ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ, ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ: Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΓΙΑ ΛΗΣΤΕΙΕΣ ΤΡΑΠΕΖΩΝ
23 Οκτώβρη 2017
Ο Επαναστατικός Αγώνας ξεκίνησε την δράση του το 2003. Μετά τις συλλήψεις του 2010 συνέχισε να υπάρχει και να δρα ακυρώνοντας στην πράξη το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα που έγινε εναντίον του. Ο Επαναστατικός Αγώνας είχε διαμορφώσει μια στρατηγική αγώνα εν όψει της συστημικής κρίσης που έθεσε σε εφαρμογή από το 2009, μέσω της οποίας επεδίωκε την υλοποίηση ένοπλων χτυπημάτων ενάντια στο καθεστώς με στόχο την πρόκληση συνθηκών αποσταθεροποίησής του.
Ενώ το καθεστώς ήταν ούτως ή άλλως ευάλωτο λόγω της συστημικής κρίσης και ιδιαίτερα απονομιμοποιημένο στις κοινωνικές συνειδήσεις των οικονομικά αδύναμων, η πολιτική που είχε χαράξει ο Επαναστατικός Αγώνας ως δραστική παρέμβαση στην κρίση, θα μπορούσε, αν κατάφερνε να προχωρήσει χωρίς προσκόμματα, να συμβάλει στην παράλληλη ενίσχυση των υπαρχουσών ευνοϊκών συνθηκών στην κοινωνική βάση για την όξυνση της κοινωνικής και ταξικής σύγκρουσης με σταθερή πάντα κατεύθυνση την ανατροπή του καθεστώτος. Η προοπτική της διαμόρφωσης μιας ισχυρής ένοπλης οργάνωσης που θα μπορούσε να παίξει τον ρόλο του καταλύτη στις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην χώρα και να παρέμβει ως ανάχωμα στην πολιτική κοινωνικής γενοκτονίας που προωθούσε η τρόικα μέσω των μνημονίων, ήταν μια ρεαλιστική προοπτική.
Ήταν (και είναι) ρεαλιστική λόγω της ιστορικής φάσεως που βρισκόταν και των σοβαρών ελλειμμάτων σταθερότητας που είχαν ιδιαίτερα ορισμένοι κεντρικής σημασίας πυλώνες του καθεστώτος στην χώρα λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και των σαφών – σε όποιον έχει στοιχειώδες οικονομικό και πολιτικό κριτήριο – αδυναμιών στην αναπαραγωγή του συστήματος. Αυτή η συνθήκη ήταν – και είναι – μια μοναδική ευκαιρία, την οποία δεν την έχουμε σε κάθε ιστορική συγκυρία. Συνεπώς και η ένοπλη δράση δεν θα μπορούσε σε κάθε ιστορική περίοδο να είναι το ίδιο αποτελεσματική. Αυτή η συνθήκη, το σαθρό έδαφος που στηριζόταν και στηρίζεται το καθεστώς και η αυξανόμενη κοινωνική ανυποληψία που ‘‘απολάμβανε’’ και ‘‘απολαμβάνει’’ λόγω της κρίσης και της προχωρημένης σήψης του, υπήρξαν καταλυτικοί παράγοντες που ώθησαν τον Επαναστατικό Αγώνα να διαμορφώσει αυτή την στρατηγική. Η κατεύθυνση αυτή δεν εγκαταλείφθηκε μετά το ’10 αφού όχι μόνο δεν αντιστράφηκαν οι άγριες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες για τα χαμηλά ταξικά στρώματα, αλλά αντιθέτως γίνονταν όλο και πιο εξοντωτικές ενώ το σύστημα παρέμενε ευάλωτο.
Η αποστολή του Επαναστατικού Αγώνα να εφαρμόσει την στρατηγική αποσταθεροποίησης του καθεστώτος, γινόταν κάθε μέρα και πιο επιτακτική. Και ακόμα πιο επιτακτική την έκανε η οπισθοχώρηση των κοινωνικών αντιστάσεων καθώς έρχονταν όλο και πιο κοντά σε αδιέξοδο. Η σύγκρουση με την διάχυτη ηττοπάθεια ήταν ένα επιπλέον ‘’στοίχημα’’ για τον Επαναστατικό Αγώνα.
Μετά το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα το 2010 και ενώ αφεθήκαμε ελεύθεροι με την παρέλευση του 18μηνου, επιλέξαμε να παραμείνουμε στην ‘’νομιμότητα’’ για να παραβρεθούμε στο δικαστήριο για όσο διάστημα χρειαζόταν ώστε να υπερασπιστούμε μία προς μία τις ενέργειες της οργάνωσης ενάντια σε ένα κατηγορητήριο που στόχευε να αποπολιτικοποιήσει την δράση του Επαναστατικού Αγώνα, να την παρουσιάσει ως αντικοινωνική και εγκληματική. Παράλληλα με την δίκη επιχειρήσαμε μέσα σε ένα σαφώς περιορισμένο χρονικό διάστημα που καθοριζόταν από την έκβαση της δίκης, να προωθήσουμε τις προτάσεις και τον λόγο του Επαναστατικού Αγώνα σε ανοιχτές πολιτικές διαδικασίες όπως εκδηλώσεις, συνελεύσεις και εκδόσεις βιβλίων.
Την στρατηγική του Επαναστατικού Αγώνα έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε το 2008 οφείλαμε να αγωνιστούμε να υλοποιηθεί και αυτό το επιχειρήσαμε περνώντας στην ‘’παρανομία’’. Η πολιτική κατεύθυνση δεν άλλαξε ούτε για την οργάνωση ούτε για εμάς. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της στρατηγικής του Επαναστατικού Αγώνα έγινε η επίθεση εναντίον της Τράπεζας της Ελλάδας και του γραφείου του Δ.Ν.Τ που στεγαζόταν στο ίδιο κτίριο. Μια επίθεση που είχε κεντρική πολιτική σημασία λόγω του ρόλου της ΤτΕ και του Δ.Ν.Τ στην εποχή της κρίσης, την διαμόρφωση και επιβολή της πολιτικής των μνημονίων.
Μέσα στο πλαίσιο δράσης του Επαναστατικού Αγώνα που συμπεριελάμβανε την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών στο ζήτημα του ένοπλου αγώνα στην χώρα εν μέσω της ηττοπάθειας και της έντασης της κρατικής καταστολής, την ανάδειξη της σημασίας της πολιτικής αλληλεγγύης στον αγώνα για ανατροπή του καθεστώτος, την ανάδειξη των αξιών και ιδανικών στον αγώνα και την προώθηση της κοινωνικής επανάστασης, έγινε και η απόπειρα μαζικής απόδρασης πολιτικών κρατουμένων από τις φυλακές Κορυδαλλού με ελικόπτερο από την Πόλα Ρούπα.
Μετά την επιλογή μας να περάσουμε στην ‘’παρανομία’’ και να συνεχίσουμε τον αγώνα και την δράση του Επαναστατικού Αγώνα το κράτος στην προσπάθειά του να αναβαθμίσει το επίπεδο της πολιτικής πολεμικής εναντίον μας και εναντίον της οργάνωσης, μας έθετε συνεχώς ως πρόσωπα πλέον στο επίκεντρο μιας σειράς ένοπλων δραστηριοτήτων που δεν γίνονταν από τον Επαναστατικό Αγώνα, αλλά και μιας σειράς ληστειών σε τράπεζες που γίνονταν ανά την Ελλάδα. Το καθεστώς δημιούργησε έτσι ένα ‘’θεώρημα’’ με βάση το οποίο καθιστούσε εμάς και τον Επαναστατικό Αγώνα ως προς το κέντρο που ‘’κινούσε τα νήματα’’ σχεδόν κάθε ένοπλης δραστηριότητας ανά την Ελλάδα, πολιτικής ή μη. Στην συνέχεια η προσπάθειά του επικεντρώθηκε στο ζήτημα των ληστειών. Ένας μεγάλος αριθμός από ληστείες τραπεζών – ενέργειες επίσης άσχετες με τον Επαναστατικό Αγώνα – αποδόθηκαν στην οργάνωση, οι οποίες υποτίθεται, πως γίνονταν για την ενίσχυση του ’’επαναστατικού ταμείου’’. Δεν ήταν μόνο η ανάγκη του κράτους αυτές οι δράσεις να αποδοθούν κάπου, που καθιστούσε αναγκαία τη ύπαρξη του προαναφερόμενου ''θεωρήματος’’. Ήταν πρωτίστως η ανάγκη του καθεστώτος να πολεμήσει ιδεολογικά και πολιτικά τον Επαναστατικό Αγώνα. Και αυτό στην συγκεκριμένη περίπτωση το επιχείρησε και το επιχειρεί μέσω της διάβρωσης της ταυτότητας του Επαναστατικού Αγώνα καθώς η κατηγορία ότι η οργάνωση βρίσκεται πίσω από ένα μεγάλο αριθμό ληστειών αλλοίωνε το πολιτικό νόημα της δράσης του, αφού - με βάση το ίδιο ‘’θεώρημα’’- το βάρος της οργάνωσης μετά το 2012 δινόταν στις ληστείες τραπεζών. Και η ''απόδειξη'' σε αυτό, ήταν το ίδιο το κατηγορητήριο.
Σε πρώτη φάση και ενώ είχε προηγηθεί μια σφοδρή επίθεση προπαγάνδας μέσω των Μ.Μ.Ε από το καθεστώς που διαμόρφωνε το ''θεώρημα'' της ένταξης μεγάλου αριθμού ανθρώπων στον Επαναστατικό Αγώνα με στόχο την ’’διάπραξη ληστειών για το επαναστατικό ταμείο’’, η πρώτη δίκη για την πρακτική πλέον εφαρμογή αυτού του σχεδίου του κράτους έγινε μέσα στα πλαίσια της δίκης για την επίθεση του Επαναστατικού Αγώνα εναντίον της ΤτΕ και του γραφείου του Δ.Ν.Τ.
Μια διαφορετική και άσχετη υπόθεση ληστείας σε τράπεζα που αποδόθηκε σε κατηγορούμενο και για την οποία ανέλαβε ο ίδιος την ευθύνη δηλώνοντας ότι ήταν μια προσωπική του επιλογή, η σύνδεση του ίδιου ανθρώπου χωρίς στοιχεία με άλλες αντίστοιχες δράσεις που έγιναν στα πλαίσια χρηματοδότησης του Επαναστατικού Αγώνα, η καταδίκη του ως μέλος του Επαναστατικού Αγώνα, ήταν η αρχή μιας επιχείρησης σύνδεσης και δίωξης μεγάλου αριθμού ανθρώπων - αναρχικών και μη -για άλλες ληστείες και για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα. Κάποιες από αυτές πριν το 2012 αποδίδονται σε εγκληματική οργάνωση και όσες έγιναν μετά το2012 αποδίδονται στον Επαναστατικό Αγώνα.
Σημαντικός παράγοντας για την σύνδεση ορισμένων ανθρώπων με αυτή την υπόθεση ήταν το γεγονός ότι είχαν ζήσει άλλοι για μικρότερο άλλοι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στην ‘‘παρανομία’’ γεγονός που τους καθιστούσε στόχο προς δίωξη σε υποθέσεις ληστειών ασχέτως της ύπαρξης ή μη στοιχείων εναντίον τους.
Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στην κατηγορία περί ''εγκληματικής'' και ''τρομοκρατικής'' οργάνωσης είναι ότι στην μεν πρώτη οι δραστηριότητες που αποδίδονται αφορούν στην άντληση ατομικού κέρδους ενώ στην δεύτερη όχι. Στην περίπτωση της υπόθεσης αυτής με βάση το κατηγορητήριο πριν το 2012 οι ληστείες γίνονταν για ίδιον όφελος αυτών που τις έκαναν και γι’ αυτό οι διώξεις γίνονται με την κατηγορία της ''εγκληματικής'' οργάνωσης ενώ από το 2012 και μετά οι ληστείες και τα χρήματα που αποσπούνται από αυτές δεν αφορούν ιδιοτελείς σκοπούς, αλλά την ενίσχυση του ταμείου ‘‘τρομοκρατικής’’ οργάνωσης, δηλαδή του Επαναστατικού Αγώνα.
Συνεπώς η πολιτική βλάβη που επιχειρείται εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα δεν είναι ως προς το κίνητρο των ληστειών αφού τα χρήματα αυτά υποτίθεται πως προορίζονται για το ''επαναστατικό ταμείο’’, αλλά ως προς την δυσαναλογία μεταξύ πολιτικών ενεργειών και ληστειών σε τράπεζες που αφήνει να διαφανεί πως προτεραιότητα της οργάνωσης ήταν η άντληση οικονομικών πόρων. Όμως αν αυτοί οι οικονομικοί πόροι έφταναν στο ταμείο του Επαναστατικού Αγώνα, αυτό θα φαινόταν μέσα από την ίδια την δράση της οργάνωσης, την πυκνότητα των ενεργειών και του πολιτικού βεληνεκούς τους. Όπως επίσης, η μεγάλη αριθμητική συμμετοχή ανθρώπων που επικαλείται το κράτος πως συμμετείχαν στον Επαναστατικό Αγώνα, αν ίσχυε θα προσέδιδε άλλη δυναμική στην δράση της οργάνωσης αλλά και στην δυνατότητά της να επεκταθεί και να δράσει με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, διάρκεια και ασφάλεια. Συνεπώς αν ίσχυε αυτό το ''θεώρημα '' για την οργάνωσή μας, αυτό θα διαφαινόταν μέσα από την σαφώς διαφορετική εξέλιξη που θα είχε η ιστορία του Επαναστατικού Αγώνα, η ιστορία η δική μας, αλλά και η εξέλιξη του ένοπλου αγώνα στην ιστορική περίοδο που διανύουμε στην χώρα.
Με βάση λοιπόν το ''θεώρημα'' που διαμορφώθηκε πριν τις συλλήψεις μας και διοχετευόταν σταθερά μέσω των Μ.Μ.Ε όποτε γινόταν κάποια ληστεία τράπεζας ανά την επικράτεια και με το οποίο ‘’θεώρημα’’ όλες αυτές οι ληστείες γίνονταν από τον Επαναστατικό Αγώνα, φτάσαμε σήμερα να δικάζονται άνθρωποι γνωστοί ή άγνωστοι μεταξύ τους και κυρίως άνθρωποι που δεν έχουν καμία σχέση με τον Επαναστατικό Αγώνα, για μεγάλο αριθμό ληστειών και για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα. Ο ισχυρισμός του κράτους για την ύπαρξη ενός επικοδομήματος όπου ο Επαναστατικός Αγώνας ήταν η ‘‘ομπρέλα’’ κάτω από την οποία διεξάγονταν πλήθος πολιτικών και μη ενεργειών, με άλλες οργανώσεις ως ‘‘παρακλάδια’’ της δικής μας οργάνωσης, όπως είπαμε και νωρίτερα στο κείμενο, είχε αρχίσει πολύ πριν ασκηθούν οι πρώτες διώξεις και το προωθούσε το κράτος μέσω των Μ.Μ.Ε.
Αυτό το ‘‘θεώρημα’’ του καθεστώτος συνέβαλε και στην διαμόρφωση ενός εδάφους όπου μπορούσε να υποστηριχθεί το μετέπειτα κατηγορητήριο εναντίον της οργάνωσης όπου επανήλθε η κατηγορία της διεύθυνσης για εμάς τους δύο. Ενώ το πρώτο δικαστήριο μας είχε απαλλάξει από αυτή την κατηγορία αφού αποδέχθηκε ότι ως αναρχικοί είμαστε ενάντια σε κάθε κάθετη μορφή οργάνωσης, ενάντια σε κάθε πολιτικό σχήμα με διευθυντές και διευθυνόμενους, το δεύτερο δικαστήριο εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα που έγινε πριν την σύλληψη της Ρούπα όπου εκδικάστηκε η επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) βασιζόμενο στην θεωρία για τις 2 περιόδους της οργάνωσης, πριν και μετά το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα του 2010, καταδίκασε τελικά τον Νίκο Μαζιώτη ως διευθυντή της οργάνωσης. Μιας οργάνωσης που μέσω του καθεστωτικού ‘‘θεωρήματος’’ πλέον είχε λάβει ήδη έναν χαρακτήρα ‘‘ομπρέλας’’ σε πλήθος ληστειών σε τράπεζες. Η καταδικαστική απόφαση για την διεύθυνση στον Νίκο Μαζιώτη στο 2ο δικαστήριο για τον Επαναστατικό Αγώνα, ήταν η βάση για να σταθεί η καταδίκη του ως συναυτουργού στην επίθεση εναντίον της ΤτΕ και να καταδικαστεί στην πρωτοφανή ποινή για τέτοιες πολιτικές ενέργειες, αυτή των ισοβίων. Στην καταδικαστική αυτή απόφαση συνέβαλε και το διαμορφωμένο από το κράτος πολιτικό κλίμα εναντίον της οργάνωσης και εναντίον μας, όπου ‘‘πρωταρχικό μέλημα της οργάνωσης-ομπρέλας’’ που παρουσιαζόταν ‘‘ήταν οι ληστείες τραπεζών’’.
Εμείς ως Επαναστατικός Αγώνας έχουμε αναλάβει αυτές τις ενέργειες που έχει κάνει ο Επανα-στατικός Αγώνας. Η άντληση οικονομικών πόρων από τράπεζες για την συνέχιση του αγώνα τους και για την επιβίωση αγωνιστών στην ‘‘παρανομία’’ είναι μια δεδομένη πρακτική που ακολουθούν όλες οι ένοπλες οργανώσεις στην ιστορία στον βαθμό που οι συνθήκες ζωής στην ‘‘παρανομία’’ δεν επιτρέπουν άλλον τρόπο επιβίωσης και διεξαγωγής του αγώνα. Στον βαθμό που αυτοί οι οικονομικοί πόροι οι οποίοι αντλούνται αποκλειστικά από τα αποθέματα των τραπεζιτών, στοχεύουν στην κάλυψη αναγκών πολιτικής δράσης στα πλαίσια μιας επαναστατικής ένοπλης οργάνωσης όπως ο Επαναστατικός Αγώνας και αφού η επαναστατική αυτή δράση κατατείνει πολιτικά στην κοινωνική Απελευθέρωση, μπορούμε να μιλάμε για απαλλοτριώσεις τραπεζών. Οι απαλλοτριώσεις τραπεζών που έγιναν στα πλαίσια ενίσχυσης της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα είναι συγκεκριμένες και έχουν αναληφθεί από την οργάνωση αλλά και από εμάς ως πρόσωπα που συμμετείχαμε σε αυτές. Στο κείμενο με το οποίο ο Επαναστατικός Αγώνας έχει αναλάβει τις συγκεκριμένες ενέργειες κατατίθεται δημόσια σε μεγάλο βαθμό και ο προορισμός αυτών των χρημάτων, καθώς για απαλλοτριωμένα χρήματα από μια πολιτική οργάνωση όπως ο Επαναστατικός Αγώνας θεωρήσαμε χρέος να αναφέρουμε προς ποιες κατευθύνσεις προορίζονταν.
Ενώ διεξάγονταν η δεύτερη δίκη εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα στην οποία ο Μαζιώτης δικαζόταν για την Τράπεζα της Ελλάδας και για δύο απαλλοτριώσεις τραπεζών και υπό το ιδεολογικό βάρος του καθεστωτικού ‘‘θεωρήματος’’ για τον Επαναστατικό Αγώνα ως ομπρέλα σε σειρά άλλων ληστειών σε τράπεζες, η Ρούπα με το κείμενο που ανέλαβε την ευθύνη για την μαζική απόπειρα απόδρασης πολιτικών κρατουμένων με ελικόπτερο από τις φυλακές Κορυδαλλού, ανέλαβε την ευθύνη για την απαλλοτρίωση της τράπεζας Πειραιώς στο νοσοκομείο Σωτηρία, επιλογή που είχε ως στόχο να παρέμβει μέσα στο επιβαρυντικό για τον Επαναστατικό Αγώνα κλίμα που διαμορφωνόταν εξηγώντας πως η ενέργεια αυτή έγινε στα πλαίσια προετοιμασίας της απόπειρας απόδρασης, ότι δηλαδή ήταν τμήμα του ίδιου σχεδίου. Το ίδιο ισχύει για κάθε μία από τις απαλλοτριώσεις τραπεζών που έγιναν από τον Επαναστατικό Αγώνα και που αφορούσαν πέρα από την επιβίωσή μας σε καθεστώς ‘‘παρανομίας’’ στην δρομολόγηση και εφαρμογή σχεδίων και δράσεων για την ένοπλη δράση ενάντια στο καθεστώς. Όμως στην συγκεκριμένη δίωξη οι ληστείες που πρόκειται να εκδικαστούν δεν έχουν σχέση με τον Επαναστατικό Αγώνα, γεγονός που γνωρίζουν και οι διωκτικοί μηχανισμοί. Η επιλογή τους να εντάξουν αυτές τις ληστείες στην δράση του Επαναστατικού Αγώνα έχουν καθαρά πολιτική σκοπιμότητα.
Το ‘‘θεώρημα’’ του καθεστώτος για τον Επαναστατικό Αγώνα ως οργάνωση ‘’ομπρέλα ’’ που στο επίμαχο χρονικό διάστημα παρουσιάζει αλλοιωμένα χαρακτηριστικά καθώς ‘‘ιεραρχούνται στις επιλογές δράσης του οι ληστείες τραπεζών’’ είναι μια πολιτική επίθεση εναντίον της οργάνωσης και εναντίον μας. Είναι μια πολεμική για την απονοηματοδότηση του Επαναστατικού Αγώνα και την πολιτική υπονόμευσή του. Και αυτό γιατί θεωρείται από το καθεστώς και τους μηχανισμούς καταστολής ως ένα πρόσφορο όπλο στον πόλεμο του κράτους εναντίον μας, αφού δεν του έχουν μείνει και πολλά πλέον. Όμως αν πιστεύουν οι κρατικοί παράγοντες πως θα αλλοιώσουν την πολιτική και κοινωνική βαρύτητα και σημασία του Επαναστατικού Αγώνα, είναι σαφώς γελασμένοι.
Ο Επαναστατικός Αγώνας δεν υπήρξε ποτέ οργάνωση για ληστείες και δεν θα γίνει επειδή αυτό θέλει να παρουσιάσει και να εμπεδώσει το κράτος, οι κατασταλτικοί και δικαστικοί μηχανισμοί.
Ο Επαναστατικός Αγώνας τόσο πριν όσο και μετά το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα ήταν και παρέμενε η ίδια οργάνωση με την ίδια πολιτική κατεύθυνση και την ίδια στρατηγική. Αυτή η υπόθεση δεν αφορά μόνο τον Επαναστατικό Αγώνα αλλά και την προοπτική διαμόρφωσης ενός επαναστατικού κινήματος συνολικότερα. Γιατί καθώς αποδίδονται πλήθος ληστειών στον Επαναστατικό Αγώνα, του οποίου το πρόταγμα και η δράση ήταν σαφώς προσδιορισμένη εναντίον του καθεστώτος και με προοπτική την κοινωνική Επανάσταση, υπονομεύεται ευρύτερα το πολιτικό νόημα του ανατρεπτικού αγώνα, ιδίως αυτού που αφορά στον ένοπλο αγώνα εναντίον του. Καθώς οι καταδίκες πλέον επιβάλλονται χωρίς την ύπαρξη κανενός στοιχείου γι’ αυτές τις ληστείες, η αντίσταση σε αυτό ‘‘θεώρημα’’, το κατηγορητήριο, και την δίκη που ακολουθεί τουλάχιστον για εμάς, συνιστά σημαντικό παράγοντα για την περιφρούρηση όχι μόνο της πολιτική σημασίας της οργάνωσής μας, αλλά και την πολιτική περιφρούρηση συνολικά του αγώνα για την ανατροπή του κράτους και του κεφαλαίου.
Όσο για τον Επαναστατικό Αγώνα έχουμε καταφέρει να καταγραφεί ιστορικά ως αυτό που πραγματικά είναι και κανένα ‘‘θεώρημα’’ των κατασταλτικών μηχανισμών, κανένα κρατικό σχέδιο προσβολής της πολιτικής ουσίας της οργάνωσης δεν θα καταφέρει να αλλοιώσει το νόημα της ύπαρξής της. Ότι πρόκειται για μια ένοπλη οργάνωση που μοναδικός λόγος της ύπαρξής της ήταν πάντα η ανατροπή του καθεστώτος και η κοινωνική Επανάσταση. Που μοναδικός λόγος της ύπαρξής της ήταν πάντα ο ένοπλος αγώνας για την κοινωνική Απελευθέρωση.
Ιδιαίτερα μέσα στις υπάρχουσες ιστορικές συνθήκες που οι πολιτικές κοινωνικής ευθανασίας μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού οι οποίες επιβάλλονται από την οικονομική και πολιτική εξουσία, μέσω των μνημονίων και του μόνιμου καθεστώτος επιτήρησης στην χώρα από τους θεσμούς, το νόημα της ύπαρξης μιας ένοπλης κοινωνικής αντίστασης όπως αυτή του Επαναστατικού Αγώνα, το δίνει η ίδια η κοινωνική αναγκαιότητα στην εποχή μας για την ουσιαστική πολιτική σύγκρουση με το εγκληματικό καθεστώς, για την προώθηση της ανατροπής του και την κοινωνική Επανάσταση, για την μεταλαμπάδευση της ελπίδας στους ανθρώπους ότι μπορεί και αξίζουν να ζήσουν ελεύθεροι.
Αυτή την πολιτική ουσία του Επαναστατικού Αγώνα καμία δίωξη και κατασταλτική επίθεση του κράτους δεν μπορεί να την αλλοιώσει. Και εμείς θα παραμείνουμε προασπιστές της τόσο της οργάνωσής μας όσο και του τελικού πολιτικού στόχου της: Την Κοινωνική Επανάσταση. Για μια κοινωνία οικονομικής ισότητας και πολιτικής ελευθερίας για όλους τους ανθρώπους.
ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ – ΝΙΚΟΣ ΜΑΖΙΩΤΗΣ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ