Γράφει ο Λάμπρος Δημητρέλος
Ο έλεγχος υπόπτου οχήματος είναι μία από τις πιο κοινές και χαρακτηριστικές αστυνομικές δραστηριότητες. Είναι ίσως και η πιο επικίνδυνη. Στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς, πολύ μεγάλο ποσοστό των ενόπλων επιθέσεων, εναντίον αστυνομικών, εκδηλώνονται από δράστες που επιβαίνουν σε οχήματα. Είναι λοιπόν αναμενόμενο να αφιερώνεται αρκετός χρόνος στην επεξεργασία και εκμάθηση τακτικών για οχήματα από τους αστυνομικούς παγκοσμίως. Ένα κλασσικό σενάριο εξομοίωσης στην αστυνομική εκπαίδευση είναι αυτό που ο εκπαιδευτής τοποθετεί ένα πιστόλι στην εταζέρα του υπόπτου οχήματος, το οποίο ο αστυνομικός πρέπει να εντοπίσει κατά την προσέγγισή του. Ακούγεται απλό, όμως σύμφωνα με μια αναλυτική έρευνα του ινστιτούτου αστυνομικής εκπαίδευσης του πανεπιστημίου του Ιλινόις των Η.Π.Α., 1 στους 2 αστυνομικούς αποτυγχάνουν να το εντοπίσουν. Η έρευνα αυτή δείχνει να συμφωνεί με διαπιστώσεις εκπαιδευτών και στην Ελλάδα. Γιατί άραγε το ποσοστό των αστυνομικών (48% συγκεκριμένα) είναι τόσο υψηλό;
Στη σχολή Αστυφυλάκων μας είχαν χορηγήσει δύο πολύ ενδιαφέροντα βιβλία. Τα «αστυνομική αυτοπροστασία, γενικό και ειδικό μέρος» των κυρίων Μπιτζή Αλεξίου και Περδίκη Αθανασίου. Οι δύο Έλληνες συγγραφείς είχαν σαφέστατες επιρροές στον τρόπο γραφής, στην εικονογράφηση, καθώς και στο γενικότερο ύφος, από μια σειρά τριών σπανιότατων πλέον βιβλίων αστυνομικής τακτικής του Αμερικανού Charles Remsberg. Στο πρώτο βιβλίο του, το “Street Survival – Tactics for armed encounters”, το οποίο εκδόθηκε το 1980, ο Ρέμσμπεργκ έχει επιλέξει να τοποθετήσει στις πρώτες σελίδες την παρακάτω παράξενη εικόνα:
Πράγματι, εκ πρώτης όψεως η φωτογραφία δε σχετίζεται με την ύλη του βιβλίου. Παρατηρώντας τη όμως πολύ πιο προσεκτικά, θα προσέξει κανείς την ύπαρξη ενός νίκελ πιστολιού 1911 μπροστά από τον μοχλό ταχυτήτων του αυτοκινήτου. Ο Ρέμσμπεργκ κατάφερε με μια ριζοσπαστική φωτογραφία να τονίσει την ύπαρξη ενός φαινομένου που «ανακαλύφθηκε» και τυποποιήθηκε 12 χρόνια αργότερα(!) από τους ψυχολόγους Arien Mack και Irvin Rock. Αυτό είναι το φαινόμενο της «τύφλωσης απροσεξίας» (Inattentional blindness ή perceptual blindness). Η «τύφλωση απροσεξίας» αναφέρεται στην κατάσταση όπου κάποιος, ο οποίος παρόλο που δεν έχει παθολογική βλάβη στα μάτια του, αδυνατεί να αντιληφθεί ένα ερέθισμα (λ.χ. ένα αντικείμενο), το οποίο όμως βρίσκεται εκτεθειμένο στο άμεσο οπτικό του πεδίο.
Όμως πώς γίνεται 1 στους 2 αστυνομικούς να βιώνει «τύφλωση απροσεξίας» διενεργώντας ένα από τα πιο επικίνδυνα καθήκοντά του, κατά τη διάρκεια του οποίου θεωρητικά βρίσκεται σε διανοητική ετοιμότητα αναζήτησης, εντοπισμού και αναγνώρισης ενδείξεων κινδύνου γενικότερα, πόσω μάλλον όπλων ειδικότερα; Σύμφωνα με διάφορα πειράματα ψυχολόγων, μία από τις βασικότερες αιτίες είναι το «μη αναμενόμενο», το απροσδόκητο. Όταν οι αστυνομικοί κινούνται για να ελέγξουν ένα όχημα, με βάση την εκπαίδευσή τους, τις προγενέστερες εμπειρίες τους, αλλά και τα ένστικτα επιβίωσής τους, αναμένουν να δουν και να βιώσουν λίγο πολύ συγκεκριμένα πράγματα, οπότε τείνουν να υποτιμούν την πιθανότητα να συμβεί κάτι διαφορετικό. Στην προκειμένη περίπτωση, ελάχιστοι αστυνομικοί είναι προετοιμασμένοι να δουν ένα όπλο σε εταζέρα. Γι’ αυτούς είναι κάτι απροσδόκητο, το οποίο οδηγεί σε «τύφλωση απροσεξίας». Ένας άλλος παράγοντας που εντείνει τα «συμπτώματα» του φαινομένου, είναι η επικέντρωση του μεγαλύτερου μέρους της προσοχής των αστυνομικών σε ένα ερέθισμα (λ.χ. τα χέρια του υπόπτου), θυσιάζοντας προσοχή που θα έπρεπε να αφιερωθεί και σε άλλα σημεία, όπως λ.χ. ο χώρος γύρω από τον ύποπτο, η αναζήτηση του +1 κλπ.
Τα χέρια του υπόπτου δεν είναι η μόνη προτεραιότητα, με την έννοια ότι ένα άδειο χέρι μπορεί πολύ γρήγορα να οπλιστεί με κάποιο αντικείμενο, το οποίο λόγω του φαινομένου της «τύφλωσης απροσεξίας» δεν εντόπισαν οι αστυνομικοί σε μια παρακείμενη «κρυψώνα», εκ των πολλών που από τη φύση τους έχουν τα οχήματα.
Ένα άλλο πιθανό αίτιο για τον μη εντοπισμό ενός όπλου σε εμφανές σημείο, είναι η ενδεχόμενη ικανότητα του υπόπτου να «τραβήξει» τον αστυνομικό μακριά από αυτό, αποσπώντας του την προσοχή με διάφορα τεχνάσματα και συμπεριφορές. Κατόπιν, με την πρώτη ευκαιρία που ο ίδιος θα διακρίνει, μπορεί να το ανακτήσει και να εκδηλώσει την ένοπλη επίθεση όταν θα κρίνει πως έχει το πλεονέκτημα.
Η αναζήτηση ενδείξεων κινδύνου πρέπει να είναι αδιάκοπη, καθώς το γεγονός ότι ο αστυνομικός δεν έχει εντοπίσει απειλή, δε σημαίνει πως δεν υπάρχει απειλή…
Ακόμη μία ιδιαιτερότητα που έχουν τα οχήματα, είναι ότι στο εσωτερικό των περισσοτέρων κυριαρχεί το μαύρο και άλλα σκούρα χρώματα, ενώ ταυτόχρονα είναι γεγονός και το ότι η πλειονότητα των όπλων έχουν μαύρη βαφή. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το όπλο να αφομοιώνεται - καμουφλάρεται στα σκούρα χρώματα σημείων όπως τα καθίσματα, η ταπετσαρία, το ταμπλώ, η εταζέρα, το πάτωμα, το ντουλαπάκι κλπ, ενώ σε συνδυασμό με το σκοτάδι των νυχτερινών ωρών, το χρωματικό κοντράστ είναι ανύπαρκτο, δυσχεραίνοντας ακόμη περισσότερο το έργο του εντοπισμού του.
Μαύρο πιστόλι σε μαύρο ταμπλώ. Αν προστεθεί και ο παράγοντας «νύχτα» σε σημείο με κακό φωτισμό, οι πιθανότητες της εμφάνισης «τύφλωσης απροσεξίας» είναι πολύ μεγάλες.
Όσο πρόβλημα αποτελεί το σκοτάδι για τον μακροσκοπικό οπτικό έλεγχο κατά την προσέγγιση του αστυνομικού στο όχημα, άλλο τόσο πρόβλημα αποτελεί και η έντονη ηλιοφάνεια. Ο συνδυασμός της γυαλάδας των τζαμιών του οχήματος με τη χρήση γυαλιών ηλίου, δεν επιτρέπει στους αστυνομικούς να δουν καθαρά στο εσωτερικό. Μια καλή λύση αποτελεί το προσωρινό ανασήκωμα των γυαλιών ηλίου κατά τη διάρκεια της προσέγγισης και του οπτικού ελέγχου των χώρων του οχήματος.
Ηλιοφάνεια, γυαλιά ηλίου και αντανάκλαση τζαμιών οχήματος είναι πολύ συχνό οπτικό περιβάλλον για τον Έλληνα αστυνομικό.
Το φαινόμενο της «τύφλωσης απροσεξίας» είναι πράγματι συχνό και αδιαμφισβήτητα επικίνδυνο για τους αστυνομικούς. Μόνος τρόπος αντιμετώπισης και αποφυγής του είναι η ανάπτυξη σωστών τακτικών στους ελέγχους και ο μεθοδικός οπτικός έλεγχος κατά την προσέγγιση του οχήματος και μέχρι την άφιξη στον ελεγχόμενο οδηγό – επιβάτη/ες. Όπως και στη φυσική έρευνα του οχήματος, έτσι και στην μακροσκοπική οπτική έρευνα απαιτείται διαχωρισμός ρόλων - τομέων από τους αστυνομικούς, καθώς και πιστή εφαρμογή του δόγματος «θέτω αρχή, μέση και τέλος στις επιχειρησιακές ενέργειες, έχοντας συγκεκριμένο αντικειμενικό σκοπό».
Τα τρία αμερικάνικα βιβλία (κάτω) θεωρούνται πολύτιμο απόκτημα για τη βιβλιοθήκη κάθε αστυνομικού, καθώς πραγματεύονται αστυνομική στρατηγική και τακτική σκέψη «παλαιάς σχολής». Επίσης, αποτέλεσαν τη βάση για τη δημιουργία των δύο πρώτων ελληνικών βιβλίων αστυνομικής αυτοπροστασίας (επάνω), στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Βιβλιογραφία – πηγές:
- Street Survival – Tactics for armed encounters, του Charles Remsberg, 1980.
- Πανεπιστημιακή έρευνα “Inattentional blindness for a gun during asimulated police vehicle stop”, των Daniel J. Simons και Michael D. Schlosse.
- Wikipedia, the free encyclopedia.