Η Πολύβια Γεράκη, [M.Sc. Ψυχολόγος, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ Γνωσιακή Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεύτρια], η οποία ανήκει εδώ και έναν χρόνο στην οικογένεια της ΕΛ.ΑΣ. και εργάζεται ως ψυχολόγος έχει τοποθετηθεί κατά καιρούς σε διάφορα ζητήματα, όπως η ενδοοικογενειακή βία και η παραβατικότητα των ανηλίκων.
Η κα Πολύβια παραχώρησε συνέντευξη στο policenet.gr αναλύοντας τα φαινόμενα της εγκληματικότητας που ταλανίζουν την σημερινή κοινωνία, ενώ στη συνέχεια εστίασε στην αναγκαιότητα της ύπαρξης ενός ψυχολόγου στη ζωή των αστυνομικών, οι οποίοι έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με κινδύνους και περίπλοκες-σκληρές υποθέσεις. Ποιοι είναι οι παράγοντες που αυξάνουν το στρες και πόση αισιοδοξία υπάρχει για το μέλλον;
Διαβάστε επίσης
Συνέντευξη στην Κέλλυ Σαουάχ-Μαραγκουδάκη
Η καθημερινότητα ενός Ψυχολόγου της ΕΛ.ΑΣ. και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει
Η καταρτισμένη ψυχολόγος της Ελληνικής Αστυνομίας χαρακτήρισε ως το δυσκολότερο περιστατικό που έχει κληθεί να αντιμετωπίσει στη μέχρι σήμερα πορεία της στο Σώμα, την συνδρομή της στην τραγωδία των Τεμπών.
«Η διαταγή ήταν δύο συνάδελφοι ψυχολόγοι από τα Ιατρεία της Θεσσαλονίκης και δύο από τα Ιατρεία της Αθήνας να συνδράμουν τις δύο συναδέλφους Ψυχολόγους της ΓΕΠΑΔ Θεσσαλίας.
Συγκεκριμένα, με τη συνάδελφο από τα ΚΙΑ τοποθετηθήκαμε στο Γενικό νοσοκομείο Λάρισας, όπου ενεργούσαν Αστυνομικοί από την Ομάδα Αναγνώρισης Θυμάτων Καταστροφής και είχαν αρμοδιότητα από την συμπλήρωση του εντύπου αγνοουμένων μέχρι την ενημέρωση των συγγενών που ανέμεναν νεότερα για τους ανθρώπους τους. Η δική μας συνδρομή ήταν τόσο υποστηρικτική και καθοδηγητική προς τους αρμόδιους Αστυνομικούς της Ομάδας που είχαν αναλάβει όσο και με τους συγγενείς σε επίπεδο ενημέρωσης, υποστήριξης, καθοδήγησης.
Το χαρακτηρίζω δύσκολο γιατί εκτός από την τραγωδία που βίωναν οι άνθρωποι για τους δικούς τους που χάθηκαν τόσο άδικα και ξαφνικά και η ανθρώπινη στήριξη που ήταν το λιγότερο που μπορούσαμε να προσφέρουμε, τα έντονα συναισθήματα που εναλλάσσονταν μεταξύ οργής, θυμού, θλίψης και οδύνης, οι εικόνες, η στήριξη των συναδέλφων, η διαχείριση των εργαζόμενων του νοσοκομείου, όλων των δομών και εθελοντών συνέθεταν ένα κλίμα από τη μία αλληλεγγύης και από την άλλη χάους ταυτόχρονα που έπρεπε να εξισορροπηθεί», εξήγησε.
Ο πολυσύνθετος ρόλος του ψυχολόγου στην ζωή του αστυνομικού
Ο ρόλος ενός ψυχολόγου της Αστυνομίας είναι πολυσύνθετος, σύμφωνα με την κα Γεράκη που το τελευταίο διάστημα υπηρετεί στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, μια υπηρεσία κεντρική του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
«Οι ψυχολόγοι στελεχώνουν κατά βάση τις κεντρικές διευθύνσεις, τα Ιατρεία και τις Σχολές της Ελληνικής Αστυνομίας.
Μέσα στις αρμοδιότητες μας δεν είναι μόνο η συγκρότηση προσωπικού, η αξιολόγηση νέων υποψηφίων για τις σχολές της αστυνομίας μέσω των ψυχομετρικών εξετάσεων και επιτροπών, αλλά και η ψυχολογική υποστήριξη αυτών και των μελών της οικογένειάς τους. Παράλληλα καθημερινά είμαστε σε ετοιμότητα αν οτιδήποτε συμβεί και χρειαστεί η παρουσία και εμπλοκή Ψυχολόγου της ΕΛ.ΑΣ.
Η συνδρομή ενός ψυχολόγου ειδικά τα τελευταία χρόνια είναι ιδιαίτερα σημαντική και βοηθητική ως προς τον Έλληνα αστυνομικό, όπως εξάλλου παρατηρούμε και ευρέως κοινωνικά, λόγω των πλέον αρκετά ψυχοφθόρων κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών αλλαγών και πιέσεων που έχουν επιφέρει επιπτώσεις γενικότερα στην ποιότητα της ζωής και της υγείας μας συμπεριλαμβανομένης και της ψυχικής. Οι προκλήσεις είναι ποικίλες.
Η Ελληνική Αστυνομία είναι ένας ζωντανός οργανισμός που μαθαίνει μέσα από τις αλλαγές στις κοινωνικές συνθήκες και ανάγκες. Τα τελευταία χρόνια και με τις τελευταίες προκηρύξεις για την πρόσληψη τόσο εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού όσο και ειδικών ψυχιάτρων και ψυχολόγων έχουν κάνει ιδιαίτερα αισθητή διαφορά στην υποστήριξη τόσο της σωματικής όσο και ψυχολογικής υγείας του Έλληνα αστυνομικού.
«Εάν κάτι προσωπικά πιστεύω θα βοηθούσε θα ήταν η τακτική και ίσως υποχρεωτική τακτική παρακολούθηση όλων των βαθμίδων της Ιεραρχίας Αστυνομικών από συναδέλφους ψυχολόγους. Όσο πιο ανώτερα στην Ιεραρχία οι απατήσεις και οι πιέσεις αυξάνονται αφού ένας ανώτερος Αστυνομικός πρέπει να λαμβάνει υπόψην την εξισορρόπηση τόσο των ακόμα ανώτερων απαιτήσεων και διαταγών όσο και των αναγκών και την ισορροπία των σχέσεων μεταξύ των υπολοίπων συναδέλφων».
Οι παράγοντες που αυξάνουν το άγχος του έμψυχου δυναμικού
Η κα Γεράκη αναλύει στο policenet.gr τους ποικίλους παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στον ψυχικό κόσμο των αστυνομικών.
«Η αλήθεια είναι πως η Αστυνομία υποβάλλεται σε καθημερινούς κινδύνους και μεγάλη ψυχολογική πίεση (σε περιπτώσεις απειλής όπλου, περίπλοκες υποθέσεις, δολοφονίες & αυτοκτονίες, ενημέρωση συγγενών, συλλήψεις, αυτοκινητιστικά δυστυχήματα). Παράλληλα με τις απαιτήσεις του επαγγέλματος, η υποστελέχωση πολλών υπηρεσιών, τα πιεστικά και συνεχόμενα ωράρια, οι οικονομικές απολαβές που δε συμβαδίζουν, προσθέτουν επιβαρυντικά στην ψυχολογική κατάσταση ενός αστυνομικού, επηρεάζοντας την προσωπική, οικογενειακή αλλά και επαγγελματική του ζωή και απόδοση. Σε αυτές τις περιπτώσεις ακριβώς κρίνεται αναγκαία και η συνδρομή των Ψυχολόγων».
Η συνεργασία αστυνομικού – ψυχολόγου είναι εύκολη υπόθεση;
Αναρωτηθήκαμε εάν στις ημέρες μας η συνεργασία των δυο επαγγελματιών είναι εύκολη υπόθεση και εάν το ένστολο προσωπικό «χτυπά» την πόρτα του ψυχολόγου προκειμένου να αναζητήσει βοήθεια.
Η κα Γεράκη εξήγησε ότι με την πάροδο του χρόνου η επίσκεψη σε έναν ειδικό παύει να θεωρείται ταμπού.
«Παρά τις όσες απόψεις υπάρχουν, οι αστυνομικοί πλέον θα προσεγγίσουν πολύ πιο εύκολα έναν ειδικό σε σύγκριση με προηγούμενα χρόνια που λόγω της φύσης επαγγέλματος μπορεί να θεωρούνταν στίγμα και ήταν αρκετά πιο επιφυλακτικοί. Σίγουρα, σημαντική προϋπόθεση είναι η διασφάλιση και ενδελεχής εξήγηση του απορρήτου αναφορικά με τις συνεδρίες και τα λεγόμενα κατά τη διάρκεια αυτών, κάτι που αποτελεί τη μεγαλύτερη ανησυχία ενός αστυνομικού. Πολλές φορές θα απευθυνθούν και στον καταλληλότερο για αυτούς ψυχολόγο αναφορικά με την εκπαίδευση και εξειδίκευση ανάλογα με τα ζητήματα τα οποία επιθυμούν να λάβουν καθοδήγηση».
Μελλοντικές επιλογές-διαδικασίες που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν μια καλύτερη ψυχολογική υποστήριξη στους αστυνομικούς
«Πολλές έρευνες αναφέρουν ότι ένα στα τρία άτομα αντιμετωπίζουν θέματα άγχους που σχετίζονται με την εργασία του», ενημέρωσε η ειδικός.
«Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, οι οικογενειακές συνθήκες και οι οικονομικές δυσκολίες επιβαρύνουν την ψυχολογία του ατόμου, δημιουργώντας σε αυτό υψηλά επίπεδα στρες. Από τους σημαντικότερους στρεσογόνους παράγοντες είναι το εργασιακό περιβάλλον. Το εργασιακό στρες και η επαγγελματική εξουθένωση που αυτό επιφέρει, αποτελεί φαινόμενο της σύγχρονης εποχής και ταυτόχρονα ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα υγείας τόσο της σωματικής όσο και της ψυχικής.
Το στρες στο οποίο υφίσταται ένας αστυνομικός μπορεί να ταξινομηθεί σε δύο κατηγορίες, ανάλογα με την πηγή προέλευσης του. Αφενός, είναι οι παράγοντες που σχετίζονται με την οργανωτική δομή του αστυνομικού σώματος (π.χ. ιεραρχική δομή, σχέσεις με ανώτερους και συναδέλφους, ελλείψεις εξοπλισμού, έλλειψη εκπαιδεύσεων, δυνατότητες εξέλιξης) και αφετέρου με τη φύση του επαγγέλματος και τις καθημερινές επιταγές και προκλήσεις (π.χ. κίνδυνος, τραυματισμός συναδέλφου, συνεχόμενο ωράριο, κριτική και στοχοποίηση από το κοινωνικό σύνολο, έκθεση σε αποτρόπαιες εικόνες και στον ανθρώπινο πόνο).
Έρευνες καταδεικνύουν πως η ιεραρχική φύση και οργανωτική δομή της Αστυνομίας, επηρεάζει πιο έντονα τους Αστυνομικούς απ’ ότι η επικίνδυνη φύση του επαγγέλματος τους».
Ενδοοικογενειακή βία και ανήλικη παραβατικότητα – Υπάρχει σύνδεση; Υπάρχει τρόπος αποκλιμάκωσης;
Τριψήφιοι είναι οι αριθμοί των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας και νεανικής παραβατικότητας που κατέγραψε και έδωσε στο φως της δημοσιότητας η Ελληνική Αστυνομία. Ενδοοικογενειακή βία και ανήλικη παραβατικότητα είναι τα δυο μέτωπα που έχει να αντιμετωπίσει η ΕΛ.ΑΣ, καθώς οι καταγγελίες επί καθημερινής βάσεως πέφτουν βροχή.
Η κα Γεράκη εξήγησε πως τα δυο φαινόμενα που εδραιώνονται ολοένα και περισσότερο στην ελληνική κοινωνία συνδέονται, ενώ παράλληλα προτείνει τρόπους αποκλιμάκωσής τους.
«Τα παιδιά και οι έφηβοι μπορεί να εκφραστούν βίαια στο φυσικό ή ψηφιακό κόσμο και η συγκεκριμένη τάση στη χώρα μας καταγράφει ανοδική πορεία. Οι αιτίες γι’ αυτό μπορούν να αναζητηθούν στις διαδοχικές κοινωνικές και οικονομικές κρίσεις των τελευταίων ετών αλλά και στην περίοδο της πανδημίας, που είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην οικογενειακή λειτουργικότητα και κατά περιπτώσεις οδήγησαν στην υπερεκθεση των νεαρών ηλικιών σε ρητορική μίσους μέσω του διαδικτύου που σπάνε οποίοι δεν α ερεθίσματα ακραίας βίας σε συνδυασμό με την κατάχρηση των social media, video games και πρότυπα που κανονικοποιουν τη βία και τη λύση των προβλημάτων μέσω της σύγκρουσης. Οι έφηβοι είναι αποδέκτες και παθητικοί δέκτες τεράστιας ποσότητας βίας μέσα από βιώματα, μικρές και μεγάλες οθόνες», εξηγεί και συμπληρώνει: «Πριν μιλήσουμε για βία ανηλίκων οφείλουμε να εστιάσουμε στη βία των ενηλίκων. Οι ενήλικες δυστυχώς αποτελούμε κατά κόρον ένα αρκετά θυμωμένο πρότυπο για τα παιδιά. Είμαστε συχνά θυμωμένοι, απογοητευμένοι, βυθισμένοι στα δικά μας προβλήματα και αυτό είναι κάτι που τα παιδιά το βλέπουν συνεχώς.
Έτσι οι οικογένειες είναι δυσκολεμένες πριν φτάσουμε σαφώς στην ενδοοικογενειακή βία οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψιν ότι αυτό είναι ένα φαινόμενο όχι μόνο εξόφθαλμο (σωματική ή σεξουαλικη κακοποίηση, τεταμένες γονεϊκές σχέσεις και συγκρούσεις, γονείς με ψυχικές διαταραχές, με ιστορικό παραβατικότητας) αλλά και άλλες συμπεριφορές περισσότερο κρυφές, όπως η απουσία, η αμέλεια, τα μυστικά, τα ψέματα. Όλα τα παραπάνω αποτελούν τους κυριότερους παράγοντες συμβολής στην αύξηση της βίας και παραβατικότητας των ανηλίκων».
Είστε αισιόδοξη για το μέλλον;
«Συνειδητά επέλεξα την επιστήμη και το επάγγελμα το οποίο ασκώ ακριβώς γιατί είμαι αισιόδοξη και πιστεύω ακόμα στον Άνθρωπο και στις αρετές που μας διακρίνουν. Αυτές και πρέπει να θυμηθούμε ατομικά και προσωπικά. Τις αξίες και τις αρετές μας, την ανθρωπιά, τη συμπόνια, την αλληλεγγύη και την κατανόηση. Ευτυχία δεν είναι να μην έχουμε κανένα πρόβλημα αλλά να βρίσκουμε πιθανές λειτουργικές λύσεις για κάθε πρόβλημα», κατέληξε.