Απ: ΠΡΑΤΗΡΙΑ ΥΓΡΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ
Είμαι της άποψης πως ο νομοθέτης θέλησε να διαχωρίσει τις άδειες που ορίζονται απο το Ν.3054/2002 και την άδεια λειτουργίας πρατηρίου υγρών καυσίμων που ορίζεται απο τα Ν.Δ 511/1970,Β.Δ 465/1970,Π.Δ 1224/1981,Π.Δ 1184/1981,Π.Δ 143/1989,Π.Δ 401/1989,Ν.2465/1997 και Π.Δ 108/2006,αυτό τουλάχιστον αντιλαμβάνομαι απο το άρ.1 της Υ.Α αριθμ.Δ19/Φ11/οικ13098/1156(ΦΕΚ 1039Β) ''Κατηγορίες παραβάσεων του Ν. 3054/2002 (ΦΕΚ 230Α΄),όρια προστίμου ανά κατηγορία και άλλα σχετικά ζητήματα. − Σφράγιση εγκαταστάσεων'' και το άρ.1 της Υ.Α αριθμ.Δ2/16570/2005(ΦΕΚ 1306Β) ''Κανονισμός Αδειών''.
Συνεπώς θεωρώ πως το πρατήριο υγρών καυσίμων άνευ αδείας διώκεται και τιμωρείται με το άρ.1 και 2 του Ν.Δ 869/1971(ΦΕΚ 79Α) ως τροποποιήθηκαν με το άρ.3 του Ν.2465/1997(ΦΕΚ 28Α) ήτοι κατ'άρθρο 458 του Π.Κ σε βαθμό πταίσματος.
Απ: ΠΡΑΤΗΡΙΑ ΥΓΡΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ
Από την Υπηρεσια μου υπεβληθησαν μηνύσεις σε πρατηρια χωρις αδεια και απεσταλλησαν στον Δημοσιο Κατηγορο Αθηνών και αυτός οπως μας γνωρισε τις υπεβαλλε στην Εισαγγελία συμφωνα με αρθ. 16 Ν. 3054/12.
Μπορεί κάποιος να βρεί τον Ν
<p>Μπορεί κάποιος να βρεί τον Ν.3054/2002 σε ενιαίο κείμενο με τις τροποποιήσεις; Γιατι δυστυχώς έχει τροποποιηθεί πολλές φορές από τους:</p>
<p>N.3423/05<br>
Ν.3335/05<br>
Ν.3734/09<br>
Ν.3851/10<br>
Ν.3897/10<br>
Ν.4067/12<br>
Ν.4093/12<br>
Ν.4172/13<br>
Ν.4233/14<br>
Ν.4254/14<br>
<br>
Τον βρίσκω μόνο με τις τροποποιήσεις των Ν.3423/05 και Ν.3335/05:<br>
http://portal.tee.gr/portal/page/portal/SCIENTIFIC_WORK/GR_ENERGEIAS/no…;
</p>
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3054/2002
ΦΕΚ 230/Α/2.10.2002
Οργάνωση της αγοράς πετρελαιοειδών και άλλες διατάξεις.
Άρθρο 16
Ποινικές κυρώσεις
«1. « Όποιος χωρίς νόμιμη άδεια ή κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 15 παράγραφος 8α περίπτωση α' του νόμου αυτού διυλίζει, αποθηκεύει, εμπορεύεται, διακινεί, παραδίδει, προμηθεύει, εφοδιάζει, εμφιαλώνει ή πωλεί αργό πετρέλαιο ή πετρελαιοειδή ή άλλα ενεργειακά προϊόντα υπό την έννοια του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, [b]τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων (10.000) μέχρι πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ[/b].».
[i]* Η παράγραφος 1 του άρθρου 16 του ν. 3054/2002 τίθεται ως άνω όπως αντικαταστάθηκε από την υποπαράγραφο Ι.3 εδ.11 του N.4093/2012 - ΦΕΚ Α-222/12.11.2012[/i]
2. Αν ο υπαίτιος διαπράττει την πράξη της προηγούμενης παραγράφου κατ' εξακολούθηση και η συνολική αξία του αντικειμένου αυτής υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων (50.000) μέχρι τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ.
3. Οι διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται για τις πράξεις των προηγούμενων παραγράφων είναι ανεξάρτητες από τις ποινικές κυρώσεις.».
Άρθρο 17
Διοικητικές κυρώσεις
««1.α. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ή του αρμόδιου κατά περίπτωση οργάνου, για κάθε παράβαση των διατάξεων του νόμου αυτού, και των κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων κανονιστικών αποφάσεων, επιβάλλεται πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες (1.500.000) ευρώ. Για το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου λαμβάνονται υπόψη ως κριτήρια, ιδίως, η βαρύτητα της παράβασης, οι συνέπειες που προκύπτουν από αυτήν, ο βαθμός υπαιτιότητας και η τυχόν υποτροπή του παραβάτη. Για την αξιολόγηση της παραβατικής συμπεριφοράς ως υποτροπής, λαμβάνονται υπόψη οι ισχύουσες εγγραφές στο Βιβλίο Κυρώσεων. Σε υποτροπή βρίσκεται όποιος μέσα σε τρία χρόνια από την έκδοση της απόφασης, με την οποία επιβάλλεται σε αυτόν πρόστιμο ή άλλη κύρωση για κάποια από τις ανωτέρω παραβάσεις, τελεί νέα παράβαση.
β. Με απόφαση του ιδίου Υπουργού μπορούν να κατηγοριοποιούνται οι ανωτέρω παραβάσεις και να καθορίζονται η διαδικασία επιβολής και τα όρια του προστίμου κάθε κατηγορίας ή και κάθε επί μέρους παράβασης εντός των ορίων του πρώτου εδαφίου της παρούσας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση μπορούν να αναπροσαρμόζονται τα όρια αυτά.
γ. Για την ίδια παράβαση επιβάλλεται πρόστιμο μόνο από ένα προς τούτο αρμόδιο όργανο κατ' εφαρμογήν των διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας αρμοδιότητας του Υπουργείου Ανάπτυξης. Τυχόν επιβολή δεύτερου προστίμου για την ίδια παράβαση δεν παράγει οποιαδήποτε έννομη συνέπεια. Η επιβολή του προστίμου δεν αποκλείει την επιβολή άλλων διοικητικών κυρώσεων που τυχόν προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις.
δ. Ο Υπουργός Ανάπτυξης, σε κάθε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος, μπορεί, λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειές της για το ευρύτερο καταναλωτικό κοινό, να δημοσιοποιεί δια του τύπου ή με άλλο πρόσφορο τρόπο τις κυρώσεις που επιβάλλονται κατά την παράγραφο 1 του παρόντος».
«ε. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της παραγράφου 8α του άρθρου 15 τα μεταφορικά μέσα κατάσχονται άμεσα. Στους ιδιοκτήτες των ανωτέρω μεταφορικών μέσων που: i) δεν φέρουν το εμπορικό σήμα της εταιρείας Άδειας Εμπορίας ή, κατά περίπτωση, της εταιρείας Άδειας Διύλισης, όταν η τροφοδοσία γίνεται απευθείας από τα διυλιστήρια ή ii) δεν φέρουν το ειδικό ηλεκτρονικό σήμα εντοπισμού (GPS) επιβάλλεται πρόστιμο επτά χιλιάδες (7.000) ευρώ ανά παράβαση και αφαιρείται η άδεια κυκλοφορίας του μεταφορικού μέσου για διάστημα έξι (6) μηνών. Σε κάθε περίπτωση υποτροπής εντός μιας τριετίας για την ίδια παράβαση, όπως αυτή προκύπτει από τις ισχύουσες εγγραφές στο Βιβλίο Κυρώσεων, το πρόστιμο τριπλασιάζεται. Η επιβολή του προστίμου δεν αποκλείει την επιβολή άλλων διοικητικών ή ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις.
Επιπλέον, αφαιρείται το ναυτικό φυλλάδιο του πλοιάρχου ή ανακαλείται η άδεια άσκησης επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα αντίστοιχα για διάστημα έξι (6) μηνών.
Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.»
2. Πριν εκδοθεί η απόφαση επιβολής του προστίμου, καλείται από την αρμόδια υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999 ΦΕΚ 45 Α'), το πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται η τέλεση της παράβασης για να εκφέρει τις απόψεις του.
3. Η απόφαση με την οποία επιβάλλεται το πρόστιμο υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον του καθ' ύλην αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου. Για το παραδεκτό της άσκησης της προσφυγής απαιτείται η καταβολή ποσού ίσου με το 20% του επιβληθέντος προστίμου, το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 75.000 ευρώ.
4. Το ένδικο βοήθημα της προηγούμενης παραγράφου εκδικάζεται, κατά προτίμηση, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης του στη γραμματεία του Διοικητικού Πρωτοδικείου.
Η συζήτηση επιτρέπεται να αναβληθεί, μία μόνο φορά, για σπουδαίο λόγο, σε δικάσιμο που δεν απέχει από την αρχική περισσότερο από έναν (1) μήνα.
5. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού βεβαιώνονται και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (Ν .Δ. 356/1974 ΦΕΚ 90/Α') και αποτελούν πόρο σε ποσοστό 50% του Ειδικού Λογαριασμού Πετρελαιοειδών του άρθρου 19, ο οποίος αποδίδεται σύμφωνα με όσα ορίζονται σε σχετική απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.
6. Σε περίπτωση που κρίνεται σοβαρή η παράβαση των διατάξεων του νόμου αυτού και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του ή υποτροπής, σύμφωνα με τα κριτήρια του εδαφίου β' της προηγούμενης παραγράφου 1, μπορεί με αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου, κατά περίπτωση, οργάνου να αφαιρείται προσωρινά ή οριστικά η άδεια, να επιβάλλεται αντιστοίχως προσωρινή ή οριστική διακοπή της λειτουργίας της εγκατάστασης και να διατάσσεται η προσωρινή ή οριστική σφράγιση της, που διενεργείται με τη συνδρομή της δικαστικής αρχής. Αν το ίδιο πρόσωπο έχει περισσότερες από μία άδειες, η ανάκληση της μίας από αυτές, για τους παραπάνω λόγους, συνιστά λόγο ανάκλησης και των άλλων.
Η απόφαση της προσωρινής ή οριστικής διακοπής της λειτουργίας της εγκατάστασης κοινοποιείται στο Συνήγορο του Καταναλωτή, στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή και στο Εθνικό Συμβούλιο Καταναλωτών, για την ενημέρωση των καταναλωτών με κατάλληλα μέσα.
«7.α. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης διατάσσεται η προσωρινή σφράγιση της εγκατάστασης για χρονικό διάστημα από μία (1) εβδομάδα έως και έξι (6) μήνες, στις περιπτώσεις παραβάσεων καθ’ υποτροπήν που αφορούν στον τύπο και στην ποιότητα των διακινούμενων προϊόντων, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 3335/2005 (ΦΕΚ 95 Α’). Για τον καθορισμό της διάρκειας της προσωρινής σφράγισης λαμβάνονται υπόψη, ιδίως, η συχνότητα και η βαρύτητα της παράβασης, οι συνέπειες που προκύπτουν από αυτή και ο βαθμός υπαιτιότητας του παραβάτη. Πα την αξιολόγηση της παράβασης ως καθ’ υποτροπήν παραβατικής συμπεριφοράς, λαμβάνονται υπόψη οι ισχύουσες εγγραφές στο βιβλίο κυρώσεων. Η κατά τα ανωτέρω απόφαση προσωρινής σφράγισης δεν αποκλείει την επιβολή άλλων διοικητικών κυρώσεων.
Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζεται η διαδικασία και ο τρόπος προσωρινής σφράγισης των ανωτέρω εγκαταστάσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
β. Τα ΚΕΔΑΚ μπορούν, ανεξάρτητα από τη συχνότητα ή τη βαρύτητα της παράβασης, να προβαίνουν, με αιτιολογημένη απόφαση τους που λαμβάνεται επί τόπου, σε προσωρινή σφράγιση της εγκατάστασης όταν από την παράβαση δημιουργείται κίνδυνος για το περιβάλλον ή την ασφάλεια της περιοχής ή όταν η εγκατάσταση λειτουργεί χωρίς την απαιτούμενη από τις κείμενες διατάξεις άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας. Η απόφαση προσωρινής σφράγισης ανακαλείται όταν εκλείψουν οι λόγοι που την επέβαλαν. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα σχετικά με την ακολουθούμενη διαδικασία μετά τη σφράγιση των εγκαταστάσεων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.».
8. Η καταδίκη, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, φυσικών προσώπων που είναι μέλη Διοικητικού Συμβουλίου ή εκπροσωπούν εταιρεία κάτοχο άδειας ή που είναι τα ίδια κάτοχοι άδειας από τις προβλεπόμενες στο νόμο αυτόν, για οικονομικό έγκλημα σχετιζόμενο με τις δραστηριότητες της επιχείρησης (ιδίως λαθρεμπορία, νοθεία, απάτη, αισχροκέρδεια, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, πλαστογραφία, υπεξαίρεση, εκβίαση, δωροδοκία), όπως επίσης και για παράβαση του άρθρου 16, συνεπάγεται την υποχρεωτική αφαίρεση της σχετικής άδειας, την οριστική διακοπή της λειτουργίας της εγκατάστασης και την οριστική σφράγιση της. Ομοίως, η πιο πάνω καταδίκη επιφέρει την οριστική αφαίρεση της άδειας άσκησης επαγγέλματος οδικού μεταφορέα, υπό τις προϋποθέσεις της επόμενης παραγράφου. Η αμετάκλητη καταδίκη για οικονομικό έγκλημα που δεν σχετίζεται με τις δραστηριότητες της επιχείρησης επιφέρει την έκπτωση του καταδικασθέντος από την ιδιότητα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας ή του εκπροσώπου της εταιρείας, αν πρόκειται για εταιρεία, και την αφαίρεση της άδειας, αν πρόκειται για τον κάτοχο αυτής.
9. Σε περίπτωση που τα αυτοκίνητα μεταφοράς πετρελαιοειδών προϊόντων δημόσιας ή ιδιωτικής χρήσης αποτελούν το μέσο τέλεσης οικονομικών εγκλημάτων που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου, το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο διατάσσει τη δήμευση τους, εκτός αν ο ιδιοκτήτης τους αποδείξει ότι δεν γνώριζε ή δεν όφειλε να γνωρίζει, εν όψει του είδους, του τρόπου και των λοιπών περιστάσεων τέλεσης της πράξης, το σκοπό χρησιμοποίησης τους.