*Tου δρα Ανδρέα Κάρυου και του Γιάννη Ιωάννου
Ένα καλοδιατηρημένο πιστόλι, που βρίσκονταν στο οπλοστάσιο της ΕΟΚΑ, FN-1910 της FN Herstal Βελγίου, προσθέτει μια σειρά νέων στοιχείων για τα όπλα της οργάνωσης και ταυτόχρονα «ενώνει» τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1955-1959 με δύο άλλα ιστορικά γεγονότα. Τον αγώνα των Ιρλανδών για ανεξαρτησία και μια σειρά ιστορικών γεγονότων που οδήγησαν στην έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (Α’ ΠΠ). Κοινό στοιχείο ένα πιστόλι, μικρού μεγέθους, με σχεδιαστικές ρίζες, όπως καταδεικνύει και ο τύπος του στο μακρινό... 1910!
[custom:google-ads]
Αναφορικά, ωστόσο, με την προέλευσή του μπορούν να γίνουν δύο υποθέσεις: να αποτελεί λάφυρο των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) στα χέρια του Ελληνικού Στρατού ή να κατέληξε σε ελληνικά χέρια -κι από εκεί στην Κύπρο- μέσω Κρήτης. Και στις δύο περιπτώσεις στα χέρια της ΕΟΚΑ το πιστόλι κατέληξε έχοντας αποσταλεί από τον γεωγραφικό χώρο της Ελλάδας. Στη περίπτωση της Κρήτης αξίζει να αναφέρουμε πως πολλά FN-1910 αποτέλεσαν το δευτερεύον όπλο αξιωματικών και υπαξιωματικών της Luftwaffe -στην οποία υπάγονταν και οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές που έδρασαν στη Κρήτη τον Μάιο του 1941- ως βασική χορήγηση καθ’ όλη τη διάρκεια του Β’ ΠΠ.
Με δράση στο Δουβλίνο - Το FN-1910 πέραν από την ΕΟΚΑ, όμως, είδε δράση και στην Ιρλανδία. Το Ιρλανδικό Ζήτημα, κατά τον 19ο αιώνα, σχετιζόταν μεταξύ άλλων και με την άρνηση των Ιρλανδών, να αποτελέσουν συστατικό στοιχείο μιας κοινής βρετανικής ταυτότητας (που θα περιέκλειε τους Άγγλους, τους Σκωτσέζους, τους Ουαλούς και τους Ιρλανδούς) σε μια εποχή επιδιώξεων για εθνική ενοποίηση και εθνική ομοιομορφία. Όσον αφορούσε στις κυρίαρχες τάσεις στο ιρλανδικό πολιτικό σκηνικό, μια σημαντική μερίδα επεδίωκε την παραχώρηση αυτονομίας με ξεχωριστό κοινοβούλιο στην Ιρλανδία, αλλά χωρίς πλήρη ανεξαρτησία από τη Μεγάλη Βρετανία. Μια άλλη τάση πρέσβευε την πλήρη ρήξη με τη βρετανική κυριαρχία υπό τη μορφή εγκαθίδρυσης ανεξάρτητου ιρλανδικού έθνους-κράτους. Συνεπακόλουθα, οι εξεγέρσεις και επαναστάσεις εναντίον των Βρετανών δεν ήταν σπάνιες κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Η επίλυση του Ιρλανδικού Ζητήματος συνέχισε να βρίσκεται σε εκκρεμότητα κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Προϊόν του κλίματος αναβρασμού που επικρατούσε στις τάξεις των Ιρλανδών, καθώς και της αποτυχίας των βρετανικών κυβερνήσεων να καταλήξει σε ικανοποιητική λύση, υπήρξε η «Εξέγερση του Πάσχα» (1916). Η εξέγερση οργανώθηκε από το Στρατιωτικό Συμβούλιο της Ιρλανδικής Δημοκρατικής Αδελφότητας (Irish Republican Brotherhood), μιας μυστικής οργάνωσης που αποσκοπούσε στον τερματισμό της βρετανικής κυριαρχίας και τη δημιουργία ιρλανδικού ανεξάρτητου δημοκρατικού κράτους. Η ένοπλη εξέγερση ξέσπασε στις 24 Απριλίου 1916 και διήρκησε έξι μέρες, μέχρι την βίαιη καταστολή της από τις βρετανικές δυνάμεις. Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των γεγονότων διαδραμάτισε ο Πάτρικ Πιρς (Patrick Pearse). Οι επαναστάτες, αποτελούμενοι από περίπου 1.200 Ιρλανδούς (άνδρες αλλά και γυναίκες) ένοπλους εθελοντές κινήθηκαν αιφνιδιαστικά, κατέλαβαν στρατηγικά σημεία του Δουβλίνου και προέβησαν στην ανακήρυξη της Ιρλανδικής Δημοκρατίας.
Τελικά, οι βρετανικές υπέρτερες στρατιωτικές δυνάμεις (περίπου 20.000) και ο βομβαρδισμός με τη χρήση πυροβολικού των θέσεων των επαναστατών ανάγκασαν τους τελευταίους σε άνευ όρων παράδοση. Μετά από την καταστολή της εξέγερσης επιβλήθηκε στρατιωτικός νόμος, ενώ πέραν των 3.500 Ιρλανδών φυλακίστηκαν και 1.800 στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως στη Βρετανία. Οι ηγέτες της εξέγερσης, μεταξύ των οποίων και ο Πιρς, δικάστηκαν από στρατοδικείο και εκτελέστηκαν από τους Βρετανούς. Ουσιαστικό παράγωγο της Εξέγερσης του Πάσχα υπήρξε η επίδρασή της στην ιρλανδική κοινή γνώμη ως προς την προώθηση του Ιρλανδικού Ζητήματος: τα αισθήματα αντίδρασης προς την κατασταλτική πολιτική των Βρετανών έδωσαν τεράστια ώθηση στην επικράτηση της ανεξαρτησίας και όχι στη μέχρι τότε κρατούσα προτίμηση για αυτονομία της Ιρλανδίας ως μορφή επίλυσης του Ιρλανδικού Ζητήματος.
Το FN-1910, λοιπόν, αποτέλεσε το βασικό όπλο (δες φώτο) που έφερε ο Πάτρικ Πιρς, πρωτοπόρος της Ιρλανδικής Επανάστασης του 1916 και σημαντική μορφή στο ιδεολογικό πλαίσιο του αγώνα του Provisional IRA μετέπειτα.
Η διασύνδεση με Σεράγεβο - To FN-1910 όμως φέρει σημαντικό μερίδιο ευθύνης, κυριολεκτικά, και για τα 40.000.000 νεκρών του Α’ ΠΠ, έχοντας συμμετοχή σε ένα γεγονός που αποτέλεσε σημείο καμπής για την παγκόσμια Ιστορία: ήταν το πιστόλι με το οποίο δολοφονήθηκε ο Αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος (Franz Ferdinand) της Αυστροουγγαρίας, στις 28 Ιουνίου 1914, στο Σεράγεβο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.
Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη τελούσε υπό αυστροουγγρική κατοχή και διοίκηση μετά από απόφαση του Συνεδρίου του Βερολίνου (1878), το οποίο νομιμοποίησε τη μυστική συμφωνία που είχε συνομολογηθεί μεταξύ της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας για ανάληψη της διοίκησης της περιοχής με αντάλλαγμα την τήρηση ουδετερότητας κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού Πολέμου (1877-1878) που έληξε με ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η κατοχή της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, καθώς και ο έλεγχος του Σαντζακιού του Νόβι Πάζαρ υποβοηθούσε τους σχεδιασμούς της Αυστροουγγαρίας για περιφερειακή ηγεμονία μέσω της αποτροπής της ένωσης της Σερβίας με το Μαυροβούνιο. Ταυτόχρονα της δινόταν η δυνατότητα να ασκήσει επεκτατική πολιτική προς τη Θεσσαλονίκη και το Αιγαίο, αν το επιθυμούσε. Τρεις δεκαετίες αργότερα, κατά τη διάρκεια της Βοσνιακής Κρίσης (1908-1909), η Αυστροουγγαρία προέβη στην επίσημη προσάρτηση της Βοσνίας Ερζεγοβίνης. Η εν λόγω ενέργεια, συνοδεύτηκε από τις έντονες αντιδράσεις της Σερβίας, η οποία επιθυμούσε την συνένωση όλων των νοτιοσλαβικών (γιουγκοσλαβικών) πληθυσμών, μεταξύ αυτών και όσων κατοικούσαν στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Η συνειδητοποίηση ότι μια συμβατική πολεμική σύγκρουση με την στρατιωτικά ακμαία (και κύρια αγορά των σερβικών προϊόντων) Αυστροουγγαρία δεν θα κατέληγε σε θετικό αποτέλεσμα ενίσχυσε την ίδρυση οργανώσεων, οι οποίες ήταν έτοιμες να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο (συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών δολοφονιών) για να αναχαιτίσουν τον αυστροουγγρικό επεκτατισμό στα Βαλκάνια.
Μεταξύ των οργανώσεων αυτών υπήρξε και η «Μαύρη Χειρ». Η συγκεκριμένη μυστική οργάνωση, εκτός από την επιθυμία να παρεμποδίσει τον αυστροουγγρικό ιμπεριαλισμό, αποσκοπούσε και στη συνένωση όλων των Νοτιοσλάβων με πρωτοβουλία της Σερβίας. Ο αρχηγός της οργάνωσης ανέλαβε την εκπαίδευση μερικών μελών, αποστολή των οποίων θα ήταν η δολοφονία του διαδόχου του αυστροουγγρικού θρόνου, Φραγκίσκου Φερδινάνδου. Οι συνωμότες, μεταξύ αυτών και ο νεαρός Σερβοβόσνιος Γκαμπρίλο Πρίντσιπ (Gavrilo Princip), μετέβησαν στο Σεράγεβο μεταφέροντας τέσσερα πιστόλια FN M-1910 των 7.65mm, έξι χειροβομβίδες και χάπια αυτοκτονίας.
Η επίθεση τελικά πραγματοποιήθηκε στις 28 Ιουνίου 1914, ημέρα επίσκεψης του Φραγκίσκου Φερδινάνδου στο Σεράγεβο, μα και επέτειος μιας ιερής μέρας για τους Σέρβους, της Μάχης του Κοσσυφοπεδίου (1389). Γύρω στις 10:10 π.μ. πραγματοποιήθηκε μια αποτυχημένη βομβιστική απόπειρα από έναν εκ των συντρόφων του Πρίντσιπ. Λίγη ώρα αργότερα το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ο Διάδοχος και η σύζυγός του Δούκισσα Σοφία σταμάτησε απότομα σε πολύ κοντινή απόσταση από εκεί που ο Πρίντσιπ στεκόταν. Ο τελευταίος έπληξε θανάσιμα με το FN M-1910 του, από εγγύς απόσταση, τον Φραγκίσκο Φερδινάνδο και τη Σοφία (την οποία πυροβόλησε κατά λάθος προσπαθώντας να σκοτώσει τον κυβερνήτη της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης Στρατηγό Oscar Potiorek), οδηγώντας τις εξελίξεις σε ένα σπιράλ γεγονότων που επέφεραν το ξέσπασμα του Α’ ΠΠ. Το πιστόλι του Πρίντσιπ διασώζεται σήμερα (δες φωτό) σε μουσείο στη Βιέννη.
Ο Δρ Ανδρέας Κάρυος είναι ιστορικός και επιστημονικός συνεργάτης του Μουσείου Αγώνος.
Ο Γιάννης Ιωάννου είναι διεθνολόγος και συνιδρυτής του Geopolitical Cyprus (www.geopoliticalcyprus.org)