Φόρουμ
Υπάρχει πρόβλημα αν σε κάποιον που υποβάλει έγκληση του πάρουμε ένορκη μαρτυρική κατάθεση και στο τέλος μας δηλώσει ότι παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων και ζητάει χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που του προκλήθηκε, προσκομίζοντας δε και τα σχετικά παράβολα του Δημοσίου; Υπάρχει λόγος ακυρότητας της εν λόγω έγκλησης λόγω του άρθρου 221 του Κ.Π.Δ. ή όχι; Ευχαριστώ εκ των προτέρων.
Greek
Υποβλήθηκε από SREK. Ημερομηνία: Τετ, 01/22/2014 - 09:02
Μόνιμος σύνδεσμος
Υποβλήθηκε από NickX. Ημερομηνία: Τετ, 01/22/2014 - 16:06
Μόνιμος σύνδεσμος
Υποβλήθηκε από geo600. Ημερομηνία: Κυρ, 12/21/2014 - 12:51
Μόνιμος σύνδεσμος
παράστασή Πολιτικής αγωγής σε συμπληρωματική;
Εάν σε συμπληρωματική κατάθεση όπου καταδεικνύει μάρτυρες κ Στο τέλος δηλώσει πως επιθυμεί χρηματική αποζημίωση(πχ πατέρας ανήλικου για σωμ βλάβες);η συμπληρωματική άρχισε ενορκως κ Στο τέλος τ δήλωσε αυτό (χωρίς ν έχει παράβολο πολ αγωγής), τίθεται θέμα ακυρωτητας ή ευθύνης ανακριτικου υπαλλήλου;
[b]Η πρώτη εξέταση του πολ.εναγ. γινεται ΠΑΝΤΑ ΕΝΟΡΚΟΣ ακόμα και αν μας έχει δηλωσει προφορικα προηγουμένως οτι προτίθεται να παραστει ως πολ.εναγ.
[/b]
Αυτο γιατι δεν μπορεί κάποιος να κατηγορεί κάποιον άλλον και να μην ορκίζεται με αποτέλεσμα να τιμωρείται για ψευδή ανωμοτί και οχι για ψευδορκία.
Το ίδιο συμβαίνει κ με τον κατηγορούμενο. Αν επιθυμεί να υποβάλει μήνυση σε βάρος του παθοντα για ψεύδορκια κ ψευδή κατα μήνυση ή για ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ άλλο αδίκημα είτε αυτεπαγγέλτως διωκόμενο είτε κατ’εγκληση αυτή δεν γίνεται να περιέχεται στην απολογία του -αλλά εξετάζεται ενόρκως- .
Βλέπε 26/1989 ΔΙΑΤ ΕΙΣΠΡ ΧΑΛΚ
Μήνυση ή έγκληση. Τήρηση νομίμων προϋποθέσεων. Η μη τήρηση των διατυπώσεων αυτών για την μήνυση ή έγκληση είναι άνευ σημασίας και αυτές (μήνυση-έγκληση) δεν παύουν να αποτελούν "είδηση" περί τέλεσης αξιόποινης πράξης. Η απολογία του κατηγορουμένου δεν συνιστά μήνυση ή έγκληση ούτε είδηση περί τελέσεως αξιόποινης πράξης για κάθε καταγγελία που μπορεί να προκαλέσει την πειθαρχική ή ποινική δίωξη άλλου προσώπου.
Νόμω αβάσιμη η έγκληση του κατηγορουμένου εναντίον του Αντιεισαγγελέα και ορθά δεν ελήφθη υπ` όψη από τον πταισματοδίκη η καταγγελία του κατηγορουμένου κατά την απολογία του.
[b]Προβλέπεται όμως πουθενα τα παραπάνω ΡΗΤΑ από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας;
[/b]
[b]Αλλο ένα δικονομικό θέμα στο οποίο οι απόψεις διιστανται και για το οποίο έχουν εκδοθεί αντίθετες απόφάσεις είναι κατά πόσο ο ψευδομηνυτής, δηλαδή αυτός που καταθέτει μήνυση με ψευδές περιεχόμενο, διαπράττει και ψευδορκία, εφόσον βεβαιώνει το περιεχόμενό της (την αλήθεια δηλαδή του περιεχομένου της) με όρκο.
[/b]
Ουσιαστικά, δεν τίθεται ζήτημα, γιατί ο ΚΠΔ δεν προβλέπει υποχρέωση όρκισης κατά την κατάθεση της μήνυσης, επιπλέον δε, όταν στην έγκλήση/μήνυση δηλώνεται και παράσταση πολιτικής αγωγής η όρκιση αντιβαίνει στο άρθρο 221 ΚΠΔ, καθώς ο πολιτικώς ενάγων εξετάζεται πάντοτε χωρίς όρκο.
Παρόλα αυτά, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα γεγονός αποτελούσε η αντίθετη, παγιωμένη στην πράξη, τακτική, όπου ο καταθέτων την μήνυση ορκιζόταν, πρακτικήόμως αστήρικτη εντελώς στον νόμο.
Αυτή η άποψη (ότι δηλαδή διαπράττεται ψευδορκία) εξακολουθεί να ακολουθείται από τον Άρειο Πάγο , με το σκεπτικό ότι παρόλο που δεν προβλέπεται από τον νόμο κατά την υποβολή της μήνυσης η ένορκη βεβαίωση του μηνυτή σχετικά με το αληθές του περιεχομένου της, πλην όμως, γενομένη αυτή, θεμελιώνει, εφόσον συντρέχουν και τα λοιπά στοιχεία, την αντικειμενική υπόσταση του άρθρου 224, ενόψει και του ότι η κατά το άρθρο 221 εδ. δ’ ΚΠΔ απαγόρευση όρκισης του πολιτικώς ενάγοντος, είτε στην προδικασία είτε στην κύρια διαδικασία, δεν είναι ταγμένη με ποινή ακυρότητας, και λαμβάνεται συνεπώς υπόψη η ένορκη κατάθεσή του για τον σχηματισμό δικανικής πεποίθησης.
[b]Σχετικά με την πρώτη άποψη και δη οτι ο πολ.ενάγ. ΔΕΝ ορκίζεται ουτε κατα την ΑΡΧΙΚΗ υποβολή της έγκλησης έχει εκδοθεί η υπ'αριθμό 1716/2005 Διατ.ΕΦ.ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ
[/b]
''. Στο σημείο αυτό επισημαίνουμε ότι η προσωπική μας θέση, ως προς το αν τελεί ψευδορκία αυτός που βεβαιώνει την αλήθεια του περιεχομένου της μηνύσεώς του με όρκο, κατά την υποβολή της ενώπιον του Εισαγγελέα, και όταν αυτό είναι ψευδές, είναι ότι δεν διαπράττει το ανωτέρω έγκλημα της ψευδορκίας. Και τούτο διότι ο κώδικας ποινικής δικονομίας δεν προβλέπει υποχρέωση όρκισης κατά την κατάθεση της μήνυσης. Τα όσα αντίθετα συμβαίνουν καθημερινά είναι αποτέλεσμα μιας παγιωμένης μεν, μη στηριζόμενης όμως στο νόμο εισαγγελικής και αστυνομικής πρακτικής. Και επιπλέον όταν στην έγκληση ή μήνυση δηλώνεται και παράσταση πολιτικής αγωγής, η όρκιση αυτών αντιβαίνει στη διάταξη του άρθρου 221 ΚΠΔ, κατά την οποία ο πολιτικώς ενάγων εξετάζεται πάντοτε χωρίς όρκο (Ανδρουλάκης, Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, σ. 194, 217, υποσημ. 4, Μαργαρίτη, Εγκλήματα περί την απονομή της δικαιοσύνης, σ. 183 επ., ΣυμβΠλημΘεσ 725/1990 Υπερ. 1991. 237, Διάταξη ΕισαγγΕφΙωαν 11/202, αδημοσίευτη) ''
[b]Όλως αντίθετη άποψη εκφράζεται στην υπ'αριθμο 757/1999 ΑΠ σύμφωνα με την οποία :
[/b]
'' Ψευδορκία τελεί και ο ψευδομηνυτής, έστω και αν δηλώνει παράσταση πολιτικής αγωγής, όταν βεβαιώνει ενόρκως το ψευδές περιεχόμενο της έγκλησής του ενώπιον του αρμοδίου οργάνου, στο οποίο την υποβάλλει, ως αληθινό, παρότι γνωρίζει, ότι είναι ψευδές. Και ναι μεν δεν προβλέπεται από το νόμο η κατά την υποβολή της μήνυσης ή της έγκλησης ένορκη βεβαίωση του μηνυτή για το αληθές του περιεχομένου της έγκλησής του, πλην, όμως, γενομένη, θεμελιώνει, συντρεχόντων και των λοιπών παραπάνω στοιχείων, το αδίκημα της ψευδορκίας μάρτυρα, αφού τούτο καθόλου δεν διαφέρει από την περίπτωση της ψευδούς ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα, ο οποίος, κατά το άρθρο 218 § 1 ΚΠΔ, βεβαιώνει, ότι θα πει όλη την αλήθεια, ενόψει και του ότι η κατ' άρθρο 221 δ' ΚΠΔ απαγόρευση της όρκισης, είτε στην προδικασία, είτε και στην κύρια διαδικασία, του πολιτικώς ενάγοντος, δεν είναι ταγμένη με ποινή ακυρότητας και λαμβάνεται υπόψη προς σχηματισμό δικανικής πεποίθησης η ένορκη κατάθεσή του, οπότε, με τον τρόπο αυτό, δυσχεραίνεται ή εμποδίζεται η ορθή απονομή της δικαιοσύνης ''
[b]Την αυτή άποψη ακολουθεί και η υπ'αριθμό 1089/2007 ΑΠ σύμφωνα με την οποία :
[/b]
''Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ψευδορκίας απαιτείται, α) ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ενώπιον αρμόδιας γιαυτή αρχής, β) περιεχόμενο της κατάθεσης με ψευδή πραγματικά γεγονότα και γ) άμεσος δόλος του δράστη (μάρτυρα), ο οποίος συνίσταται στη γνώση του ότι αυτά που κατέθεσε είναι ψευδή ή ότι έχει γνώση των αληθών, αλλά σκόπιμα τα αποκρύπτει ή αρνείται να τα καταθέσει. Αρχή αρμόδια για ένορκη εξέταση είναι, κατά τα άρθρα 31 παρ.1, 33, 42 παρ.1 και 2 και 46 του Κ.Π.Δ., και ο Εισαγγελέας πλημμελειοδικών, ο οποίος, μετά την εγχείριση σ' αυτόν της μήνυσης ή της έγκλησης, ενεργεί ως πρώτη προανακριτική πράξη, για τη βεβαίωση της αξιόποινης πράξης, την ένορκη εξέταση του μηνυτή ή του εγκαλούντα, για την αλήθεια των αναφερόμενων στη μήνυση ή την έγκληση περιστατικών. Ετσι και ο ψευδομηνυτής διαπράττει ψευδορκία, όταν βεβαιώνει ενόρκως ενώπιον του εισαγγελέα, κατά την εγχείριση σ' αυτόν της μήνυσης ή της έγκλησης , το ψευδές περιεχόμενό της, ως αληθινό, παρότι γνωρίζει ότι είναι ψευδές.''
Την επικρατούσα άποψη, δηλαδή οτι ο πολ.ενάγ. αλλά κ ο εγκαλών ορκίζεται ή βεβαιώνει το περιεχόμενο της υποβληθείσας έγκλησης, συμμερίζονται και οι υπ'άριθμ. 19/2010 ΑΠ , 1716/2005 ΑΠ σύμφωνα με τις οποίες ο ψευδομάρτυρας καταδικάζεται για Ψευδορκία μάρτυρα και Ψευδής καταμήνυση.
Εφόσον λοιπόν η νομολογία αποδέχεται την δεύτερη άποψη, εστω και αν υπάρχουν αμφιβολίες για το ορθό της κρίσης , και εν τέλει καταδικάζει τον ψευδομάρτυρα για Ψευδορκία μάρτυρα και Ψευδής καταμήνυση , εμείς ως προανακριτικοί υπάλληλοι δεν έχουμε πολλά περιθόρια αμφισβήτησης των ανωτέρω αποφάσεων του ανωτάτου ακυρωτικού με αποτέλεσμα να αρκούμαστε να ενεργούμε σύμφωνα με την πάγια τακτική που προβλέπεται βάσει της νομολογίας.
[b]-Οπότε ορκίζουμε τον μηνυτή κατα την ΠΡΩΤΗ εξέταση του ενώπιον μας ακόμα και αν αργότερα δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής
[/b][b]-Οι λοιπες συμπληρωματικες καταθεσεις όμως δινονται ανωμοτι.
[/b]
[/b]