Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
1
18:51 | 14/12/2024

Η ανήλικη παραβατικότητα αποτελεί υπαρκτό και πολυδιάστατο πρόβλημα της σύγχρονης κοινωνίας, το οποίο δημιουργεί προβληματισμούς στην επιστημονική κοινότητα, τους γονείς, το εκπαιδευτικό σύστημα και την κοινωνία γενικότερα.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία συνεχιζόμενη αύξηση, αλλά και μεταβολή στις μορφές εκδήλωσης του φαινομένου. Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, η ανήλικη παραβατικότητα αυξήθηκε κατά 70% μεταξύ του 2020 και του 2023 σε παιδιά ηλικίας 15 - 18 ετών.

Διαβάστε επίσης

Η κα Μαρία Αγγελή, Δρ. Εγκληματολογίας, με εξειδίκευση στην Εγκληματολογική Ψυχολογία παραχώρησε συνέντευξη στο policenet.gr αναλύοντας τα πραγματικά αίτια της ραγδαίας αύξησης του φαινομένου, τα χαρακτηριστικά των θυμάτων και των θυτών αλλά και εξηγώντας τον πολυσήμαντο ρόλο του οικογενειακού περιβάλλοντος και των κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων στα σχολεία.

Συνέντευξη στην Κέλλυ Σαουάχ-Μαραγκουδάκη

Οι μορφές βίας ως αντανάκλαση της κοινωνίας

«Εκτός ελέγχου η βία μεταξύ των ανηλίκων», «Καλπάζει η βία των ανηλίκων», «Δραματική αύξηση στη βία μεταξύ ανηλίκων» είναι μερικοί από τους τίτλους των καθημερινών δελτίων ειδήσεων. Θα χαρακτηρίζατε τη βία των ανηλίκων ως τον καθρέφτη της κοινωνίας μας;

Πράγματι, η παραβατικότητα και η βία μεταξύ των ανηλίκων έχουν αυξηθεί τόσο στη χώρα μας όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο και αυτό μπορεί να το δει κάποιος από τα επίσημα στατιστικά που προκύπτουν τόσο στη χώρα μας όσο και σε παγκόσμιο πεδίο.

Η παραβατικότητα ανηλίκων όμως δεν είναι κάτι νέο , πάντα υπήρχαν περιστατικά και κάποια καταγράφονται από το 19αιώνα . Είναι γεγονός πως, οι νέοι αναπαράγουν συχνά τα κοινωνικά προβλήματα και τις ανισότητες που βιώνουν και η βία που παρατηρείται μπορεί να θεωρηθεί ως καθρέφτης της κοινωνίας μας μέσα από χρόνιες παθογένειες. Επιπλέον, η έκθεση σε βίαια μέσα και βιντεοπαιχνίδια, καθώς και η δημοσίευση αυτών των πράξεων στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, έχουν ενισχύσει την επιθετικότητα, ενώ τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συχνά ενισχύουν τον φόβο και την ανησυχία χωρίς να προσφέρουν ουσιαστική λύση. (Anderson & Dill, 2000; Smith & Duggan, 2013).

1

Σίγουρα πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό και διαχρονικό φαινόμενο, αλλά τα τελευταία έτη ποιες αιτίες το οδήγησαν στη ραγδαία αύξησή του;

Η αύξηση της βίας μεταξύ ανηλίκων είναι αποτέλεσμα πολλών παραμέτρων και αποτελούν αναμφισβήτητα ένα συνονθύλευμα παραγόντων. Η οικονομική κρίση, η κοινωνική απομόνωση, η έλλειψη στήριξης από την οικογένεια και οι πιέσεις στο σχολικό περιβάλλον έχουν συμβάλει σημαντικά στην επιδείνωση του φαινομένου. Επιπρόσθετα, η διαρκής έκθεση σε βίαια μέσα και τα κοινωνικά δίκτυα, όπου οι νέοι αναζητούν κοινωνική αναγνώριση, ενισχύουν την τάση για εκδήλωση βίας.

Υπάρχουν βιβλιογραφικά και εμπειρικά και νέα ευρήματα όπως: ο εγκλεισμός της πανδημίας COVID-19 επίσης αύξησε τα κοινωνικά προβλήματα, δημιουργώντας νέες συνθήκες απομόνωσης και αυξημένου άγχους (Moffitt, 1993; Patterson & Stouthamer-Loeber, 1984) ενώ παράλληλα αύξησε το χρόνο στο ψηφιακό κόσμο και μείωσε την επαφή μας με τα αγαπημένα πρόσωπα αλλά και τις φυσικές δραστηριότητες.

Έτσι υποδεχτήκαμε ένα νέο τρόπο ζωής για μικρούς και μεγάλους που δε θυμίζει σε τίποτα τα προηγούμενα χρόνια. Τέλος, αυτό το ζήτημα όπως καταλαβαίνετε είναι πολυσύνθετο και πολυπαραγοντικό γι’αυτό ωφέλιμο είναι σε κάθε μελέτη περίπτωσης να εξετάζεται μοναδικά και μεμονωμένα λόγω της πολυπλοκότητας της εκάστοτε κοινωνικής περίπτωσης.

 

Ανησυχητικές διαστάσεις το φαινόμενο της βίας των ανηλίκων

Παρατηρούμε πλέον νεαρές έφηβες να εμπλέκονται σε συμμορίες που απειλούν, χτυπούν και βιντεοσκοπούν τα θύματά τους. Γιατί αυξάνονται οι άγριες συμπλοκές μεταξύ των κοριτσιών;

Αρχικά να αναφέρω πως στη παγκόσμια βιβλιογραφία υπήρχαν και υπάρχουν περιστατικά βίας από κορίτσια. Ωστόσο, αυτό είναι μία ορθή επισήμανση διότι παρατηρούμε ως φαινόμενα την αλλαγή των κοινωνικών ρόλων και πολλές φορές η πίεση για κοινωνική αποδοχή είναι βασικοί παράγοντες που εξηγούν την αύξηση των άγριων συμπλοκών μεταξύ κοριτσιών. Πλέον και τα κορίτσια επιθυμούν να αποδείξουν τη δύναμή τους και να επιβεβαιώσουν τη θέση τους μέσα σε κοινωνικές ομάδες και πλέον το παρατηρούμε πιο έντονα στην εποχή μας. Να σημειωθεί πως ενδεχομένως αυτό αποτελεί ένα ακόμα αντίκτυπο στερεοτυπικών αντιλήψεων ή μίας κοινωνικής υποκουλτούρας για το πώς βλέπουμε τη θέση της γυναίκας μέσα στη κοινωνία. Ίσως να είναι και ένας μηχανισμός αντίδρασης για τη διεκδίκηση της θέσης της. Πράγματι, παρατηρείται σε πολλές περιπτώσεις η ανάγκη για επιρροή και η προβολή εικόνας τους μέσω των κοινωνικών δικτύων ενισχύουν την τάση για βίαιες πράξεις όπως για παράδειγμα να βιντεοσκοπούν τη πράξη τους και κατ ‘επέκταση να τη δημοσιεύουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως ένα επίτευγμα.

Έχει αποδειχθεί ότι τα κορίτσια, μέσω αυτών των ενεργειών επιθυμούν να κερδίσουν τη κοινωνική αναγνώριση και την προσοχή των συνομηλίκων τους (Jaffe & Jaffe, 2005; Siegel, 2000).

1

Παιδιά «θύματα» και παιδιά «θύτες»

Υπάρχουν «σημάδια» που μπορεί να μας κινητοποιήσουν τόσο για τον υποψήφιο θύτη όσο και για το θύμα;

Υπάρχουν αρκετά «σημάδια» που μπορεί να βοηθήσουν στην αναγνώριση ενός υποψήφιου θύτη ή θύματος.

Στους θύτες, συχνά παρατηρείται έντονη επιθετικότητα, προβλήματα με την κοινωνική ένταξη σε ομάδες, ενδείξεις απόρριψης ή αδιαφορίας από τους γονείς και την κοινωνία, παιδιά τα οποία επιζητούν την αναγνώριση και την αποδοχή μόνο με επιθετικό και επιβλητικό τόνο.

Στα θύματα, ενδέχεται να παρατηρούνται συμπτώματα κοινωνικής απομόνωσης, κατάθλιψης, απόσυρσης από τις δραστηριοτητές τους. Φυσικά, υπάρχει μία μεγάλη λίστα από τα σημάδια συμπεριφοράς, σωματικά ή άλλες διαταραχές, τόσο του θύτη όσο και του θύματος αν και υπάρχουν πάντα εξαιρέσεις στο κανόνα. Η πρόληψη της βίας απαιτεί έγκαιρη ανίχνευση αυτών των συμπτωμάτων και κατάλληλη παρέμβαση (Farrington, 2003; Vizard & Natarajan, 2010).

Επίσης, ενώ συχνά μιλάμε μόνο για τα παιδιά θύματα και θύτες δε πρέπει να ξεχνάμε και τα παιδιά θεατές όπου αποτελούν σε ένα περιστατικό βίας τη πλειοψηφία. Η συμβολή τους στην αποτροπή βίαιων περιστατικών είναι πολύτιμη και θεωρώ πως έχουν τη δυνατότητα με τη σωστή εκπαίδευση και επικοινωνία να αποτρέπουν τέτοια περιστατικά και όχι απλά να παρατηρούν παθητικά. Δε θέλουμε σε καμία περίπτωση η βία να είναι ανεκτή και να αποτελεί μέρος του «φυσιολογικού».

 Ο πολυσήμαντος ο ρόλος της οικογένειας και του εκπαιδευτικού συστήματος

Πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της οικογένειας; Ποιοι είναι οι παρόντες-απόντες γονείς;

Η οικογένεια έχει παρατηρηθεί ερευνητικά πως παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς των παιδιών. Η έλλειψη γονικής καθοδήγησης, η απουσία του κατάλληλου υποστηρικτικού περιβάλλοντος, η κακοποίηση, η βία στο σπίτι μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των παραβατικών συμπεριφορών και κατ’ επέκταση τα παιδιά να ακολουθήσουν το ίδιο μοτίβο συμπεριφοράς στη ζωή τους, διότι αυτό έχουν μάθει ως μηχανισμό αντίδρασης.

Επιπλέον, γονείς που δεν παρακολουθούν ή δεν εμπλέκονται στη ζωή των παιδιών τους, είτε λόγω εργασίας είτε λόγω προσωπικών προβλημάτων, είναι πιο πιθανό να έχουν παιδιά που αναπτύσσουν παραβατικές τάσεις (Darling, 1999; Patterson, 1982). Ο γονέας λοιπόν οφείλει – όσο και άσχημες να είναι οι συνθήκες και η καθημερινότητά – να δημιουργήσει μία αγεφύρωτη σχέση επικοινωνίας να περνάει ποιοτικό χρόνο με το παιδί του και να εφαρμόζει τη ενεργητική ακρόαση όποτε το παιδί το έχει ανάγκη. Η συναισθηματική σχέση μέσω της επικοινωνίας γονέα – παιδιού έχει φέρει θετικά αποτελέσματα που είναι ικανά να δημιουργηθούν τις βάσεις στη ψυχοκοινωνική του εξέλιξη και ακόμα και αν το παιδί παρεκκλίνει θα είναι εύκολο να επανέλθει.

Πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των κοινωνικών λειτουργών και των ψυχολόγων στα σχολεία; Πόσο θα βοηθούσαν οι κοινωνικές υπηρεσίες τους μαθητές;

Δυστυχώς , πολλές φορές παρατηρούμε πως πρωτίστως υφίστανται ένα ακραίο περιστατικό βίας σε σχολείο και μετά ενεργοποιούνται οι φορείς, οπότε εδώ η λέξη πρόληψη αποτελεί το κλειδί και ένα σημαντικό βήμα για την αποτροπή τέτοιων περιστατικών.

Ο ρόλος των κοινωνικών λειτουργών και ψυχολόγων στα σχολεία είναι κρίσιμος στην πρόληψη και τη διαχείριση της βίας. Η ενίσχυση των υπηρεσιών αυτών στα σχολεία μπορεί να βοηθήσει στην έγκαιρη αναγνώριση των μαθητών που αντιμετωπίζουν ψυχολογικά ή κοινωνικά προβλήματα και στην παροχή της απαραίτητης στήριξης.

Οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί μπορούν να αναπτύξουν προγράμματα πρόληψης και να παρέχουν συμβουλευτική σε μαθητές και γονείς (Cummings & Davies, 2002; Sanders, 1999). Είναι σίγουρα βοηθητικά όλα αυτά αλλά κατ ‘εμέ όμως θα πρέπει να λειτουργούν συμπληρωτικά και όχι μεμονωμένα. Για την πρόληψη και εξάλειψη της βίας απαραίτητο είναι ολιστικά προγράμματα διάδρασης για όλα τα παιδιά, τα οποία θα ενισχύουν το έργο τους συμπληρωματικά οι σχολικοί Ψυχολόγοι και οι φορείς μέσα από εντατική και καθημερινή δουλειά.

Το «φλεξάρισμα» ως είδος εντυπωσιασμού

Δεκαπεντάχρονα «φλεξάρουν» ότι έχουν μαχαίρι τρομοκρατώντας τους συνομήλικους τους ως μαγκιά ή για να το ανεβάσουν στο TikTok. Γιατί οι ανήλικοι βιντεοσκοπούν τις βίαιες πράξεις τους; Πόσο τα Μ.Κ.Δ. επηρεάζουν τον ψυχισμό των παιδιών;

Έχει αποδεχθεί ερευνητικά πως οι νέοι, και ιδιαίτερα οι έφηβοι, είναι πιο επιρρεπείς στην ανάγκη για αναγνώριση και κοινωνική αποδοχή. Η βιντεοσκόπηση βίαιων πράξεων, όπως η επίδειξη μαχαιριού, γίνεται συχνά για να «εντυπωσιάσουν» τους συνομηλίκους τους ή για να κερδίσουν δημοτικότητα στα κοινωνικά δίκτυα όπως το TikTok. Τα Μ.Κ.Δ. (Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης) τα οποία έχουν μεγάλη επίδραση στην ψυχολογία των νέων, καθώς ενισχύουν την ανάγκη για συνεχή προβολή και αναγνώριση.

Η ανάγκη για "likes" και "shares" μπορεί να τους ωθήσει να αναλάβουν επικίνδυνες και βίαιες συμπεριφορές για να προκαλέσουν εντύπωση και να κερδίσουν κοινωνική αποδοχή (Mason, 2008; Kowalski et al., 2014). Σημαντικό είναι πως οι άνθρωποι είμαστε μιμητικά όντα όπως επισήμανε και ο Αριστοτέλης οπότε οι κοινωνικές επιρροές και πρότυπα, παίζουν καταλυτικό ρόλο, πόσο μάλλον για τους νέους όπου πλάθονται και διαμορφώνουν καθημερινά τη προσωπικότητα τους.

Από την άλλη η θεωρία της κοινωνικής μάθησης επιβεβαιώνει πως η εγκληματική συμπεριφορά αντιγράφεται από τους ανθρώπους μέσα στη κοινωνία. Πολύτιμη είναι η συμβολή της οικογένειας, αλλά και του σχολείου που αποτελούν υποδειγματικές φιγούρες για τα παιδιά και έχουν τη δυνατότητα μέσω της εκμάθησης, και εκπαίδευσης στα παιδιά να θέσουν όρια και κανόνες αλλά και να ενημερώσουν για όλους τους ψηφιακούς κινδύνους που ελλοχεύουν.

1

Τα μέτρα καταστολής είναι λύση;

«Δεν μπορούμε να υποκαταστήσουμε την οικογένεια, τον βασικό πυρήνα ανατροφής των παιδιών, έχουμε όμως τη δυνατότητα να αυστηροποιήσουμε τις ποινές», δήλωσε ο πρωθυπουργός στο Υπουργικό Συμβούλιο στις 30 Σεπτεμβρίου, αναφερόμενος στις νέες ρυθμίσεις της κυβέρνησης για τη βία των ανηλίκων. Πιστεύετε ότι τα μέτρα καταστολής θα φέρουν λύση στο ζήτημα;

Τα μέτρα καταστολής, όπως η αυστηροποίηση των ποινών για ανήλικους δράστες, μπορεί να έχουν έναν προσωρινό αποτρεπτικό χαρακτήρα, αλλά προσωρινό. Ωστόσο, η ουσιαστική λύση στο ζήτημα της βίας μεταξύ των ανηλίκων δεν βρίσκεται μόνο στην αυστηροποίηση των ποινών. Πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην πρόληψη, την εκπαίδευση και την υποστήριξη των νέων μέσω του σχολείου, των κοινωνικών υπηρεσιών και της οικογένειας και φυσικά του ελέγχου συνθηκών τόσο στην οικογένεια όσο και στο σχολείο. Η αυστηροποίηση των ποινών χωρίς την υποστήριξη ενός ολοκληρωμένου κοινωνικού συστήματος υποστήριξης κινδυνεύει να οδηγήσει σε αύξηση των παραβατικών συμπεριφορών, καθώς οι ανήλικοι ενδέχεται να μην κατανοούν πλήρως τις συνέπειες των πράξεών τους (Junger-Tas et al., 2013; Sherman et al., 2015). Θεωρώ πως πρέπει να υφίσταται συνεργασία με όλους τους φορείς, γονείς, εκπαιδευτικούς σε τέτοιες περιπτώσεις κάτι που δυστυχώς δε βλέπουμε αλλά πάντα θα ελπίζουμε για ένα καλύτερο μέλλον.

Τελικά, υπάρχει λύση αν όχι για την εξάλειψη του φαινομένου για την μείωση των περιστατικών;

Η λύση για τη μείωση της βίας μεταξύ ανηλίκων είναι πολυδιάστατη και απαιτεί συντονισμένη δράση από τις οικογένειες, τα σχολεία, τους κοινωνικούς λειτουργούς και την κοινωνία γενικότερα. Η πρόληψη είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Αυτό περιλαμβάνει την ψυχολογική υποστήριξη των νέων, την ενίσχυση των κοινωνικών δεξιοτήτων και τη διαχείριση των συγκρούσεων.

Επίσης, η ενσωμάτωση προγραμμάτων εκπαίδευσης για την πρόληψη της βίας, τόσο στο σχολικό όσο και στο κοινωνικό περιβάλλον, μπορεί να συμβάλλει στη μείωση των περιστατικών. Η οικογένεια πρέπει να παραμείνει ο θεμελιώδης πυρήνας για την ανατροφή των παιδιών, αλλά οι κοινωνικές δομές πρέπει να συμπληρώνουν το έργο της, προσφέροντας τα κατάλληλα εργαλεία για την πρόληψη και την υποστήριξη των νέων (Farrington, 2003; Tolan et al., 2003).

Συμπερασματικά , όταν υφίσταται ένα άσχημο περιστατικό βίας όλοι έχουμε ευθύνη, γι’ αυτό και απαιτείται συνεργασία με όλους τους φορείς, την εκπαίδευση και την οικογένεια για την αποφυγή πανομοιότυπων περιστατικών.

Παραπομπές:

· Hawkins, J. D. (1992). "The social development model: An integrated approach to delinquency prevention." Journal of Primary Prevention, 13(2), 123-144.

· Greenberg, M. T., Domitrovich, C. E., & Bumbarger, B. K. (2003). "The prevention of mental disorders in school-aged children: Current state of the field." Prevention & Treatment, 6(1), 1-56.

· Mason, M. (2008). "Social media and the spiral of silence." Journal of Social Media Studies, 2(1), 22-35.

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis