Της Τσαγκαράκη Ειρήνης, Δικηγόρου Αθηνών, Dr. iur., Επισκέπτριας Διδάσκουσας της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφος
Η ελάχιστη προστασία που παρέχει η Ευρωπαϊκή Ένωση στα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων που εμπλέκονται σε ποινικές διαδικασίες αποτελεί αντικείμενο μελέτης του μαθήματος «Ευρωπαϊκό Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο (LLM515)» του Μεταπτυχιακού Προγράμματος στο Οικονομικό Έγκλημα και την Ποινική Δικαιοσύνη και του μαθήματος «Ειδικά θέματα αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (DMEP700)» του εξ αποστάσεως Μεταπτυχιακού Προγράμματος στην Ευρωπαϊκή Πολιτική και Διακυβέρνηση. Στο πλαίσιο των μαθημάτων αυτών μελετώνται οι 6 Κοινοτικές Οδηγίες που ενισχύουν σημαντικά την δικονομική θέση των προσώπων αυτών.
Στις 30 Νοεμβρίου 2009 το Συμβούλιο εξέδωσε Ψήφισμα για έναν «Οδικό Χάρτη για την ενίσχυση των δικονομικών δικαιωμάτων των υπόπτων ή κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες». Προς εκτέλεση του Ψηφίσματος αυτού, εκδόθηκαν κατά τα έτη 2010-2016 έξι Κοινοτικές Οδηγίες, με τις οποίες ενισχύονται δικαιώματα που ένα πρόσωπο μπορεί να επικαλείται από τη στιγμή που θα κληθεί από τις αρχές ως ύποπτος τέλεσης ενός αδικήματος και σε όλα τα στάδια της σε βάρος του διαδικασίας έως της έκδοση οριστικής απόφασης.
Η τέταρτη χρονικά εκδοθείσα Οδηγία αφορά την ενίσχυση, πρώτον, ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και, δεύτερον, του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στην δίκη του (Οδηγία 2016/343/ΕΕ της 9ης Μαρτίου 2016). Σκοπός της Οδηγίας είναι η ενίσχυση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, ενός δικαιώματος που συγκαταλέγεται στις βασικές αρχές μίας δημοκρατικής κοινωνίας και από το οποίο απορρέει το ειδικότερο δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη που διεξάγεται σε βάρος τους (άρθρο 8 της Οδηγίας).
Το περιεχόμενο του τελευταίου αυτού δικαιώματος απασχόλησε το ΔΕΕ σε τρεις περιπτώσεις κατά το έτος που μας πέρασε. Τα προδικαστικά ερωτήματα που απασχόλησαν το Δικαστήριο ήταν ειδικότερα τα εξής:
α) Υπό ποιες δικονομικές εγγυήσεις επιτρέπεται ένα πρόσωπο να δικαστεί χωρίς να είναι παρών στην δίκη του;
Το ΔΕΕ απεφάνθη την από 19.05.2022 (C-569/20) ότι η διεξαγωγή της δίκης είναι δυνατή, όταν οι αρμόδιες αρχές, παρά τις δέουσες προσπάθειες που κατέβαλαν, δεν κατάφεραν να εντοπίσουν τον κατηγορούμενο ώστε να τον ενημερώσουν σχετικά με την δίκη του, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι στην περίπτωση αυτή, ο κατηγορούμενος έχει κατ’ αρχήν τη δυνατότητα να ζητήσει την επανάληψη της δίκης ή να ασκήσει ισοδύναμο μέσο ένδικης προστασίας που οδηγεί σε ουσιαστική επανεξέταση της υπόθεσης παρουσία του. Κατά την κρίση του ΔΕΕ, το δικαίωμα αυτό μπορεί να περιοριστεί, σε περίπτωση που από ακριβείς και αντικειμενικές ενδείξεις προκύψει ότι ο κατηγορούμενος έλαβε επαρκείς πληροφορίες ώστε να γνωρίζει ότι επρόκειτο να διεξαχθεί δίκη εις βάρος του και, ενεργώντας σκοπίμως και με πρόθεση να αποφύγει την κρίση του δικαστηρίου, παρεμπόδισε τις αρχές να του παράσχουν επισήμως πληροφορίες σχετικά με τη δίκη.
β) Περιορίζεται το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου σε δίκη όταν οι αρχές απαγορεύουν την είσοδό του στο κράτος όπου διεξάγεται η σε βάρος του διαδικασία;
Το ΔΕΕ εξέδωσε την 15.09.2022 απόφαση (C-420/20), με την οποία έκρινε ότι όταν ο κατηγορούμενος, στον οποίο έχει απαγορευθεί η είσοδος σε κράτος-μέλος της Ένωσης, απλώς ενημερώνεται από τις αρχές για τη διεξαγωγή της δίκης του, χωρίς ταυτόχρονα να προβλέπονται κατ’ εξαίρεση μέτρα εισόδου του στο έδαφος του κράτους αυτού για να παρασταθεί αυτοπροσώπως στην δίκη του, τότε το πρόσωπο αυτό στερείται κάθε δυνατότητας αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος παράστασης στη δίκη και κατ’ επέκταση του δικαιώματός του σε δίκαιη δίκη.
γ) Μπορεί να εξεταστεί στο δικαστήριο μάρτυρας παρά την δικαιολογημένη απουσία του κατηγορουμένου από τη συνεδρίαση και, αν ναι, με ποιον τρόπο εξασφαλίζεται ότι δεν παραβιάζεται το δικαίωμά του να παρίσταται στη δίκη του και να εξετάζει τους μάρτυρες;
Την 15.09.2022 το ΔΕΕ εξέδωσε μία ακόμη απόφαση επί του δικαιώματος του κατηγορουμένου να παρίσταται στη δίκη του (C-347/21). Σε αυτήν επανέλαβε την παραδοχή, στην οποία είχε προβεί την 13.02.2020 σε άλλη υπόθεση (C-688/18), ότι όταν ο κατηγορούμενος και ο συνήγορός του δεν μπορούν να παραστούν κατά την επ’ ακροατηρίου εξέταση ενός μάρτυρα για λόγους ανεξάρτητους από τη βούλησή τους, το εθνικό δικαστήριο υποχρεούται να προβεί σε συμπληρωματική εξέταση του μάρτυρα ώστε να παρασχεθεί στον κατηγορούμενο η δυνατότητα να τον εξετάσει. Διευκρίνισε, όμως, ότι, εφόσον κοινοποιηθεί στον κατηγορούμενο αντίγραφο των πρακτικών της προηγούμενης εξέτασης του μάρτυρα, δεν είναι αναγκαίο να επαναληφθεί καθ’ ολοκληρίαν η εξέταση που διεξήχθη ερήμην του κατηγορουμένου και απουσία του συνηγόρου του ούτε βεβαίως συντρέχει λόγος να κηρυχθούν άκυρες οι διενεργηθείσες διαδικαστικές πράξεις.
Από τις παραδοχές του ΔΕΕ στις ανωτέρω αποφάσεις που εξέδωσε το έτος 2022 καθίσταται σαφής η ιδιαίτερη μέριμνα της Ένωσης για την ουσιαστική προστασία των θεμελιωδών δικονομικών δικαιωμάτων των προσώπων που εμπλέκονται σε ποινικές διαδικασίες.