Άρθρο του Δημητρίου Σπυρόπουλου, δικηγόρου Αθηνών, Ιδρυτικού εταίρου της δικηγορικής εταιρείας «Εύνομος».
Οι κλάδοι των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας αποτελούν τους σημαντικότερους κλάδους ενός κράτους. Είναι εκείνοι οι τομείς, οι οποίοι καλούνται να διαχειριστούν κρίσεις, όταν αυτές παρουσιαστούν.
Διαβάστε επίσης
Η εξουσιαστική σχέση μεταξύ του κράτους και των υπαλλήλων του, είναι πολύ πιο έντονη στον τομέα των ενστόλων, σε σχέση με τους άλλους τομείς του δημοσίου τομέα. Η πειθαρχία και η συμμόρφωση με τις εντολές των ανωτέρων, αποτελεί τον θεμέλιο λίθο τής αποτελεσματικής λειτουργίας αυτών των τομέων. Οι συγκεκριμένοι υπάλληλοι επιτελούν ένα ύψιστο καθήκον απέναντι στην κοινωνία. Έχουν ταχθεί να εκτελούν ένα δύσκολο και πολυδιάστατο έργο, γι’αυτό και υπέχουν υποχρέωση συμμόρφωσης, και υπακοής στους ανωτέρους τους, προκειμένου να υφίσταται αρραγής συνοχή και ομαδικό πνεύμα μεταξύ τους, παράγοντες κρίσιμοι για την ψύχραιμη και απαιτητική αντιμετώπιση δύσκολων αποστολών.
Το πειθαρχικό δίκαιο ελέγχει την συμπεριφορά, τις ενέργειες, ή παραλείψεις των υπαλλήλων, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και επιβάλλει ποινές, σε περίπτωση παραβίασης των υπηρεσιακών καθηκόντων.
Η εξουσιαστική σχέση μεταξύ των προϊσταμένων οργάνων και τού υφισταμένου προσωπικού, την οποία περιγράφουμε παραπάνω, δεν είναι απεριόριστη, απόλυτη και απρόσβλητη και δεν μπορεί να ασκείται καταχρηστικά από την ιεραρχία.
Ο υπάλληλος, εναντίον τού οποίου ασκείται πειθαρχική δίωξη, ή θεωρείται ύποπτος για την τέλεση πειθαρχικού αδικήματος, έχει συγκεκριμένα δικαιώματα, κατά την πειθαρχική διαδικασία, τα οποία και δικαιούται να ασκήσει.
Τα δικαιώματα αυτά τον προστατεύουν από ενδεχόμενες αυθαιρεσίες, ή και σφάλματα των πειθαρχικών οργάνων. Τα δικαιώματα των πειθαρχικώς διωκομένων και οι αρχές, οι οποίες εφαρμόζονται στην πειθαρχική διαδικασία, συνοψίζονται ενδεικτικώς και όχι περιοριστικώς, στα παρακάτω :
1]. Η αρχή της έγγραφης προδικασίας. Επιβάλλει στα πειθαρχικά όργανα τής διοίκησης την τήρηση εγγράφου τύπου. Ο έγγραφος τύπος περιλαμβάνει την υποβολή έγγραφης αναφοράς – καταγγελίας κατά τού υπαλλήλου, η οποία πρέπει να αναφέρει τα περιστατικά, τα οποία ενδέχεται να συνιστούν την διάπραξη πειθαρχικών παραπτωμάτων.
2]. Το δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως περιλαμβάνει την δυνατότητα του διωκομένου να λάβει γνώση της αναφοράς - καταγγελίας εναντίον του και να εκθέσει, προφορικώς ή εγγράφως, τις απόψεις του, πριν την επιβολή οποιουδήποτε δυσμενούς μέτρου σε βάρος του. Το δικαίωμα αυτό ασκείται αποτελεσματικότερα με την υποβολή εγγράφων αντιρρήσεων. Υπογραμμίζεται ότι το δικαίωμα αυτό είναι κατοχυρωμένο στο Σύνταγμα [άρθρο 20 παρ. 2] και πρέπει να γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο εγγράφως, με κλήση για ακρόαση. Στην πράξη, το εν λόγω δικαίωμα, ασκείται με την αντίστοιχη υποχρέωση τού οργάνου τού δημοσίου, να ακούσει τις εξηγήσεις τού υφισταμένου του, στο στάδιο πριν την έναρξη της πειθαρχικής διαδικασίας.
Για να ασκηθεί το δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως, πρέπει ο διωκόμενος να έχει λάβει προηγουμένως γνώση των στοιχείων της υπόθεσης, με την χορήγηση αντιγράφων όλων των εγγράφων, που τον αφορούν.
3]. Το δικαίωμα της σιωπής, έχει ως περιεχόμενο να επιλέξει να μην απαντήσει ο διωκόμενος στις αιτιάσεις του πειθαρχικού οργάνου, δηλαδή να σιωπήσει, ή να επιφυλαχθεί να απαντήσει σε μεταγενέστερο χρόνο.
4]. Το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησης συνιστά, επίσης, ένα θεμελιώδες δικαίωμα τού πειθαρχικού δικαίου, και συνίσταται στην επιλογή του πειθαρχικώς διωκομένου, να μην παραδεχθεί, κατ’ουδένα τρόπο, την ενοχή του.
5]. Το τεκμήριο της αθωότητας. Το τεκμήριο αυτό αντλείται από το ποινικό δίκαιο και εφαρμόζεται και στο πειθαρχικό δίκαιο. Με βάση το συγκεκριμένο τεκμήριο, το οποίο πρέπει να τηρείται απαρεγκλίτως από τους εμπλεκομένους σε μια πειθαρχική διαδικασία, ο πειθαρχικώς διωκόμενος θεωρείται αθώος μέχρις αποδείξεως τού εναντίου.
6]. Το δικαίωμα παράστασης με δικηγόρο. Ο πειθαρχικώς διωκόμενος έχει δικαίωμα να παρασταθεί σε όλες τις πράξεις της προδικασίας και τής εν γένει πειθαρχικής διαδικασίας, με πληρεξούσιο δικηγόρο. Η έλλειψη δικηγόρου δεν συνιστά ακυρότητα τής διαδικασίας.
Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ρόλος του δικηγόρου, ο οποίος κατοχυρώνεται ρητώς στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ΕΕ, στο άρθρο 47 παρ. 2 εδάφ. β΄., είναι πολύ σημαντικός και συνιστάται για την αποφυγή σφαλμάτων, από την πλευρά τού πειθαρχικώς εγκαλουμένου, αλλά και για την ορθή άσκηση των εν γένει δικαιωμάτων του. Ο δικηγόρος έχει την υποχρέωση, εκ τού λειτουργήματός του, να προφυλάξει τον διωκόμενο από τυχόν εσφαλμένες ενέργειες, αλλά και να ερευνήσει, με την πείρα, που διαθέτει, το σύννομο και τη νομιμότητα τής πειθαρχικής διαδικασίας και να διακριβώσει τυχόν πλημμέλειες, τις οποίες και θα χρησιμοποιήσει για την υποστήριξη τού εντολέως του.
Η παραβίαση των προαναφερθέντων δικαιωμάτων, πλην του δικαιώματος παράστασης με δικηγόρο, συνεπάγονται ακυρότητα της διαδικασίας. Η ακυρότητα της διαδικασίας, εφ’όσον έχει τελεστεί, απαγγέλλεται είτε από τα πρωτοβάθμια, είτε από τα δευτεροβάθμια πειθαρχικά όργανα, είτε από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια, στα οποία μπορεί να προσφύγει ο διωκόμενος. Τα πειθαρχικά όργανα οφείλουν να διευκολύνουν τον πειθαρχικώς διωκόμενο, να ασκήσει τα δικαιώματά του.
Η πειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται με την προσφυγή του εγκαλουμένου στην δικαιοσύνη, μετά την επιβολή της πειθαρχικής ποινής και αφού εξαντλήσει την ενδοδιοικητική διαδικασία, η οποία, κατά κανόνα, περιλαμβάνει δύο βαθμούς : το πρωτοβάθμιο και το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο. Η προσφυγή στην δικαιοσύνη είναι απαραίτητη, προκειμένου να διορθωθούν τυχόν πλημμέλειες τής πειθαρχικής διαδικασίας, οι οποίες είναι συχνές στην πράξη και, εκτός των άλλων, επιδρούν αρνητικά στην υπηρεσιακή εξέλιξη των ενστόλων.
ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ - ΕΥΝΟΜΟΣ (Α.Μ.ΔΣΑ: 80808)