αρκετά ψηλά.
Οι προκηρύξεις με τα μεγαλύτερα «κενά»