Απ: Ανωνυμία του καταγγέλλοντος
Καλησπέρα,
Τα πράγματα πλέον γύρω από το ζήτημα που θέτεις, έχουνε διευκρινιστεί σημαντικά τον τελευταίο καιρό. Από τις 8.12.2010 η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων έχει εκδώσει την υπ' αριθμ. [url=http://www.dpa.gr/APDPXPortlets/htdocs/documentDisplay.jsp?docid=213,22… Απόφαση[/url].
Συγκεκριμένα η Αρχή συνεδρίασε προκειμένου να εξετάσει την νομιμότητα χορήγησης σε καταγγελλόμενο ενώπιον δημοσίων υπηρεσιών του περιεχομένου της καταγγελίας και των στοιχείων του καταγγέλλοντος.
Η Απόφαση που έλαβε πάνω στο θέμα είναι η εξής:
Α. Ο καταγγελλόμενος, ως υποκείμενο των δεδομένων της καταγγελίας που έχει υποβληθεί σε βάρος του σε δημόσια υπηρεσία, έχει σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 2 στοιχ. α΄ του Ν. 2472/1997 δικαίωμα πρόσβασης στο κείμενο της εν λόγω καταγγελίας, καθώς και σε πληροφορίες σχετικές με την προέλευση (πηγή) των δεδομένων αυτών. Ως προέλευση νοούνται τα στοιχεία ταυτοποίησης του καταγγέλλοντος που περιέχονται στο κείμενο της καταγγελίας, όπως είναι ιδίως το όνομα και η διεύθυνση του καταγγέλλοντος. Ωστόσο, το δικαίωμα αυτό του καταγγελλόμενου υπόκειται σε περιορισμούς στις εξής περιπτώσεις:
1) Όταν, κατά το άρθρο 12 παρ. 5 του Ν. 2472/1997, η επεξεργασία δεδομένων (εξέταση της καταγγελίας) γίνεται για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.
2) Όταν, κατά το άρθρο 5 παρ. 3 του Κ.Δ.Διαδ., η έγγραφη καταγγελία αφορά την υπό στενή έννοια ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του καταγγέλλοντος ή άλλου τρίτου προσώπου ή όταν με τη γνωστοποίηση της έγγραφης καταγγελίας παραβλάπτεται απόρρητο που προβλέπεται από ειδικές διατάξεις (υποχρεωτικοί περιορισμοί του δικαιώματος πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα), καθώς και αν η καταγγελία περιέχεται σε συζητήσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ή αν η ικανοποίηση του δικαιώματος πρόσβασης του καταγγελλόμενου είναι δυνατόν να δυσχεράνει ουσιωδώς την έρευνα της υπόθεσης (δυνητικοί περιορισμοί του δικαιώματος πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα).
3) Όταν ειδικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, που ρυθμίζουν την έρευνα και διεκπεραίωση συγκεκριμένων καταγγελιών από την οικεία δημόσια υπηρεσία, επιβάλλουν ή επιτρέπουν, ενδεχομένως, απόλυτη ή μερική τήρηση μυστικότητας.
4) Όταν με τη γνωστοποίηση των στοιχείων του καταγγέλλοντος απειλείται το υπέρτατο έννομο αγαθό της ζωής του.
Β. Κάθε δημόσια υπηρεσία, η οποία είναι αρμόδια να εξετάζει καταγγελίες, διαβιβάζει κατά κανόνα αντίγραφα των καταγγελιών αυτών στους καταγγελλομένους, ώστε οι τελευταίοι να λάβουν γνώση και να εκθέσουν τις απόψεις τους. Η διαβίβαση αυτή πραγματοποιείται στο πλαίσιο της αρμοδιότητας κάθε υπηρεσίας και της ανάγκης για την ορθή διερεύνηση της υπόθεσης. Η διοικητική αυτή πρακτική αποτελεί κοινή γνώση του επιμελούς πολίτη. Συγκεκριμένα, ο καταγγέλλων οφείλει να γνωρίζει ότι ο καταγγελλόμενος έχει, πλην νομίμων εξαιρέσεων, δικαίωμα πρόσβασης στην καταγγελία που τον αφορά και στα στοιχεία του καταγγέλλοντος. Το δικαίωμα αυτό ερείδεται πρωτίστως στο άρθρο 12 του Ν. 2472/1997, αλλά και στις διατάξεις για την πρόσβαση στα δημόσια έγγραφα (άρθρο 5 παρ. 1-3 του Κ.Δ.Διαδ). Επομένως, ο καταγγελλόμενος είναι ένας από τους νόμιμους και πιθανούς αποδέκτες της καταγγελίας κατά την έννοια του άρθρου 11 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 2 στοιχ. ι΄ του Ν. 2472/1997 (γεγονός που θα μπορούσε να δικαιολογήσει και την απαλλαγή από την υποχρέωση ενημέρωσης, πρβλ. άρθρο 4 της υπ’ αριθ. 1/1999 Κανονιστικής Πράξης της Αρχής). Ωστόσο, κρίνεται σκόπιμο να πραγματοποιείται σχετική ενημέρωση στον καταγγέλλοντα τη χρονική στιγμή κατά την οποία ο τελευταίος υποβάλει την καταγγελία του. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να πραγματοποιείται με κάθε πρόσφορο τρόπο σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 της υπ’ αριθ. 1/1999 Κανονιστικής Πράξης της Αρχής, όπως α) με ειδική και σαφή επισήμανση στο πρότυπο έντυπο της καταγγελίας, β) με ανάρτηση ευδιάκριτης προειδοποιητικής ανακοίνωσης στο χώρο/γραφείο υποβολής της καταγγελίας, γ) με ειδική, σαφή και ευδιάκριτη επισήμανση στο διαδικτυακό τόπο (ιστοσελίδα) της κάθε δημόσιας υπηρεσίας, ιδίως εάν προβλέπεται και ηλεκτρονική υποβολή καταγγελιών. Παράλληλα, ο καταγγέλλων, ο οποίος δεν επιθυμεί να αποκαλυφθούν τα στοιχεία του στον καταγγελλόμενο, θα πρέπει εξαρχής να επικαλείται εγγράφως τους λόγους, που δικαιολογούν την ικανοποίηση αυτού του αιτήματος, ώστε τούτο να εξετάζεται επικαίρως από τη δημόσια υπηρεσία.
Αυτή η απόφαση προς γνώση και των υπολοίπων συναδέλφων, τους οποίους είναι πολύ πιθανό να τους απασχολήσει το ζήτημα στην καθημερινότητά τους...
[edit time=1346624182]savvas[/edit]
Απ: Ανωνυμία του καταγγέλλοντος
Σωστά, πολύ χρήσιμη και ξεκάθαρη η απόφαση της Αρχής.
Ωστόσο η γνωμοδότηση του ΝΣΚ στο 2ο post,
(η οποία εκδόθηκε για φορολογικές παραβάσεις, ωστόσο θα μπορούσε να έχει ανάλογη εφαρμογή σε κάθε καταγγελία που αφορά αυτεπαγγέλτως διωκόμενο αδίκημα),
δίνει προφανώς την ευχέρεια στην Υπηρεσία να αρνηθεί την πρόσβαση στα καταγγελλόμενα
(και ως εκ τούτου στα στοιχεία του καταγγέλλοντος)
εφόσον η βεβαίωση της παράβασης στηρίχθηκε στην αυτοπρόσωπη αντίληψη των αστυνομικών και όχι στο περιεχόμενο της καταγγελίας.
(Σε περίπτωση δηλ. που βεβαιώνεται παράβαση διατάραξης κοινής ησυχίας κατόπιν καταγγελίας, η οποία όμως διαπιστώθηκε από Αστυνομικό);
Απ: Ανωνυμία του καταγγέλλοντος
Η απόφαση της Αρχής αναφέρεται σε αυτό ακριβώς που λες...
Δηλαδή, κάποιος καταγγέλλει και από εκεί και έπειτα, επειδή προφανώς και είσαι υποχρεωμένος βάσει κάποιας νομικής διάταξης να εξετάσεις τα καταγγελλόμενα, πηγαίνεις ως δημόσια αρχή και διαπιστώνεις τη βασιμότητα ή όχι των καταγγελλομένων.
Δεν έχει να κάνει με το ποιο "στέλεχος" της Υπηρεσίας διαπίστωσε την παράβαση. Αυτό προφανώς αφήνει αδιάφορο τον καταγγέλλοντα.
Στην περίπτωσή σου, ναι γνωστοποιείς κανονικά τα στοιχεία του καταγγέλλοντα στον καταγγελλόμενο, εφ' όσον έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις που έχει θέσει η Αρχή (a priori γνωστοποίηση του ενδεχομένου αυτού στον καταγγέλλοντα -έστω τηλεφωνικά-, επιγραφές στην Υπηρεσία, κ.τ.λ).
Τώρα ως προς τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ, αν προσέξεις έχει ημερομηνία έκδοσης το 1995, δηλαδή 2 χρόνια πριν την ψήφιση του Ν.2472/97 που ορίζει τα θέματα προστασίας των προσωπικών δεδομένων (και βάσει του οποίου εκδόθηκε η Απόφαση της Αρχής). Ως εκ τούτου και δεδομένου του ότι η νομοθεσία επικαιροποιείται, θεώρησε ως πιο ισχυρή την απόφαση της Αρχής.
[edit time=1346628588]savvas[/edit]
Απ: Ανωνυμία του καταγγέλλοντος
Επειδή διάβασα το θέμα σκέφτομαι πόσες φορές συνάδελφοι έχουν αρνηθεί (και στη πιο απλή περίπτωση) την δήλωση των στοιχείων του καταγγέλοντος επικαλούμενοι το "4) Όταν με τη γνωστοποίηση των στοιχείων του καταγγέλλοντος απειλείται το υπέρτατο έννομο αγαθό της ζωής του."Έτσι δεν καταλήγουμε σ έναν φαύλο κύκλο στου οποίου τη μέση βρισκόμαστε εμείς?
Απ: Ανωνυμία του καταγγέλλοντος
Ο ένας ζητάει τα στοιχεία του άλλου,η "Αρχή" δεν τα δίνει πατώντας στην "4) Όταν με τη γνωστοποίηση των στοιχείων του καταγγέλλοντος απειλείται το υπέρτατο έννομο αγαθό της ζωής του." και φτου κι απ την αρχή.
Απ: Ανωνυμία του καταγγέλλοντος
Δεν καταλαβαίνω σε ποια ακριβώς περίπτωση αναφέρεσαι, πάντως η υποπαράγραφος πίσω από την οποία εκτιμάς ότι ενδέχεται να "κρυφτεί" η υπηρεσία μας, δεν είναι και πανάκια... Ως εκ τούτου καλό είναι να εφαρμόζεται η γενική περίπτωση όπου ο καταγγέλων δικαιούται να λαμβάνει τα στοιχεία που τον αφορούν και ας μη κρυβόμαστε πλέον πίσω από το δάχτυλό μας.
Τώρα αν υπηρετείς στο εκβιαστών ή στα Ναρκωτικά ή στην Αντιτρομοκρατική φρόντισε να λαμβάνεις τα μέτρα σου. Σαφώς η απόφαση δεν αναφέρεται σε αυτές τις περιπτώσεις, και ως εκ τούτου κάνει μνεία σ' αυτή την κατηγορία πληροφοριών μέσα από την παράγραφο 4. Άρα μιλάμε για όλως συγκεκριμένες περιπτώσεις και Υπηρεσίες...
Ποια είναι η γνώμη σας για το παρακάτω σχετικό?
Σύμφωνα με την αριθ. 482/95 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ., η Διοίκηση υποχρεούται να γνωστοποιεί το περιεχόμενο έγγραφης καταγγελίας στον καταγγελλόμενο και να του χορηγεί αντίγραφο αυτής, εκτός εάν:
α) η γνωστοποίηση μπορεί να δυσχεράνει την έρευνα διοικητικών ή δικαστικών αρχών για τα καταγγελλόμενα και
β) η καταγγελία δεν στηρίζει αφ’ εαυτής διοικητική πράξη ή άλλο επίσημο έγγραφο της αρμόδιας αρχής και ο καταγγελλόμενος δεν θεμελιώνει συγκεκριμένο έννομο συμφέρον να λάβει γνώση της καταγγελίας.
Ενδιαφέρον έχει το σκεπτικό της παραπάνω Γνωμοδότησης, σύμφωνα με το οποίο «η υποχρέωση της Διοίκησης να αποκαλύψει ή μη στον καταγγελλόμενο έγγραφη καταγγελία που βρίσκεται στα αρχεία της συναρτάται με τη θεμελίωση εκ μέρους του, συγκεκριμένου έννομου συμφέροντος. Η συνδρομή της προϋπόθεσης αυτής δεν μπορεί να κριθεί γενικά και αφηρημένα, αλλά εξαρτάται από τα εκάστοτε περιστατικά κάθε περίπτωσης, που θα πρέπει να εκτιμήσει η Διοίκηση. Έτσι, η αρμόδια Υπηρεσία μπορεί να μην επιτρέψει στον καταγγελλόμενο να λάβει γνώση της κατ’ αυτού καταγγελίας, επικαλούμενη έλλειψη έννομου συμφέροντος, αν διαπιστώθηκαν οι καταγγελθείσες πράξεις ή παραλείψεις, μετά από διεξαχθείσα έρευνα κρατικών οργάνων και οι ενέργειες των αρμόδιων αρχών που επακολούθησαν (επιβολή κυρώσεων, παραπομπή στον εισαγγελέα κ.λπ), στηρίζονται αποκλειστικά στις διαπιστώσεις αυτές, διότι στην περίπτωση αυτή η οποιαδήποτε προσβολή των υλικών συμφερόντων και της ηθικής υποστάσεως του καταγγελλομένου δεν απορρέει από την καταγγελία, αλλά από διοικητικές πράξεις και ενέργειες, κατά των οποίων μπορεί τούτος να προστατεύσει αποτελεσματικά τα δικαιώματά του με τα οικεία και ειδικώς προβλεπόμενα από το νόμο ένδικα μέσα και βοηθήματα, χωρίς να χρειάζεται να στραφεί και κατά του καταγγέλλοντος.
Έτσι, αν οι καταγγελθείσες πράξεις ή παραλείψεις διαπιστώθηκαν μετά από διεξαχθείσα έρευνα κρατικών οργάνων, δηλ. η τυχόν διαπίστωση της τέλεσης φορολογικών παραβάσεων και η επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων στηρίζεται αποκλειστικά στις έρευνες και τους ελέγχους των αρμόδιων κρατικών οργάνων και στα πραγματικά περιστατικά που αυτά διαπίστωσαν, τότε η συγκεκριμένη καταγγελία δεν αποτελεί διοικητικό έγγραφο, αλλά το αίτημα του καταγγελλομένου να του γνωστοποιηθεί παρίσταται και ως καταχρηστικό, γι’ αυτό η Διοίκηση μπορεί να αρνηθεί την ικανοποίηση του σχετικού αιτήματος, γιατί η κατάχρηση δικαιώματος αποτελεί συνταγματικό όριο και του δικαιώματος πρόσβασης στα διοικητικά έγγραφα που καθιερώθηκε με το άρθρο 16 του Ν. 1599/86 (σήμερα άρθρο 5 του Ν. 2690/99)».