[b]Έλεγχος Υπόπτου ατόμου από πεζό αστυνομικό (αγνώστου κινδύνου)[/b]
Ορισμοί-επεξηγήσεις
Πριν προχωρήσουμε στους κανόνες που διέπουν ένα ασφαλή για τον Αστυνομικό ελέγχου ενός υπόπτου ατόμου θα πρέπει να καθορίσουμε ποιος μπορεί να χαρακτηριστεί ως «Ύποπτο Άτομο» και γιατί.
«[u]Ύποπτο Άτομο[/u]» δύναται να χαρακτηριστεί κάθε άτομο που δημιουργεί στον ελέγχοντα αστυνομικό βάσιμες υπόνοιες, προετοιμασίας ή συμμετοχής ή διάπραξής του σε εγκληματική δραστηριότητα.
Υπόνοιες είναι ύποπτα σημάδια στη συμπεριφορά ενός ατόμου που προκαλούν το αστυνομικό ενδιαφέρον για έλεγχο, όπως έντονη εφίδρωση, εκνευρισμός, προσπάθεια ταχείας απομάκρυνσης κ.λ.π.
Ύποπτο σημάδι θεωρείται κάθε στοιχείο της συμπεριφοράς ενός ατόμου ή η κατοχή κάποιου αντικειμένου ή κάθε σημάδι του περιβάλλοντα χώρου που σχετίζεται με αυτό και προμηνύει διάπραξη ή προετοιμασία διάπραξης ή συμμετοχή ή απόκρυψη μιας παράνομης πράξης ή δραστηριότητας.
Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι ένα ύποπτο άτομο δεν πρέπει να θεωρείται εκ των προτέρων ως παράνομος που πρέπει να συλληφθεί, αλλά ως άτομο που πρέπει να ελεγχθεί η συμμετοχή του ή μη, σε κάποια παράνομη δραστηριότητα, η οποία μπορεί να αποδειχθεί μόνο μέσω του αστυνομικού ελέγχου, γιαυτό ο αστυνομικός οφείλει να προσαρμόζει τη συμπεριφορά του στις εκάστοτε συνθήκες ελέγχου αφού δεν μπορεί εκ των προτέρων να προεξοφλούνται οι αντιδράσεις των υπόπτων και ο πιθανολογούμενος κίνδυνος από αυτούς.
[b]Βασικοί κανόνες Εντοπισμού υπόπτου αγνώστου Κινδύνου.[/b]
Κατά τον εντοπισμό του υπόπτου ατόμου αγνώστου κινδύνου ο αστυνομικός ενημερώνει την υπηρεσία του για τον επικείμενο έλεγχο και αν κρίνει αναγκαίο ζητάει τη συνδρομή και άλλων αστυνομικών.
Πριν προσεγγίσει για έλεγχο τον ύποπτο οφείλει να παρατηρήσει:
Τη γενική συμπεριφορά του υπόπτου και κυρίως την προετοιμασία του για πιθανή επίθεση.
Και την περιοχή που βρίσκεται ο ύποπτος.
Η περιοχή πρέπει να παρατηρηθεί αφού ενδέχεται να προκύψει κίνδυνος στο χώρο ελέγχου. Πρέπει να μοιραστεί η οπτική κάλυψη των περιοχών κινδύνου με συνάδελφό του, για οπτική παρατήρηση της ευρύτερης περιοχής ελέγχου. Να εντοπιστεί πιθανή ύπαρξη συνεργών του ελεγχόμενου που δεν είναι εξ΄ αρχής ορατοί προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν αιφνιδιασμός. Να επιλέξει κατάλληλα σημεία για χρήση κάλυψης από ενδεχόμενη επίθεση. Να επιλέξει ο αστυνομικός το σημείο ελέγχου που θα χρησιμοποιήσει ο αστυνομικός στη διαδικασία. Να επιλέξει τη πιο ασφαλή διαδρομή προσέγγισης που θα ακολουθήσει για την πρόσβασή του στο σημείο ελέγχου.
[b]Οι αρχές που διέπουν την αστυνομική τακτική ελέγχου υπόπτου αγνώστου κινδύνου.[/b]
Οι αρχές που διέπουν την αστυνομική τακτική στη διαδικασία ελέγχου είναι:
• Η αθέατη ανάπτυξη
• Ο αιφνιδιασμός
• Η απόσταση
• Η αυτοσυγκράτηση
• Η κάλυψη
• Η αναζήτηση συνεργών.
Αν ο αστυνομικός έλεγχος αγνώστου κινδύνου απαιτεί υποχρεωτική έρευνα του υπόπτου, τότε για λόγους ασφαλείας όλων των εμπλεκομένων, η κατά σειρά προτεραιότητας αστυνομικές ενέργειες είναι:
• Ενημέρωση του υπόπτου για τη διαδικασία ελέγχου.
• Εντολές προς τον ύποπτο τόσο για τον έλεγχο της συμπεριφοράς του όσο και για την κατάλληλη θέση για έρευνα του ελεγχόμενου.
• Σωματική έρευνα του υπόπτου.
• Επιτήρηση του ερευνηθέντος υπόπτου και έρευνα του ευρύτερου χώρου.
• Έλεγχος των στοιχείων ταυτότητας του υπόπτου.
[b]Προσαγωγή υπόπτου ατόμου[/b]
Ειδικά για τις νομικές διατάξεις που προβλέπουν την προσαγωγή και την δέσμευση του προσαγόμενου έχουν αναρτηθεί σε άλλο άρθρο αναλυτικά.
Στο παρών θα σταθούμε που αφορούν την προσαγωγή του υπόπτου.
Κατά την δέσμευση του προσαγόμενου ο αστυνομικός έρχεται σε πολύ κοντινή απόσταση με τον ελεγχόμενο, η απόσταση ασφαλείας μηδενίζεται και γι΄ αυτό κρίνεται απαραίτητο να προστατεύσει τον οπλισμό του.
Για λόγους ασφαλείας και σεβασμού της προσωπικότητας του προσαγόμενου θα πρέπει να αποφεύγεται η πεζή μετακίνησή του , χωρίς αυτό να είναι δεσμευτικό, και να ζητάει πάντα τη συνδρομή μηχανοκίνητης μονάδας.
Κατά το χρόνο αναμονής μηχανοκίνητης μονάδας και εφόσον είναι εφικτό ο προσαγόμενος τίθεται υπό επιτήρηση σε κλειστό διαθέσιμο χώρο της περιοχής ελέγχου, ώστε να περιορίζονται οι δυνατότητες διαφυγής του και η έκθεση των εμπλεκόμενων στο ευρύτερο περιβάλλον.
Κατά τη μεταφορά του προσαγόμενου με όχημα από δυο αστυνομικούς (πλήρωμα), αυτός τοποθετείται δεξιά στο πίσω κάθισμα (πίσω από τη θέση του συνοδηγού) φορώντας τη ζώνη ασφαλείας, ενώ ο συνοδηγός αστυνομικός τοποθετείται αριστερά δίπλα του, σε πλάγια θέση με μέτωπο προς τον προσαγόμενο, ώστε να τον επιτηρεί και να προστατεύει συγχρόνως τόσο τον ατομικό του οπλισμό όσο και τον οδηγό του περιπολικού οχήματος.
Σε περίπτωση προσαγωγής δυο ατόμων , με όχημα εφαρμόζεται η τακτική της προηγούμενης παραγράφου, τοποθετώντας και τον δεύτερο προσαγόμενο δίπλα στον πρώτο ή ζητείται συνδρομή και άλλης μηχανοκίνητης μονάδας.
Σε καμία περίπτωση δεν τοποθετούμε τον προσαγόμενο στη θέση του συνοδηγού του περιπολικού μεταφοράς.
Σε περίπτωση συμμετοχής και τρίτου αστυνομικού στο περιπολικό όχημα, ο προσαγόμενος τοποθετείται ανάμεσα σε δύο αστυνομικούς στο μέσο του πίσω καθίσματος , οι οποίοι καλύπτουν τα ασφαλισμένα στη θήκη όπλα τους με το δυνατό τους χέρι.
Αν άλλοι λόγοι επιβάλλουν την πεζή προσαγωγή υπόπτου ατόμου, τότε ο προσαγόμενος συνοδεύεται επιτηρούμενος από έναν αστυνομικό πίσω δεξιά ή αριστερά αυτού αντίθετα από την πλευρά που φέρεται ο οπλισμός του και με έναν αστυνομικό προωθημένο σε σχετικά ασφαλή απόσταση για ανίχνευση του χώρου από πιθανούς κινδύνους και κάλυψη των κύριων οδών πιθανής διαφυγής.
Σε περίπτωση πεζής προσαγωγής δύο ατόμων εφαρμόζεται η τακτική της προηγούμενης παραγράφου, τοποθετώντας τον δεύτερο σε σειρά με τον πρώτο.
Ο σχηματισμός πεζής προσαγωγής δύναται να προσαρμόζεται ανάλογα με τις τρέχουσες απειλές.
Σε κάθε περίπτωση προσαγωγής περισσότερων των δύο ατόμων ενημερώνεται σχετικά η υπηρεσία και ζητείται ανάλογη συνδρομή.
[b]Συλλήψεις ατόμων σε έλεγχο αγνώστου κινδύνου[/b]
Κατά τη διαδικασία ελέγχου υπόπτου αγνώστου κινδύνου, όταν προκύπτουν στοιχεία που το συνδέουν με παράνομη δραστηριότητα, συλλαμβάνεται και στη συνέχεια γίνεται σωματική έρευνα εξασφαλίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία.
Αν για τη σύλληψη ατόμου υπάρχουν λόγοι που δικαιολογούν τη δέσμευσή του (ύποπτος φυγής ή αντιδρά βίαια), τότε αυτός δεσμεύεται με τα χέρια πάντα πίσω από την μέση του και ποτέ μπροστά από αυτή.
Η τακτική δέσμευσης του συλληφθέντα πραγματοποιείται πάντα από έναν αστυνομικό, ενώ ο άλλος καλύπτει τη διαδικασία από ανάλογη απόσταση. Η ίδια τακτική εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις δέσμευσης περισσότερων των δύο αστυνομικών ή στις περιπτώσεις δέσμευσης περισσότερων του ενός συλληφθέντα.
Για λόγους ασφαλείας και σεβασμού της προσωπικότητας του συλληφθέντα πρέπει να αποφεύγεται η πεζή μεταφορά του και να ζητείται πάντα συνδρομή ανάλογης μηχανοκίνητης μονάδας.
Κατά το χρόνο αναμονής της μηχανοκίνητης μονάδας, εφόσον είναι εφικτό ο συλληφθείς τίθεται υπό επιτήρηση σε κλειστό διαθέσιμο χώρο της περιοχής ελέγχου, ώστε να περιορίζονται οι δυνατότητες διαφυγής του και η έκθεση των εμπλεκόμενων σε ευρύτερο περιβάλλον.
Κατά την μεταφορά του συλληφθέντα με περιπολικό εφαρμόζονται οι τακτικές μεταφοράς που αναπτύχθηκαν ως ανωτέρω και αφορούν τις προσαγωγές.
Σε κάθε περίπτωση πριν την αποβίβαση των συλληφθέντων από το όχημα μεταφοράς, πρέπει να γίνεται έλεγχος δέσμευσης αυτών.
[b]Πεζή Καταδίωξη υπόπτου ατόμου αγνώστου κινδύνου[/b]
Βασική αρχή στην καταδίωξη αποτελεί η οπτική επαφή του αστυνομικού με τον καταδιωκόμενο.
Ενημερώνεται η υπηρεσία για την έναρξη καταδίωξης δίνοντας τα χαρακτηριστικά του καταδιωκόμενου , καθώς και την κατεύθυνση διαφυγής του.
Σε περίπτωση που ο αστυνομικός απώλεσε εκ των συνθηκών τον καταδιωκόμενο, διακόπτεται η καταδίωξη και διενεργείται τακτική έρευνα στον εγγύτερο χώρο, ενημερώνοντας συγχρόνως την υπηρεσία για συντονισμένη αναζήτησή του.
Παράγοντες που επηρεάζουν την καταδίωξη:
• Το παρελθόν και η συμπεριφορά του καταδιωκόμενου.
• Οι φυσικές και οι τεχνικές ικανότητες του αστυνομικού και του καταδιωκόμενου.
• Η κάλυψη του αστυνομικού από τον συνεργάτη του.
• Η χρονική στιγμή της καταδίωξης.
• Το περιβάλλον της καταδίωξης.
• Οι συνεργάτες του καταδιωκόμενου.
Στην περίπτωση που ο καταδιωκόμενος οπλοφορεί ή δεν είναι ορατά τα χέρια του στην καταδίωξη, ο αστυνομικός διατηρεί την οπτική επαφή από σταθερή απόσταση ασφαλείας, διαβιβάζοντας ανά τακτά χρονικά διαστήματα τη θέση και την κατεύθυνση του καταδιωκόμενου. Σκοπός στην περίπτωση αυτή είναι να συλληφθεί ο καταδιωκόμενος όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, είτε με την ανάλογη συνδρομή προσερχόμενων άλλων αστυνομικών δυνάμεων είτε εκ των καταστάσεων.
Στην περίπτωση που τα χέρια του καταδιωκόμενου είναι ορατά και άδεια κατά την καταδίωξη, ο αστυνομικός στοχεύει στην κάλυψη της απόστασης για τη σύλληψή του.
Σε κάθε περίπτωση στην καταδίωξη ο αστυνομικός για λόγους ασφαλείας και αποτελεσματικότητας πρέπει να τηρεί τα παρακάτω:
• Να τρέχει χαλαρά , με ρυθμό και χωρίς αυξομειώσεις στην ταχύτητα για εξοικονόμηση δυνάμεων και να τρέχει με τα πόδια σχεδόν συρτά για να μειώνει την κατανάλωση ενέργειας.
• Να αναπνέει από το στόμα και να διατηρεί το κεφάλι επάνω από το κέντρο βάρους του σώματος ώστε να εισπνέει περισσότερο οξυγόνο και να διατηρεί καλή ισορροπία.
• Να φορά κατάλληλα υπηρεσιακά παπούτσια που διευκολύνουν την ταχύτητα, την πρόσφυση και την αντοχή.
• Να χρησιμοποιεί τα περιπολικό όχημα όσο μπορεί για να διατηρεί τις δυνάμεις του και μετά να ξεκινά την πεζή καταδίωξη.
• Να κινείται ο αστυνομικός στην αδύνατη πλευρά του καταδιωκόμενου, εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες, γιατί αν αυτός αποφασίσει να επιτεθεί διατηρώντας το τρέξιμο, αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο από τη δυνατή του πλευρά. Η επίθεση από την αδύνατη πλευρά του καταδιωκόμενου μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο σε στάση. Σε περίπτωση που δεν έχει εξακριβωθεί η δυνατή πλευρά του καταδιωκόμενου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο κανόνας ότι η πλειονότητα των ανθρώπων είναι δεξιόχειρες.
• Να αξιοποιεί τις φυσικές καλύψεις κατά τη διάρκεια της καταδίωξης, εφόσον είναι δυνατόν, ώστε να μεσολαβούν μεταξύ του καταδιωκόμενου και του αστυνομικού (π.χ. σταθμευμένα οχήματα, κολώνες, κάδοι μεταλλικοί κ.λ.π.).
• Να ελέγχει πάντα τα χέρια του καταδιωκόμενου, γιατί μπορεί αρχικά να είναι άδεια , αλλά είναι εύκολο κατά την πορεία της καταδίωξης να οπλιστούν με κάποιο αντικείμενο που είτε φέρει κρυφά είτε βρήκε στο χώρο.
• Να μπορεί να επικοινωνεί με το συνεργάτη συνάδελφό του και την υπηρεσία του για συνδρομή βοήθειας.
• Να έχει το όπλο στη θήκη ασφαλισμένο καθώς και τα μέσα ελέγχου προσαρμοσμένα κατάλληλα στη ζώνη εξάρτυσης ώστε να αποφευχθεί μια ακούσια εκπυρσοκρότηση ή αφοπλισμός ή απώλεια κάποιου μέσου κατά την καταδίωξη, εκτός και αν άλλοι λόγοι δεν το επιτρέπουν.
• Να μην επιχειρεί καταδίωξη ατόμου όταν σε έλεγχο περισσότερων υπόπτων από την αστυνομική δύναμη, κάποιοι τράπηκαν σε φυγή και κάποιοι παρέμειναν στο σημείο. Στην περίπτωση αυτή να αρκεστεί στην επιτήρηση αυτών που παρέμειναν στο σημείο και να περιγράψει τους διαφεύγοντες στην υπηρεσία για σχετικές αναζητήσεις.
• Να προσπαθήσει να συλλάβει τον άοπλο διαφεύγοντα με γρήγορο τρέξιμο μέσα στα όρια αντοχής του, ώστε να διατηρεί ικανές σωματικές δυνάμεις για ακινητοποίησή του, ενώ σε αντίθετη περίπτωση ελαττώνει την ταχύτητα τρεξίματος και καταδιώκει με αργό σταθερό ρυθμό διατηρώντας οπτική επαφή και απόσταση για να αποφευχθεί η γρήγορη εξάντληση.
• Να επιλέγει ένα στόχο για καταδίωξη και να μην χωρίζει σε καμία περίπτωση από τον συνεργάτη του ακόμα και αν οι καταδιωκόμενοι είναι περισσότεροι του ενός, διότι η διάσπαση της ομάδας δημιουργεί προβλήματα ασφαλείας και αποτελεσματικότητας.
• Να προσέχει το έδαφος που τρέχει και κυρίως που πατούν τα πόδια του ώστε να αποφύγει πιθανά ατυχήματα και τραυματισμούς.
• Να προσέχει ιδιαίτερα τις γωνίες που στρίβει ο καταδιωκόμενος γιατί κατά το πλείστον αποτελούν σημεία ενέδρας. Ο έλεγχος γωνίας γίνεται είτε με σταδιακή ανίχνευση από απόσταση είτε με αλλαγή επιπέδου και γρήγορο οπτικό έλεγχο είτε με ανάλογη χρήση τεχνικών μέσων αν υφίστανται.
• Να έχει την προσοχή του για αντικείμενα που ενδεχομένως απορρίψει ο καταδιωκόμενος κατά την πορεία του και να μην διακόπτει την προσπάθεια σύλληψής του, αλλά να ενημερώνει τον συνεργάτη του ή την υπηρεσία του, για την ανεύρεση και περισυλλογή τους, επειδή αυτά μπορεί να σχετίζονται με παράνομες δραστηριότητες.
[b]Έλεγχος υπόπτου αγνώστου κινδύνου με αυξημένα μέτρα αυτοπροστασίας.[/b]
Διενεργείται σε ύποπτο άγνωστο άτομο για το οποίο λόγω τόπου χρόνου, συνθηκών, πληροφοριών κ.λ.π. πιθανολογείται κίνδυνος ένοπλης επίθεσης.
Πριν την διαδικασία ελέγχου ενημερώνεται από τους αστυνομικούς η υπηρεσία για τον επικείμενο έλεγχο και αιτείται συνδρομή ενισχύσεων.
Κατά τη διαδικασία ελέγχου χρησιμοποιείται υποχρεωτικά κάλυψη σε ανάλογη απόσταση, διατηρώντας τα όπλα στη θήκη με αυξημένη ετοιμότητα για χρήση τους. Ο ύποπτος δεν προσεγγίζεται αλλά καλείται να προσέλθει στο χώρο κάλυψης, χωρίς να χαθεί η οπτική επαφή με τα χέρια του, για διενέργεια πρώτα σωματικής έρευνας και στη συνέχεια έρευνας χώρου ή οχήματος ή αντικειμένων που σχετίζονται με αυτόν.
Αν προκύψουν λόγοι που δικαιολογούν τη σύλληψη τηρείται η τακτική διαδικασίας σύλληψης.
[b]Πιθανές αντιδράσεις άγνωστου κακοποιού σε ελέγχους αγνώστου κινδύνου[/b].
Ο κίνδυνος για τη σωματική ακεραιότητα των εμπλεκόμενων στη διαδικασία ελέγχου αγνώστου κινδύνου αυξάνεται αν ο ύποπτος είναι άγνωστος κακοποιός.
Πιθανές αντιδράσεις ενός αγνώστου κακοποιού σε έλεγχο αγνώστου κινδύνου είναι:
• Να αποδεχθεί τον έλεγχο
• Να τραπεί σε φυγή
• Να επιτεθεί είτε αμέσως είτε στην πρώτη ευκαιρία που θα του δοθεί κατά τη διαδικασία ελέγχου.
Αν αποδεχθεί τον έλεγχο ο άγνωστος κακοποιός , τηρείται η τακτική διαδικασία ελέγχου αγνώστου κινδύνου και σύλληψης όπως περιγράφηκε ανωτέρω.
Η αποδοχή του ελέγχου από έναν άγνωστο κακοποιό προκύπτει κυρίως είτε για να :
• Παραδοθεί επειδή έχει αιφνιδιαστεί ή είναι δύσκολη ή αδύνατη η διαφυγή του, λόγω αριθμητικής υπεροχής ή πλεονεκτικότερης θέσης των αστυνομικών.
• Συλληφθεί επειδή προτιμά να μην επιδεινώσει τις σε βάρος του επιπτώσεις.
• Αποφεύγει την σύλληψη ελπίζοντας πως από την διαδικασία ελέγχου δεν θα ανακαλυφθεί η παράνομη δραστηριότητά του.
Αν τραπεί σε φυγή ένας άγνωστος κακοποιός κατά τη διαδικασία ελέγχου, σκοπό έχει να αποφύγει τη σύλληψη. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η τακτική πεζής καταδίωξης.
Αν επιτεθεί ένας άγνωστος κακοποιός, σκοπό έχει να αποφύγει τη σύλληψη που μπορεί να προκύψει από τον έλεγχο. Στην περίπτωση αυτή η τακτική άμυνα ενός αστυνομικού επειδή συνδέεται άμεσα με την επίθεση που δέχεται, οφείλει πρώτα να την αποφύγει και κατόπιν να την εξουδετερώσει , τηρώντας την διαδικασία ελέγχου και προσέγγισης ως ανωτέρω.
[b]Αντιμετώπιση επιτιθέμενων κακοποιών σε ελέγχους αγνώστου κινδύνου[/b]
Μια επίθεση για να πραγματοποιηθεί υποχρεωτικά διανύει δυο στάδια:
• Το στάδιο της προετοιμασίας και
• Το στάδιο της εκτέλεσης
Η υλοποίηση των παραπάνω σταδίων από έναν κακοποιό περιλαμβάνει υποχρεωτικές ενέργειες με συγκεκριμένη υποχρεωτική σειρά που καλούνται διανοητικά στάδια κακοποιού:
• Ο εντοπισμός του κακοποιού και η άμεση οπτική επαφή, για να κατευθύνει την ενέργεια εξουδετέρωσης της επίθεσης.
• Η αναγνώριση της επίθεσης, για τη νομιμοποίηση των ενεργειών αμύνης και την επιλογή του μέσου χρήσης.
• Η προετοιμασία για άμυνα συγκεκριμένης επίθεσης και
• Η εξουδετέρωση της επίθεσης.
Η τακτική άμυνα του αστυνομικού στηρίζεται αφενός στον έλεγχο των διανοητικών σταδίων του υπόπτου και αφετέρου στην αποφυγή και εξουδετέρωση της επίθεσης στο στάδιο της εκτέλεσης.
Για την τακτική άμυνα ο αστυνομικός πρακτικά φροντίζει να είναι σε θέση καθ΄όλη τη διάρκεια ελέγχου, να επεμβαίνει με εντολές ή με ενέργειες στη δυσλειτουργία των δυο πρώτων διανοητικών σταδίων του υπόπτου που αφορούν το στάδιο της προετοιμασίας για επίθεση. Αυτό επιτυγχάνεται όταν με εντολές ή με ενέργειες ο αστυνομικός στερεί από τον ελεγχόμενο την δυνατότητα άμεσης οπτικής επαφής ή χρήσης των χεριών του.
Σε κάθε περίπτωση που εκ των συνθηκών δεν μπορεί ο αστυνομικός να ελέγξει την κατάσταση των δύο πρώτων διανοητικών σταδίων του υπόπτου (άμεση οπτική επαφή και χέρια), τότε χρησιμοποιείται υποχρεωτικά κάλυψη.
[b]Σύλληψη ατόμων υψηλού κινδύνου[/b]
Εφαρμόζεται σε άτομο με γνωστή παράνομη δραστηριότητα και για το οποίο απαιτείται σύλληψη και συντρέχει κίνδυνος ένοπλης επίθεσης.
Κατά τη διαδικασία ενημερώνεται από τους αστυνομικούς η Υπηρεσία για την επικείμενη σύλληψη και αν κρίνεται αναγκαίο αιτείται συνδρομή ενισχύσεων.
Χρησιμοποιείται υποχρεωτικά κάλυψη σε ανάλογη απόσταση με πρόταξη των όπλων και δεν προσεγγίζεται ο ύποπτος αλλά καλείται να προσέλθει στο χώρο κάλυψης για δέσμευση ελέγχοντας πάντα την κατάσταση των χεριών του.
Μετά τη δέσμευση διενεργείται κατά σειρά προτεραιότητας σωματική έρευνα του συλληφθέντα, έρευνα του εγγύτερου χώρου, μεταφορικών μέσων και μεταφερόμενων αντικειμένων που σχετίζονται με αυτόν, για τη συλλογή και φύλαξη πιθανών ιχνών και πειστηρίων παράνομης δραστηριότητας.
Για τη μεταφορά του συλληφθέντα τηρείται η τακτική διαδικασία που περιγράφηκε ως άνω , όπως την προσαγωγή.
Σε περίπτωση που ο ένοπλος κακοποιός τραπεί σε φυγή ακολουθούνται οι ανάλογες τακτικές καταδίωξης που αναφέρονται προηγούμενα.
Σε περίπτωση άρνησης του ενόπλου κακοποιού να συμμορφωθεί στην ανωτέρω διαδικασία για σύλληψη, οι αστυνομικοί, διατηρώντας τις καλύψεις, εξασφαλίζουν την παραμονή του δράστη στο συγκεκριμένο χώρο, αποκλείοντας τις οδούς διαφυγής και αφού απομακρύνουν τους παρευρισκόμενους, ενημερώνουν την υπηρεσία για την τακτική αντιμετώπιση του συμβάντος.
[edit time=1327676459]manager[/edit]
Δηλαδή η χειροπέδηση υπόπτου ατόμου σε έλεγχο υψηλού κινδύνου απαγορεύεται!Ή κάνω λάθος;