Με τον τίτλο "Για πέντε χρόνια η Ελλάδα είναι σαν έναν ασθενή που ψυχορραγεί" η δημοσιογράφος Έλενα Σμιθ κάνει, όπως λέει, ένα εμπειρικό ταξίδι στο τραύμα της χώρας και συνειδητοποιεί πως τα τελευταία πέντε χρόνια άλλαξε υπόσταση, υφή και συνήθειες.
«Έλα να σε πάω στο τραύμα της Ελλάδας» της λέει ο Αντώνης με θυμό. «Αυτό που συνέβη στη χώρα ήταν καταστροφικό. Οι πολιτικοί μας, η Ευρώπη, το ΔΝΤ, όλοι τους σταμάτησαν τα όνειρά μας».
Ο Αντώνης ήταν φωτογράφος που έμεινε χωρίς δουλειά όταν έκλεισε η εταιρεία που εργαζόταν. Τα σχέδια για ένα δεύτερο παιδί έμειναν ανεκπλήρωτα. Εργάζεται ως οδηγός ταξί, προκειμένου να τα βγάλει πέρα και από το τιμόνι βλέπει γύρω του την εξαθλίωση.
Αυτή είναι παντού: Στους ηλικιωμένους που ψάχνουν στα σκουπίδια, στα εγκαταλελειμμένα καταστήματα, στους νεόπτωχους που περπατούν παραμιλώντας.
«Είναι η απώλεια της ελπίδας» της σημειώνει, «το βλέπω κάθε μέρα. Είναι ένα τραύμα που δεν γιατρεύεται. Να το γράψεις όπως σου το λέω ''εγώ ο Αντώνης μισώ αυτή τη χώρα. Μισώ τα πάντα σε αυτήν''».
Για τους Έλληνες, λέει η Έλενα Σμιθ, «τα πάντα ήρθαν με έναν απρόοπτο τρόπο το 2009, οπότε και ξέσπασε η κρίση. Μέχρι τότε ήταν δραπέτες μέσα σε ένα τρένο. Ζούσαν μια ευχάριστη ζωή και το τρένο κάποιες αύξανε την ταχύτητά του, άλλες φορές επιβράδυνε, αλλά ποτέ δεν υπήρχε κίνδυνος να σταματήσει. Τώρα προετοιμάζονται για εκλογές που ενδέχεται να ξεκαθαρίσουν πολλά πράγματα στην Ευρώπη, ενώ το τρένο τους είναι πλήρως ορατό και βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Όποια διαδρομή και αν επιλέξουν θα έχει μια ηχηρή επίδραση στην ικανότητα της Αθήνας να μείνει στην Ευρωζώνη. Για τον Αντώνη Σαμαρά, σημειώνει, υπάρχει μόνο ένας δρόμος: να κάνει ό,τι του λένε οι πιστωτές, να παραμείνει στο ευρώ και να επιβεβαιώσει πως η Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνει κομμουνιστικό κράτος υπό τον ΣΥΡΙΖΑ.
Για τον Αλέξη Τσίπρα του οποίου οι ευχάριστες υποσχέσεις έδωσαν ώθηση στον ΣΥΡΙΖΑ, η ελπίδα εδράζεται στην περιφρόνηση. Και αυτή (η ελπίδα) δεν έρχεται αλλά έχει ήδη φτάσει».
Το άρθρο αναφέρει επίσης πως στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα, οι Έλληνες θεωρούν πως θα βρουν έναν ηγέτη που θα υπερασπιστεί τα δικαιώματά τους, όταν ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. «Προσφέρει την ελπίδα του να ελπίζεις» δηλώνει η καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο, Φωτεινή Τσαλίκογλου.
Όπως σημειώνεται στο ρεπορτάζ «υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν χρήματα ούτε καν να κηδεύσουν με αξιοπρεπή τρόπο τους οικείους τους. Μπορεί οι πλούσιοι να έμειναν ατιμώρητοι και να συνεχίσουν να ζουν στα πράσινα προάστια της Βόρειας Αθήνας, ωστόσο η συντριπτική πλειοψηφία διεξάγει έναν πόλεμο φθοράς. Η μεσαία τάξη έχει αποδεκατιστεί από τις περικοπές και τους φόρους που επιβλήθηκαν από τους δανειστές. Η ραχοκοκαλιά της ελληνικής κοινωνίας που είναι η οικογένεια προσπαθεί να κρατηθεί εν ζωή, το κράτος πρόνοιας απουσιάζει, ολοένα και περισσότερες φιλανθρωπικές οργανώσεις κάνουν την εμφάνισή τους για να καλύψουν τα κενά, σε αρκετούς δρόμους εμφανίζονται ουρές για συσσίτια και κινητές μονάδες υγείας καθώς περισσότερο από ένα εκατομμύριο άνθρωποι είναι ανασφάλιστοι.»
Ο Κώστας Φούντας που διατηρεί γραφείο κηδειών λέει: «Κι όμως, υπάρχουν άνθρωποι που πλέον δεν μπορούν να αντέξουν ούτε καν τα έξοδα μιας κηδείας. Είχα πρόσφατα ένα δικηγόρο που πλήγηκε από την κρίση και όταν πέθανε η μητέρα του δεν έχει να πληρώσει τα 300 ευρώ για τα δημοτικά τέλη. Από τις 15 κηδείες κάθε μήνα, οι εννιά αφήνουν χρέος στο γραφείο».
Περιγράφοντας το κλίμα που επικρατεί στην Ελλάδα, το άρθρο κάνει λόγο για έναν πληθυσμό που πολιορκείται καθημερινά με άσχημα νέα, που του έχουν «σπάσει τα νεύρα» τα προγνωστικά για έξοδα απο την Ευρωζώνη, τον έχουν ταπεινώσει τα ξένα δημοσιεύματα.
«Αν συνεχίσουμε έτσι θα καταλήξουμε στο ψυχιατρείο» αναφέρει ο Δημήτρης Καλατζής, ένας 53χρονος κοσμηματοπώλης. «Όλοι είναι στα όριά τους. Ξεχάστε τους καινούριους φόρους, δεν μπορούμε να τους πληρώσουμε. Ξεχάστε και αυτά που λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Κανείς σχεδόν δεν πιστεύει πραγματικά ότι θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και θα αποκατασταθούν οι μισθοί και οι συντάξεις. Όμως πρέπει να ηρεμήσουμε και αν αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να πάρουμε ένα ρίσκο, ακόμη και αν σημαίνει επιστροφή της δραχμής, ας γίνει έτσι» αναφέρει.